Ρωσία και Ουκρανία συμφώνησαν με τον ΟΗΕ πριν από σχεδόν ένα χρόνο στη διασφάλιση της εξαγωγής ουκρανικών σιτηρών. Θα τερματίσει τώρα η Ρωσία την εφαρμογή της;«Μία αχτίδα ελπίδας» χαρακτήριζε ο Γενικός Γραμματέας των Ηνωμένων Εθνών, Αντόνιο Γκουτέρες, την υπογραφή της συμφωνίας για τα ουκρανικά σιτηρά στις 22 Ιουλίου του περασμένου χρόνου. Τη συμφωνία είχαν συνυπογράψει Ρωσία και Ουκρανία μετά από διεθνή διαμεσολάβηση, με στόχο να συνεχίσουν, παρά τις αντιξόοτητες του πολέμου, τις εξαγωγές σιτηρών μέσω λιμένων της Μαύρης Θάλασσας.Κάθε τόσο η συμφωνία έπαιρνε παράταση για μερικούς μήνες. Αλλά τώρα η Ρωσία δηλώνει ότι θέλει να τερματίσει την εφαρμογή της στις 17 Ιουλίου. Και αυτό μπορεί να έχει ολέθριες συνέπειες.
Η Ουκρανία είναι ένας από τους μεγαλύτερους παραγωγούς σιτηρών παγκοσμίως. Σύμφωνα με το World Food Programm του ΟΗΕ, πριν τον πόλεμο οι εξαγωγές της κάλυπταν τις ανάγκες περίπου 400 εκατομμυρίων ανθρώπων, μεταξύ άλλων στη Μέση Ανατολή και την Αφρική. Ο διεθνής οργανισμός επισημαίνει ότι «οι ουκρανικές εξαγωγές αποτελούν σημαντικό παράγοντα για τη διασφάλιση της διατροφικής επάρκειας ανά τον κόσμο», ενώ ωφελούν ασφαλώς και την ίδια την Ουκρανία, καθώς μόνο το 2022 απέφεραν πολύτιμο συνάλλαγμα 700 εκατομμυρίων δολαρίων.
Η συμφωνία ορίζει ότι τα σιτηρά φορτώνονται σε τρία διαφορετικά λιμάνια (Οδησσός, Τσορνομόρσκ, Πιβντένι), μεταφέρονται στην Κωνσταντινούπολη διασχίζοντας τη Μαύρη Θάλασσα και εκεί ελέγχονται από μεικτές ομάδες, στις οποίες συμμετέχουν Ρώσοι, Ουκρανοί και Τούρκοι επιθεωρητές, καθώς και συνεργάτες του ΟΗΕ.
Πόσο επιτυχημένη είναι η συμφωνία;
Έτσι έχουν βρει τον δρόμο τους προς τις διεθνείς αγορές μεγάλες ποσότητες αγροτικών προϊόντων, με αποτέλεσμα, μέχρι τον Μάιο του 2023, να σταθεροποιείται η τιμή τους διεθνώς. Μάλιστα το 64% των σιτηρών από την Ουκρανία κατευθύνεται στις πιο φτωχές, αναπτυσσόμενες χώρες, ενώ για το καλαμπόκι το αντίστοιχο ποσοστό φτάνει το 50%. Όμως από τον Μάρτιο μέχρι σήμερα πολλά δημοσιεύματα καταγράφουν μείωση των ουκρανικών εξαγωγών κατά 25% σε σχέση με το αντίστοιχο διάστημα του 2022. Οι λόγοι είναι πολυσύνθετοι. Πολλά εφοπλιστικά γραφεία αποφεύγουν να διαθέσουν πλοία για το συγκεκριμένο, επικίνδυνο δρομολόγιο. Οι διατυπώσεις είναι τόσο αυστηρές, που η παράδοση των προϊόντων καθυστερεί. Η Μόσχα καταγγέλλει ότι δεν εξαιρούνται οι εξαγωγές ρωσικών σιτηρών από τις δυτικές κυρώσεις, αν και πέρσι είχε επέλθει συμφωνία επ’ αυτού.
Ούτως ή άλλως η Μαύρη Θάλασσα βρίσκεται σε μία στρατηγικά σημαντική θέση μεταξύ Νοτιοανατολικής Ευρώπης και Ασίας, αλλά αποτελεί πεδίο σύγκρουσης γεωπολιτικών και οικονομικών συμφερόντων. Στους ενδιαφερόμενους προστίθεται τώρα και η Κίνα, που επιχειρεί να αναβιώσει τον Δρόμο του Μεταξιού, διασφαλίζοντας μία μόνιμη ροή εξαγωγών προς χώρες της Δύσης.
Παραμένει άδηλο, εάν η Ουκρανία είναι σε θέση να διασφαλίσει τις δικές της εξαγωγές. Βασικό πρόβλημα είναι και το κόστος της ασφάλισης. Ήδη τα πλοία που δραστηριοποιούνται στη Μαύρη Θάλασσα καταβάλλουν χιλιάδες δολάρια για ασφάλιστρα. Εάν εκλείψει η επίσημη συγκατάθεση της Ρωσίας, οι τιμές θα εκτοξευθούν. Ελάχιστα ελκυστική θεωρείται η εναλλακτική λύση της μεταφοράς διά ξηράς. Την έχουν δοκιμάσει οι Ουκρανοί, αλλά αντιμετωπίζουν προβλήματα logistics. Συν τοις άλλοις πολλοί Ανατολικοευρωπαίοι αγρότες ανησυχούν για τιμές ντάμπινγκ στα ουκρανικά σιτηρά, που ίσως εκτοπίσουν τη δική τους παραγωγή. Έτσι, στις αρχές Ιουνίου, η ΕΕ επέβαλε στοχευμένους περιορισμούς: Τα ουκρανικά σιτηρά θα μπορούν να διοεχετεύονται στις διεθνείς αγορές μέσω Βουλγαρίας, Ουγγαρίας, Πολωνίας, Ρουμανιας και Σλοβακίας, όχι όμως και να πωλούνται στις συγκεκριμένες ανατολικοευρωπαϊκές χώρες.
Επιμέλεια: Γιάννης Παπαδημητρίου