«Καταλαβαίνω ότι κάποτε θα ερχόταν το τέλος μετά από 20 χρόνια στο υπουργείο, νομίζω ότι θα το αντιμετωπίσω» λέει ο ίδιος. Όμως δεν αποχωρεί οικειοθελώς. Οι κάλπη της 8ης Οκτωβρίου στο Λουξεμβούργο (και κυρίως η εκλογική κατάρρευση των Πρασίνων) άλλαξε τους συσχετισμούς δυνάμεων, με το κεντροδεξιό Χριστιανικό Κοινωνικό Λαϊκό Κόμμα (CSV) να αναδεικνύεται πρώτη δύναμη, μπροστά από το φιλελεύθερο Δημοκρατικό Κόμμα (DP) του μέχρι πρότινος πρωθυπουργού Ξαβιέ Μπετέλ. Αποτέλεσμα: Την Παρασκευή ο Λικ Φρίντεν του CSV ορκίστηκε νέος πρωθυπουργός και ο Μπετέλ υπουργός Εξωτερικών, ενώ δεν υπάρχει πλέον θέση στην κυβέρνηση για τον Άσελμπορν και το κόμμα του, το Σοσιαλιστικό Εργατικό Κόμμα (LSAP).
Σημειωτέον ότι ο Λικ Φρίντεν είχε διατελέσει υπουργός Οικονομικών στην κυβέρνηση του Ζαν Κλωντ Γιούνκερ. Σύμφωνα μάλιστα με τη γερμανική εφημερίδα Frankfurter Allgemeine Zeitung (FAZ) οι δύο άνδρες είχαν έρθει σε σύγκρουση, καθώς ο Φρίντεν κατηγορούσε τον Γιούνκερ ότι, ως επικεφαλής του Γιούρογκρουπ, έδειχνε υπερβολική ανοχή απέναντι στις υπερχρεωμένες οικονομίες του ευρωπαϊκού Νότου. Ο ίδιος ο Άσελμπορν είχε ταχθεί ξεκάθαρα υπέρ της παροχής βοήθειας στην Ελλάδα.
48 επισκέψεις στη Νέα Υόρκη, 80 στο Βερολίνο
Ήδη από το 2010 ο Γιαν Άσελμπορν ήταν ο μακροβιότερος υπουργός Εξωτερικών στην ΕΕ των «27». Το 2004, όταν ανέλαβε το υπουργείο, συνομιλητές του ήταν, μεταξύ άλλων, η Κοντολίζα Ράις στις ΗΠΑ και ο Γιόσκα Φίσερ στη Γερμανία. Συνολικά συναντήθηκε διά ζώσης με 241 ομολόγους του στη διάρκεια της θητείας του. Επισκέφθηκε 48 φορές τη Νέα Υόρκη και 80 φορές το Βερολίνο.
Ο Άσελμπορν λέει στο Γερμανικό Πρακτορείο Ειδήσεων (dpa) ότι «μία από τις μεγαλύτερες απογοητεύσεις του» ήταν η άρνηση πολλών ευρωπαϊκών χωρών να δεχθούν πρόσφυγες από το Αφγανιστάν, όταν η χώρα παραδόθηκε στους Ταλιμπάν τον Αύγουστο του 2021. Στον αντίποδα, δηλώνει ο ίδιος στο περιοδικό DER SPIEGEL, μία από τις πιο όμορφες αναμνήσεις του ήταν όταν επέστρεψε στο Λουξεμβούργο από την Ελλάδα παίρνοντας μαζί του δώδεκα παιδιά από τον προσφυγικό καταυλισμό της Μόριας. Στο μεταξύ έχουν γίνει δεκτοί στο Λουξεμβούργο και οι γονείς των παιδιών. Ήταν μία προσπάθεια του Άσελμπορν να δώσει το «καλό παράδειγμα» σε άλλες ευρωπαϊκές χώρες, πολλές από τις οποίες δεν ανταποκρίθηκαν.
«Merde alors!» τώρα και σε μπλουζάκι
Τον εξοργίζει και σήμερα το «χάος» που, όπως λέει, επικρατεί στη μεταναστευτική πολιτική. Γενικότερα, ο Άσελμπορν έγινε γνωστός ως ένας υπουργός που δεν «μασάει τα λόγια του». Αξέχαστη έμεινε η αντιπαράθεσή του με τον Ματέο Σαλβίνι το 2018 στη Βιέννη. Ο Σαλβίνι μόλις είχε αναλάβει το υπουργείο Εσωτερικών στην Ιταλία και δήλωνε ότι η χώρα του αρνείται να δεχθεί πρόσφυγες. Ο Άσελμπορν, που συμμετείχε στη συνάντηση ως αρμόδιος και για το χαρτοφυλάκιο της μετανάστευσης, επέκρινε τον Σαλβίνι. Όταν ο γραμματέας της Λέγκα του απάντησε κάτι σε στυλ «αν θέλετε πρόσφυγες, να τους πάρετε εσείς στο Λουξεμβούργο», ο Άσελμπορν εκνευρίστηκε, του απάντησε ότι «στο Λουξεμβούργο έχουμε πάρει ήδη δεκάδες χιλιάδες Ιταλούς που έψαχναν για δουλειά» και ολοκλήρωσε την παρέμβασή του με την ατάκα «Merde alors!», που ας μείνει καλύτερα αμετάφραστη.
Φαίνεται ότι οι Ιταλοί μαγνητοσκόπησαν κρυφά τον συγκεκριμένο διάλογο, ο οποίος γρήγορα έγινε viral στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης. Προφανής σκοπός του Σαλβίνι ήταν να δυσφημήσει τον Άσελμπορν, αλλά μάλλον το αντίθετο κατάφερε τελικά. Στο Λουξεμβούργο η φράση «Merde alors!» έγινε μόδα, τυπώθηκε σε μπλουζάκια και σε κούπες του καφέ.
Τι θα κάνει από δω και πέρα ο Ζαν Άσελμπορν; Παρά τα 74 χρόνια του, δεν φαίνεται διατεθειμένος να αποχωρήσει από την ενεργό δράση. Απαντώντας σε σχετικό ερώτημα του DER SPIEGEL λέει ότι ίσως θέσει υποψηφιότητα για την Ευρωβουλή το 2024. Αλλά και αυτό θα εξαρτηθεί από τους συσχετισμούς δυνάμεων στο Μεγάλο Δουκάτο.
Επιμέλεια: Γιάννης Παπαδημητρίου