Κοινωνική συνοχή και οι «Πολίτες του Ράιχ»
Για να αντιμετωπίσει την πρώτη πρόκληση η γερμανική κυβέρνηση συγκέντρωσε 200 δις ευρώ.Τα νοικοκυριά και η οικονομία δεν διαθέτουν πλέον πετρέλαιο, φυσικό αέριο και άνθρακα από τη Ρωσία γι αυτόν και τον επόμενο χειμώνα. Τι θα γίνει μετά, εξαρτάται από το πώς θα ενεργήσει η κυβέρνηση. Σε συνέντευξη στον εκδοτικό όμιλο Funcke ο καγκελάριος Σολτς ξεκαθάρισε ότι θεωρεί απίθανη τη μείωση των τιμών ενέργειας σε επίπεδα προ του ρωσικού πολέμου στην Ουκρανία. «Δεν νομίζω ότι θα επιστρέψουμε στις φτηνές τιμές εκείνη της εποχής, αλλά η κατάσταση θα παραμείνει ελεγχόμενη, γιατί διαθέτουμε νέες δυνατότητες εισαγωγών ενέργειας, η Γερμανία θα παραμείνει ένα ισχυρό και επιτυχημένο βιομηχανικό κράτος». Αυτό όμως απαιτεί ταχεία ανάπτυξη των ανανεώσιμων πηγών ενέργειας.Ωστόσο, επικράτησε ήδη μεγάλη διαμάχη μέσα στον συνασπισμό για την ταχύτητα και τα μέτρα στην ενεργειακή πολιτική, όπως για παράδειγμα η εισφορά φυσικού αερίου, που τελικά ανατράπηκε από τον υπουργό Οικονομίας Χάμπεκ ή η συνέχιση λειτουργίας των 3 πυρηνικών αντιδραστήρων μέχρι τον Απρίλιο. Κάτι τέτοιο δεν θα πρέπει να επαναληφθεί το 2023. Ο πρόεδρος του Χριστιανοδημοκρατικού Κόμματος Φρίντριχ Μερτς δήλωσε στην Rheinische Post ότι ο συνασπισμός διαφωνεί πάρα πολύ και ξοδεύει λίγο χρόνο για να κάνει στροφή στην ενεργειακή και οικονομική πολιτική. Η κυβέρνηση πρέπει επίσης να καταβάλει μεγάλη προσπάθεια για να ενισχύσει την κοινωνική συνοχή σε περιόδους μεγάλων κρίσεων και ανασφάλειας στον πληθυσμό.
Πρόσφατα η αποκάλυψη ενός ύπουλα σχεδιασμένου «πραξικοπήματος» από ομάδα δεξιών εξτρεμιστών, του Πολίτες του Ράιχ, ανησύχησε τους Γερμανούς. Ένα άλλο μέλημα της κυβέρνησης είναι να εξηγεί δημόσια με καλύτερο και ενιαίο τρόπο την προμήθεια όπλων στην Ουκρανία και την αλληλεγγύη προς τον λαό της που θα συνεχίσει να δέχεται επιθέσεις και το 2023. Σύμφωνα με νέα μελέτη πολλοί άνθρωποι, ιδιαίτερα στην ανατολική Γερμανία, αντιμετωπίζουν τη στήριξη με μεγαλύτερο σκεπτικισμό από ότι στη δυτική Γερμανία. Σε μια μελέτη του Mercator Forum για τη Μετανάστευση και τη Δημοκρατία (Midem) στο Τεχνικό Πανεπιστήμιο της Δρέσδης, μόνο το 28% των Ανατολικογερμανών που συμμετείχαν στην έρευνα θέλει να συνεχιστεί η υποστήριξη για τη χώρα που δέχτηκε επίθεση, ακόμη κι αν αυτό οδηγήσει σε υψηλότερες τιμές ενέργειας στη Γερμανία. Στη Δυτική Γερμανία το αντίστοιχο ποσοστό ήταν τουλάχιστον 42%. Και κάθε τρίτος Ανατολικογερμανός συμφωνεί με τη δήλωση ότι «το ΝΑΤΟ προκάλεσε τη Ρωσία για τόσο καιρό που η Ρωσία έπρεπε να πάει σε πόλεμο». Στη Δυτική Γερμανία ήταν μόνο 22%.
Κίνα, η μεγαλύτερη πρόκληση
Ο βουλευτής Ρόντεριχ Κιζεβέτερ, ειδικός επί θεμάτων εξωτερικής πολιτικής του Χριστιανοδημοκρατικού Κόμματος, συνόψισε μιλώντας προς τη DW ότι η κυβέρνηση πρέπει να εφαρμόσει πλήρως την αλλαγή εποχής που υποσχέθηκε στους τομείς ασφάλειας, οικονομίας και κοινωνίας. «Η άμεση εφαρμογή είναι απαραίτητη για να υπερασπιστούμε την ελευθερία μας και τη δημοκρατία απέναντι στον υβριδικό πόλεμο της Ρωσίας στην Ευρώπη και να είμαστε εξοπλισμένοι απέναντι στον συστημικό ανταγωνισμό με την Κίνα».
Σε συνάφεια μ' αυτό η Γερμανία πρέπει να καταβάλει μεγαλύτερες προσπάθειες από ότι μέχρι τώρα για να εμφανίζεται με ενιαίες και όχι αντιφατικές θέσεις εντός της ΕΕ. Το γερμανικό πακέτο δις ευρώ κατά του πληθωρισμού και οι υψηλές τιμές ενέργειας χωρίς προσυνεννόηση με κανέναν είχαν στρέψει αρκετούς εταίρους της ΕΕ κατά της κυβέρνησης στο Βερολίνο. Η πολιτική απέναντι στην Κίνα και τη Ρωσία είναι στην πραγματικότητα από τα πιο βασικά καθήκοντα για την κυβέρνηση μέσα στο 2023. Ο Κιζεβέτερ δήλωσε στη DW ότι αποστολή της κυβέρνησης είναι να διαφοροποιήσει τον ενεργειακό εφοδιασμό, να αποφύγει από την άλλη τον φθηνό εφοδιασμό από την Κίνα και να αναγνωρίσει καλύτερα την επιθετική και υβριδική δράση του Πεκίνου. «Τα επόμενα χρόνια το Πεκίνο θα προχωρήσει σε επίθεση κατά της Ταϊβάν, γι αυτό θα πρέπει άμεσα να μειώσουμε την κινεζική εξάρτηση και επιρροή».
Αρχές Νοεμβρίου το ταξίδι του καγκελάριου στην Κίνα προκάλεσε δυσαρέσκεια ανάμεσα στους κυβερνητικούς εταίρους. Ήταν η πρώτη επίσκεψη αρχηγού δυτικής κυβέρνησης μετά την αμφιλεγόμενη εκλογή του προέδρου Σι Ζινπίνγκ στις 23 Οκτωβρίου.Παρά την κριτική, όπως από την υπουργό Εξωτερικών Ανναλένα Μπέρμποκ, ο καγκελάριος επέτρεψε στην κινεζική Cosco να αναλάβει μειοψηφικό μερίδιο στην εταιρεία εκμετάλλευσης τερματικού σταθμού στο λιμάνι του Αμβούργου.Η ενιαία πορεία απέναντι στο Πεκίνο είναι μια ακόμη μεγάλη πρόκληση για τη γερμανική κυβέρνηση το 2023.
Γενς Τουράου
Επιμέλεια: Ειρήνη Αναστασοπούλου