Στη Γερμανία έχουν κλείσει από το 2020 περίπου 48.000 επιχειρήσεις εστίασης. Και οι ειδικοί εκτιμούν πως μέσα στο επόμενο διάστημα τα πράγματα θα χειροτερεύσουν.Δύσκολες εποχές για τους γαστρονόμους: όπως διαπιστώνει έρευνα του οργανισμού Creditreform, που δημοσιεύθηκε πριν λίγες ημέρες, στη Γερμανία από το 2020 έχουν κλείσει περίπου 48.000 επιχειρήσεις και 6.100 ακόμη έχουν υποβάλει αίτηση πτώχευσης. Και οι ειδικοί εκτιμούν πως τα πράγματα θα χειροτερεύσουν ακόμη περισσότερο.
Μόνο κατά το προηγούμενο έτος έκλεισε το 1/10 των επιχειρήσεων εστίασης – τα καταστήματα που έκλεισαν το 2023 ήταν κατά 14.000 περισσότερα συγκριτικά με τα τρία προηγούμενα χρόνια. Αντίστοιχη αύξηση παρατηρείται και στις αιτήσεις πτώχευσης. Κατά τον Πάτρικ-Λούντβιχ Χαντς, διευθυντή οικονομικής έρευνας στην Creditreform, αυτό οφείλεται και στα επιδόματα που δόθηκαν κατά τη διάρκεια των lockdown – διότι πολλές προβληματικές επιχειρήσεις μπόρεσαν έτσι να παρατείνουν την επιβίωσή τους, δίχως να υποχρεωθούν να κλείσουν άμεσα.
Ένας κλάδος που υποφέρει
Οι δυσκολίες που αντιμετωπίζει ο κλάδος οφείλονται σε ποικίλους λόγους, προσθέτει ο Χαντς: «Η γαστρονομία είναι ένας από τους μεγάλους χαμένους των κρίσεων των τελευταίων ετών». Και προτού καλά-καλά καταφέρουν τα καταστήματα να ανακάμψουν από την πανδημία, ήρθε ο πληθωρισμός, όπως εξηγεί ο ειδικός. Τα αυξημένα κόστη έχουν επηρεάσει σημαντικά τον κλάδο και η συνεπαγόμενη αύξηση των τιμών απωθεί κατά συνέπεια πολλούς πελάτες. Γι’ αυτό και ο – προσαρμοσμένος στα κόστη και τον πληθωρισμό – τζίρος αλλά και τα κέρδη είναι λιγότερα απ’ ό,τι πριν την πανδημία. «Οι οικονομικές συνθήκες είναι κάθε άλλο παρά ευνοϊκές για τον κλάδο. Και η αύξηση του ΦΠΑ στην εστίαση που έγινε στις αρχές του χρόνου δεν βελτιώνει καθόλου την κατάσταση».
Στα μέσα του 2020, κατά τη διάρκεια της πανδημίας, η γερμανική κυβέρνηση μείωσε τον ΦΠΑ στα εστιατόρια από 19% σε 7% – μεταξύ άλλων και λόγω της ενεργειακής κρίσης και του υψηλού πληθωρισμού. Από τον Ιανουάριο όμως ισχύει και πάλι ο προηγούμενος ΦΠΑ.
Σύμφωνα με την Ομοσπονδιακή Στατιστική Υπηρεσία ο τζίρος των επιχειρήσεων εστίασης το 2023 ήταν κατά 13% χαμηλότερος του 2019.
Πτωχεύουν κυρίως οι μικρές, νέες επιχειρήσεις
Η Ίνγκριντ Χάρτγκες, διευθύνουσα σύμβουλος της Γερμανικής Ένωσης Ξενοδοχείων και Εστιατορίων (Dehoga), δηλώνει «πικραμένη» από τις εξελίξεις αυτές: «Κατά τα τρία χρόνια της πανδημίας ήμασταν εννέα μήνες σε lockdown και καθ’ όλο το διάστημα μέχρι την άνοιξη του 2022 αντιμετωπίζαμε πολλές δυσκολίες. Και όλα αυτά οδήγησαν σε σημαντικές απώλειες εσόδων».
Ο κλάδος υποφέρει από το υψηλό κόστος για τη στελέχωση με προσωπικό, τις αυξανόμενες τιμές στα τρόφιμα, την έλλειψη εργατικού δυναμικού και την αύξηση του ΦΠΑ. «Οι επιχειρήσεις έχουν πολλά προβλήματα. Οι περισσότεροι πελάτες μας παραμένουν πιστοί, ωστόσο έχουν λιγοστέψει σε σχέση με το παρελθόν».
Σύμφωνα με την Creditreform το 2023 οι πτωχεύσεις στον κλάδο της εστίασης αυξήθηκαν κατά 27% περισσότερο σε σύγκριση με τη συνολική οικονομία. Περισσότερο επλήγησαν οι εταιρείες κέτερινγκ και υπηρεσιών τροφοδοσίας (+67%). Το 88% όλων των πτωχεύσεων αφορούσε τις πιο μικρές επιχειρήσεις που απασχολούν έως και 10 εργαζόμενους. Το 49% αφορούσε νέες επιχειρήσεις – που ήταν δηλαδή σε λειτουργία έως και πέντε χρόνια.
Η Creditreform εκτιμά πως το 2024 οι πτωχεύσεις θα φτάσουν στα προ πανδημίας επίπεδα. Αντίστοιχη είναι η πρόβλεψη και της υπηρεσίας χρηματοοικονομικών πληροφοριών Crif. Οι ειδικοί θεωρούν πως τα εστιατόρια, τα σνακ-μπαρ και οι καφετέριες που θα απειλούνται με πτώχευση στη Γερμανία θα ξεπεράσουν τις 15.000.
Επιμέλεια: Γιώργος Πασσάς