Έναν χρόνο μετά την κατάρρευση της Credit Suisse η ελβετική κυβέρνηση ανακοίνωσε ένα αυστηρότερο πλαίσιο εποπτείας των τραπεζών. Επιφυλάξεις από ελβετικά ΜΜΕ.Τα νέο ρυθμιστικό πλαίσιο προβλέπει, μεταξύ άλλων, ενισχυμένες αρμοδιότητες και γενναιόδωρη χρηματοδότηση για την Εθνική Εποπτική Αρχή Τραπεζών (Finma), πιο αυστηρές προδιαγραφές για την κεφαλαιακή επάρκεια και ρευστότητα των πιστωτικών ιδρυμάτων, αλλά και λιγότερο ελαστικά κριτήρια για την καταβολή «μπόνους» σε κορυφαία στελέχη του τραπεζικού κλάδου. Προφανής στόχος είναι η μείωση του πιστωτικού κινδύνου για τις συστημικές τράπεζες. Πάντως, το νέο πλαίσιο δεν προβλέπει περισσότερες εγγυήσεις για την προστασία των καταθέσεων, ούτε περιορισμούς στην ανάληψη μετρητών προς αποφυγή ενός μελλοντικού bank run.
Παρουσιάζοντας τα νέα μέτρα η υπουργός Οικονομικών και αντιπρόεδρος της ελβετικής κυβέρνησης Κάριν Κέλερ-Σούτερ, τόνισε ότι ύψιστη προτεραιότητα αποτελεί η προστασία της οικονομίας και των φορολογουμένων. «Αυτό που συνέβη με την Credit Suisse δεν επιτρέπεται να επαναληφθεί», ξεκαθάρισε η υπουργός Οικονομικών. «Δεν μπορεί μία τραπεζική κρίση να εξελίσσεται σε απειλή για την εθνική οικονομία. Γι αυτό προτείνουμε στοχευμένα και αποτελεσματικά μέτρα. Χρειάζεται μεγαλύτερη κεφαλαιακή επάρκεια, περισσότερη ρευστότητα και επαρκή μέτρα ώστε να αποφεύγονται οι καταχρήσεις στην πληρωμή των boni».
Έρχεται το «Public Liquidity Backstop»
Τον Μάρτιο του 2023 η είδηση για επικείμενη κατάρρευση της Credit Suisse είχε συγκλονίσει την Ελβετία, αλλά και τις διεθνείς αγορές καθώς η συγκεκριμένη τράπεζα δεν ήταν μόνο το δεύτερο σε μέγεθος πιστωτικό ίδρυμα στην ελβετική αγορά, αλλά και μία από τις 30 κορυφαίες συστημικές τράπεζες παγκοσμίως. Πολλοί είχαν εκφράσει ανησυχίες για νέα τραπεζική κρίση τύπου Lehmann Brothers, με απρόβλεπτες συνέπειες για το διεθνές χρηματοπιστωτικό σύστημα. Την εμπλοκή της Credit Suisse σε μεγάλα χρηματοδοτικά ανοίγματα όπως η πτώχευση του hedge funds Archegos, δεν μπορούσε να αντισταθμίσει μακροπρόθεσμα ούτε η παροχή έκτακτης οικονομικής βοήθειας ύψους 100 δισεκατομμυρίων ελβετικών φράγκων, με τη μορφή δανείου, από την Κεντρική Τράπεζα της Ελβετίας (SNB).
Η παρέμβαση του ελβετικού Δημοσίου μέσω ενός έκτακτου μηχανισμού ρευσότητας, του αποκαλούμενου «Public Liquidity Backstop» ήταν ένα μέτρο που συζητήθηκε την εποχή εκείνη, αλλά δεν μπορούσε εύκολα να εφαρμοστεί στην περίπτωση της Credit Suisse καθώς δεν υπήρχε η απαραίτητη νομική βάση. Με το νέο ρυθμιστικό πλαίσιο ο νομοθέτης κλείνει αυτό το κενό και καθιερώνει το Δημόσιο ως «πιστωτή εσχάτης καταφυγής» (lender of last resort). «Συστημικές τράπεζες» στην Ελβετία εκτός από την UBS, θεωρούνται σήμερα οι Postfinance, Raiffeisen και ZKB.
Τελικά η UBS, η μεγαλύτερη τράπεζα της Ελβετίας, εποίησε την ανάγκη φιλοτιμία και απορρόφησε την παραπαίουσα Credit Suisse, με κρατική στήριξη το 2023. Ήταν η τραπεζική «συγχώνευση του αιώνα» και μάλλον η μοναδική λύση για να αποφευχθούν οι αναταράξεις στις διεθνείς αγορές. Τώρα όμως ανακύπτουν νέα προβλήματα, καθώς κατά γενική ομολογία οι δύο μεγαλύτερες τράπεζες της Ελβετίας δεν διέθεταν την ίδια εταιρική κουλτούρα, ενώ γίνεται λόγος για επικαλύψεις αρμοδιοτήτων και πλεονάζον προσωπικό.
Κριτική σε μισθούς και boni τραπεζικών στελεχών
Όλα αυτά δεν εμποδίζουν τον επικεφαλής της UBS Σέρτζιο Ερμότι να εισπράττει μισθό 14,4 εκατομμυρίων ελβετικών φράγκων ετησίως. Υπερβολικό ή μήπως δίκαιο με τα κριτήρια της αγοράς; Η υπουργός Οικονομικών Κάριν Κέλερ-Σούτερ δέχθηκε σχετικό ερώτημα από τους δημοσιογράφους, για να απαντήσει ως εξής: «Πρόκειται για απολαβές, που υπερβαίνουν τη φαντασία ενός απλού πολίτη. Δεν θεωρώ καλή αυτή την εξέλιξη…»
Συνολικά 22 μέτρα προβλέπει το νέο ρυθμιστικό πλαίσιο της Βέρνης. Σε αυτά δεν περιλαμβάνονται περιορισμοί στις απολαβές των τραπεζικών στελεχών, προβλέπονται όμως συγκεκριμένα κριτήρια για την πληρωμή μπόνους. «Όσοι ευθύνονται για λανθασμένες αποφάσεις του μάνατζμεντ, θα πρέπει να λογοδοτούν», προειδοποιεί η υπουργός Οικονομικών. «Αυτό σημαίνει ότι τα boni μπορεί να μειώνονται ή και να επιστρέφονται, ακόμη και με αναδρομική ισχύ…»
Αρκούν τα νέα μέτρα, ώστε να αποκατασταθεί η πλήρης εμπιστοσύνη στις ελβετικές τράπεζες; Η εφημερίδα Tagesanzeiger της Ζυρίχης υποστηρίζει ότι τόσο η Κεντρική Τράπεζα της Ελβετίας, όσο και η Εποπτική Αρχή (Finma) είχαν ζητήσει πιο αυστηρά μέτρα από αυτά που ανακοίνωσε τελικά η υπουργός Οικονομικών, κάτι που η ίδια διαψεύδει. «Πολλά ερωτήματα παραμένουν αναπάντητα» υποστηρίζει η λαϊκή εφημερίδα Blick και προειδοποιεί ότι, αν δεν αποδώσουν τα μέτρα που ανακοίνωσε η υπουργός Οικονομικών, «η Ελβετία θα το πληρώσει ακριβά».
Reuters, NZZ, Tagesanzeiger, Blick