Ο καγκελάριος Μερτς υιοθέτησε την πρόσκληση Τραμπ προς την Τεχεράνη να σταματήσει τις επιθέσεις και να έρθει σε διάλογo. Σοσιαλδημοκράτες, αντιπολίτευση και διεθνολόγοι ανησυχούν.Συγκρατημένη ικανοποίηση για το ενδεχόμενο να έχει πληγεί σημαντικά το πυρηνικό πρόγραμμα του Ιράν, αλλά και προβληματισμός για το τι μπορεί να ακολουθήσει από εδώ και πέρα χαρακτηρίζουν τις βασικότερες αντιδράσεις στη Γερμανία μετά την αμερικανική επίθεση στην Ισλαμική Δημοκρατία.
Ο καγκελάριος Μερτς ενημερώθηκε από τον Αμερικανό πρόεδρο, μόνο αφού είχε ξεκινήσει η επίθεση, κάτι που δείχνει ότι για μια ακόμα φορά ο Ντόναλντ Τραμπ λειτούργησε αυτόνομα. Ο Γερμανός Χριστιανοδημοκράτης ήταν σε επαφή πάντως, όπως μετέδωσε το πρακτορείο Reuters με τους ηγέτες Βρετανίας και Γαλλίας, από τις δηλώσεις των οποίων φάνηκε ότι δεν υπήρξε ούτε δική τους ενημέρωση και στην περίπτωση της Βρετανίας ούτε δική της συμμετοχή επιχειρησιακά.
Ο κυβερνητικός εκπρόσωπος στο Βερολίνο εξέφρασε την αισιοδοξία του για σημαντική αποδυνάμωση του ιρανικού προγράμματος, πρόσθεσε όμως ότι αναμένονται περισσότερα στοιχεία για να εκτιμηθεί η αποτελεσματικότητα των χτυπημάτων. Ο ίδιος ο Μερτς κάλεσε για μια ακόμα φορά το Ιράν να επιστρέψει στην διαπραγμάτευση με ΗΠΑ και Ισραήλ και να ανοίξει το δρόμο για μια διπλωματική λύση. Ανάλογη ήταν και η τοποθέτηση του επικεφαλής της κοινοβουλευτικής ομάδας των CDU/CSU, Γενς Σπαν, ο οποίος διέγνωσε βλέπει μια ευκαιρία για ειρήνη και σταθερότητα στη Μέση Ανατολή.
«Το ιρανικό καθεστώς θέλει να καταστρέψει το Ισραήλ, να κυριαρχήσει στη Μέση Ανατολή και υποστηρίζει ενεργά τον Ρώσο πολεμοκάπηλο. Η καταστροφή του ιρανικού πυρηνικού προγράμματος προσφέρει την ευκαιρία να φέρει διαρκή σταθερότητα και ειρήνη στην περιοχή και τον λαό της», έγραψε ο πολιτικός του CDU στην πλατφόρμα X.
Πιο «προωθημένη» η δήλωση του ειδικού για θέματα άμυνας της CDU, Ρόντεριχ Κιζεβέτερ, ο οποίος βλέπει τις αμερικανικές επιθέσεις ως ευκαιρία για τους Ιρανούς. Υπάρχει τώρα μια ιστορική ευκαιρία για τον ιρανικό άμαχο πληθυσμό «να απελευθερωθεί από το τρομοκρατικό καθεστώς των μουλάδων», έγραψε στο X.
Διαφοροποίηση από Σοσιαλδημοκράτες
Στο σοσιαλδημοκρατικό και επίσης κυβερνητικό στρατόπεδο ήταν ωστόσο σαφώς πιο επιφυλακτικοί. Ο ειδικός για θέματα Εξωτερικής Πολιτικής του SPD, Ρολφ Μίτσενιχ, δήλωσε στην εφημερίδα Tagesspiegel του Βερολίνου ότι ο κόσμος γίνεται πλέον ακόμη πιο απρόβλεπτος και αβέβαιος.
Πρόσθεσε ότι «είναι επίσης πιθανό η περιοχή να εισέλθει σε μια φάση περαιτέρω πολέμων και αποσταθεροποίησης, με τις συναφείς συνέπειες για τους ανθρώπους και τους φυσικούς πόρους».
Ο «σύντροφός» του στο κόμμα, Ραλφ Στέγκνερ εξέφρασε παρόμοια ανησυχία στην εφημερίδα Rheinische Post, λέγοντας ότι «δεν είναι μια καλή μέρα για όλους όσους ελπίζουν στην ειρήνη». Ενώ ο υπουργός Εξωτερικών Γιόχαν Βάντεφουλ (CDU) είχε μιλήσει στη Γενεύη για «ενθάρρυνση διπλωματικών συνομιλιών με το Ιράν», ο Τραμπ «έδωσε στον κόσμο ένα άλλο μάθημα» με τις αεροπορικές επιδρομές. Το αν μπορεί να αποτραπεί μια ανάφλεξη στη Μέση Ανατολή ή μια περαιτέρω επικίνδυνη κλιμάκωση «θα είναι το αποφασιστικό ερώτημα τις επόμενες εβδομάδες» είπε ενδεικτικά.
Αμφισβητήσεις από διεθνολόγους
Κριτική ήρθε και από τα κόμματα της αντιπολίτευσης, ενώ αρκετοί αναλυτές και καθηγητές Διεθνούς Δικαίου εξακολουθούν να αμφιβάλουν για τη συμβατότητα της αμερικανικής επίθεσης. Χαρακτηριστικό το παράδειγμα του Γιόχεν φον Μπέρνστορφ, καθηγητή Συνταγματικού Δικαίου, Δημόσιου Διεθνούς Δικαίου, Συνταγματικής Θεωρίας και Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων στο Πανεπιστήμιο του Τύμπιγκεν. Μιλώντας στο τηλεοπτικό δίκτυο NTV χαρακτήρισε την επίθεση «σαφώς παράνομη».
«Βλέπω ελάχιστα περιθώρια δικαιολόγησής της βάσει διεθνούς δικαίου. Οι Αμερικανοί δεν έχουν δεχθεί επίθεση αυτή τη στιγμή, επομένως δεν πρόκειται για περίπτωση αυτοάμυνας. Δεδομένου ότι το επιχείρημα της αυτοάμυνας είναι ομόφωνα ανεφάρμοστο και για την περίπτωση του Ισραήλ, οι ΗΠΑ δεν μπορούν να επικαλεστούν συλλογική αυτοάμυνα» κατά τη γνώμη του.
O Αμερικανός πολιτικός επιστήμονας Άντριου Ντένισον από το Διατλαντικό Δίκτυο»δήλωσε στη γερμανική ραδιοφωνία DLF ότι ο Νετανιάχου επέβαλε την ατζέντα του. Όπως εξήγησε, «από τη μία το Ισραήλ δε μπορούσε να το κάνει όλο αυτό από μόνο του», αλλά από την άλλη όπως εξελίχθηκαν τα πράγματα «δεν είχε μείνει και άλλη επιλογή στον Τραμπ».
«Το Ισραήλ έσυρε τις ΗΠΑ στη σύγκρουση» ήταν και η εκτίμηση της Νικόλ Ντάιτελχοφ, καθηγήτριας Διεθνών Σχέσεων στο Πανεπιστήμιο της Φρανκφούρτης σε συνέντευξή της στη δημόσια τηλεόραση ARD.
Συμπερασματικά η εκτίμηση είναι ότι με την είσοδο των ΗΠΑ στη σύγκρουση η εξίσωση γίνεται ακόμη πιο περίπλοκη και περιέχει μάλιστα έναν άγνωστο Χ, που δεν είναι άλλος από τον απόβλεπτο Ντόναλντ Τραμπ.
Κρική από Πράσινους, Die Linke και Βάγκενκνεχτ
Έντονη κριτική από τα κόμματα της αντιπολίτευσης αλλά και από την εξωκοινοβουλευτική πλέον Σάρα Βάγκενκνεχτ. Η αντιπρόεδρος των Πρασίνων, Αγκνιέσκα Μπρούγκερ, κάλεσε τις ΗΠΑ να εξηγήσουν στη διεθνή κοινότητα τη νομιμότητα των ενεργειών τους.
«Με τους βομβαρδισμούς των τριών ιρανικών πυρηνικών εγκαταστάσεων, ο Ντόναλντ Τραμπ ανέλαβε ένα τεράστιο ρίσκο. Η κατάσταση είναι εξαιρετικά ασταθής και επικίνδυνη», προειδοποίησε. «Οι στρατιωτικές επιχειρήσεις που αφορούν πυρηνικές εγκαταστάσεις είναι ιδιαίτερα επικίνδυνες και δεν καλύπτονται από το διεθνές δίκαιο».
O Γιαν φαν Άκεν συμπρόεδρος της Die Linke προειδοποίησε για τις συνέπειες αλόγιστων επιθέσεων: «Η επίθεση των ΗΠΑ στο Ιράν είναι ένας επιθετικός πόλεμος κατά παράβαση του διεθνούς δικαίου. Είναι αλήθεια ότι μια πυρηνική βόμβα στο Ιράν πρέπει να αποτραπεί πάση θυσία. Ωστόσο, αυτό δεν μπορεί να επιτευχθεί μέσω στρατιωτικών επιθέσεων. Μόνο μέσω διαπραγματεύσεων και στενής παρακολούθησης επί τόπου. Διαφορετικά, απειλεί το σενάριο της Βόρειας Κορέας – οι διαπραγματεύσεις εκεί απέτυχαν επίσης και στη συνέχεια η χώρα μπόρεσε να κατασκευάσει πυρηνικές βόμβες ανεξέλεγκτα».
Ο συμπρόδρος της Αριστεράς πρόσθεσε ότι «η γερμανική κυβέρνηση πρέπει να κάνει ό,τι περνάει από το χέρι της για να συνεχίσει τις συνομιλίες με το Ιράν που μόλις ξεκίνησαν στη Γενεύη και να κρατήσει ανοιχτό το παράθυρο για μια διπλωματική λύση.»
Σημειώνεται ότι ο φαν Άκεν στο παρελθόν (2004-2006) είχε θητεύσει ως επιθεωρητής του ΟΗΕ για βιολογικά όπλα.
Σε έντονο ύφος σχολίασε την επίθεση η πρόεδρος της BSW, Σάρα Βάγκενκνεχτ, στο δίκτυο RND. «Ο Ντόναλντ Τραμπ βάζει φωτιά στη Μέση Ανατολή. Η επίθεση των ΗΠΑ στο Ιράν αποτελεί σοβαρή παραβίαση του διεθνούς δικαίου, την οποία η γερμανική κυβέρνηση πρέπει να καταδικάσει έντονα. Η είσοδος των ΗΠΑ στον πόλεμο είναι ένα έγκλημα που θα μπορούσε να βυθίσει ολόκληρη την περιοχή στο χάος», δήλωσε η πρώην βουλευτής. Το διεθνές δίκαιο ισχύει για τη Ρωσία, «αλλά όχι για το Ισραήλ και τις ΗΠΑ: αυτό το υποκριτικό διπλό μέτρο και σταθμά καθιστά τη Δύση απαράδεκτη σε όλο τον κόσμο!»
Πηγές: ARD, RND, DLF, Reuters, NTV