Ως προϋπόθεση της αναβάθμισης της εικόνας της Ελλάδας και της αναβίωσης του φιλελληνισμού στην Ευρώπη.
Γράφει ο συνεργάτης μας δημοσιογράφος –ερευνητής Ευθύμιος Χατζηϊωάννου
/
Η μεγάλη κρίση και τα τεράστια προβλήματα που βιώνουμε τα τελευταία χρόνια όλοι οι Έλληνες, εκτός από όλα τα άλλα δεινά, ανέδειξε και το ζήτημα της περιθωριοποίησης, της περιφρόνησης και της διεθνούς απαξίωσης της Ελλάδας, κυρίως από τους Ευρωπαίους, που άλλαξαν την στάση και την συμπεριφορά τους απέναντί μας. Η αλλαγή αυτή, την οποία τώρα συνειδητοποιούμε, δημιούργησε και εξακολουθεί να προκαλεί σε όλους μας πολλά και εύλογα ερωτήματα, τα οποία αδυνατούμε να απαντήσουμε και να εξηγήσουμε, αν αγνοούμε ή παραβλέπουμε όλες εκείνες τις παραμέτρους, που συνθέτουν το συνολικό σημερινό πρόβλημα, όχι μόνο της χώρας μας αλλά και ολόκληρης της Ευρώπης. Αναρωτιόμαστε, λοιπόν, γιατί οι ευρωπαϊκοί λαοί εγκαταλείπουν ιστορικά και συνειδησιακά τις παραδοσιακές φιλελληνικές τους αντιλήψεις και ρέπουν στον ανθελληνισμό; Τι συνέβη και η πατρίδα μας κατάντησε ο αποδιοπομπαίος τράγος των Ευρωπαίων; Τι έφταιξε στο να μεταβληθεί η Ελλάδα σε αντικείμενο περιφρόνησης και χλεύης; Πώς μια μικρή αλλά καταξιωμένη στην συνείδηση των Ευρωπαίων χώρα έγινε στα μάτια τους μια χώρα ευτελής και απαξιωμένη;
Είναι μόνον η οικονομική εξαθλίωση της χώρας μας σε δημοσιονομικό επίπεδο μαζί με την καταρράκωση των θεσμών και την αναδυόμενη δυσοσμία των σκανδάλων της διαφθοράς σε πολιτικό, οικονομικό και κοινωνικό επίπεδο, αυτά που μάς εξέθεσαν ανεπανόρθωτα σε διεθνές επίπεδο; Είναι μόνο η οικονομική μας παρακμή και τα στατιστικά «μαγειρέματα», αυτά που μας απαξιώνουν ηθικά, καταβυθίζοντας την αξιοπιστία μας; Είναι η υπερχρέωσή μας, συνδυασμένη με την προκλητική καλοπέραση και ξεγνοιασιά των Ελλήνων στα προηγούμενα χρόνια, αυτά που γέννησαν τον φθόνο των οικονομικά πιεσμένων και αγχωμένων Ευρωπαίων; Οι απαξιωτικοί χαρακτηρισμοί ξένων πολιτικών ανδρών και αξιωματούχων της Ενωμένης Ευρώπης και οι προπηλακισμοί μεγάλης μερίδας τού ξένου Τύπου είναι ξαφνικές εκρήξεις μπροστά σε μια οικονομική κατάρρευση, που εξακολουθεί να απειλεί την Ελλάδα και που φοβούνται οι εταίροι μας, μήπως συμπαρασύρει την οικονομική σταθερότητα ολόκληρης της Ευρώπης; Ή είναι μόνον, όπως λέγεται, μια συγκυριακή απουσία στην Ενωμένη Ευρώπη μιας ικανής, εμπνευσμένης και εμπνέουσας ηγεσίας, που πλήττει σήμερα, όχι μόνο την Ελλάδα, αλλά και την ίδια την ιδέα της Ενωμένης Ευρώπης;
Η πολιτιστική παρακμή απαξιώνει την Ελλάδα και τον πολιτισμό της
Δεν αμφισβητούμε την σημασία του οικονομικού παράγοντα στην απαξίωση της Ελλάδος. Ωστόσο, πιστεύουμε, ότι αυτή η αναντίρρητα υπαρκτή αιτία δεν είναι παρά μόνον η «κορυφή τού παγόβουνου». Τα πραγματικά αίτια απαξίωσης της Ελλάδος είναι βαθύτερα και υφέρπουν τις τελευταίες δεκαετίες, όπως άλλωστε τα περιγράψαμε σε προηγούμενα άρθρα μας και όπως θα επιχειρήσουμε να τα αναλύσουμε και σε επόμενες δημοσιεύσεις μας. Άλλωστε, μόνον όταν αντιλαμβανόμαστε και γνωρίζουμε τα αίτια αυτά μπορούμε να κατανοήσουμε όσα συμβαίνουν σήμερα στον κόσμο και αυτά που βιώνουμε στην πατρίδα μας. Το ουσιαστικότερο, όμως, από όλα αυτά είναι η γενικότερη πολιτιστική, ηθική και πνευματική παρακμή, όχι μόνο της Ελλάδος αλλά και ολόκληρης της Ευρώπης. Μια παρακμή, η οποία προκαλεί παγκόσμιες αρνητικές επιπτώσεις και επικίνδυνες εξελίξεις και ξεκινάει από την παραγνώριση και τον ευτελισμό των θεμελιωδών και διαχρονικών πολιτιστικών αρχών, που κληρονόμησε η ανθρωπότητα από τους αρχαίους και τους βυζαντινούς Έλληνες προγόνους μας.
Πως αλλιώς θα μπορούσε κανείς να εξηγήσει, γιατί ο σεβασμός και η αγάπη, που έτρεφαν παλαιότερα για τον ελληνικό πολιτισμό, για τον Ελληνισμό και την Ελλάδα Ευρωπαίοι κολοσσοί της επιστήμης με διεθνές κύρος, γιατί όλος αυτός ο ενθουσιασμός και η ελληνολατρεία, ξέφτισαν βαθμηδόν σε έναν διάχυτο αρνητισμό απέναντι στην χώρα μας αλλά και στους Έλληνες;
Πως εξηγεί κανείς, το ότι κλείνουν η μία μετά την άλλη οι έδρες ελληνικών σπουδών στα Πανεπιστήμια της Δυτικής Ευρώπης; Γιατί φθίνουν οι ελληνικές σπουδές στα ευρωπαϊκά Πανεπιστήμια; Είναι μόνον η έλλειψη χρηματοδότησης και ο περιορισμένος αριθμός φοιτητών η αιτία της εξέλιξης αυτής ή μήπως το πρόβλημα ξεκινάει από μια γενικότερη αίσθηση, ότι αυτές οι σπουδές δεν σημαίνουν πια τίποτε για τους Ευρωπαίους;
Μπορούμε να συναντήσουμε σήμερα στην Ευρώπη- ή και στην ίδια την Ελλάδα- νεότερους σε ηλικία, που να απαγγέλλουν υπερήφανα στην αρχαία ελληνική γλώσσα κάποιους στίχους του Ομήρου ή του Σοφοκλή ή ένα απόσπασμα του Πλάτωνα ή του Θουκυδίδη, όπως συνέβαινε πολύ συχνά στο παρελθόν; Δυστυχώς, όχι!
Εκλείπουν οι Ευρωπαίοι υποστηρικτές της Ελλάδος λόγω της έλλειψης ανθρωπιστικής Παιδείας
Και αυτό δείχνει, ότι χάνονται σταδιακά οι φυσικοί υποστηρικτές μας, οι φίλοι και οι «πνευματικοί εραστές» της Ελλάδος, που δεν είναι άλλοι από τις χιλιάδες των νέων ανθρώπων, οι οποίοι, ως μαθητές στα Γυμνάσια – Λύκεια της Ευρώπης, διδάσκονταν τα ανθρωπιστικά γράμματα, μάθαιναν τις κλασικές γλώσσες και λογοτεχνίες, γνώριζαν και εκτιμούσαν τους αντίστοιχους πολιτισμούς (ελληνικό και ρωμαϊκό).
Που είναι, λοιπόν, σήμερα αυτοί οι νέοι στην Ευρώπη, που μπορούν να έρχονται σε επαφή με τον ελληνικό στοχασμό, τις ανθρωπιστικές αξίες, τους κλασικούς ελληνικούς πολιτειακούς θεσμούς, την φιλοσοφία, την υψηλή τέχνη, τον δυτικό γενικά πολιτισμό, όπως ξεκίνησε από τον ελληνικό ορθό λόγο και την ρωμαϊκή διοίκηση και νομοθεσία και βεβαίως με τον Χριστιανισμό, που διαδόθηκε με το ελληνικά γραμμένο Ευαγγέλιο; Που είναι σήμερα οι Ευρωπαίοι γνώστες και θαυμαστές μιας Παιδείας, που είχε άμεση αναφορά στην Ελλάδα και στον πολιτισμό της, σε προσωπικότητες και μυθικές μορφές των Ελλήνων, οι γνώστες και θαυμαστές μιας Ευρώπης με ρίζες, με πνευματική ιστορία και με όνομα; Στην θέση αυτής της Παιδείας και της Εκπαίδευσης τα τελευταία χρόνια κυριάρχησε η χρησιμοθηρική αντίληψη -που επέβαλε η παγκοσμιοποίηση- για το περιεχόμενο και τους σκοπούς της Εκπαίδευσης, προερχόμενη κυρίως από απαίδευτους τεχνοκράτες. Επικράτησε, δηλαδή, μια αντίληψη, που μετρούσε και μετράει τα πάντα με οικονομικούς δείκτες, με δείκτες πρακτικής και οικονομικά εξαργυρώσιμης γνώσης, με αποθέωση την γνώση των Η/Υ, την γνώση της «χρηστικής» Αγγλικής γλώσσας (σε βάρος της πολύτιμης γλωσσικής πολυμορφίας) και, γενικότερα, την απόκτηση εξαργυρώσιμων πληροφοριών σε διάφορους κλάδους. Από την ευρωπαϊκή εκπαίδευση εκδιώχθηκαν τα ανθρωπιστικά κλασικά γράμματα και η κοινή πολύτιμη πολιτιστική κληρονομιά της Ευρωπαϊκής Αναγέννησης.
Αποτέλεσμα της εξέλιξης αυτής είναι να μην γνωρίζουν οι Ευρωπαίοι τα τελευταία χρόνια ούτε τις ρίζες, ούτε και την πολιτιστική παράδοση και ταυτότητα της Ευρώπης. Οι σημερινοί Ευρωπαίοι στην πλειονότητά τους έχουν πλήρη άγνοια για την βαθύτερη πολιτιστική τους προέλευση και για ότι ουσιαστικά τους συνδέει με το πνευματικό και πολιτιστικό τους παρελθόν. Η άγνοια αυτή τους καθιστά αδιάφορους ή και αρνητικούς απέναντι σε άλλους λαούς, στους οποίους χρωστούν τις βάσεις του πνευματικού τους πολιτισμού.
Αλλά γιατί επικρίνουμε για την κατάσταση αυτή τους άλλους Ευρωπαίους, όταν εμείς οι ίδιοι οι Έλληνες καταντήσαμε να γίνουμε αρνητές της μεγάλης και ανεπανάληπτης πολιτιστικής μας κληρονομιάς, του ένδοξου ιστορικού μας παρελθόντος και να υποταχθούμε στο σύστημα, που μας επέβαλε η παγκόσμια εξουσία; Αυτό το πληρώνουμε σήμερα πολύ ακριβά! Πληρώνουμε την μακρόχρονη πολιτική μας αβελτηρία να υποβαθμίζουμε σταθερά εντός Ελλάδος το μόνο πολύτιμο κεφάλαιο, που διαθέτουμε σε αυτή την γωνιά της γης, τον διαχρονικό μοναδικό πολιτισμό μας. Πρώτοι εμείς απαξιώνουμε αυτή την χώρα, γι’ αυτό και είμαστε άξιοι της τύχης μας! Μόνο που δεν αξίζει την ίδια τύχη και η Ελλάδα!
Πως διαμορφώνουν οι Ευρωπαίοι τις εντυπώσεις και την γνώμη τους για την Ελλάδα
Οι σημερινοί Ευρωπαίοι, κυρίως οι νεότεροι σε ηλικία, δεν αισθάνονται υποχρέωση απέναντι στους ιστορικούς λαούς, που έβαλαν τα θεμέλια του σύγχρονου ευρωπαϊκού – δυτικού πολιτισμού, ούτε τρέφουν καμιά ιδιαίτερη συμπάθεια και για τους Έλληνες, τους οποίους στις πατρίδες τους αρκούνται να τους γνωρίζουν πλέον μόνο μέσα από τις συγκρίσεις με τους συμπατριώτες μας -κυρίως τους οικονομικούς μετανάστες-, που τυχαίνει να ζουν εκεί, από τις εφημερίδες και τα δελτία ειδήσεων της τηλεόρασης και ενίοτε από μερικές τουριστικές πληροφορίες. Αλλά ακόμη και στην περίπτωση, που βρεθούν ως τουρίστες στην χώρα μας, οι γνώσεις και οι εντυπώσεις, που αποκτούν από το ταξίδι τους αυτό, είναι πολύ επιφανειακές και περιορισμένες. Συνήθως γεγονότα, όπως μια διεθνής ποδοσφαιρική συνάντηση με κάποια ελληνική ομάδα, μια τρομοκρατική ενέργεια στην Αθήνα, μια ενοχλητική διαδήλωση ή μια υπόθεση διαφθοράς στην Ελλάδα είναι ότι περισσότερο μαθαίνουν στην καθημερινότητά τους για την χώρα και τον λαό μας, διαμορφώνοντας ανάλογα τις γνώμες και τα αισθήματα για την Ελλάδα και τους Έλληνες.
Υπάρχουν, βέβαια, και οι λιγοστές περιπτώσεις των ξένων αυτών, που δεν ανήκουν σε αυτή την κατηγορία. Είναι αυτοί, που διακρίνονται για την πολιτιστική τους επίγνωση, για τις βαθύτερες γνώσεις τους γύρω από τα ελληνικά θέματα, για το ενδιαφέρον, την αγάπη και την αλληλεγγύη τους απέναντι στον λαό μας. Αυτοί, όμως, αποτελούν την εξαίρεση που επιβεβαιώνει τον κανόνα, την ισχνή μειοψηφία, που δεν μπορεί να μεταβάλει ριζικά την κοινή γνώμη και την συμπεριφορά των ομοεθνών τους απέναντί μας.
Έτσι, η σημερινή διεθνής πραγματικότητα διαμορφώνεται αρνητικά για την Ελλάδα και τους Έλληνες αλλά και επικίνδυνα για το μέλλον της Ευρώπης και ολόκληρου του κόσμου. Και όσο συνεχίζεται η αδιαφορία και η απραξία μας για τα πρωταρχικά αυτά ζητήματα του πολιτιστικού μας επαναπροσανατολισμού και της ανάδειξης της κλασικής ανθρωπιστικής Παιδείας ως θεμέλιο της Εκπαίδευσης των νέων μας, η κατάσταση θα επιδεινώνεται συνεχώς.
Η αναγκαιότητα της «πολιτιστικής επανεκκίνησης» της Ελλάδος και της Ευρώπης
Εμείς, σαν Έλληνες και σαν Ευρωπαίοι, συναισθανόμενοι το χρέος μας απέναντι στις επιταγές των προγόνων μας και απέναντι στις επερχόμενες γενιές, δεν έχουμε άλλη επιλογή, από το να αλλάξουμε την στάση και τη νοοτροπία μας και να αγωνιστούμε ενωμένοι με μακροπρόθεσμη στρατηγική και κατάλληλες συμμαχίες ώστε να επανέλθει η ανθρωπιστική Παιδεία, τόσο στα ελληνικά όσο και στα ευρωπαϊκά σχολεία. Και αυτό πρέπει να γίνει, όχι μόνο για να αποκατασταθεί η ευρύτερη αντίληψη για την αναγκαιότητα και την σπουδαιότητα του ελληνικού πολιτισμού για όλη την ανθρωπότητα, αλλά και για να ξαναβρεί η ελληνική και η ευρωπαϊκή εκπαίδευση τις ρίζες και τις ιστορικές και ιδεολογικές αναφορές και αξίες της. Δεν νοείται να αποκτούν οι νέοι μια ατελή και μονόπλευρη Παιδεία, που περιορίζεται μόνο στις γνώσεις και τις πρακτικές μιας τεχνοκρατικής εκπαίδευσης και δεν βασίζεται στην ηθική, πνευματική και κοινωνική διαμόρφωση της ανθρώπινης προσωπικότητας. Η ολοκληρωμένη Παιδεία προϋποθέτει την ορθή διαπαιδαγώγηση και στοχεύει στη μόρφωση και στην καλλιέργεια των ικανοτήτων και των αρετών του ατόμου, που σε μεγάλο βαθμό επιτυγχάνεται μόνο μέσω των κλασικών ανθρωπιστικών αρχών και των πνευματικών αξιών, που κληρονομήσαμε από τους Έλληνες αρχαίους και βυζαντινούς προγόνους μας.
Μια τέτοια «πολιτιστική επανεκκίνηση» της Ελλάδος και της Ευρώπης μπορεί να επιτευχθεί μόνο μέσω της επαναφοράς και της καθιέρωσης της διδασκαλίας των ανθρωπιστικών γραμμάτων σε όλες τις βαθμίδες της Εκπαίδευσης, που θα επιτρέψει στους νέους ανθρώπους να μάθουν, να αγαπήσουν και να ενστερνιστούν τα διαχρονικά και πανανθρώπινα διδάγματά τους, τα οποία και θα τους καθοδηγούν στην ζωή τους. Άλλωστε, αυτό αποτελεί την βασική προϋπόθεση και την απαρχή μιας ποθητής πανευρωπαϊκής και παγκόσμιας πολιτιστικής αναγέννησης, που θα δώσει στην ανθρωπότητα την ελπίδα και τα εφόδια για έναν καλύτερο αυριανό κόσμο.
Εμείς οι Έλληνες για να βρούμε διέξοδο στα δικά μας προβλήματά μας μέσα από αυτή την πικρή εμπειρία που ζούμε σήμερα, πρέπει ως χώρα να πιστέψουμε, να σχεδιάσουμε και να δώσουμε έμφαση και προτεραιότητα στην καλλιέργεια του πολιτισμού μας, Και κυρίως πρέπει να βρούμε τρόπους να προβάλουμε συνεχώς τον αρχαίο, βυζαντινό και σύγχρονο πολιτισμό μας στο εξωτερικό, ξανακερδίζοντας το κύρος, την απήχηση και την εκτίμηση των Ευρωπαίων. Είναι το μόνο, που μπορεί να βοηθήσει μακροπρόθεσμα σε μια διαφορετική αντιμετώπιση της χώρας μας, ακόμη και σε οικονομικό επίπεδο. Αν δεν γίνουν αυτά, τότε όποια οικονομική ανάκαμψη και ανάπτυξη κι’ αν επιτευχθεί στην Ελλάδα, δεν θα οδηγήσει ποτέ από μόνη της σε μια ουσιαστική αναβάθμιση της εικόνας της στο εξωτερικό.