Σε τροχιά ύφεσης μπαίνει για μία ακόμη φορά η γερμανική οικονομία, που εμφανίζει αρνητικό δείκτη ανάπτυξης για το 2023. Ανησυχητική η υποχώρηση της εσωτερικής ζήτησης.Όπως ανακοίνωσε τη Δευτέρα η Γερμανική Στατιστική Υπηρεσία, στο τέταρτο τρίμηνο του 2023 η γερμανική οικονομία συρρικνώθηκε κατά 0,3%. Το ίδιο ποσοστό μείωσης (-0,3%) καταγράφεται πλέον και σε ετήσια βάση για το 2023. Για το 2022, παρά τις δυσκολίες λόγω πανδημίας και διαταραχών στις αλυσίδες εφοδιασμού, η γερμανική οικονομία είχε εμφανίσει θετικό δείκτη ανάπτυξης, κλείνοντας τη χρονιά στο +1,8%.

Ως τώρα γνωρίζαμε ότι και στο τρίτο τρίμηνο του 2023 η γερμανική οικονομία είχε καταγράψει ελαφρά συρρίκνωση (-0,1%). Κατά συνέπεια, θα πρέπει να κηρυχθεί και «επισήμως» σε τεχνική ύφεση, καθώς ο δείκτης ανάπτυξης εμφανίζει αρνητικό πρόσημο για δύο συνεχή τρίμηνα, έτσι δεν είναι; Όχι ακριβώς, αναφέρει η Στατιστική Υπηρεσία, επισημαίνοντας ότι αναθεωρεί την εκτίμηση για το τρίτο τρίμηνο, από «συρρίκνωση» σε «στασιμότητα». Επομένως η Γερμανία παίρνει μικρή παράταση. Αλλά οι περισσότεροι αναλυτές, ακόμη και στη δημόσια τηλεόραση, επιμένουν να χρησιμοποιούν τον όρο «ύφεση» για να αποδώσουν τη συνολική εικόνα του 2023, παρά τις τεχνικές διευκρινίσεις της Στατιστικής Υπηρεσίας.

Στα μέσα του 2023 η γερμανική οικονομία είχε συμπληρώσει δύο διαδοχικά τρίμηνα με αρνητικό πρόσημο. Ωστόσο η αύξηση της επενδυτικής δραστηριότητας και οι σχετικά καλές επιδόσεις του κατασκευαστικού κλάδου δημιουργούσαν ελπίδες για καλύτερη συνέχεια, μάλιστα στο αμέσως επόμενο τρίμηνο ο δείκτης ανάπτυξης πέρασε σε θετικό έδαφος. Οι περισσότεροι αναλυτές είχαν προβλέψει αισθητή βελτίωση για το δεύτερο εξάμηνο του 2023, αλλά οι προβλέψεις δεν επαληθεύονται.

Αυξημένη κατανάλωση στη …Μεσόγειο

Με δεδομένα τα προβλήματα που επικρατούν στο σύνολο της ευρωζώνης και τις συνεχιζόμενες πληθωριστικές πιέσεις, δεν αποτελεί έκπληξη η στασιμότητα ή ελαφρά μείωση στις εξαγωγικές επιδόσεις της Γερμανίας (-0,2% την περίοδο Ιανουάριος-Οκτώβριος του 2023, σε σχέση με το αντίστοιχο διάστημα της προηγούμενης χρονιάς). Μέχρι τώρα, ακόμη και στο «δύσκολο έτος» 2022 η εσωτερική ζήτηση στη μεγαλύτερη οικονομία της ευρωζώνης είχε αποδειχθεί αρκετή για να αποτρέψει τα χειρότερα.

Αυτή τη φορά όμως η εσωτερική ζήτηση υποχωρεί, καθώς ο πληθωρισμός καλπάζει (5,9% σε ετήσια βάση). Υποχώρηση της ιδιωτικής κατανάλωσης κατά 0,8% καταγράφει η Στατιστική Υπηρεσία για το 2023. «Η Γερμανία δεν έχει κάτι να αντιτάξει στην υποχώρηση της ζήτησης εκτός συνόρων ή στα υψηλά επιτόκια, η δυναμική της εσωτερικής ζήτησης έχει εκλείψει», αναφέρει στο Γερμανικό Πρακτορείο Ειδήσεων (dpa) ο Τόμας Γκίντσελ, επικεφαλής οικονομολόγος της τράπεζας VP Bank στο Λιχτενστάιν. Ο ίδιος θεωρεί ότι «ο κόσμος περιορίζει τις δαπάνες για καταναλωτικά αγαθά καθημερινής χρήσης, αν και εξακολουθεί να ξοδεύει χρήματα στις διακοπές του». Κατά συνέπεια, λέει με σκωπτικό ύφος, «κάπου στη Μεσόγειο» έχει ξεμείνει ένα αξιοσέβαστο μέρος της γερμανικής καταναλωτικής δαπάνης.

«Από το 1951 μέχρι σήμερα είναι μόλις η ένατη χρονιά που η Γερμανία καταγράφει ύφεση, δεν πρόκειται για ένα συνηθισμένο γεγονός», προειδοποιεί η Frankfurter Allgemeine Zeitung (FAZ). Αξιοσημείωτο είναι ότι η Γερμανία δεν λέει να «ξεκολλήσει» από τους μηδενικούς ή αρνητικούς δείκτες και παραμένει ουραγός στην ευρωζώνη, όπου ο δείκτης ανάπτυξης κυμαίνεται στο +0,8% κατά μέσο όρο. Όσο για τις ΗΠΑ, έχει φτάσει αισίως το +2,4%.

Θα βοηθήσουν οι αυξήσεις;

Υπάρχει όμως μία «αχτίδα αισιοδοξίας στον ορίζοντα», δηλώνει στο Reuters η Φρίτσι Κέλερ-Γκάιμπ, επικεφαλής οικονομολόγος της αναπτυξιακής τράπεζας KfW και πρώην στέλεχος της Παγκόσμιας Τράπεζας. «Σε πολλούς κλάδους έχουν συμφωνηθεί νέες συλλογικές συμβάσεις, όπου οι μισθολογικές αυξήσεις ξεπερνούν τον πληθωρισμό. Η αύξηση του πραγματικού εισοδήματος θα ωφελήσει κατά κύριο λόγο την ιδιωτική κατανάλωση», επισημαίνει.

Θεωρητικά έτσι είναι τα πράγματα. Aλλά και πάλι δεν υπάρχει εγγύηση ότι το επιπλέον εισόδημα θα διοχοτευθεί στην κατανάλωση και δεν θα καταλήξει στον …κουμπαρά, εν αναμονή καλύτερων ημερών. Άλλωστε, ήδη στο τρίτο τρίμηνο του 2023 οι μισθολογικές αυξήσεις (+6,3%) ήταν ανώτερες από τον πληθωρισμό (+5,7%), κάτι που ωστόσο δεν προκάλεσε τόνωση της εσωτερικής ζήτησης.

(dpa, Reuters, ARD, Wirtschaftswoche)

ΑΦΗΣΤΕ ΜΙΑ ΑΠΑΝΤΗΣΗ