Γιώργος Σταματελόπουλος. Διευθυντής παραγωγής στον γερμανικό ενεργειακό κολοσσό EnBW. Μία συζήτηση για την ενέργεια, το κόστος για τον καταναλωτή, τον κίνδυνο μπλακ-άουτ, την αξιοκρατία, την ανάμνηση της Ελλάδας.Είναι πλέον αδιαμφισβήτητο, τα επίσημα στοιχεία το επιβεβαιώνουν: Στη Γερμανία οι ανανεώσιμες πηγές είναι το μέλλον της ενέργειας, ιδιαίτερα μετά την πολιτική απόφαση του 2011 για «λουκέτο» στα πυρηνικά εργοστάσια. Ιδανικές προϋποθέσεις για έναν Έλληνα όπως ο Γιώργος Σταματελόπουλος, διευθυντής παραγωγής στην EnBW, την τρίτη μεγαλύτερη ενεργειακή επιχείρηση της Γερμανίας με έδρα τη Στουτγάρδη, με περίπου 21.700 συνεργάτες και τζίρο που ξεπερνά τα 20 δισεκατομμύρια ευρώ. «Το 2020 θα το χαρακτήριζα ιστορικό έτος, γιατί έχουμε για πρώτη φορά περίπου 50% κάλυψη των αναγκών σε ρεύμα από τις ανανεώσιμες πηγές ενέργειας, δηλαδή από ανεμογεννήτριες, φωτοβολταϊκά και υδροηλεκτρικούς σταθμούς» λέει ο Έλληνας μάνατζερ και μηχανικός στην Deutsche Welle, για να συμπληρώσει ότι «υπάρχουν βέβαια και η βιομάζα και ορισμένες μονάδες καύσης σκουπιδιών, που ένα μέρος τους θεωρείται ανανεώσιμο, αλλά οι κύριες πηγές είναι ο αέρας και ο ήλιος».

Παρεμφερείς προτεραιότητες μπαίνουν σε όλη την Ευρώπη, με βάση το περίφημο Green Deal, την «Πράσινη Συμφωνία» που αποφασίστηκε στη σύνοδο κορυφής τον Δεκέμβριο του 2020. «Έχουμε επιβάλει ως στόχο στον εαυτό μας την πλήρη αποφυγή εκπομπών διοξειδίου του άνθρακα μέχρι το 2050», υπενθυμίζει ο Γιώργος Σταματελόπουλος, που πρόσφατα εξελέγη πρόεδρος του Ευρωπαϊκού Συνδέσμου Ηλεκτροπαραγωγών Εταιρειών (VGB Powertech). «Για να μπορέσουμε να επιτύχουμε τον στόχο, πρέπει να αναπτυχθούν περαιτέρω οι ανανεώσιμες πηγές ενέργειας». Βέβαια πολλές ευρωπαϊκές χώρες, όπως η Γαλλία και το Βέλγιο, επιμένουν στην πρωτοκαθεδρία της πυρηνικής ενέργειας, αλλά «και η πυρηνική ενέργεια δεν προκαλεί εκπομπές διοξειδίου του άνθρακα, θεωρείται λοιπόν- ως προς το φαινόμενο του θερμοκηπίου- καθαρή μορφή ενέργειας. Στη Γερμανία πάντως η συζήτηση γι αυτό το θέμα έχει κλείσει εδώ και περίπου μία δεκαετία. Υπήρχε μία κοινωνική πλειοψηφία και μία πολιτική πλειοψηφία εναντίον της χρήσης της ατομικής ενέργειας, όχι για περιβαλλοντικούς λόγους, αλλά για λόγους ασφαλείας των σταθμών».

«Η Ελλάδα έχει μεγάλο δυναμικό»

Δεν θα μπορούσε και η Ελλάδα, προικισμένη από τον άνεμο και τον ήλιο, να βγάλει προνομιακό εισιτήριο στο τρένο της «καθαρής» ενέργειας; «Πρέπει να πω ότι ιδιαίτερα γνώστης της ελληνικής πραγματικότητας δεν είμαι, δεν έχω εργαστεί στην Ελλάδα, όμως έχετε δίκιο, η Ελλάδα έχει μεγάλο δυναμικό», λέει ο ‘Ελληνας μάνατζερ και μηχανικός. «Για παράδειγμα οι ώρες λειτουργίας σε έναν χρόνο ενός φωτοβολταϊκού είναι στην Ελλάδα διπλάσιες από ότι στη Γερμανία, δηλαδή με το ίδιο κόστος επένδυσης μπορείτε να έχετε τη διπλή απόδοση. Πάντως και η Ελλάδα κάνει βήματα προόδου: Στη Γερμανία έχουμε περίπου το 50% από ανανεώσιμες πηγές ενέργειας, στην Ελλάδα είμαστε το 2020 γύρω στο 30%, το οποίο είναι καλό ποσοστό για τον ευρωπαϊκό μέσο όρο».

Όλα αυτά είναι εξαιρετικά. Αλλά το ερώτημα που βασανίζει τον καταναλωτή είναι το εξής: Γιατί στη Γερμανία το ρεύμα είναι τόσο ακριβό, ίσως το ακριβότερο στην Ευρώπη; Ο συνομιλητής μας εκτιμά ότι το 50% της τιμής του ρεύματος οφείλεται σε επιβαρύνσεις που έχει θεσπίσει το κράτος (φόροι, ΦΠΑ, ανταποδοτικά τέλη, ειδικό τέλος ανανεώσιμων πηγών ενέργειας). Αλλά όπως επισημαίνει, «ειδικά στις ανανεώσιμες πηγές έχουμε το φαινόμενο η παραγωγή να μην στοιχίζει σχεδόν τίποτα. Είναι μόνο το κόστος συντήρησης που έχουμε για τις μονάδες, ο ήλιος δεν κοστίζει τίποτα, ούτε ο αέρας. Όμως για την εγκατάσταση των σταθμών υπάρχει το κόστος ανέγερσης αυτών των μονάδων. Αυτό το κόστος το δίνει κανείς μπροστά, το προπληρώνει και αργότερα μέσω της λειτουργίας αυτών των μονάδων εισπράττει τα έσοδά του. Για να βοηθήσει λοιπόν το κράτος στην ανάπτυξη των ανανεώσιμων πηγών ενέργειας έχουμε αυτό το πάγιο (EEG Umlage στα γερμανικά), το οποίο βεβαίως αυξάνει την τιμή του ρεύματος για τον καταναλωτή». Να ελπίσουμε δηλαδή ότι στα επόμενα χρόνια, καθώς ολοκληρώνεται η ανέγερση των εγκαταστάσεων, θα μειωθεί το κόστος για τον καταναλωτή; «Υπάρχουν μελέτες, οι οποίες συγκρίνουν πόσο θα κόστιζε ένα συμβατικό μέλλον και πόσο ένα ανανεώσιμο μέλλον. Λίγο πολύ ερχόμαστε στο ίδιο κόστος, αν πάρουμε το ολοκλήρωμα με τη μαθηματική έννοια στα επόμενα 20-25 χρόνια», λέει ο Γιώργος Σταματελόπουλος. «Η διαφορά είναι ότι, όπως σας είπα, στις ανανεώσιμες έχουμε το κόστος στην αρχή της επένδυσης, ενώ στις συμβατικές μονάδες υπάρχει και εκεί κάποιο αρχικό κόστος, αλλά το μεγαλύτερο ποσοστό του κόστους είναι το κόστος λειτουργίας».

Το στοίχημα της ενεργειακής ασφάλειας

Προ ημερών η Γερμανική Ραδιοφωνία (DLF) αναζήτησε τη συμβουλή του Έλληνα ειδικού μετά από ένα παρ’ ολίγον μπλακ άουτ στις 8 Ιανουαρίου, που οφείλεται σε ένα τυχαίο- και ακόμη αδιευκρίνιστο- συμβάν στη Νοτιοανατολική Ευρώπη. Τι ακριβώς είχε συμβεί; «Υπήρξε μια διαφορά στη συχνότητα μεταξύ Κεντρικής- Βορειοδυτικής Ευρώπης και Νοτιοανατολικής Ευρώπης» λέει ο Γιώργος Σταματελόπουλος. «Η διαφορά συχνότητας σημαίνει ότι εδώ, στην Κεντρική Ευρώπη, η συχνότητα έπεσε χαμηλά- αυτό συμβαίνει όταν η ισχύς στο σύστημα είναι λιγότερη από την κατανάλωση- ενώ συνέβη ακριβώς το αντίθετο στη Νοτιοανατολική Ευρώπη, δηλαδή εκεί υπήρχε περισσότερη ισχύς από την κατανάλωση. Το αποτέλεσμα είναι να χωριστούν τα δύο συστήματα, τα οποία κανονικά είναι διασυνδεδεμένα, να υπάρξει πράγματι ένας κίνδυνος για την τροφοδοσία με ηλεκτρικό ρεύμα. Όμως οι εταιρίες μεταφοράς ενέργειας αντέδρασαν πολύ γρήγορα, μείωσαν ορισμένα φορτία στην Αυστρία και στην Ιταλία- υπάρχει σχετική πρόνοια στο σύστημα- ενώ έθεσαν σε λειτουργία μονάδες στο Ηνωμένο Βασίλειο και τις σκανδιναβικές χώρες, οι οποίες έστειλαν ρεύμα στην κεντρική Ευρώπη. Με αποτέλεσμα μετά από μία ώρα, χωρίς ο περισσότερος κόσμος να καταλάβει κάτι, να έχει διορθωθεί αυτό το συμβάν».

Στην Ελλάδα ο αρμόδιος οργανισμός ΑΔΜΗΕ είχε αναφέρει την ημέρα εκείνη ότι προχώρησε εγκαίρως σε ανακατανομή της παραγωγής στις μονάδες, προλαμβάνοντας τα όποια απρόοπτα. Στην Ευρώπη πολλά ΜΜΕ έθεσαν το ζήτημα της ενεργειακής ασφάλειας. Ο διευθυντής παραγωγής της EnBW λέει ότι «ο ακριβής λόγος για τον οποίον συνέβη κάτι στη Νοτιοανατολική Ευρώπη δεν είναι ακόμη γνωστός. Γίνονται έρευνες από τους συναδέλφους σε αυτές τις χώρες και θα ενημερωθούμε. Πάντως ένα είναι σίγουρο: Ότι δεν οφείλεται η παρά λίγο διακοπή ρεύματος στις ανανεώσιμες πηγές ενέργειας».

«Κανείς δεν ρώτησε από που έρχομαι…»

Μάλλον τυχαία βρέθηκε στη Στουτγάρδη ο Γιώργος Σταματελόπουλος. Απόφοιτος της Γερμανικής Σχολής Αθηνών, σπούδασε στο Πολυτεχνείο και όταν ήρθε η ώρα για τα μεταπτυχιακά «δεν υπήρχε άλλη επιλογή από τη Γερμανία. Πρέπει όμως να ομολογήσω ότι όταν ήρθα για διδακτορικό δεν θα πίστευα κανέναν, αν μου έλεγε ότι θα μείνω στη Γερμανία και δεν θα επιστρέψω». Δεν επέστρεψε όμως, παρά μόνο για να εκπληρώσει τις στρατιωτικές του υποχρεώσεις. Είναι και το αντικείμενο των σπουδών, λέει, γιατί η Γερμανία θεωρείται πατρίδα της μηχανολογίας και δεν θα μπορούσε να κάνει τις ίδιες εμπειρίες στην Ελλάδα. Είναι όμως και κάτι άλλο που τον κράτησε στη Γερμανία: «Κανείς δεν με ρώτησε από ποια οικογένεια προέρχομαι, από ποια χώρα έρχομαι, ποιο πολιτικό κόμμα στηρίζω, κοίταγαν μόνο το αποτέλεσμα της εργασίας μου κι έτσι κατάφερα να προχωρήσω. Χωρίς κι εγώ ο ίδιος να το πιστεύω ή να το έχω στόχο αυτό…»

Μετά από τόσα χρόνια στη Γερμανία τι είναι αυτό που του λείπει; «Η ζωή στη Γερμανία είναι διαφορετική, το κέντρο βάρους είναι η εργασία. Οι παρέες, οι φιλίες που είχα στην Ελλάδα σίγουρα μου λείπουν. Η οικογένεια μου λείπει, βέβαια έχω κάνει εδώ τη δική μου οικογένεια. Και βέβαια ο τρόπος ζωής, αυτή η ανεμελιά που προσπαθούμε να εκμεταλλευθούμε λίγο στις καλοκαιρινές διακοπές, στις οποίες πάντα βρισκόμαστε στην Ελλάδα. Ακόμα και το περσινό καλοκαίρι, παρά την πανδημία…»

Γιάννης Παπαδημητρίου

ΑΦΗΣΤΕ ΜΙΑ ΑΠΑΝΤΗΣΗ