Θεσσαλονίκη,

Γράφει ο Γιάννης Δελόγλου

Στο πνευματικό κέντρο του Σωματείου «ΕΥΞΕΙΝΟΣ ΛΕΣΧΗ» πραγματοποιήθηκε διάλεξη του κ. Λάζαρου Κυρίζογλου, δημάρχου Αμπελοκήπων – Μενεμένης με θέμα: «Αλέξανδρος Παπαδιαμάντης 100 χρόνια μετά».

Την Εύξεινο Λέσχη, τον ομιλητή και κυρίως τον … κυρ-Αλέξανδρο που πονούσε και ανησυχούσε για την Πατρίδα και μας έμαθε με τον τρόπο της ζωής του και τα έργα του, πως το μικρό και ασήμαντο, το καθημερινό, μπορεί να γίνει μεγάλο και ακριβό στις καρδιές των ανθρώπων τίμησαν με την παρουσία τους μεταξύ άλλων οι: Κωνσταντίνος Κιλτίδης βουλευτής, Χρήστος Παυλούδης Πλοίαρχος Π.Ν. Διοικητής Ναυτικής Διοίκησης Βορείου Ελλάδος, Γιώργος Παρχαρίδης Πρόεδρος Π.Ο.Ε, Ιφιγένεια Πανίδου και Ανατολή Δημητριάδου Πρόεδρος και Αντιπρόεδρος αντίστοιχα της Μέριμνας Ποντίων Κυριών, Χαράλαμπος Τσακιρίδης Ιατρός – Υποστράτηγος ε.α., Ιορδάνης Χρυσοστομίδης αντιπρόεδρος της Ένωσης Αποστράτων Αξιωματικών Αεροπορίας, Άννα Αλεξανδρίδου εκπρόσωπος του δικηγορικού Συλλόγου «Στράβων», Νικόλαος Σωματαρίδης εκπρόσωπος Συλλόγου Ποντίων εκπαιδευτικών, Νικόλαος Μαυρομάτης εκπρόσωπος Εορδαικής Εστίας, Στέφανος Γωγάκος Πρόεδρος φίλων του Αγίου Όρους, Κωνσταντίνος Θεοδωρίδης πρώην δήμαρχος Νεάπολης, Δήμητρα Μηλαράκη (αδελφή του πεζογράφου – λογοτέχνη Γιώργου Ιωάννου), Νικόλαος Φωτιάδης εκπρόσωπος του Συλλόγου Ποντίων «Άγιος Θεόδωρος Γαβράς», Ευστάθιος Αποστολίδης εκπρόσωπος Μαυροδενδριτών και πλήθος ακροατών κάθε ηλικίας.

Ο ομιλητής δήμαρχος γεννήθηκε το 1955 στην Τσακόνη Καστοριάς είναι πτυχιούχος της Νομικής Σχολής του ΑΠΘ και υπηρέτησε την στρατιωτική του θητεία στον ελληνικό στρατό επί 28 μήνες ως έφεδρος αξιωματικός . Είναι μαχόμενος δικηγόρος στον Άρειο Πάγο και εξελέγη πρώτος δημοτικός σύμβουλος Αμπελοκήπων το 1982 σε ηλικία 26 ετών και ήταν υποψήφιος Δήμαρχος το 1986 και 1990. Διετέλεσε Νομάρχης Ευβοίας από το 1991 έως το 1993 και εξελέγη Δήμαρχος Αμπελοκήπων το 2002 με ποσοστό 58%, το 2006 με 51% και το 2010 με ποσοστό 55% από τον Α΄γύρο Δήμαρχος του διευρυμένου Δήμου Αμπελοκήπων – Μενεμένης.

 

Είναι μέλος του Δ.Σ. της Περιφερειακής Ένωσης Δήμων Κεντρικής Μακεδονίας και Πρόεδρος της Επιτροπής Ηλεκτρονικής Διακυβέρνησης – Εξυπηρέτησης του Πολίτη και Διαφάνειας και μέλος του Δ.Σ. της Κεντρικής Ένωσης Δήμων Ελλάδος. Είναι παντρεμένος με την καθηγήτρια Αγγλικής Φιλολογίας Σωτηρία Λαινά και έχουν ένα γιο 20 ετών φοιτητή Νομικής .

Στην κατάμεστη αίθουσα ο Πρόεδρος της Ευξείνου Λέσχης δικηγόρος κ. Κωνσταντίνος Απόστολίδης τόνισε μεταξύ άλλων: «Ο Αλέξανδρος Παπαδιαμάντης λογοτέχνης ποταμός με δύο λέξεις του μόνο από το διήγημα «Όνειρο στο κύμα» προκάλεσε εικοσασέλιδη μελέτη που δημοσιεύτηκε στο τεύχος 146. Όμως κάτι ευρύτερο από τα γράμματα που οδηγεί στο επίκεντρο της πνευματικότητας είναι ο κυρ – Αλέξανδρος.

Η σημερινή μας εκδήλωση έχω την ελπίδα ότι δεν είναι μια μελέτη στον βρόντο που τροφοδοτεί το μελαγχολικό μικρεμπόριο των επετείων. Και δικαιολογεί μεστά λόγια, που βάσιμα προσδοκούμε από τον ομιλητή μας. Οι βαθειές του ρίζες, αυτές που στήνουν μπροστά μας όρθιο και τον κορμό της μορφής του και το πολύκλωνο δέντρο του έργου, μια ενότητα – οι ρίζες – δε βρίσκονται στο λογοτεχνικό κόσμο στης Αθήνας. Ο κόσμος αυτός, λογοτεχνικός και μη, δε γνωρίζει – αφού τις έχασε – και δεν πιστεύει στις ρίζες του Παπαδιαμάντη. Όσα εκείνος λάτρευε και θεωρούσε ιερά, αυτός ο κόσμος τα χλευάζει και τα θεωρεί πρόληψη η δεισιδαιμονιακή τροφή για τις γριές. Μήτε στιγμή δεν αναρωτιέται μήπως οι γριές βρίσκονται στη γη και εκείνος, ο κόσμος της Αθήνας, δηλαδή ο σημερινός άνθρωπος, με όλα του τα φώτα και τα σπουδάγματα. Εξέλιξη και πρόοδος βρίσκεται ξεκρέμαστος στον αέρα. «Γραικύλος της σήμερον έκαμε το πατριωτικόν του χρέος, έκτισε μεγάλην πατρίδα. Τώρα είναι ελεύθερος να επαγγέλεται χάριν πολυτελείας την απιστίαν και την απαισιοδοξίαν», γράφει ο Παπαδιαμάντης στο πασχαλινό διήγημα «Λαμπριάτικος ψάλτης».

Ο Παπαδιαμάντης βρισκόταν στους αντίποδες όσων πέφτουν με το κεφάλι μέσα στη δίνη των παλατιών της Κίρκης ή των λεγόμενων «ανδρείων της ηδονής» που παγιδεύονται στη δειλία του πνεύματος και εγκλωβίζονται στο φυσικό . Ο Παπαδιαμάντης δεν σταματούσε στις φυσικές αισθήσεις και αντλούσε βαθειά, ουσιαστικά από τις άλλες, που όποιος πιει μια φορά οις μη διψήσηεις τον οκείονα. Γι αυτό και αντέχει την ζωήν του εις τα Αθήνας «ποτέ νηστικός και ποτέ χορτάτος» (Γράμματα του στις 15.10.1881).

Γυρίζοντας σ΄αυτήν την Αθήνα από την Σκιάθο γράφει, «…εις τον τόπον της καταδίκης, όπου από πολλού σύρω τον σταυρόν μου, μη έχων πλέον δυνάμεις να τον βαστάζω – εις την πόλιν της δουλοπαροικίας και των πλουτοκρατών». Με αυτήν την σύντομη αναφορά ευελπιστώ να σας προιδέασα για το περιεχόμενο της ομιλίας του φίλου δημάρχου Λάζαρου Κυρίζογλου που για το ίδιο θέμα μίλησε σε ευρύ κοινό στην Θρακική Εστία Θεσσαλονίκης, στον δήμο Αμπελοκήπων στο Διδυμότειχο του ακριτικού Έβρου.

Στην διεύθυνση της Ε.Λ. έστειλαν ευχαριστίες για την πρόσκληση οι βουλευτές και πρώην υπουργοί κ.κ. Σταύρος Καλαφάτης και Γιάννης Ιωαννίδης. Οι εν λόγω πολιτικοί δεν παραβρέθηκαν λόγω ανειλημμένων κοινοβουλευτικών τους υποχρεώσεων εκτός Θεσσαλονίκης.

Ακολούθως ο δήμαρχος Αμπελοκήπων – Μενεμένης κ. Λάζαρος Κυρίζογλου τόνισε μεταξύ άλλων για τον μεγάλο λογοτέχνη Αλέξανδρο Παπαδιαμάντη τα εξής:

Ο Αλέξανδρος Παπαδιαμάντης (1851 -1911) υπήρξε ένας μεγάλος Έλληνας με την αληθινή δηλαδή την πνευματική έννοια του μεγάλου, που όντας από μικρός παθιασμένος με τα γράμματα, μορφώθηκε μόνος του κι έζησε σε απόσταση ασφαλείας από τους «κουλτουριάρηδες» της εποχής του.Στην εποχή του συνέβησαν πολλά και σημαντικά γεγονότα της νεώτερης Ελληνική Ιστορίας όπως η χρεοκοπία (δηλ. η πτώχευση) επί Χαριλάου Τρικούπη το 1893 με το γνωστό «δυστυχώς επτωχεύσαμε», οι πρώτοι Ολυμπιακοί Αγώνες στην Αθήνα το 1896, ο επονομαζόμενος ατυχής πόλεμος με την ήττα από τους Τούρκους το 1897, το κίνημα στο Γουδί του 1909.Όταν γεννήθηκε, η Ελλάδα είχε 1.015.000 κατοίκους (1851) κι όταν πέθανε (1911) είχε 2.701.000 κατοίκους. Η Αθήνα το 1879 είχε 63.000 κατοίκους και το 1907 είχε 168.000 κατοίκους.Υπήρξε ποιητικότατος συγγραφέας.Υπήρξε ο πρώτος επαγγελματίας συγγραφέας στην Ελλάδα με την έννοια ότι έγραφε για να βιοποριστεί αλλά και δημοσιογράφος δηλαδή σχολιαστής των δημοσίων πραγμάτων. Λιτοδίαιτος και ολιγαρκής. Ιδού ένα περιστατικό που το αναφέρει ο Νιρβάνας, συνάδελφος του Παπαδιαμάντη στην εφημερίδα «Άστυ» την περίοδο 1899-1902: Όταν ξεκίνησε τη συνεργασία του με την εφημερίδα, του προσφέρθηκε μισθός 150 δραχμών. Βλέποντας όμως τον Σκιαθίτη απορροφημένο στους συλλογισμούς του, ο διευθυντής τον ρώτησε: «Μήπως είναι λίγα;» «Πολλές είναι εκατόν πενήντα. Με φτάνουνε εκατό», απάντησε τότε εκείνος, κι έφυγε χωρίς να προσθέσει λέξη, βιαστικός και ντροπαλός. Έτσι… φέρονται και πολλοί εκ των σημερινών διαπλεκομένων αδηφάγων εργολάβων της ενημέρωσης του λαού μας. Αποκαλώ δε και ονομάζω έτσι τους τροπαιούχους του κενού λόγου, τους σκουπιδαραίους της δημοσιολογίας, τους επονομαζόμενους δημοσιογράφους. Ίσως αυτή η στάση του Παπαδιαμάντη, ο περιορισμός του στ’ αναγκαία, να προκαλεί την μεγαλύτερη αμηχανία σήμερα. Αυτό τουλάχιστον ισχυρίζεται ο Δημήτρης Νόλλας (βλ. «Φύλλα καπνού», Εστία): «Πίσω από τα λιβάνια και τους ψαλμούς και πίσω από μια γλώσσα που προϋποθέτει παιδεία και άσκηση», γράφει, «κρύβεται ο άνθρωπος που αρνείται να καταλάβει που πάνε τα τέσσερα – που πάει δηλαδή ο Συγγρός, ο δείκτης του Χρηματιστηρίου Αξιών Αθηνών της εποχής, το Λαύριο και ο εκσυγχρονισμός της Αττικής. Όλα αυτά, με άλλα λόγια, που είναι η πυξίδα του σημερινού αχόρταγου ανθρώπου …».

Ο Παπαδιαμάντης είναι ένας μεγάλος κοινωνικός και πολιτικός συγγραφέας, ο μεγαλύτερος πολιτικός συγγραφέας των γραμμάτων μας, ο βαθύτερος μελετητής της κοινωνικής και πολιτικής ζωής της δικής του εποχής αλλά και των μεταγενεστέρων εποχών. Ως πολιτικός συγγραφέας ο Παπαδιαμάντης είναι και οξύτατος σατιριστής και γι᾿ αυτό ίσως ενόχλησε τότε, όπως ενοχλεί και τώρα. Κι επειδή οι πολιτικοί στοχασμοί του Παπαδιαμάντη ήσαν άκρως ενοχλητικοί, καθότι ήσαν σωστοί, βρέθηκε και γι᾿ αυτόν η ταμπέλα του «συντηρητικού» και του «αντιδραστικού». Αλλά όμως κανείς προοδευτικός δεν μας έχει δώσει με τόση περιγραφική γλαφυρότητα την ευτέλειά του τότε και τώρα πολιτικού μας βίου στο βαθμό που το πέτυχε ὁ Παπαδιαμάντης με το περίφημο αφήγημα «Ο Χαλασοχώρηδες», που δημοσιεύθηκε σε συνέχειες στην Ακρόπολη του Γαβριηλίδη τον Αύγουστο του 1892. Ο Παπαδιαμάντης ήταν αρνητικός έναντι της τότε πολιτικής, διότι έβλεπε να διαμορφώνεται ένας πολιτικός βίος έξω από την πνευματική και ηθική παράδοση της εκκλησίας. Όπως πολύ σωστά παρατήρησε ο Σπύρος Μελάς, «εναι μόνος πο εδε, τι θρησκεία, μ λλα λόγια ρθοδοξία, ταν σπονδυλικ στήλη το θνικο σώματος»..

Κατά τον Παπαδιαμάντη «Η πλουτοκρατία, με την πνευματική της και όχι με την ταξική της έννοια, ήτο και θα είναι ο μόνιμος άρχων του κόσμου, ο διαρκής αντίχριστος. Αυτή γεννά την αδικίαν, αυτή τρέφει την κακουργίαν, αυτή φθείρει σώματα και ψυχάς. Αυτή καταστρέφει κοινωνίας νεοπαγείς…»

Είπαν κάποιοι αφελώς τον Παπαδιαμάντη απολιτικό, επειδή υπήρξε αποδοκιμαστικός έναντι πολιτικών εκφράσεων του πολιτικού βίου παλαιοτέρων και νεωτέρων εποχών. Η άρνηση όμως μίας συγκεκριμένης πολιτικής πρακτικής, που μετατρέπει την πολιτική από άσκηση θυσίας σε άσκηση ληστείας, δεν συνιστά έλλειψη πολιτικότητας. Αντίθετα, κανείς δεν υπήρξε τόσο αμείλικτα μαστιγωτικός κατά της πολιτικής των ισχυρών στο βαθμό που υπήρξε ο Παπαδιαμάντης. Ελέγχοντας την πολιτική της πανίσχυρης Βενετίας, που, τηρουμένων των αναλογιών, ήταν ο πλανητάρχης των τότε καιρών, γράφει στο μυθιστόρημα «μποροι τν θνν», που δημοσιεύθηκε στο περιοδικό «Μ χάνεσαι» του Γαβριηλίδη μεταξύ των μηνών Νοεμβρίου 1882 και Φεβρουαρίου 1883, τα ακόλουθα:« γενεολογία τς πολιτικς εναι συνεχς κα γνησία κατ τος προγόνους. ργία γέννησε τν πενίαν. πενία τεκε τν πεναν. αθαιρεσία γέννησε τν λστείαν. λστεία γέννησε τν πολιτικήν. δο αθεντικ καταγωγ το τέρατος τούτου. Τότε κα τώρα πάντοτε ατή. Τότε δι τς βίας, τώρα δι το δόλου κα δι τς …βίας. Πάντοτε μετάβλητοι ο σχοινοβται οτοι ο θίγγανοι, ο γελωτοποιο οτοι πίθηκοι (καλ δ᾿ οτω τος λεγομένους πολιτικούς). Μαροι χαλκες κατασκευάζοντες δεσμ δι τος λαος ν τ βαθυζόφ σκοτί το αωνίου ργαστηρίου των…».Μήπως το ίδιο δεν συμβαίνει σήμερα αγαπητοί μου με την πολιτική που ασκούν οι ισχυροί της γης; Μετά από έναν τέτοιο αυστηρό δημόσιο έλεγχο πώς ήταν δυνατόν να μη θεωρηθεί ο Παπαδιαμάντης από δημοπιθήκους και δημοκόλακες της εποχής του σαν αντιδραστικός; Αλλά σ᾿ αυτό έγκειται η βαθειά πολιτική συμπεριφορά του Παπαδιαμάντη ως ανθρώπου. Προτίμησε να πεινάσει παρά να προσκυνήσει και να υποταχθεί στους ισχυρούς της πολιτικής. Ο Παπαδιαμάντης έζησε σαν ζητιάνος όχι γιατί του άρεσε να είναι Διογενικός, αλλά γιατί δεν ήταν αγαπητός στον πολιτικό και κοινωνικό μικρόκοσμο της Σκιάθου και των Αθηνών. Ο Παπαδιαμάντης επείνασε, όχι γιατί δεν εδούλεψε, αλλά γιατί δεν προσκύνησε κανέναν ισχυρό ούτε της πολιτείας, ούτε της εκκλησίας. Προς όλους ήταν εξ ίσου αυστηρός και όπου έπρεπε ήταν επικριτικός. Αυτό συνιστά τη βαθύτερη πολιτική ουσία του Παπαδιαμάντη, που ήταν άνθρωπος λαϊκός και γι᾿ αυτό – κι όχι για χρηματισμό – συνέταξε το πρώτο καταστατικό θεσσαλικού αγροτικού συλλόγου, όπου για την αυτοδιοίκηση γράφει:«Το βιβλιάριον τούτο, το περιέχον το Καταστατικόν της νεωστί αποκατάστασης Κοινότητος του μικρού χωρίου Κοσκινά της Καρδίτσης, μοι φαίνεται ως μια αίγλη φωτός, εν φαεινόν βήμα, εν εύηχον κήρυγμα προόδου, ευημερίας και αλληλεγγύης μεταξύ των ανθρώπων. Η αλλαγή εξουσίας και Κυβερνήσεως, και η φυσική εντεύθεν ανωμαλία, ή ζύμωσις η εκ του κομματισμού προερχομένη, η ανεπάρκεια και αφροντισία των Ελληνικών Κυβερνήσεων, των λόγω μεν επαγγελλομένων εκάστοτε την λεγομένη αποκέντρωσιν, πράγματι δε εξασκουσών την συγκεντρωσιν μέχρις αποπνιγμού, και η γειτνίασις του συχνά πλημμυρούντος Παμίσου, όλα ταύτα συλλήβδην υπήρξαν αφορμή όπως μη διοικήται καλώς το χωρίον και φθίνη η Κοινότης. Χάρις τω Θεώ ανέτειλε επ’ εσχάτων η ευεργέτις πρωτοβουλία νεαρών ευπαιδεύτων ανδρών, τέκνων του αυτού χωρίου, εις το πνεύμα των οποίων επήλθε φωτισμός και ευβουλία, προς άρσιν των κακών τούτων» Απόκλιση από την ορθόδοξη πολιτική παράδοση για τον Παπαδιαμάντη σήμαινε πολιτικό θάνατο του Γένους. Και γι᾿ αυτό ήταν σφόδρα πολέμιος εναντίον αυτών που αρνούνταν την βυζαντινή μας παράδοση, που περισσότερο ίσως κι από πνευματική, είναι παράδοση πολιτική, μέσα από τη θρησκευτική της έκφραση.Ιδού πως εικονογραφεί το πολιτικό μας πρόβλημα ο Παπαδιαμάντης στο διήγημα του «Λαμπριάτικος ψάλτης» που δημοσιεύθηκε στην Ακρόπολη το 1893:«Τ σημερινν θνος δν πγε, δυστυχς, τόσον μπρός, σον λέγουν ατοί. Τ θνος τ λληνικόν, τ δολον τουλάχιστον, εναι κόμη πολ πίσω, κα τ λεύθερον δν δύναται ν τρέξ ρκετ μπρός, χωρς τ λον ν διασπαραχθ ς διασπαράσσεται, φε! δη. τρέχων πρέπει ν περιμέν κα τν πόμενον, ἐὰν θέλ σφαλς ν τρέχ· λεύθερος πρέπει ν βοηθ τν δεσμώτην πρέπει ν τν νακουφίζ. σον παρέρχεται χρόνος, τόσον τ λεύθερον θνος καθίσταται, ομοι νικανώτερον, πως δώσ χερα βοηθείας ες τ δολον θνος». Ο Παπαδιαμάντης πίστευε πως η επανάσταση του 1821 δεν δικαιώθηκε. Ο λαός που πολέμησε για να βρει την ελευθερία του «απλώς και μόνον μετήλλαξε τυράννους». Ο Παπαδιαμάντης έχει μία ολική σύλληψη περί του Γένους. Δεν το βλέπει στα πλαίσια της απελευθερωμένης νότιας Ελλάδος. Γι᾿ αυτόν Γένος είναι το ποίμνιο των Ορθοδόξων που αναγνωρίζει ως πνευματική κεφαλή την Βασιλεύουσα και το οποίο εν πολλοίς παραμένει αλύτρωτο και χρειάζεται χείρα βοηθείας, που δεν είναι μόνο οικονομική και πολιτική ενίσχυση, αλλά πρωτίστως ενίσχυση πνευματική, χωρίς όμως αυτό να σημαίνει αποκοπή από τις πάτριες ρίζες εν ονόματι κάποιου «εκσυγχρονισμού», που και τότε, όπως και τώρα, ταλανίζει το δύσμοιρο Γένος μας. Δεν αμφισβητεί την όποια εξέλιξη ο Παπαδιαμάντης, ούτε ξεγράφει τις νεωτερίζουσες τάσεις. Απλώς ρεαλιστικώτατα πιστεύει στην αρχή του «κάθε πράγμα στον καιρό του». Και γράφει:«γγλος Γερμανς Γάλλος δύναται ν εναι κοσμοπολίτης θεος ,τι δήποτε. καμε τ πατριωτικν χρέος του, κτισε μεγάλην πατρίδα. Τώρα εναι λεύθερος ν παγγέλλεται χάριν πολυτελείας τν πιστίαν κα τν παισιοδοξίαν. λλ Γραικύλος τς σήμερον, στις θέλ ν κάμ δημοσί τν θεον τν κοσμοπολίτην, μοιάζει μ ννον νορθούμενον ως κρων νύχων κα τανυόμενον ν φθάση κα ατς γίγας. Τ λληνικν θνος, τ δολον, λλ᾿ οδ ττον κα τ λεύθερον, χει δι παντς νάγκην τς θρησκείας του».Η θρησκεία ήταν, για τον Παπαδιαμάντη, η πλατειά και ισχυρή βάση πάνω στην οποία όφειλε το Γένος να στηρίξει την πολιτική του. Και γι᾿ αυτό ο Παπαδιαμάντης, κάνοντας με τα λογοτεχνήματά του, τη δική του πολιτική, συμπυκνώνει το πολιτικό/ λογοτεχνικό του δόγμα στα εξής:«Τ π᾿ μοί, ν σ ζ κα ναπνέω κα σωφρον, δν θ παύσω, δίως κατ τς πανεκλάμπρους ταύτας μέρας, ν μν μετ λατρείας τν Χριστόν μου, ν περιγράφω μετ᾿ ρωτος τν φύσιν κα ν ζωγραφ μετ στοργς τ γνήσια λληνικ θη».  Έχει λεχθεί οτι ὁ Παπαδιαμάντης αδιαφορούσε για την τότε πολιτική πραγματικότητα. Τίποτε αναληθέστερο από αυτό. Την παρακολουθούσε άγρυπνος και αγωνιούσε γι᾿ αυτό. Έγραφε στην κρόπολι την Πρωτοχρονιά του 1896, χρονιά της τελέσεως των Α´ Ολυμπιακών αγώνων, τα ακόλουθα:«μύνθησαν περ πάτρης ο στοργοι πολιτικοί, ο κ περιτροπς μητρυιο το ταλαιπώρου ρφανισμένου Γένους, το στειρεύοντος πρίν, κα τεκνωμένου δεινς σήμερον;μυνα περ πάτρης δν εναι α σπασμωδικαί, κακομελέτητοι κα κακοσύντακτοι πιστρατεαι, οδ τ σκωριασμένης πιδεικτικότητος θωρηκτά. μυνα περ πάτρης θ το εσυνείδητος λειτουργία τν θεσμν, θνικ γωγή, χρηστ διοίκησις, καταπολέμησις το ξένου λισμο κα το πιθηκισμο, το διαφθείραντος τ φρόνημα κα κφυλίσαντος σήμερον τ θνος, κα πρόληψις τς χρεωκοπίας.Τς μύνθη περ πάτρης;Κα τί πταίει γλαξ, θρηνοσα π τν ρειπίων; Πταίουν ο πλάσαντες τ ρείπια. Κα τ ρείπια τ πλασαν ο νίκανοι κυβερνται τς λλάδος».Και αυτά τα λέει ο πολιτικώτατος Παπαδιαμάντης το 1896 την ώρα που η Ελλάς ζούσε το πολιτικό μεθύσι που προσέφεραν οι Ολυμπιακοί αγώνες. Ένα χρόνο μετά ήλθε η επονείδιστη ήττα του 1897. Ο Παπαδιαμάντης, η γλαύξ που θρηνούσε επί των ερειπίων, είχε δικαιωθεί. Αλλά πόσοι ακούνε τις γλαύκες τις τότε και της παρούσης εποχής; Σ΄ ένα μελέτημά του περί κλήρου και Εκκλησίας το 1896 ο Παπαδιαμάντης έγραψε: «Ν παύσ π.χ. συστηματικ περιφρόνησις τς θρησκείας κ μέρους πολιτικν νδρν, πιστημόνων, λογίων, δημοσιογράφων κα λλων. λεγομένη νωτέρα τάξις ν συμμορφωθ μ τ θιμα τς χώρας, ν θέλ ν γκληματισθ δ. Ν γίν προστάτις τν πατρίων, κα χι διώκτρια. Ν σπασθ κα ν γκολπωθ τς θνικς παραδόσεις. Ν μ περιφρον ναφανδν ,τι παλαιόν, ,τι γχώριον, ,τι λληνικόν. Ν καταπολεμηθ ξενισμός, πιθηκισμός, φραγκισμός. Ν μ νοθεύονται τ θρησκευτικ κα τ οκογενειακ θιμα. Ν καλλιεργηθ σεμνοπρεπς βυζαντιν παράδοσις ες τν λατρείαν, ες τν διακόσμησιν τν ναν, τν μουσικν κα τν ζωγραφικήν. Ν μ μιμώμεθα οτε τος Παπιστς κα οτε τος Προτεστάντας. Ν μ χάσκωμεν πρς τ ξένα. Ν στέργωμεν κα ν τιμμεν τ πάτρια. Εναι τς σχάτης θνικς φιλοτιμίας ν χωμεν κειμήλια κα ν μ φροντίζωμεν ν τ διατηρήσωμεν. ς σταθμήσωσι καλῶς τὴν εθύνην των, ο χοντες τν μεγίστην εθύνην».Σφάλλουν αφάνταστα εκείνοι οι οποίοι πιστεύουν οτι ο Παπαδιαμάντης ήταν έξω από τα προβλήματα του καιρού του και του καιρού μας. Με την «Φόνισσα» θίγει καιρίως το μέγα κοινωνικό πρόβλημα της προίκας, με το «π τν βασιλικν δρν», το πρώτο οικολογικό διήγημα της λογοτεχνίας μας, θίγει το πρόβλημα της καταστροφής του περιβάλλοντος και δι᾿ αυτής και του ανθρώπου, με το ασυλλήπτου δραματικότητος αφήγημα « πολιτισμς ες τ χωρίον» θίγει τις φοβερές πληγές της χαρτοπαιξίας και της τοκογλυφίας, την οποία, ως πολιτική λέπρα στιγματίζει και στο «εμβασμς το Δεκαπενταυγούστου», ενώ στο πολύ καυστικό «Ἡ ἐπίσκεψις τοῦ Δεσπότη», δεν διστάζει αυτός ο θεοσεβής να γίνει μαστιγωτής της υποκριτικής και άπληστης συμπεριφοράς του ανώτερου κλήρου, ή της σιμωνίας την οποία φραγγελώνει αλύπητα στο αφήγημα «Ὁ ἀνάκατος». Ο Παπαδιαμάντης επέλεξε συνειδητή την ενασχόληση με τη δημοσιογραφία, γιατί ήθελε να είναι κοντά στη φλεγμαίνουσα ζώνη της πολιτικής λειτουργίας. Ήταν μέσα στην ψυχή της πολιτικής, όπως ήταν και μέσα στην ουσία της ζωής, αλλά δεν τον ενδιέφερε η προβολή. Δεν τον ενδιέφερε ακόμη η πολιτική των λόγων, η πολιτική του θεάματος. Απεχθανόταν τον λογοκοπικό δημαγωγισμό. Γράφει σ᾿ ένα μικρό αφήγημα του 1907, το «Ἐπιμηθεὶς εἰς τὸν βράχον» τα ακόλουθα σωστά για τις προτιμήσεις του λαού: «Θέλει δυστυχῶς λόγο, καὶ πολλοὺς λόγους μάλιστα… θέλει κάτι ὡσὰν θέαμα, καὶ τὰ θέλει ὅλα λογοκοπικὰ καὶ θεατρικά. Καὶ δι᾿ αὐτὸ ὅσοι βγάζουν λόγους πεντάρικους ἢ δεκάρικους εὐδοκιμοῦν εἰς τὸ πλῆθος· καὶ δι᾿ αὐτό… τὸ προκόψαμε» (Α, 467). Και ας μου πει οποιοσδήποτε (εντός εισαγωγικών) «προοδευτικός», ποιος είναι ο πρώτος συγγραφέας μας, που έθιξε το πρόβλημα των ναρκωτικών, αν αυτός δεν είναι ο Παπαδιαμάντης με το αληθινά συγκλονιστικό αφήγημα «Κοινωνική ἁρμονία», που δημοσιεύτηκε το 1906; Ποιος έθιξε πρώτος την κοινωνική διάσταση της πορνείας, αν όχι ο Παπαδιαμάντης με το τολμηρότατο για την εποχή του «Τὸ Ἰδιόκτητο»; Ποιος είναι ο πρώτος λογοτέχνης μας, που εστιγμάτισε τον διχασμό που συνεπάγεται, όχι η πολιτική αλλά ο κομματισμός, αν αυτός δεν είναι ο Παπαδιαμάντης, με το ανεπανάληπτο διήγημα «Τὰ δύο τέρατα», που γράφτηκε το 1909; Αρκεί μόνο μία περικοπή απὸ αυτό: «Ὅλα τὰ ἐκλογικὰ ἀκάθαρτα δαιμόνια εἶχον ἐξαπολυθῆ εἰς τὸν δρόμον τὴν χρονιὰν ἐκείνην. Ἡ πλουτοκρατία εἶχε συμμαχήσει μὲ τὴν ὀχλοκρατίαν· τὸ τέρας τὸ κίτρινον εἶχε καλέσει εἰς βοήθειαν τὸ ἄλλο τέρας τὸ κόκκινον. Ἕνας ἄλλος παπᾶς γιὰ νὰ μὴ ἐκτεθῇ ἐμφανῶς εἶχε ἁπλώσει στὸ μπαλκόνι του ὅλα τὰ κόκκινα κιλίμιά του, τάχα γιὰ νὰ ἀερισθοῦν!»Κάποιοι επικριτές του Παπαδιαμάντη έχουν παρατηρήσει ότι ο Σκιαθίτης πεζογράφος, κι όταν ακόμη ασχολείται με την πολιτική, είναι πάντα επικριτικός, γιατί δεν πιστεύει στην πολιτική και δεν έχει όραμα πολιτικό. Όμως κι αυτή η παρατήρηση είναι λάθος φρικτό, που αδικεί τον Παπαδιαμάντη, ο οποίος δεν είχε καμία δυσκολία να τιμήσει τη μνήμη του Χαριλάου Τρικούπη δύο φορές, δίνοντας μάλιστα το καλύτερο πολιτικό πορτραίτο του Μεσολογγίτη πολιτικού. Ασφαλώς ο Σκιαθίτης συγγραφέας ήταν σφοδρός πολέμιος της μικροπολιτικής· είχε όμως όραμα μεγάλης πολιτικής; Το όραμα ενός μεγάλου έθνους, αλλά πραγματωμένου με άλλες μεθόδους και άλλη ιδεολογία από αυτή που επίσημα εξέφραζε η πολιτική της Αθήνας. Η πολιτική της Μεγάλης Ιδέας εκφραζόταν τότε και μετά, με την πρακτική αποσπάσεως εδαφών από την οθωμανική αυτοκρατορία. Για τον Παπαδιαμάντη, μέσα στον οποίο υπερίσχυε η πολιτική παράδοση του Βυζαντίου, η εθνική πολιτική έπρεπε να είναι όχι πολιτική αποσπάσεως αλλά κληρονομιάς. Οι Έλληνες, συνετά πολιτευόμενοι, θα ήσαν οι φυσικοί κληρονόμοι της καταρρέουσας οθωμανικής αυτοκρατορίας.

Ο Παπαδιαμάντης, βαθύτατα χριστιανός και ως προς την ιδιοσυστασία του Ῥωμιός, έβλεπε το εθνικό πρόβλημα με μία ευρύτερη προοπτική, που περιείχε όλους τους Χριστιανούς της Βαλκανικής και της Ανατολής. Η Ρωμιοσύνη του δεν προσέκρουε στην Ελληνοσύνη του. Οι Έλληνες έπρεπε να είναι η μικρά ζύμη που θα ζυμούσε όλο το φύραμα των λαών και θα τους έδινε ένα όραμα πολιτικό. Ο Παπαδιαμάντης, κι αν δεν ήταν πολιτικός, έβλεπε ωστόσο ότι ο Ελληνισμός μπορούσε να εκταθεί έως εκεί που υπήρχε συμπαγής εθνολογική βάση. Αντίθετα, η ιδέα της Ρωμιοσύνης, εμπεριέχοντας και την ελληνοσύνη, είχε μία διάσταση ευρύτερη, σχεδόν οικουμενική. Δυστυχώς, ο Δυτικισμός δεν μας επέτρεψε να διαμορφώσουμε μία ανατολική πολιτική – έστω κι αν στόχος μας πολιτικός ήταν η Ανατολή. Γι᾿ αυτό ο Παπαδιαμάντης αποστρεφόταν την τρέχουσα πολιτική και τις τότε υπό την επήρεια της Δύσης διαμορφούμενες κοινωνικές και πολιτικές αξίες. Έβλεπε τους ομοεθνείς του να αγωνίζονται να γίνουν μικροί, ενώ η ιστορική τους αποστολή ήταν να γίνουν μεγάλοι. Βεβαίως 16 μήνες μετά το θάνατό του η Ελλάς είχε διπλασιασθεί εδαφικά και δέκα χρόνια μετά το θάνατό του είχε τριπλασιασθεί. Η αύξηση όμως αυτή ήταν στρατιωτική κι όχι πολιτική, όπως θα ήθελε ο Παπαδιαμάντης. Γι᾿ αυτό η Μεγάλη Ιδέα πνίγηκε στις όχθες του Σαγγάριου και στις ακτές της Ιωνίας. Ο Παπαδιαμάντης, όπως αργότερα ο Ίων Δραγούμης, έβλεπε το ζήτημα διαφορετικά. Μία άλλη χριστιανική αυτοκρατορία θα διαδεχόταν τη μουσουλμανική και θα έδινε νέα πνοή στους υποταγμένους λαούς, μηδέ των Σλάβων, των Αλβανών και των Μουσουλμάνων εξαιρουμένων. Δεν φοβόταν την Ανατολή ο Παπαδιαμάντης, ούτε το Βορρά, φοβόταν τη Δύση για τις μικρές αξίες που προωθούσε στο χώρο μας, αξίες που έκαναν τον Έλληνα από λαϊκό άρχοντα και λαϊκό νοικοκύρη να γίνεται μικρόψυχος και χρηματόφιλος αστός. Ένα κλάσμα ανθρώπου.Σ’ ένα μικρό – σχεδόν ελάχιστο – αφήγημα που έγραψε το 1907, υπό τον περίεργο τίτλο «Ἡ κάλτσα τῆς Νώενας», υπάρχει σαν καταληκτική η καταπληκτική ερωτηματική φράση:- «Ἕως πότε θὰ εἴμεθα ἀχαρακτήριστοι Γραικύλοι;»Ιδού, λοιπόν, το πολιτικό μας πρόβλημα, όπως το έθεσε τότε και για τώρα ο Παπαδιαμάντης· γιατί το ερώτημα τούτο παραμένει και τώρα επίκαιρο.Αυτός ήταν ο Παπαδιαμάντης. Ένας μεγάλος συγγραφέας, ο μεγαλύτερος Έλληνας συγγραφέας όλων των εποχών και μεγάλος πνευματικός άνθρωπος, που έζησε μία ζωή στα πλαίσια της αγιοσύνης, έχοντας για συντροφιά την απέραντη αγάπη του για τους φτωχούς ανθρώπους του νησιού του και της πόλης, τον άσβεστο έρωτά του προς τη φύση, και τη θρησκευτική λατρεία του προς τις παραδόσεις, τα ήθη και τα έθιμα της πατρίδας μας. Υπήρξε πνευματικός και ηθικός εργάτης, αγωνιστής της προόδου, της ενημερώσεως, της δικαιοσύνης.

 

Σας ευχαριστώ.

ΑΦΗΣΤΕ ΜΙΑ ΑΠΑΝΤΗΣΗ