Σιδηροδρομική Γέφυρα Ασωπού

Συνοπτική ιστορική αναδρομή από τον Υποναύαρχο εα Σωτήριο Γεωργιάδη ΠΝ
http://www.diplomatikoperiskopio.com/

Είναι γενικότερα διαπιστωμένο ότι πολλά σημαντικά ιστορικά γεγονότα περνούν στις επόμενες γενιές διαστρεβλωμένα και παραποιημένα ή ακόμη και κουτσουρεμένα, γιά να ικανοποιηθούν πολιτικές σκοπιμότητες. Έτσι οι νεότεροι, προκειμένου να ανακαλύψουν την πραγματικότητα, είναι υποχρεωμένοι να κάνουν οι ίδιοι κοπιαστική, χρονοβόρα και ενδελεχή ιστορική έρευνα, πράγμα που συνήθως δεν αποτολμάται, με συνέπεια να διαιωνίζονται οι απατηλές εκδοχές που διοχετεύονται προς κατανάλωση από το ευρύ κοινό.

Ένα από αυτά τα σχετικά πρόσφατα σημαντικά ιστορικά γεγονότα είναι η κατά τη διάρκεια της Γερμανικής, Ιταλικής και Βουλγαρικής κατοχής της Ελλάδας στο Β´ ΠΠ ανατίναξη από συμμάχους δολιοφθορείς, των σιδηροδρομικών γεφυρών του Γοργοπόταμου το 1942, με την υποστήριξη αντιμαχόμενων ένοπλων ομάδων Ελλήνων ανταρτών και του Ασωπού το 1943, χωρίς καμία συμμετοχή Ελλήνων ανταρτών, που δρούσαν στην περιοχή. Η συμμαχική απόφαση του ΣΣΜΑ [Συμμαχικό Στρατηγείο Μέσης Ανατολής], γιά την ανατίναξη μιάς σημαντικής σιδηροδρομικής γέφυρας στην Ελλάδα, είχε αρχίσει να τίθεται σε εφαρμογή από τον Σεπτέμβριο του 1942, προκειμένου να διακοπούν γιά ένα μεγάλο χρονικό διάστημα τις τάξεως των 6 εβδομάδων, οι σιδηροδρομικές γραμμές ανεφοδιασμού του Africa Corps του Γερμανού Στρατηγού Rommel στην βόρεια Αφρική, λόγω της έκτοτε σχεδιαζόμενης από συμμαχικής πλευράς μεγάλης επιθετικής ενέργειας, που εκδηλώθηκε με επιτυχία την 23 Οκτωβρίου 1942 στο μέτωπο του Ελ Αλαμέιν κατά των δυνάμεων του Rommel. Η συμμαχική αυτή επίθεση επέτυχε την 4 Νοεμβρίου 1942 την κάμψη και υποχώρηση των Γερμανικών στρατευμάτων, ενώ η ανατίναξη της γέφυρας του Γοργοπόταμου, δεν κατέστη δυνατό να πραγματοποιηθεί παρά μόνο αργότερα την 26 Νοεμβρίου 1942, λόγω καθυστερήσεων που προκάλεσε ο Αρχικαπετάνιος του ΕΛΑΣ [Ελληνικός Λαϊκός Απελευθερωτικός Στρατός] Άρης Βελουχιώτης, ακολουθώντας σχετικές κατευθύνσεις της Διοικούσας Επιτροπής του ΕΛΑΣ, της ΚΕ του ΚΚΕ [Κεντρική Επιτροπή του Κομμουνιστικού Κόμματος Ελλάδας] και του ΕΑΜ [Εθνικό Απελευθερωτικό Μέτωπο]

Ως προς την ανατίναξη της γέφυρας του Γοργοπόταμου, με την σύμπραξη ένοπλων ομάδων Ελλήνων ανταρτών, πολλά έχουν λεχθεί και γραφτεί. Το 1982 η κυβέρνηση του Ανδρέα Παπανδρέου καθιέρωσε την επέτειο της ανατινάξεως της γέφυρας του Γοργοπόταμου, ως ημερομηνία ετήσιου επίσημου εορτασμού γιά την Εθνική Αντίσταση 1941-44. Γιά την κατά πολύ όμως και αφάνταστα δυσχερέστερη και επικίνδυνη ανατίναξη της γέφυρας του Ασωπού, αποκλειστικά και μόνο από λίγους καταδρομείς της Βρετανικής Κοινοπολιτείας, παρά την άρνηση γιά ενεργό συμμετοχή και συμπαράσταση Ελλήνων ανταρτών του ΕΛΑΣ, στην περιοχή του οποίου έγινε το εγχείρημα, επικρατεί βαθύ σκοτάδι. Το φαράγγι του Ασωπού είναι γνωστό και ως πέρασμα του Εφιάλτη, αφού από αυτή την περιοχή ο Εφιάλτης οδήγησε τους Πέρσες στα νώτα των Σπαρτιατών, που είχαν παραταχθεί στις Θερμοπύλες. Σκοπός αυτής της συνοπτικής ιστορικής αναδρομής, είναι να φωτίσει το μεγαλειώδες και επιτυχέστατο εγχείρημα της ανατινάξεως της γέφυρας του Ασωπού. Ο αναγνώστης θα μπορέσει πληροφορηθεί σημαντικά άγνωστα στους περισσότερους γεγονότα και να βγάλει τα δικά του συμπεράσματα κατά πόσον ευσταθεί το λεγόμενο γιά την επιχείρηση του Γοργοπόταμου, ότι «Χωρίς Ζέρβα δεν γινόταν, χωρίς Άρη δεν πετύχαινε»

Η Εταιρεία Μελέτης Ελληνικής Ιστορίας, έχοντας ως βασικό σκοπό την τεκμηριωμένη ανάδειξη πραγματικών περιστατικών, έχει κατά καιρούς εκδώσει βιβλία αναφερόμενα σε διάφορες σημαντικές περιόδους της Ελληνικής διαδρομής. Ένα από αυτά είναι το δίτομο έργο με τίτλο «Ο ΕΦΙΑΛΤΗΣ ΤΗΣ ΕΘΝΙΚΗΣ ΑΝΤΙΣΤΑΣΗΣ», που εκδόθηκε το 2000, του σεμνού και ηρωικού εθελοντή της περιόδου 1941-1944 Θεμιστοκλή [Θέμη] Μαρίνου, ο οποίος πρωταγωνίστησε σε σημαντικά στρατιωτικά γεγονότα της περιόδου αυτής και τα παρουσιάζει με γλαφυρότητα, αντικειμενικότητα, πληρότητα και σεμνότητα, κυρίως από προσωπικές του εμπειρίες. Από αυτή την έκδοση αντλούμε τα περισσότερα στοιχεία που αναφέρονται ακολούθως. Ας σημειωθεί ότι ο Θέμης Μαρίνος πολέμησε στο Αλβανικό Μέτωπο και στη Μάχη της Κρήτης ως έφεδρος Αξιωματικός πυροβολικού. Στην Κρήτη τον συνέλαβαν οι Γερμανοί και αφού δραπέτευσε, συνεργάστηκε με ανταρτικές ομάδες στο νομό Ρεθύμνου. Αργότερα διέφυγε με Υποβρύχιο στην Αίγυπτο και κατετάγη εκεί στην 1η Ελληνική Ταξιαρχία. Αποσπάστηκε ακολούθως στο Βρετανικό Κέντρο Ειδικής Εκπαιδεύσεως (STC 102) στην Παλαιστίνη. Το 1942 οργάνωσε μυστικό δίκτυο πληροφοριών και δολιοφθορών στην Αλεξάνδρεια της Αιγύπτου, διότι την περίοδο εκείνη υπήρχε σοβαρός κίνδυνος καταλήψεώς της από τις Γερμανικές δυνάμεις του Africa Corps, υπό τον Στρατηγό Rommel. Τον Σεπτέμβριο του 1942 επελέγη ως μέλος Βρετανικής ομάδας καταδρομέων, η οποία είχε αποστολή την ανατίναξη Ελληνικών σιδηροδρομικών γεφυρών, γιά τη διακοπή του ανεφοδιασμού των Γερμανικών στρατιωτικών δυνάμεων της Βορείου Αφρικής. Έλαβε μέρος στην επιτυχημένη επιχείρηση ανατινάξεως της γέφυρας του Γοργοπόταμου, που σχεδιάστηκε και διενεργήθηκε από καταδρομείς της Βρετανικής Κοινοπολιτείας, οι οποίοι είχαν ριφθεί με αλεξίπτωτα στην περιοχή γιά το σκοπό αυτό, προερχόμενοι από την Αίγυπτο και έδρασαν με την κάλυψη ένοπλων τοπικών Ελληνικών ανταρτικών ομάδων. Μετά το επιτυχημένο αυτό εγχείρημα, παρέμεινε στις ανταρτοκρατούμενες περιοχές, ως Σύνδεσμος του ΣΣΜΑ και ως εκπαιδευτής δολιοφθορών. Τον Ιούλιο του 1943, κατά την απόβαση των Συμμάχων στη Σικελία, διηύθυνε επιχειρήσεις παραπλανήσεως του εχθρού στην Αιτωλο-Ακαρνανία. Επέστρεψε στην Αίγυπτο τον Ιανουάριο του 1944 και του ανατέθηκε από το ΣΣΜΑ μέχρι τον Νοέμβριο του 1944 αποστολή στα νησιά του Ιονίου, που αφορούσε στην οργάνωση και διοίκηση μυστικού δικτύου πληροφοριών και δολιοφθορών. Αποστρατεύτηκε μετά την λήξη του Β´ ΠΠ με το βαθμό του έφεδρου Βρετανού Ταγματάρχη.


Γιά την πολυδιαφημισμένη επιχείρηση, που επέτυχε την ανατίναξη της γέφυρας του Γοργοπόταμου, την οποία η αριστερά εμφανίζει μονόπλευρα ως μέγα κατόρθωμα πρωτίστως του ένοπλου αντάρτικου ΕΛΑΣ, τον οποίο είχε συγκροτήσει το ΚΚΕ και το ΕΑΜ την περίοδο της κατοχής, πρέπει να σημειωθεί ότι γιά τη σύμπραξη του ΕΛΑΣ με τους καταδρομείς της Βρετανικής Κοινοπολιτείας, που σχεδίασαν και ανέλαβαν το εγχείρημα, οι ΚΕ του ΕΑΜ και του ΚΚΕ, δεν είχαν δώσει τη συγκατάθεσή τους. Ο Αρχικαπετάνιος του ΕΛΑΣ Άρης Βελουχιώτης, στην περιοχή ευθύνης τού οποίου έγινε η επιχείρηση, έλαβε προσωπικά και την τελευταία στιγμή μέρος, αφού πληροφορήθηκε ότι είχε αποφασίσει ο Συνταγματάρχης Ναπολέων Ζέρβας, που διοικούσε τον ΕΔΕΣ [Εθνικός Δημοκρατικός Σύνδεσμος] και το ένοπλο αντάρτικο ΕΟΕΑ [Εθνικές Ομάδες Ελλήνων Ανταρτών] να συμβάλει μόνος του σ’ αυτή την επιχείρηση, υποστηρίζοντας τους συμμάχους δολειοφθορείς με τους άνδρες του. Τη Διοικούσα Επιτροπή του ΕΛΑΣ αποτελούνταν οι:

  1. Θανάσης Κλάρας [Άρης Βελουχιώτης] Αρχικαπετάνιος.
  2. Ανδρέας Τζήμας [Βασίλης Σαμαρινιώτης] Πολιτικός Αρχηγός.
  3. Στέφανος Σαράφης, Συνταγματάρχης, Στρατιωτικός Αρχηγός, απότακτος του στρατιωτικού κινήματος τού Ε. Βενιζέλου τού 1935, ο οποίος προσχώρησε στον ΕΛΑΣ μετά τη σύλληψή του και την εκτέλεση από τον Άρη Βελουχιώτη των 17 ανδρών που τον συνόδευαν, οι οποίοι αρνήθηκαν να ενταχθούν στον ΕΛΑΣ.

Γιά την ανατίναξη μιάς από τις πλέον σημαντικές Ελληνικές σιδηροδρομικές γέφυρες του Ασωπού ή του Γοργοπόταμου ή της Παπαδιάς, ο ΣΣΜΑ αποφάσισε την αποστολή στο όρος Γκιώνα ομάδας δολιοφθορέων από τη Μέση Ανατολή. Η εν λόγω περιοχή βρισκόταν υπό τον έλεγχο του ΕΛΑΣ. Τη δωδεκαμελή συνολικά συμμαχική ομάδα, υπό τον Βρετανό Ταξίαρχο Εντυ Μάγιερς, αποτελούσαν έμπειροι εθελοντές, χωρισμένοι σε τρεις μικρότερες ομάδες. Αυτοί ήταν : Οι Ταγματάρχες Κρίστοφερ Γουντχάουζ [ΚΡΙΣ] και Τζών Κουκ, οι Λοχαγοί Τομ Μπάρνς, Ντένις Χάμσον, Νατ Μπάρκερ, Α. Εντμοντ, Ιντερ Γκίλ, ο Έλληνας Θεμιστοκλής [Θέμης] Μαρίνος, και οι Υπαξιωματικοί Λεν, Μάϊκ και Ντούγκ .

Οι ομάδες επιβιβάστηκαν η κάθε μία σε διαφορετικό αεροσκάφος. Η πρώτη απόπειρα ρίψεως με αλεξίπτωτα έγινε στις 28 Σεπτεμβρίου 1942, αλλά δεν πραγματοποιήθηκε, διότι οι αντάρτες, που είχαν επιφορτιστεί να ανάψουν στο έδαφος προκαθορισμένα φωτεινά σήματα, τα οποία θα κατηύθυναν τη ρίψη των αλεξιπτωτιστών και των υλικών, δεν ανταποκρίθηκαν. Την μεθεπομένη νύχτα της 30ης Σεπτεμβρίου 1942 επαναλήφθηκε η απόπειρα, αλλά ούτε και αυτή τη φορά εμφανίσθηκαν από τους αντάρτες τα απαραίτητα φωτεινά σήματα στο έδαφος. Οι αλεξιπτωτιστές των δύο ομάδων έπεσαν, αλλά σε απόσταση πολλών χιλιομέτρων από το καθορισμένο σημείο. Η τρίτη ομάδα επέστρεψε στο Κάιρο και μετά από ένα μήνα έπεσε στην αγκαλιά του ΕΛΑΣ, τέθηκε υπό περιορισμό από τον Άρη Βελουχιώτη και κατόπιν πολλών περιπετειών και καθυστερήσεων ενώθηκε με τις άλλες δύο ομάδες, που είχαν προηγηθεί. Επί πολλές ημέρες ματαίως οι Βρετανοί καταδρομείς των δύο πρώτων ομάδων αναζητούσαν τον Άρη Βελουχιώτη, αλλά δεν μπορούσαν να έρθουν σε επαφή μαζί του, ενώ η τρίτη ομάδα είχε απομονωθεί από τον Άρη Βελουχιώτη, ο οποίος απέφυγε να την φέρει σε επαφή με τις δύο πρώτες ομάδες. Τελικώς ο Αρχηγός της Αποστολής Ταξίαρχος Μάγιερς, αφού διαπίστωσε ότι ο Άρης Βελουχιώτης κωλυσιεργούσε σκοπίμως, ανέθεσε στον Ταγματάρχη Κρις Γουντχάουζ να προσπαθήσει να έρθει σε επαφή με τον ΕΔΕΣ και τις ΕΟΕΑ του Ναπολέοντα Ζέρβα, που δρούσε στην Ήπειρο. Πράγματι ο Γουντχάουζ, κατόπιν μακράς περιπετειώδους πορείας σε ορεινά και δύσβατα μονοπάτια, κατόρθωσε να έρθει σε επαφή με τον Ναπολέοντα Ζέρβα, από τον οποίον ζήτησε βοήθεια γιά την πραγματοποίηση της επιχειρήσεως. Ο Ναπολέων Ζέρβας δέχτηκε με ενθουσιασμό να συμπράξει, οπότε ο Άρης Βελουχιώτης, για να μην πέσει ο ΕΛΑΣ στη δυσμένεια του ΣΣΜΑ και παράλληλα δημιουργηθεί αλγεινή εντύπωση στην κοινή γνώμη, πήρε μόνος του την απόφαση να λάβει μέρος στην επιχείρηση, χωρίς την έγκριση της ΚΕ του ΕΑΜ και του ΚΚΕ. Η απόφαση αυτή του Άρη Βελουχιώτη είχε σκοπό, να μην αφήσει το Ναπολέοντα Ζέρβα να πάρει όλη τη δόξα από την επιτυχία της επιχειρήσεως, αλλά και να μη σταματήσουν οι Βρετανοί τις ρίψεις οπλισμού, υλικών και των χρυσών λιρών, με τις οποίες εφοδίαζαν τον ΕΛΑΣ για τα λειτουργικά του έξοδα και τη μισθοδοσία των Ελασιτών.

Τελικά η επιχείρηση ανατινάξεως της φρουρούμενης από Ιταλούς γέφυρας του Γοργοπόταμου, μήκους 210 μέτρων και ύψους 30 μέτρων, την οποία επέλεξε ο Αρχηγός της Αποστολής Ταξίαρχος Μάγιερς, έγινε μετά αλλεπάλληλες μακρές καθυστερήσεις με επιτυχία την νύκτα της 25ης προς την 26η Νοεμβρίου 1942, από τους συμμάχους δολιοφθορείς με την κάλυψη Ελλήνων ενόπλων ανταρτών του ΕΛΑΣ και του ΕΔΕΣ, ενώ η επιδίωξη του ΣΣΜΑ ήταν να είχε πραγματοποιηθεί πριν από την συμμαχική επίθεση στο Ελ Αλαμέιν, που άρχισε την 23η Οκτωβρίου 1942. Γιά την επισκευή και επαναχρησιμοποίηση της γέφυρας του Γοργοπόταμου από τους Γερμανούς, χρειάστηκαν 6 εβδομάδες.

Σιδηροδρομική Γέφυρα Ασωπού

Τον Μάιο του 1943, ο Ταξίαρχος Μάγιερς, έχοντας στα πλαίσια των σχεδιαζόμενων θερινών συμμαχικών αποβατικών επιχειρήσεων στη Σικελία εντολή από το ΣΣΜΑ να αποτολμήσει παραπλανητικές ενέργειες, που περιελάμβαναν και την ανατίναξη της σιδηροδρομικής γέφυρας του Ασωπού, η οποία βρισκόταν σε περιοχή υπό τον έλεγχο του ΕΛΑΣ, ζήτησε τη σύμπραξη ανταρτών του Άρη Βελουχιώτη. Ο Αρχικαπετάνιος του ΕΛΑΣ αρχικά μεν δεν αρνήθηκε, υπό την προϋπόθεση ότι το ΣΣΜΑ θα του διέθετε όπλα, πυρομαχικά, υλικά και λίρες γιά να εξοπλίσει δύναμη 1.000 ανταρτών, μετέπειτα όμως, αφού διερεύνησε την φρουρούμενη από Τάγμα Γερμανών άκρως δυσπρόσιτη γέφυρα του φαραγγιού τού Ασωπού, που συνέδεε δύο σιδηροδρομικές σήραγγες, ανάμεσα στις κατακόρυφες πλευρές του φαραγγιού, αποφάνθηκε ότι το εγχείρημα θα ήταν πολύ υψηλού κινδύνου και χωρίς ελπίδες επιτυχίας. Την ίδια στάση τήρησαν οι ΚΕ του ΕΑΜ και του ΚΚΕ και δεν δέχτηκαν να βοηθήσει ο ΕΛΑΣ τους συμμάχους στην ανατίναξη της γέφυρας του Ασωπού. Τελικά την πραγματικά απίστευτα δύσκολη και επικίνδυνη επιχείρηση ανέλαβαν ολιγάριθμοι σύμμαχοι εθελοντές δολιοφθορείς, οι οποίοι γιά να προσεγγίσουν την γέφυρα του Ασωπού έπρεπε να κατέβουν με σχοινιά, μεταφέροντας επίσης φορτωμένοι τα απαραίτητα όπλα και εκρηκτικά. Επειδή ούτε σχοινιά βρήκαν στην περιοχή, αναγκάστηκαν να ζητήσουν να τους σταλούν με αεροπλάνο από την Αίγυπτο. Στην πρώτη τους προσπάθεια να φθάσουν τη γέφυρα του Ασωπού στις 23 Μαΐου 1943, διαπίστωσαν ότι τα σχοινιά τους δεν ήταν αρκετά και αναγκάστηκαν να παραγγείλουν πρόσθετα σχοινιά από την Αίγυπτο. Στις 16 Ιουνίου 1943, εξαμελής μόνο ομάδα συμμάχων εθελοντών δολιοφθορέων, επανέλαβε τις εξαιρετικά υπεράνθρωπές και ιδιαίτερα επικίνδυνες προσπάθειες υπονομεύσεως της γέφυρας του Ασωπού και επέτυχε να αντιμετωπίσει την ισχυρότατη Γερμανική φρουρά και να την ανατινάξει τις πρώτες μεταμεσονύκτιες ώρες της 21 Ιουνίου 1943. Οι Γερμανοί ανέλαβαν την επείγουσα επισκευή της γέφυρας του Ασωπού και μετά 10 εβδομάδες η γέφυρα ξαναλειτούργησε. Τα συμπεράσματα δικά σας.

ΑΦΗΣΤΕ ΜΙΑ ΑΠΑΝΤΗΣΗ