Επιστήμονες πιστοποιούν σε νέα έρευνα την κλοπή καλλιτεχνικών έργων στην Ανατολική Γερμανία. Σε αναζήτηση συναλλάγματος οι αρχές δήμευαν και πουλούσαν έργα στη Δύση και σε οίκους δημοπρασίας.Το Γερμανικό Κέντρο για την Απώλεια Καλλιτεχνικών Αγαθών πιστοποιεί σε συνεργασία με την Υπηρεσία Διαχείρισης των Αρχείων της Στάζι την «αφαίρεση» καλλιτεχνικών έργων στην Ανατολική Γερμανία (DDR). Στην έκθεση αυτή, έκτασης 112 σελίδων, συμπεριλαμβάνονται 450 ντοκουμέντα και 2.000 υπογεγραμμένα έγγραφα που προέρχονται από τα αρχεία της Στάζι, της ανατολικογερμανικής μυστικής υπηρεσίας.

Η διερεύνηση της προέλευσης των έργων τέχνης γνώρισε μεγάλη άνθιση με την υπόθεση Γκούρλιτ το 2013. Μια ομάδα ειδικών εξέταζε την αυθεντικότητα των έργων που είχε στην κατοχή του ο γιος του Κορνήλιου Γκούρλιτ, ο οποίος δραστηριοποιούνταν ως έμπορος τέχνης την εποχή του εθνικοσοσιαλισμού στη Γερμανία.

Μέχρι τότε πολύ λίγα πράγματα ήταν γνωστά για το τι συνέβαινε με τους καλλιτεχνικούς θησαυρούς στην Ανατολική Γερμανία. Σύμφωνα με την έκθεση, καλλιτεχνικά έργα δεν αφαιρέθηκαν από τους νόμιμους κατόχους τους μόνο την περίοδο του Ναζισμού αλλά και μετά τον πόλεμο κατά τη διάρκεια της σοβιετικής ζώνης κατοχής και στη συνέχεια επί DDR.

Μουσεία και αντιφρονούντες στο στόχαστρο

Μπορεί οι κλοπές να ήταν λιγότερες στην Ανατολική Γερμανία σε σύγκριση με την περίοδο του Εθνικοσοσιαλισμού, ωστόσο «υπάρχουν ορισμένοι παραλληλισμοί» όπως ανέφερε στην Deutsche Welle o Ούβε Χάρτμαν, από το Κέντρο Απώλειας Καλλιτεχνικών Έργων στο Μαγδεμβούργο.

Στις αρχές της δεκαετίας του 1970 οι αρχές της Ανατολικής Γερμανίας είχαν αρχίσει να βάζουν στο στόχαστρο τους καλλιτεχνικούς θησαυρούς των κρατικών μουσείων. Σε αυτά υπήρχαν πίνακες μεγάλης αξίας, πορσελάνες και γλυπτά το οποία σε παλαιότερες εποχές κοσμούσαν παλάτια και ανήκαν σε ευγενείς.

Στο στόχαστρο των αρχών δεν βρέθηκαν όμως μόνο οι καλλιτεχνικοί θησαυροί των μουσείων αλλά και φυσικών προσώπων. Ο πρώην έμπορος τέχνης Χέλμουτ Μάισνερ την άνοιξη του 1982 εκλήθη από την αστυνομία της Δρέσδης «για τη διαλεύκανση μιας υπόθεσης». Οι αρχές τον ρώτησαν σχετικά με την τεράστια συλλογή έργων τέχνης που διέθετε και αντέδρασαν με τη συνήθη τακτική τους, όπως αναφέρει ο Ούβε Χάρτμαν. «Επέβαλλαν αστρονομικά ποσά ως φορολογία στους κατόχους με αποτέλεσμα να τους αναγκάζουν να μετατρέπουν τα έργα τέχνης σε απλά προϊόντα εμπορίου».

Η Στάζι και η αστυνομία κατέσχεσαν το σύνολο της συλλογής του ζεύγους Μάισνερ και την τοποθέτησαν στην εταιρεία «Τέχνη και Αντίκες ΕΠΕ» του Σαλκ-Γκολοντκόβσκι, του επίσημου «κυνηγού» συναλλάγματος της DDR. Τα έργα τέχνης πωλούνταν στη συνέχεια στη Δύση με στόχο να ενισχυθούν τα οικονομικά της χώρας φέρνοντας συνάλλαγμα.

Δεν θα υπάρξουν διεκδικήσεις

Ακόμα και αντιφρονούντες, στους οποίους οι αρχές είχαν επιτρέψει να ταξιδέψουν στη Δυτική Γερμανία, αναγκάζονταν την τελευταία στιγμή να πουλήσουν ό,τι αντικείμενα αξίας διέθεταν, όπως πορσελάνες, κοσμήματα, έργα τέχνης, πολύτιμα βιβλία. Εξαναγκάζονταν να τα πουλήσουν και δεν μπορούσαν πάρουν τίποτα μαζί τους στη Δύση. Τα σπίτια όσων κατέφευγαν παράνομα στη Δύση σφραγίζονταν και δεν μπορούσαν να μπουν μέσα ούτε οι κοντινοί συγγενείς, ούτε καν τα παιδιά και οι γονείς. Η περιουσία τους περιερχόταν ολόκληρη στα χέρια του κράτους.

Και δεν ήταν μόνο αυτό. Η σοσιαλιστική Ανατολική Γερμανία κατασκεύαζε μαζικά κατοικίες. Ολόκληρα οικοδομικά τετράγωνα με πανομοιότυπα διαμερίσματα. Όσοι ηλικιωμένοι έμεναν σε παλιές αρχοντικές κατοικίες εξαναγκάζονταν από τις αρχές να εγκαταλείψουν τα σπίτια τους και να μετακομίσουν σε αυτές τις μικρές κατοικίες. Και σαν να μην αρκούσε αυτό οι αρχές τους αφαιρούσαν έργα τέχνης, αλλά και διάφορα άλλα αντικείμενα αξίας. Όπως δηλώνει στην Deutsche Welle o Ούβε Χάρτμαν, οι αρχές ήταν πολύ καλά οργανωμένες. Είχαν ειδικές αποθήκες όπου συγκέντρωναν τα έργα αλλά και χώρους, στους οποίους τα παρουσίαζαν στους εμπόρους τέχνης από τη Δύση, οι οποίοι και τα αγόραζαν.

Για τον Γερμανό ειδικό, η έρευνα που δημοσιεύθηκε τώρα αποτελεί τομή για την επιστήμη της προέλευσης των έργων τέχνης. Είναι απίθανο πάντως να υπάρξουν διεκδικήσεις. Το αποδεικτικό υλικό είναι τις περισσότερες φορές εξαιρετικά ισχνό.

Χάικε Μουντ

Επιμέλεια: Μαρία Ρηγούτσου

ΑΦΗΣΤΕ ΜΙΑ ΑΠΑΝΤΗΣΗ