Παρεμβαίνοντας στις μετεκλογικές ζυμώσεις ο πρόεδρος του συνδικάτου Verdi προειδοποιεί ότι συμμετοχή των Φιλελευθέρων στην κυβέρνηση εγκυμονεί κινδύνους για τα δικαιώματα των εργαζομένων.Είναι γνωστό ότι τα συνδικάτα αποτελούν παραδοσιακό στήριγμα του γερμανικού Σοσιαλδημοκρατικού Κόμματος (SPD). Αυτό ισχύει κατ’ εξοχήν για το συνδικάτο Verdi, που εκπροσωπεί εκατομμύρια εργαζόμενους στον τομέα των υπηρεσιών. Μιλώντας στη Γερμανική Ραδιοφωνία (DLF) ο νέος επικεφαλής του συνδικάτου Φρανκ Βέρνεκε επικροτεί την προεκλογική τακτική που ακολούθησε ο νικητής των βουλευτικών εκλογών στη Γερμανία, ο Σοσιαλδημοκράτης Όλαφ Σολτς. Παράλληλα όμως, παρεμβαίνοντας στις μετεκλογικές διαπραγματεύσεις που βρίσκονται σε πλήρη εξέλιξη μεταξύ των πολιτικών κομμάτων, προειδοποιεί ότι η συμμετοχή των Φιλελευθέρων (FDP) στην κυβέρνηση συνασπισμού θα επιφέρει κινδύνους για τα δικαιώματα των εργαζομένων.

«Με εντυπωσίασε το ότι ο Όλαφ Σολτς και η ομάδα του είχαν πιστέψει στην επιτυχία από την αρχή», τονίζει ο Φρανκ Βέρνεκε. «Για να πω την αλήθεια πριν το καλοκαίρι ήμουν πολύ επιφυλακτικός αν θα τα καταφέρουν, για να το διατυπώσω κομψά. Ασφαλώς ήταν μία μεγάλη επιτυχία και για τον ίδιο προσωπικά. Αποδείχθηκε σωστή η στρατηγική να βγει μπροστά, να προβληθεί ως εγγυητής μίας ορθής διακυβέρνησης. Αλλά ταυτόχρονα, νομίζω, το SPD κέρδισε από την ανάδειξη της κοινωνικής ατζέντας σε αυτόν τον προεκλογικό αγώνα, αυτό άλλωστε επιβεβαιώνουν και οι δημοσκοπήσεις». Ο επικεφαλής του Verdi υπενθυμίζει μάλιστα ότι ο Όλαφ Σολτς παρέμεινε σταθερός στις θέσεις του, κάτι που προφανώς ενισχύει την αξιοπιστία του. Για παράδειγμα η αύξηση του κατώτατου ωρομισθίου στα 12 ευρώ δεν ήταν ένα προεκλογικό πυροτέχνημα, αλλά μία σαφής και διαχρονική πολιτική θέση, την οποία ο Σολτς είχε εκφράσει για πρώτη φορά λίγες ημέρες μετά τις βουλευτικές εκλογές του 2017.

«Αναδιανομή» προς όφελος των ισχυρών;

Ο Φρανκ Βέρνεκε επισημαίνει ότι το εκλογικό αποτέλεσμα ήταν σαφές και κατά συνέπεια «είναι πολύ πιθανή» η συμμετοχή του Φιλελεύθερου Κόμματος, μαζί με τους Πράσινους, σε μία κυβέρνηση συνασπισμού υπό τον Όλαφ Σολτς. Για την οποία ωστόσο εκφράζει ανησυχία: «Τουλάχιστον η μέχρι στιγμής εμπειρία μάς δείχνει ότι η συμμετοχή του FDP στην κυβέρνηση συνεπάγεται κινδύνους για τα δικαιώματα των εργαζομένων, κινδύνους για μία αναδιανομή εισοδήματος προς όφελος των ισχυρών» λέει ο επικεφαλής του Verdi. «Και όταν βλέπω τις προεκλογικές εξαγγελίες του FDP, για παράδειγμα την κατάργηση της εισφοράς αλληλεγγύης για τους πλούσιους και μία μείωση των κρατικών εσόδων κατά δέκα δισεκατομμύρια, από την οποία μόνο όσοι έχουν κάποια οικονομική επιφάνεια μπορούν να επωφεληθούν, νομίζω ότι όλα αυτά είναι μία δύσκολη αφετηρία διαπραγμάτευσης. Ασφαλώς θα πρέπει να δούμε που μπορεί να επέλθει συμφωνία. Το εκλογικό αποτέλεσμα του FDP είναι αξιοσέβαστο, αλλά απέχει πολύ από την πλειοψηφία».

Το φρένο του χρέους φρενάρει και τις …επενδύσεις

Μία από τις «κόκκινες γραμμές» των Σοσιαλδημοκρατών είναι η αύξηση του κατώτατου ωρομισθίου. Ο αντίλογος λέει ότι αυτό δεν μπορεί να αποφασίζεται με άνωθεν εντολή, παρά μόνο με συμφωνία των κοινωνικών εταίρων. Αλλά ο επικεφαλής του Verdi έχει δικά του αντεπιχειρήματα: «Δυστυχώς σε πολλές περιπτώσεις η αυτόνομη διαπραγμάτευση των κοινωνικών εταίρων δεν λειτουργεί. Διότι είτε δεν υπάρχει συνομιλητής από την πλευρά των εργοδοτών για να υπογράψουμε μία συλλογική σύμβαση εργασίας, είτε αυτός που υπάρχει δεν επιθυμεί συλλογική σύμβαση εργασίας. Για παράδειγμα στην φροντίδα των ηλικιωμένων υπάρχουν μεν σύνδεσμοι εργοδοτών, αλλά ο μοναδικός στόχος τους είναι να αποτρέψουν την υπογραφή συλλογικής σύμβασης…»

Αντιπαραθέσεις προκαλεί και το περίφημο «φρένο του χρέους» που δυσχεραίνει τον νέο δανεισμό του κράτους και κατοχυρώνεται πλέον στο γερμανικό Σύνταγμα. Προεκλογικά οι Σοσιαλδημοκράτες είχαν εξαγγείλει μία διαφορετική πολιτική,ωστόσο λίγες μέρες μετά τις εκλογές ο συμπροεδρεύων του SPD Νόρμπερτ Βάλτερ-Μπόργιανς πρότεινε έναν συμβιβασμό στο «φρένο του χρέους» ως αντάλλαγμα για τη συμμετοχή των Φιλελευθέρων στην κυβέρνηση Σολτς, με το επιχείρημα πως ούτως ή άλλως οι Σοσιαλδημοκράτες δεν διαθέτουν στη Βουλή την απαραίτητη πλειοψηφία δύο τρίτων, ώστε να τροποποιήσουν τη συνταγματική ρήτρα. Η άποψη του Φρανκ Βέρνεκε είναι ότι «τα τελευταία χρόνια το φρένο του χρέους έχει γίνει φρένο για τις επενδύσεις και αυτό είναι εμφανές στα κρατίδια εκείνα που δεν έχει γίνει η απαραίτητη επένδυση στον εκσυγχρονισμό των υποδομών, των νοσοκομείων για παράδειγμα. Το εκλογικό αποτέλεσμα είναι δεδομένο και φαίνεται ότι δεν υπάρχει επαρκής πλειοψηφία στην Ομοσπονδιακή Βουλή για την τροποποίηση του Συντάγματος. Επομένως πρέπει να δούμε ποιες εναλλακτικές λύσεις έχουμε και θεωρώ ότι έχουμε λύσεις. Οι ειδικοί υπολογίζουν τις απαραίτητες επενδύσεις σε 460 δισεκατομμύρια ευρώ για τα επόμενα δέκα χρόνια- δηλαδή 45 δις τον χρόνο- και αυτά τα χρήματα μπορούν να βρεθούν χωρίς να καταργήσουμε το φρένο του χρέους, παρά μόνο αξιοποιώντας τα περιθώρια νέου δανεισμού που μας αφήνει ο ισοσκελισμένος προϋπολογισμός…»

Στέφαν Ντέτγιεν (DLF)

Επιμέλεια: Γιάννης Παπαδημητρίου

ΑΦΗΣΤΕ ΜΙΑ ΑΠΑΝΤΗΣΗ