Περισσότεροι από 5 εκατομμύρια άνθρωποι ζουν στην περιοχή του Ρουρ. Eίναι η πιο πυκνοκατοικημένη περιοχή της Γερμανίας. Τι ενώνει και τι διαφοροποιεί τις έντεκα πόλεις του Ρουρ παρουσιάζεται σε μια έκθεση στο Έσσεν.H «Άγρια Δύση» βρίσκεται συνήθως στα τοπία των ΗΠΑ του 19ου αιώνα. Ωστοσο και στη Γερμανία υπάρχει μια περιοχή που κάποτε λεγόταν πρωσική «Άγρια Δύση». Είναι η περιοχή του Ρουρ. Ακριβώς πριν από 100 χρόνια εκεί έγινε μια σειρά διοικητικών μεταρρυθμίσεων με στόχο την οργάνωση της περιοχής. Το Μουσείο Ρουρ στο Έσσεν παρουσιάζει μια έκθεση αφιερωμένη στην ιστορία της περιοχής από την Κυριακή 13 Σεπτεμβρίου έως τις 9 Μαΐου.

«100 χρόνια περιοχή του Ρουρ. Η άλλη μητρόπολη» είναι ο τίτλος της έκθεσης στην περιοχή με τους περίπου πέντε εκατομμύρια κατοίκους. Μια από τις μεγαλύτερες μητροπολιτικές περιοχές στη Γερμανία. Γιατί όμως 100 χρόνια; Διότι μόλις στις 4 Μαΐου 1920 με την ίδρυση της Οικιστικής Ένωσης του Ρουρ (SVR) – με ολοκληρωμένο σχέδιο για την κυκλοφορία, την πολεοδομία και το πράσινο – η περιοχή του Ρουρ, γνωστή για τα ανθρακωρυχεία της, εμφανίστηκε επίσημα για πρώτη φορά. «Η ημερομηνία ισχύει σήμερα ως η γέννηση του περιφερειακού σχεδιασμού στη Γερμανία », εξηγεί ο συνεπιμελητής της έκθεσης Φρανκ Κέρνερ.

Η μοναδικότητα της περιοχής

Περισσότερα από 1.000 εκθέματα από περισσότερους από 200 δανειστές δίνουν τη δυνατότητα στους επισκέπτες να γνωρίσουν την τεράστια ποικιλομορφία της περιοχής. Η έκθεση χωρίζεται σε επτά θεματικά κεφάλαια και η περιοχή παρουσιάζεται ως πολιτική μητρόπολη από την εποχή που ήταν βιομηχανικό κέντρο άνθρακα και χάλυβα. Ακόμη φωτίζει τις προκλήσεις για την υποδομή και τον προγραμματισμό της κυκλοφορίας, την εμφάνιση και τη σημασία του αθλητισμού, της επιστήμης, του πολιτισμού αλλά και σημαντικών εκδηλώσεων. «Θέλουμε να δώσουμε στον επισκέπτη τη δυνατότητα να κατανοήσει ότι η περιοχή του Ρουρ είναι πραγματικά μοναδική», λέει ο Κέρνερ.

Αυτό υποδηλώνεται ήδη από το κίτρινο χρώμα των ενδείξεων που συνοδεύουν ολόκληρη την έκθεση. Αυτές οι κιτρινόμαυρες ενδείξεις κυκλοφορίας που χρησιμοποιήθηκαν από τη δεκαετία του 1920 στην περιοχή του Ρουρ επεκτάθηκαν από εκεί σε ολόκληρη τη Γερμανία. Μια λωρίδα 100 φωτιζόμενων φωτογραφιών, τραβηγμένες από γνωστούς φωτογράφους της εποχής, μεταφέρουν στον επισκέπτη την ατμόσφαιρα της περιοχής, την ποικιλομορφία της αρχιτεκτονικής, των τοπίων και των ανθρώπων. Η μοναδικότητά όμως της περιοχής βρίσκεται κυρίως στις αντιφάσεις της. Η περιοχή του Ρουρ είναι μια από τις μεγαλύτερες μητροπολιτικές περιοχές της Ευρώπης, ωστόσο δεν διαθέτει ενιαίο πολεοδομικό και διοικητικό χαρακτήρα, όπως συμβαίνει σε άλλες περιοχές της Ευρώπης. «Όλες οι προσπάθειες της ενοποίησης των δυο πρώην πρωσικών επαρχιών, όπως για παράδειγμα συνέβη με το Βερολίνο, ήταν ανεπιτυχείς», δηλώνει ο διευθυντής του Μουσείου του Ρουρ Χάινριχ Τέοντορ Γκρύτερ.

Οι περισσότεροι φοιτητές αλλά και οι περισσότεροι άνεργοι

Οι διαρθρωτικές αλλαγές, οι συνέπειες της παρακμής που ήρθαν με το χρόνο, η διαχείριση του άνθρακα και του χάλυβα που διαμόρφωσε την ταυτότητα της περιοχής είναι όλες αυτές οι αντιφάσεις που προσδίδουν αυτόν τον πολύ ιδιαίτερο χαρακτήρα, λέει ο διευθυντής του μουσείου Χάινριχ Τέοντορ Γκρύτερ και συμπληρώνει: «Η περιοχή φιλοξενεί τις περισσότερες εταιρείες που είναι εισηγμένες στο δείκτη DAX στη Γερμανία αλλά είναι και η περιοχή με το μεγαλύτερο ποσοστό ανεργίας και δύσκολα μπορεί να ακολουθήσει την οικονομική ανάπτυξη που υπάρχει στην υπόλοιπη Γερμανία. Παράλληλα, έχει τον υψηλότερο αριθμό φοιτητών και τον μεγαλύτερο αριθμό ανθρώπων που παίρνουν κοινωνικό βοήθημα».

«Η περιοχή είναι ένα παράδειγμα για το πώς η ιστορία δεν εξελίσσεται ομαλά», λέει ο συνεπιμελητής Φρανκ Κέρνερ και υπενθυμίζει ότι οι απαρχές της ΕΕ βρίσκονται στην περιοχή του Ρουρ. Ο πρόδρομος ήταν η Ευρωπαϊκή Κοινότητα Άνθρακα και Χάλυβα (ΕΚΑΧ), στο επίκεντρο της οποίας βρέθηκε η βιομηχανία άνθρακα και χάλυβα. Το τέλος αυτού του τομέα της βιομηχανίας συνεχίζει όμως να επηρεάζει την περιοχή. «Οι διαρθρωτικές αλλαγές στην περιοχή του Ρουρ δεν έχουν ούτε ολοκληρωθεί ούτε τελειώσει ακόμη» καταλήγει ο Φρανκ Κέρνερ.

Φρανκ Μπρεντσνάιντερ

Επιμέλεια: Μαρία Ρηγούτσου

ΑΦΗΣΤΕ ΜΙΑ ΑΠΑΝΤΗΣΗ