Δυο περίπου εβδομάδες πριν τις ομοσπονδιακές εκλογές της 24ης Σεπτεμβρίου στη Γερμανία ένα μεγάλο ποσοστό των ψηφοφόρων εξακολουθεί να δηλώνει ότι δεν γνωρίζει τι θα ψηφίσει. Συνεπάγεται αυτό ενίσχυση των άκρων;Οι αναποφάσιστοι είναι αυτοί που θα κρίνουν σε μεγάλο βαθμό τις επικείμενες εκλογές και κυρίως τη σύνθεση της νέας κυβέρνησης αφού το ποσοστό τους υπολογίζεται στο 50% περίπου. Αυτό τουλάχιστον προκύπτει από σχετικές δημοσκοπήσεις, όπου ένας στους δυο πολίτες δηλώνει ότι δεν έχει αποφασίσει ακόμη ποιο κόμμα θα ψηφίσει. Αυτή ακριβώς η μερίδα των ψηφοφόρων μπαίνει φυσικά τώρα στο στόχαστρο όλων των κομμάτων λίγες μέρες πριν τις εκλογές.

Σπάνε οι πολιτικοί δεσμοί

Γιατί όμως δηλώνουν αναποφάσιστοι τόσοι πολλοί άνθρωποι; Γιατί δεν μπορούν να αποφασίσουν τι θα ψηφίσουν; Στο ερώτημα αυτό επιχείρησε να απαντήσει ο Τομπίας Ρότμουντ, ειδικός σε θέματα πολιτικής ψυχολογίας από το Πανεπιστήμιο του Κόμπλεντς-Λάνταου, μιλώντας στη Γερμανική Ραδιοφωνία Deutschlandfunk:

«Εκτιμώ ότι σε αυτό συνέβαλαν δυο γενικές τάσεις. Αφενός από τη δεκαετία του 1970 άρχισαν να διαρρηγνύονται οι παραδοσιακοί πολιτικοί δεσμοί με τα μεγάλα κόμματα. Αυτό σημαίνει ότι μειώνεται συνεχώς ο αριθμός των ανθρώπων που συνδέονται ή ταυτίζονται διαρκώς με ένα συγκεκριμένο κόμμα. Στις αρχές του 1980 ήταν ακόμη το 80% των πολιτών ενώ σήμερα περίπου 60%. Αυτό σημαίνει ότι έχουμε να κάνουμε με έναν αυξανόμενο αριθμό μετακινούμενων ψηφοφόρων που αποφασίζουν για κάθε εκλογική αναμέτρηση ξεχωριστά».

Η απαξίωση των πολιτικών

Η δεύτερη τάση που μπορεί να δικαιολογήσει τον υψηλό αριθμό των αναποφάσιστων, σύμφωνα με τον ειδικό, είναι η απαξίωση της πολιτικής: «Για να είμαστε ακριβείς, όχι απαξίωση της πολιτικής, αλλά των πολιτικών. Πρόσφατα δημοσιευμένη έρευνα του Ιδρύματος Μπέρτελσμαν επιβεβαιώνει τα στοιχεία μας. Περίπου το ένα τρίτο των εγγεγραμμένων ψηφοφόρων εκφράζουν δυσπιστία έναντι των παραδοσιακών κομμάτων. Το φαινόμενο αυτό αποτελεί τη ρίζα αυτού που σήμερα ονομάζουμε λαϊκισμό. Μπορούμε να εκτιμήσουμε ότι ένα μεγάλο μέρος των αναποφάσιστων δυσκολεύεται να ψηφίσει ένα από τα κόμματα που κατεβαίνουν σε αυτές τις εκλογές».

Ο Τομπίας Ρότμουντ εκτιμά ότι είναι εξαιρετικά δύσκολο για τα κόμματα, κυρίως τα μεγάλα, να προσεγγίσουν αυτή τη μερίδα των ψηφοφόρων. Μεγάλο μέρος αυτών που τελικά θα ψηφίσουν θα προτιμήσουν μάλλον τα άκρα, όπως εκτιμά:

«Οι έρευνές μας καταδεικνύουν ότι υπάρχει ένα μεγάλο ποσοστό ανθρώπων που είτε δεν θέλουν να ψηφίσουν, είτε φλερτάρουν με τα πολιτικά άκρα, κυρίως το AfD (σσ. το εθνολαϊκιστικό κόμμα Εναλλακτική για τη Γερμανία) και την Αριστερά. Το να προσπαθήσεις μέσα σε λίγες εβδομάδες να πείσεις αυτούς τους ανθρώπους να εκφράσουν την εμπιστοσύνη τους σε ένα από τα παραδοσιακά κόμματα είναι εξαιρετικά δύσκολο».

Είναι όμως εν τέλει καλός ή κακός για τη δημοκρατία ένας τόσο μεγάλος αριθμός αναποφάσιστων;

«Ο μεγάλος αριθμός των αναποφάσιστων δεν είναι προβληματικός. Αντιθέτως, θα έλεγα ότι εκφράζει και τη διάθεση των πολιτών να ασχολούνται σε κάθε εκλογική αναμέτρηση εκ νέου με τα κόμματα και τα προγράμματά τους. Αυτό που όμως είναι προβληματικό είναι η μεγάλη δυσαρέσκεια υπό την έννοια της δυσπιστίας και της απόρριψης των παραδοσιακών κομμάτων. Υπονόησα πριν ότι το ένα τρίτο των ψηφοφόρων δηλώνει ότι σε μεγάλο βαθμό συμμερίζεται βασικές θέσεις του λαϊκισμού. Αυτό θα πρέπει να μας ανησυχεί».

DLF / Κώστας Συμεωνίδης

ΑΦΗΣΤΕ ΜΙΑ ΑΠΑΝΤΗΣΗ