Συνέντευξη του συγγραφέα Απόστολου Σπανού στον Ελπιδοφόρο Ιντζέμπελη.

Ο Απόστολος Φ. Σπανός γεννήθηκε το 1969 στη Νότιο Αφρική και έζησε στη Μυτιλήνη. Σπούδασε θεολογία και δημοσιογραφία στην Αθήνα και συνέχισε τις σπουδές του σε μεταπτυχιακό επίπεδο, στον τομέα της Βυζαντινής Παλαιογραφίας.

Ζει στο Κριστιανσάντ της Νορβηγίας με τη σύζυγο του Ιρίνα και τα δυο τους παιδιά, την Αλεξάνδρα και τον Φώτιο, και υπηρετεί ως αναπληρωτης καθηγητής στο Τμήμα Θρησκείας, Φιλοσοφίας και Ιστορίας του Πανεπιστημίου του Άγκντερ (Agder).

Τα ερευνητικά του ενδιαφέροντα κινήθηκαν για αρκετά χρόνια στο χώρο της Βυζαντινής Ιστορίας, της Εκκλησιαστικής Ιστορίας και της Παλαιογραφίας, πριν στραφούν πρόσφατα στα πεδία της καινοτομίας και της πολιτικής χρήσης της θρησκείας, κυρίως της χριστιανικής. Έχει μεταφράσει το βιβλίο “Ιστορία της Καρδιάς από την Αρχαιότητα ώς τις μέρες μας”. Το “Βλέμμα του Θεού” είναι η πρώτη του λογοτεχνική προσπάθεια.

Ερ: Ποια ήταν η αφορμή για να γραφεί το μυθιστόρημα «Το βλέμμα του Θεού», εκδόσεις Μπαρτζουλιάνος;

 

Απ: Η αφορμή ήταν μια δύσκολη περίοδος στη ζωή μου, από την οποία χρειαζόμουν να δραπετεύσω. Οι αιτίες ήταν δύο. Η πρώτη, ότι ήθελα να μοιραστώ με τον αναγνώστη τη θεωρία μου για τον πολιτισμό, ο οποίος μπορεί να κατανοηθεί ως μια σειρά επτά σχέσεων: τη σχέση με τον εαυτό μας, με τους άλλους, με τον φυσικό και τον μεταφυσικό κόσμο, με τον θάνατο, τον χρόνο και τον έρωτα. Σε αυτή τη θεωρία στηρίζεται το μυθιστόρημα. Η δεύτερη αιτία ήταν ότι, ζώντας σε μια χώρα άκρως σεξουαλική αλλά ελάχιστα ερωτική, είχα την ανάγκη να γράψω ένα κείμενο-ύμνο στον έρωτα, ένα κείμενο που να αναδεικνύει ότι χωρίς έρωτα ούτε ο παράδεισος δεν έχει την ίδια ομορφιά. Γι αυτό και έδωσα πρωταγωνιστικό ρόλο στους πρώτους κατοίκους του παραδείσου, τον Αδάμ και την Εύα. Όσο για τον βασικό στόχο του μυθιστορήματος, αυτός είναι να μοιραστώ με τον αναγνώστη στοιχεία από την πολιτισμική ιστορία της Ευρώπης και να συζητήσω μαζί του θέματα αυτογνωσίας.

 

 

 

Ερ: Μέσα στο μυθιστόρημα υπάρχει μια βαθιά αναζήτηση των ηρώων και μια προσπάθεια να χτιστούν σχέσεις που θα έχουν δοκιμαστεί μέσα από τη φιλία. Μήπως όλα αυτά μας ενθαρρύνουν για να ξεπεράσει η νεολαία την αβεβαιότητα και την ανασφάλεια που αντιμετωπίζει;

 

Απ: Μακάρι! Το ερώτημα βέβαια είναι γιατί αισθάνεται η νεολαία ανασφάλεια. Μιλάμε σήμερα σε όλη την Ευρώπη για την οικονομική κρίση, η οποία όμως οφείλεται σε κρίση αρχών, αξιών και ιδανικών. Χαρακτηριστικά στοιχεία αυτής της ουσιαστικής κρίσης (η οικονομική κρίση ξεπερνιέται εύκολα, αν αντιμετωπίσουμε την ηθική και πνευματική) είναι ότι έχει υποβαθμιστεί η σημασία του συναισθήματος, η σημασία της φιλίας και του έρωτα (στο τελευταίο δυστυχώς έχει παίξει αρνητικό ρόλο και η Εκκλησία). Οι Κινέζοι λένε ότι ο άνθρωπος χρειάζεται φτερά και ρίζες. Η αναζήτηση των πρωταγωνιστών μου είναι τα φτερά τους, αυτά που θα τους οδηγήσουν στην αλήθεια. Η φιλία τους είναι οι ρίζες που τους δίνουν την αυτοπεποίθηση που χρειάζονται για να μπορέσουν να δουν μέσα τους και να βρουν τη δύναμη που απαιτεί το τίναγμα των φτερών.

 

 

 

Ερ: Εκτός από τους βασικούς σας ήρωες φωτίζετε και άλλα πρόσωπα. Θα έλεγε κανείς πως όλους αυτούς τους χαρακτήρες τους συναντούμε και σήμερα στην κοινωνία;

 

Απ: Ναι, όλοι μου οι πρωταγωνιστές είναι άνθρωποι απλοί και αναγνωρίσιμοι, και αυτό είναι κάτι βασικό στη συγγραφή μου. Δεν πιστεύω τόσο στους ακραίους χαρακτήρες, όσο στους καθημερινούς ανθρώπους, στη δύναμη της καθημερινότητας. Ο κάθε άνθρωπος μπορεί να είναι ήρωας, μπορεί να αλλάξει τον κόσμο, αλλάζοντας πρώτα τον μικρόκοσμό του, αφού κοιτάξει μέσα του, βρει την αλήθεια και τα ιδανικά που την εκφράζουν, και την πραγματώσει στη ζωή του. 

Ερ: Η μορφή του δόκιμου καλόγερου είναι μια ενδεικτική  περίπτωση ενός νέου που απογοητεύεται από τη ζωή. Είναι όμως και αυτή μια λύση;

Απ: Όχι. Ο Θεός δεν είναι παυσίπονο, ούτε τσιρότο, είναι Αγάπη. Και ο έρωτας μαζί Του, δηλαδή η μοναχική ζωή, δεν είναι, δεν μπορεί να είναι, μια κάποια «λύση» στα προβλήματα, ένα είδος ανώδυνης αυτοκτονίας. Είναι επιλογή ζωής, επιλογή ολοκληρωτικού δοσίματος. Τότε μόνο έχει αξία και περιεχόμενο. Η αντίληψη του μοναχισμού ως «λύσης» μεταμορφώνει τα μοναστήρια σε αποθήκες ναυαγίων και τον μοναχισμό σε ένα είδος ψυχοναρκωτικού ή ευθανασίας, κάτι που μου είναι αδύνατον να δεχθώ.

 

 

 

Ερ: Ο δόκιμος καλόγερος αγαπά μια κοπέλα. Ενώ ξέρει τα αισθήματά της αντιστέκεται. Μπορεί ο έρωτας να επικρατήσει τελικά;

 

Απ: Το σημαντικό είναι ότι όχι απλώς την αγαπά, κάτι που δείχνει σεβόμενος τις επιλογές της, αλλά ταυτόχρονα είναι ερωτευμένος μαζί της, με όλη του τη δύναμη. Δεν νομίζω ότι αντιστέκεται. Απλώς, όταν συνειδητοποιεί τα συναισθήματά της, έρχεται αντιμέτωπος με ένα βαρύ δίλημμα, αυτό της ζυγαριάς ανάμεσα στον Θεό και τον ερωτικό σύντροφο. Το ερώτημα είναι αν θα κατορθώσει να ξεφύγει από την θρησκειοποιημένη αντίληψη περί Θεού, η οποία τον παρουσιάζει σαν έναν ζηλιάρη εραστή που είναι τάχα έτοιμος να τιμωρήσει όποιον τον «προδώσει» και όχι ως τον Θεό της απόλυτης αγάπης. Ας μην ξεχνάμε πως ο Θεός δίδαξε ότι ο καλύτερος τρόπος να Του δείξουμε τα συναισθήματά μας είναι να τα εκφράσουμε στη σχέση μας με τον συνάνθρωπο, πως παραδέχθηκε ως μόνο λάθος Του το ότι έπλασε τον Αδάμ μόνο του στον παράδεισο και πως για να διορθώσει το συγκεκριμένο λάθος έπλασε για τον Αδάμ έναν ερωτικό σύντροφο.

 

 

 

Ερ: Στο μυθιστόρημα υπάρχουν επτά γρίφοι. Η αποκωδικοποίηση ενός κειμένου μπορεί και να μας φέρει μπροστά σε απρόσμενες εκπλήξεις;

 

Απ: Αναμφίβολα. Κάθε κειμένου. Πολύ περισσότερο όταν οι γρίφοι καθρεφτίζουν έννοιες όπως ο πολιτισμός, ο έρωτας, ο θάνατος, και όταν το κείμενο είναι ένα εξοβελισμένο από την Εκκλησία κεφάλαιο της Παλαιάς Διαθήκης.

 

Ερ: Αν και εκδώσατε το πρώτο σας μυθιστόρημα το αναγνωστικό κοινό σας γνωρίζει και ως μεταφραστή. Πώς προέκυψε η μετάφραση της Ιστορίας της καρδιάς του Νορβηγού Χόισταντ, από τις εκδόσεις Μπαρτζουλιάνος;

 

Απ: Η Ιστορία της καρδιάς είναι ένα εξαιρετικό βιβλίο, το οποίο μέσα από τη συμβολική χρήση της καρδιάς στον πολιτισμό από την Αρχαιότητα μέχρι τις μέρες μας, οδηγεί τον αναγνώστη, κυρίως τον ευρωπαίο αναγνώστη, στο να γνωρίσει καλύτερα τον εαυτό του και την πολιτισμική του ταυτότητα. Είναι ένα κείμενο που με ενθουσίασε ως αναγνώστη, γι αυτό και ανέλαβα τη μετάφρασή του, μια πολύτιμη εμπειρία. Το καταπληκτικό είναι ότι κλείνει με τις δύο λέξεις που ανοίγουν το μυθιστόρημά μου: Γνώθι σαυτόν.

 

Ερ: Ανήκετε στους Έλληνες της διασποράς αφού διδάσκετε στην Νορβηγία. Πώς ξεκίνησε το προσωπικό σας ταξίδι;

 

Απ: Μέσα από τα βυζαντινά χειρόγραφα της Μονής Λειμώνος στη Λέσβο. Το Πανεπιστήμιο του Άγκντερ έχει νοικιάσει εδώ και είκοσι σχεδόν χρόνια ένα μετόχι της μονής, το οποίο έχει μετατρέψει σε θερινό κέντρο σπουδών. Μελετώντας τα χειρόγραφα της μονής ήρθα σε επαφή με τους ανθρώπους του πανεπιστημίου, επισκέφτηκα τη Νορβηγία, ερωτεύτηκα τη φύση και την οργάνωσή της, και να μαι στη Σκανδιναβία να νοσταλγώ τον τόπο μας.

 

Ερ: Αν στο μέλλον σας προσφέρουν μια ανάλογη θέση στο Ελληνικό Πανεπιστήμιο, θα επιστρέφατε στην πατρίδα μας;

 

Απ: Δύσκολα. Αν ήμουν μόνος, ο πειρασμός θα ήταν τεράστιος. Ως σύζυγος και πατέρας, όμως, σκέφτομαι το μέλλον των αγαπημένων μου. Και δεν μπορώ να ιεραρχήσω την καριέρα μου πάνω από την ευτυχία εκείνων που με κάνουν ευτυχισμένο. Αν είχα τη συγκατάθεση της οικογένειάς μου και αν το πανεπιστήμιο στην Ελλάδα μου εξασφάλιζε αντίστοιχες συνθήκες έρευνας, ναι, θα ερχόμουν. Είναι δύσκολο να εκφράσω με λόγια τη συγκίνηση που νιώθω (όπως κάθε Έλληνας δάσκαλος της διασποράς, είμαι βέβαιος) κάθε φορά που μου δίνεται η ευκαιρία να διδάξω στην Ελλάδα  ως επισκέπτης καθηγητής.

 

 

 

ΑΦΗΣΤΕ ΜΙΑ ΑΠΑΝΤΗΣΗ