«Θα τα καταφέρουμε» υποσχόταν στους Γερμανούς η καγκελάριος Άγκελα Μέρκελ τον Αύγουστο του 2015. Σήμερα, πέντε χρόνια μετά, μόλις το 50% των προσφύγων έχει ενσωματωθεί στην αγορά εργασίας.Χάος στη Γερμανία, το καλοκαίρι του 2015. Το δύσκολο εκείνο καλοκαίρι διαδέχθηκε ένα ακόμα πιο προβληματικό φθινόπωρο. Κάθε μήνα κατέφθαναν δεκάδες χιλιάδες πρόσφυγες και μετανάστες. Πολύ δύσκολα οι γερμανικές αρχές έφερναν εις πέρας τη δύσκολη αποστολή που τους ανατέθηκε από τη μια μέρα στην άλλη. Τον Αύγουστο η καγκελάριος Μέρκελ είπε, σχεδόν αυθόρμητα, μια πρόταση στέλνοντας μήνυμα αισιοδοξίας στους πολίτες: «Θα τα καταφέρουμε». Η πρόταση εμψύχωσε κάποιους και ενόχλησε κάποιους άλλους.

Πώς όμως λειτούργησε η ενσωμάτωση στην αγορά εργασίας των σχεδόν 800.000 αιτούντων άσυλο που ήρθαν στη Γερμανία; Ποτέ στο παρελθόν η χώρα δεν είχε δεχθεί στο έδαφός της τόσους πρόσφυγες και μετανάστες. Το 1992 ως συνέπεια των πολέμων στην πρώην Γιουγκοσλαβία αναζήτησαν καταφύγιο στη Γερμανία περίπου 400.000.

Πολλοί πρόσφυγες, ιδίως εκείνοι από τη Συρία, δεν ήταν προετοιμασμένοι για μια μετανάστευση στη Γερμανία. Επαγγελματική κατάρτιση και δεξιότητες δεν ανταποκρίνονταν σε όσα ζητούσε η γερμανική αγορά εργασίας. Πέντε χρόνια μετά το απόγειο της προσφυγικής κρίσης η ενσωμάτωση προσφύγων και μεταναστών στην αγορά εργασίας έχει ακόμα πολύ δρόμο μπροστά της. Αρκεί να αναλογιστούμε ότι μόλις το 50% περίπου των προσφύγων, που ήταν σε θέση να εργαστούν, έχουν βρει θέση εργασίας. Από αυτούς μόνο οι μισοί έχουν δουλειά αντίστοιχη με την επαγγελματική τους κατάρτιση, δηλώνει στο γερμανικό πρακτορείο ειδήσεων ο Ντάνιελ Τέρτσενμπαχ, μέλος του προεδρείου της Ομοσπονδιακής Υπηρεσίας Εργασίας (ΒΑ) με έδρα τη Νυρεμβέργη.

Το 80% έχει προσωρινή άδεια παραμονής

Σύμφωνα με την υπηρεσία, στη Γερμανία η διαδικασία ενσωμάτωσης προσφύγων και μεταναστών στην αγορά εργασίας είναι πιο επιτυχής από ότι σε άλλες χώρες. Μεγάλες διαφορές διαπιστώνονται ωστόσο και μεταξύ των ίδιων των μεταναστών. Ο Ντάνιελ Τέρτσενμπαχ λέει ότι το γεγονός αυτό οφείλεται και στους παραδοσιακούς ρόλους σε πολλές μεταναστευτικές οικογένειες. Οι γυναίκες, για παράδειγμα, απέχουν συχνά από την αγορά εργασίας, διότι ασχολούνται με την ανατροφή των παιδιών. Για τον λόγο αυτό δεν λαμβάνουν μέρος στα ειδικά μαθήματα ενσωμάτωσης και επαγγελματικής κατάρτισης.

Υπάρχουν ωστόσο και αρκετά νομικά εμπόδια, τα οποία πρέπει να ξεπεράσουν οι πρόσφυγες για να εισέλθουν στην αγορά εργασίας. Ένα σημαντικό ποσοστό έχει μόνο προσωρινή άδεια παραμονής ορισμένου χρόνου στη Γερμανία. Από τα 1,36 εκατομμύρια πρόσφυγες, οι οποίοι ζουν πλέον στη Γερμανία, το 80% έχει άδεια παραμονής για συγκεκριμένο χρονικό διάστημα.

Η αιτιολογία αυτής της πολιτικής απόφασης σχετίζεται με το επιχείρημα ότι από τη μια πλευρά οι γερμανικές αρχές θέλουν να προστατέψουν όσους χρήζουν ασύλου, από την άλλη όμως δεν θέλουν να δώσουν κίνητρα σε εν δυνάμει μετανάστες να αναζητήσουν ένα καλύτερο αύριο στη Γερμανία.

Η πανδημία πλήττει και τους πρόσφυγες

Επικριτές της πολιτικής αυτής τονίζουν ότι πλήττει και πολλούς Σύρους, οι οποίοι δεν είναι σε θέση να επιστρέψουν στη πατρίδα τους χωρίς να θέσουν σε κίνδυνο τη ζωή τους. Την ίδια στιγμή όμως πρόσφυγες με προσωρινή άδεια παραμονής δυσκολεύονται να ενσωματωθούν στην Γερμανία, ενώ παράλληλα η αβεβαιότητα, σχετικά με τη παραμονή, αποτρέπει εργοδότες από μια ενδεχόμενη πρόσληψή τους. Εκτός αυτού μεγάλα είναι και τα εμπόδια για την επανένωση οικογενειών.

Η κρίση του κορωνοϊού κάνει ακόμα πιο δύσκολη την κατάσταση. Πρόσφυγες χωρίς επαγγελματική κατάρτιση έχουν μεγαλύτερες δυσκολίες από ότι παλαιότερα να βρουν δουλειά. Και σαν να μην έφθανε αυτό όσοι έχουν θέση εργασίας τη χάνουν ευκολότερα λόγω της πανδημίας, λέει το μέλος του προεδρείου της Ομοσπονδιακής Υπηρεσίας Εργασίας: «Χωρίς κατάρτιση και γερμανικά η απώλεια της θέσης εργασίας είναι δυστυχώς αρκετά συχνή», καταλήγει ο Ντάνιελ Τέρτσενμπαχ.

Μίχαελ Ντονχάουζερ, Μαρτίνα Χέρτσογκ, Μπαζίλ Βέγκενερ (dpa)

Επιμέλεια: Στέφανος Γεωργακόπουλος

ΑΦΗΣΤΕ ΜΙΑ ΑΠΑΝΤΗΣΗ