Σε σταδιακή και πολύ προσεκτική άρση των περιοριστικών μέτρων συμφώνησαν χθες η γερμανίδα καγκελάριος Μέρκελ και οι 16 πρωθυπουργοί των ομόσπονδων κρατιδίων. Κριτική αλλά και κατανόηση από τους οικονομολόγους.Την καταρχήν ικανοποίησή τους για τη δρομολογηθείσα σταδιακή άρση των περιοριστικών μέτρων στη Γερμανία εκφράζουν κορυφαίοι οικονομολόγοι που μίλησαν στην εφημερίδα Handelsblatt. Μοναδική εξαίρεση ο πρόεδρος του Ινστιτούτου της Οικονομίας στην Κολωνία, Μίχαελ Χύτερ, ο οποίος επιρρίπτει στην καγκελάριο Μέρκελ και τους 16 πρωθυπουργούς των ομόσπονδων κρατιδίων έλλειψη θάρρους. «Δεν καταλαβαίνω γιατί η γερμανική κυβέρνηση είναι τόσο διστακτική. Ανοίγουν μόνον τα μαγαζιά έως 800 τ.μ. Και όλα τα υπόλοιπα παραμένουν ως έχουν», επισημαίνει ο πρόεδρος του προσκείμενου στους εργοδότες ινστιτούτου. Την ίδια ώρα επιρρίπτει στους κυβερνώντες ότι δεν στάθμισαν σωστά τις δραματικές οικονομικές και κοινωνικές συνέπειες του lockdown.

«Αυτό που επιρρίπτω στην πολιτική είναι ότι τις τελευταίες τρεις εβδομάδες δεν αναζήτησε επαρκώς τρόπους διεξόδου από το lockdown. Όλες οι προετοιμασίες που πρόκειται να γίνουν τις επόμενες δυο εβδομάδες για το άνοιγμα των σχολείων και την ενίσχυση του προσωπικού στις υγειονομικές υπηρεσίες έπρεπε να έχει γίνει ήδη».

Ύφεση άνω του 5%;

Σε διαμετρικά αντίθετο μήκος κύματος ωστόσο εκφράζονται την ίδια ώρα άλλοι κορυφαίοι γερμανοί οικονομολόγοι. Την πλήρη κατανόησή του για την ακολουθούμενη πολιτική της κυβέρνησης εξέφρασε ο επικεφαλής των λεγόμενων σοφών της γερμανικής οικονομίας (συμβούλιο οικονομικών εμπειρογνωμόνων της κυβέρνησης) Λαρς Φελντ. «Ήταν αναμενόμενο να υπάρξει μόνο μια πολύ προσεκτική χαλάρωση των μέτρων διότι η κυβέρνηση θέλει να αποφύγει πάση θυσία ένα δεύτερο κύμα επιδημίας. Και αυτό ενόσω η βάση δεδομένων για την εξέλιξη της πανδημίας συνεχίζει να μην είναι ικανοποιητική».

Βέβαια, όπως τονίζει ο επιφανής οικονομολόγος, με ό,τι αυτό συνεπάγεται για την οικονομία. «Κάθε εβδομάδα περιοριστικών μέτρων μειώνει τις οικονομικές επιδόσεις», επισημαίνει ο Λαρς Φελντ, εκτιμώντας ότι η παράταση της απαγόρευσης επαφών θα οδηγήσει πιθανότατα σε μείωση του γερμανικού ΑΕΠ την τρέχουσα χρονιά μεγαλύτερη του 5%. Την περασμένη εβδομάδα τα οικονομικά ινστιτούτα προέβλεπαν ακόμη μείωση της τάξης του 4,2%.

Όχι σε βεβιασμένη άρση των μέτρων

Κατανόηση για την προσεκτική χαλάρωση των μέτρων εκφράζει και το προσκείμενο στα συνδικάτα Ινστιτούτου Μακροοικονομίας και Αναπτυξιακών Ερευνών ΙΜΚ. «Καλά κάνουν ομοσπονδιακή κυβέρνηση και κρατίδια που χαλαρώνουν προσεκτικά και όχι βεβιασμένα τους περιορισμούς στις επαφές», σχολιάζει ο επικεφαλής του ΙΜΚ Ζεμπάστιαν Ντούλιεν. Το ινστιτούτο προειδοποιούσε μάλιστα προ ημερών για τους κινδύνους που συνεπάγεται τυχόν εσπευσμένο άνοιγμα όλων των καταστημάτων. Όπως επισήμανε το ΙΜΚ, τυχόν κατακόρυφη αύξηση των κρουσμάτων θα οδηγούσε στην επιβολή νέων μέτρων και αυτό θα καθυστερούσε ακόμη περισσότερο την επιστροφή την κανονικότητα.

Στο ίδιο μήκος κύματος και ο πρόεδρος του Γερμανικού Ινστιτούτου Οικονομικών Ερευνών Μαρσέλ Φράτσερ ο οποίος επαινεί την κυβέρνηση Μέρκελ για το γεγονός ότι ενεργεί με γνώμονα τα δεδομένα και τους αριθμούς και όχι τους συναισθηματισμούς και τις απαιτήσεις που εκφράζονται. «Αυτό ενισχύει την εμπιστοσύνη των πολιτών», όπως λέει. Εξάλλου, σύμφωνα με τον ίδιο, και η οικονομία δεν θα ωφελούνταν εάν αποφασιζόταν τώρα ένα γρήγορο exit από τα μέτρα και ακολουθούσε ένα δεύτερο κύμα επιδημίας με αναγκαστικά νέα μέτρα.

Κώστας Συμεωνίδης

ΑΦΗΣΤΕ ΜΙΑ ΑΠΑΝΤΗΣΗ