Παρά τις διαδοχικές εκλογικές ήττες σε τοπικό επίπεδο το SPD παραμένει στην ομοσπονδιακή κυβέρνηση συνασπισμού. Επίσπευση προγραμματικών αλλαγών και αιτήματα για νομοθετικά μέτρα και καλύτερη διακυβέρνηση.Αν και η βασική ευθύνη για τις μεγάλες απώλειες ψήφων που σημείωσε το SPD στη Βαυαρία και στο κρατίδιο της Έσσης αποδίδεται στον τρόπο λειτουργίας του κυβερνητικού συνασπισμού στο Βερολίνο, στα κομματικά όργανα των Σοσιαλδημοκρατών δεν τέθηκε ούτε θέμα αποχώρησης από την κυβέρνηση ούτε παραίτησης της προέδρου του κόμματος Αντρέα Νάλες ή και άλλων μελών της ηγεσίας. Όπως όμως επισημαίνουν πολιτικοί αναλυτές, η βασική πρόκληση για τους Σοσιαλδημοκράτες παραμένει: Η ηγεσία του κόμματος θα πρέπει να καθησυχάσει έναν αυξανόμενο αριθμό μελών που ζητά την έξοδο από την κυβέρνηση και παράλληλα να δώσει στο SPD μια αναγνωρίσιμη ταυτότητα που θα το κάνει να διαφέρει αισθητά από τις άλλες πολιτικές δυνάμεις.

Οι προβολείς στραμμένοι αλλού

H χθεσινή ανακοίνωση της Άγκελα Μέρκελ ότι δεν θα διεκδικήσει πλέον την προεδρία των Χριστιανοδημοκρατών δίνει μεν μια ανάσα στο SPD επειδή τα φώτα της δημοσιότητας τις επόμενες εβδομάδες θα είναι στραμμένα στην CDU. Όμως, τα χρονικά περιθώρια για την ηγεσία των Σοσιαλδημοκρατών είναι πολύ στενά. Προκειμένου να ανταπροκριθεί στο πρόταγμα για καλή διακυβέρνηση και να πετύχει συγχρόνως την ανανέωση του κόμματος, το προεδρείο του SPD έθεσε τρεις στόχους: Πρώτον, ένα χρονοδιάγραμμα των κυβερνητικών εταίρων για την υλοποίηση νομοθετικών μέτρων που αφορούν την οικονομική στήριξη παιδικών σταθμών και οικογενειών, όπως και την καθιέρωση της βασικής σύνταξης. Δεύτερον, επίτευξη συμφωνίας με τα χριστιανικά κόμματα ως προς τον τρόπο λειτουργίας του κυβερνητικού συνασπισμού και τρίτον, επίσπευση των διαδικασιών προκειμένου να διασαφηνιστούν οι πολιτικές αρχές του κόμματος.

Αρχική πρόθεση της προέδρου του SPD Αντρέα Νάλες ήταν η εσωκομματική συζήτηση για τις προγραμματικές αλλαγές να ολοκληρωθεί ως τα τέλη 2019. Δεδομένης όμως της δραματικής κατάστασης στην οποία έχει περιέλθει το κόμμα, οι σχετικές αποφάσεις θα παρθούν στις αρχές Ιανουαρίου.

Παναγιώτης Κουπαράνης, Βερολίνο

ΑΦΗΣΤΕ ΜΙΑ ΑΠΑΝΤΗΣΗ