Γράφει ο καθηγητής στο πανεπιστήμιο Πειραιώς κ. Νίκος Κοτζιάς.

Αύριο ψηφίζουμε και έχει σημασία να εξετάσουμε και να θυμόμαστε το πιο είναι το πραγματικό πρόβλημα της Ελλάδας. Ο προσδιορισμός του καθορίζει, επίσης, τις επιλογές μας.

Ποια έχουν ευθύνες;

Στην Ελλάδα παίζεται ένα περίεργο επικοινωνιακό παιχνίδι από τα κυρίαρχα ΜΜΕ, τους εκπροσώπους της τρόικας, τον διεθνή τύπο. Εμφανίζεται ως κίνδυνος για το αύριο της χώρας η αριστερά και ο κόσμος πιέζεται να στηρίξει τον δικομματισμό. Αυτόματα προκύπτει το εύλογο ερώτημα: μα δεν έχουν ευθύνες όσες πολιτικές δυνάμεις κυβέρνησαν τα τελευταία 35 χρόνια, πρόσωπα που είναι υπουργοί εδώ και είκοσι χρόνια; Δεν έχουν καμία ευθύνη για την κατάσταση της χώρας οι ηγετικές σε αυτήν κοινωνικές και οικονομικές ομάδες; Μπορεί να φταίνε «μόνο» οι εργαζόμενοι, οι νέοι, οι έχοντες απολέσει το δικαίωμα σε δουλειά και ζωή; Στα ίδια πλαίσια, εντύπωση προκαλούν ορισμένοι  ακαδημαϊκοί που στηρίζουν το σύστημα και ομιλούν για τη χώρα και τους εργαζόμενους σε αυτήν με τρόπο που κάθε άλλο δείχνει πόνο και αγωνία για το μέλλον της. Που επειδή δεν βρίσκουν την αναγνώριση που θα ήθελαν στην ελληνική κοινωνία –και πώς να βρουν με αυτά που λένε- έχουν αποφασίσει να λένε τα χείριστα σε βάρος της Ελλάδας στα διεθνή μέσα. Η ελπίδα τους είναι να γίνουν αποδεκτοί και τύχουν αναγνώρισης από μεγάλα συμφέροντα του εξωτερικού.

Τα ερωτήματα που προκύπτουν, παραπέρα, είναι δύο: πρώτον, είναι δυνατό η χώρα να κυβερνηθεί από αυτούς που την έφεραν στην κατάσταση που την έφεραν; Είναι δυνατό αύριο να ψηφίσουμε τους υπεύθυνους για αυτή την κατάσταση; Και γιατί να το κάνουμε; Για να μην βγουν οι «επικίνδυνοι» της αριστεράς; Και αν το κάνουμε με βάση τους εκβιασμούς τους, πόσοι πραγματικοί κίνδυνοι υπάρχουν όλοι αυτοί που ήδη μας καταστρέφουν, να βάλουν στην χώρα ταφόπλακα; Διότι ποια είναι η εγγύηση ότι αυτοί που απέτυχαν και κατέστρεψαν τι χώρα θα είναι αύριο καλύτεροι, πιο προσεκτικοί και με μεγαλύτερη σοφία; Ποιοι είναι η εγγύηση; Ότι δεν θα τιμωρηθούν; Ούτε καν εκλογικά; Χωρίς να απομακρυνθούν από την εξουσία; Δεν υπάρχει πιο ανορθόλογο επιχείρημα από εκείνο που υποστηρίζει ότι ο αποτυχημένος μπορεί να γίνει δια μαγείας επιτυχημένος μόνο και μόνο επειδή το διαβεβαιώνει ατιμώρητα ο ίδιος.

Τι διδάχτηκαν αν διδάχτηκαν;

Το δεύτερο ερώτημα είναι αν όλα αυτά που λένε προεκλογικά οι καταστροφείς της χώρας έχουν βάση. Αν οι υποσχέσεις που δίνουν προκύπτουν από την μέχρι τώρα πρακτική τους. Πιο συγκεκριμένα, τι λένε τα δίδυμα αδέλφια του δικομματισμού; Ότι θα κάνουν επαναδιαπραγμάτευση. Μα θα κάνουν «επαναδιαπραγμάτευση» αυτοί που δεν διαπραγματευτήκαν; Το ερώτημα δεν το εννοώ μόνο νοηματικά, αλλά κύρια επί της ουσίας. Όταν επί χρόνια έλεγαν ότι ως μικροί και χρεωμένοι δεν μπορούν να διαπραγματευτούν, πώς θα το κάνουν σήμερα που είμαστε ακόμα περισσότερο χρεωμένοι; Δικαιολογημένα μπορεί κάποιος να αντιτάξει ότι πάθανε και μάθανε. Μπορεί να συμβεί κάτι τέτοιο; Από την πείρα μου θαύματα δεν συμβαίνουν κάθε μέρα, αλλά και η κατάσταση είναι τόσο ιδιαίτερη που μπορούμε να επιτρέψουμε στον εαυτό μας να κάνουμε για μια στιγμή μια τέτοια υπόθεση.

Αν πράγματι, λοιπόν, τα δίδυμα του δικομματισμού μάθανε γιατί πάθανε, τότε όφειλαν να μας πουν τι κατά τη γνώμη τους δεν έκαναν τα τελευταία 15 χρόνια, ιδιαίτερα τα 3 τελευταία. Τι διδάχτηκαν και τι συμπεράσματα έβγαλαν από αυτή τη διδαχή. Κατά προέκταση να απαντήσουν στο ερώτημα ποιες ακριβώς αλλαγές σχεδιάζουν, τι είναι αυτό που θέλουν να διαπραγματευτούν και σε πιο βαθμό δεσμεύονται έναντι του ελληνικού λαού ότι θα το κάνουν. Δυστυχώς τέλειωσε ο εκλογικός αγώνας και τίποτα από τα πιο πάνω δεν έγινε. Τα αδελφάκια του δικομματισμού δεν απάντησαν σε κανένα ουσιαστικό ερώτημα. Φοβάμαι, ότι όλα δείχνουν ότι το μόνο που εννοούσαν με «επαναδιαπραγμάτευση» είναι η επανάληψη της κοροϊδίας του ελληνικού λαού.

Περί επαναδιαπραγμάτευσης

Υπάρχει και ένα τρίτο ερώτημα. Όλο και περισσότερο, τα κόμματα του Μνημονίου, επικαλούνται το νέο κλίμα στην Ευρώπη ως το περιθώριο εντός του οποίου θα κάνουν «επαναδιαπραγμάτευση». Εμφανίζουν δε τον εαυτό τους ως τον μόνο αρμόδιο και ικανό να το κάνει. Και από αυτό τους το προεκλογικό επιχείρημα προκύπτουν πολλαπλά νέα ερωτήματα. Πρώτα-πρώτα πώς μπορούν να αναιρέσουν τις δεσμεύσεις της χώρας όταν δεν είναι σε θέση να αναιρέσουν τις προσωπικές τους δεσμεύσεις; Δηλαδή, τις υπογραφές που έβαλαν σε όλα τα κατάπτυστα κείμενα προκειμένου να μείνουν στην εξουσία ή να αποκτήσουν πρόσβαση σε αυτήν.

Στη συνέχεια θα πρέπει να δώσουν μια εξήγηση: τι ακριβώς συνέβη στην Ευρώπη και αλλάζει το κλίμα; Δεν είναι η άνοδος του Σύριζα; Και αν είναι έτσι, τότε ας παραδεχτούν την αλήθεια ότι η άνοδος του τελευταίου κάθε άλλο παρά αποτέλεσε μια «ήττα» για τους έλληνες και έναν προοπτικό κίνδυνο. Αντίθετα ήταν και είναι μια προοπτική ανακούφισης. Ασφαλώς στην αλλαγή πλεύσης καταλυτική ήταν η ήττα του Σαρκοζί. Αλλά τίνος αδελφό κόμμα είναι ο Σαρκοζί; Πότε διαχώρισαν τη θέση τους από αυτόν;  Προκύπτει κατά προέκταση το ερώτημα, ότι αφού ο Σύριζα συνέβαλε να αλλάξει αυτό το κλίμα στην Ευρώπη, δεν είναι και ο πιο κατάλληλος να το αξιοποιήσει; Αλλά και το κλίμα που αλλάζει πώς ακριβώς θα το αξιοποιήσουν τα αδελφάκια του δικομματισμού; Αυτοί που έλεγαν μετά επιμονής ότι τίποτα δεν μπορεί να αλλάξει από τα μνημόνια, ότι ότι ήταν να πάρουν το πήραν.

Η αλλαγή του κλίματος στην Ευρώπη ως προς τους όρους δανεισμού των κρατών μελών έχει και μια δεύτερη αιτία που πρόκυψε. Είναι τα καταστροφικά αποτελέσματα της πολιτικής που ακολουθήθηκε. Η έλλειψη μιας στρατηγικής ανάπτυξης και η πολιτική ύφεσης που επιβλήθηκε. Το αποτέλεσμα όλων αυτών ήταν καταστροφικά. Το ερώτημα είναι πότε τα αδέλφια του δικομματισμού αντιστάθηκαν σε αυτές τις επιλογές του Βερολίνου; Όταν ψήφισαν τα μνημόνια, τις επικαιροποιήσεις τους, τα συνοδευτικά μέτρα και νόμους; Ή αντιστάθηκαν όταν υποστήριζαν ότι οι γραμμές της τρόικας είναι μονόδρομος; Όταν δεν απαντούσαν στις επιθέσεις που έκαναν οι ξένοι στην Ελλάδα και μάλιστα ορισμένοι τους τις στήριζαν και υπερθεμάτιζαν;

Στα τέλη του 2009 και στις αρχές του 2010 υπήρξε μια μεγάλη αντιπαράθεση ανάμεσα σε εμάς που υποστηρίζαμε ότι το χρέος δεν καταπολεμιέται, ούτε περιορίζεται, με πολιτικές που οδηγούν σε ύφεση και σε εκείνους που θεωρούν ότι μια κοινωνία αρχίζει και τελειώνει σε οικονομικά μεγέθη και ότι τα τελευταία πρέπει να ανάγονται περιοριστικά στα νομισματικά. Όπου οι διάφορες στατιστικές, καθώς και οι αναθεωρήσεις τους, έγιναν σημαντικότερες από τους ανθρώπους. Όπου διαμορφώνονταν μηχανισμοί περιορισμού των δημοσιονομικών με την εξαφάνιση κοινωνικών λειτουργιών. Και σε αυτό τα δίδυμα αδελφάκια δεν μας απαντούν: είχαμε εμείς που κάναμε κριτική στο μνημόνιο δίκαιο ή εκείνοι. Και αν είχαμε εμείς δίκαιο, γιατί να πιστέψει κανείς ότι εκείνοι που χωρίς καμία αμφιβολία οδήγησαν την Ελλάδα στα προβλήματα και από εκεί στην καταστροφή, που είχαν άδικο, μπορούν να εφαρμόσουν καλύτερα το δικό μας δίκαιο; Και αν κατά τη γνώμη τους είχαμε άδικο, τότε αυτή η απόδοση σε εμάς του άδικου και λάθους δεν σημαίνει ότι θέλουν να ακολουθήσουν και πάλι την ίδια γραμμή; Διότι δεν μπορεί να τα έχουν όλα δικά τους, και να λένε ότι τώρα ήρθε η ώρα να αλλάξουν τα δικά τους πεπραγμένα και ταυτόχρονα να λένε ότι αυτοί γνωρίζουν καλύτερα από όλους τους άλλους την αλλαγή των πραγμάτων που εμείς είχαμε ζητήσει εδώ και χρόνια. Διότι δεν μπορεί να λένε ότι εκείνοι είναι η ασφάλεια της συνέχειας και ταυτόχρονα να μας λένε ότι εκείνοι είναι σε θέση να υλοποιήσουν τις αναγκαίες αλλαγές σε αυτό που εκείνοι επέλεξαν και έκαναν.

Τέλος έχω ένα θεμελιακό ερώτημα: όπως έχω αποδείξει πολλαπλώς, και από αυτή τη στήλη, στην Ελλάδα της κρίσης κάποιοι ωφελήθηκαν από την τεράστια ανακατανομή εισοδήματος και πλούτου που έγινε τα τελευταία χρόνια στην Ελλάδα. Κάποιοι κέρδισαν από την άνοδο των τιμών, την καρπώθηκαν. Κάποιοι είναι ευχαριστημένοι ότι δεν κτυπήθηκε ούτε ένα καρτέλ. Επ’ αυτών τα αδέλφια της διαπλοκής δεν μας λένε τίποτα. Ας μας πουν θα κτυπηθούν τα άνομα συμφέροντα; Θα κτυπηθούν τα καρτέλ και οι αυξήσεις τιμών, θα υπάρξει πολιτική υπέρβασης των επιπτώσεων της άγριας ανακατανομής την περίοδο 2000-2012; Και επ’ αυτού σιωπούν! Ακόμα και προεκλογικά σιώπησαν! Διότι δυστυχώς για την αλήθεια μιλάνε οι πράξεις, οι επιλογές και οι πολιτικές τους.

ΑΦΗΣΤΕ ΜΙΑ ΑΠΑΝΤΗΣΗ