Μόλις κυκλοφόρησε από το Ινστιτούτο Νεοελληνικών Σπουδών το βιβλίο, Δ. Κουτσογιάννης,
Γλωσσική διδασκαλία: χθες, σήμερα, αύριο. Ο Δ. Κουτσογιάννης είναι καθηγητής Γλωσσολογίας στο Τμήμα Φιλολογίας του Α.Π.Θ.

Το βιβλίο εστιάζει στη διδασκαλία της ελληνικής γλώσσας. Πρώτος στόχος του είναι να παρουσιάσει την έντονη επιστημονική κινητικότητα που παρατηρείται διεθνώς κατά τις τελευταίες δεκαετίες, ξεκινώντας όμως από το παρελθόν, επειδή η τρέχουσα επιστημονική πραγματικότητα είναι αδύνατο να κατανοηθεί χωρίς τη συνδρομή της ιστορίας.

Δεύτερος στόχος είναι η προσπάθεια για ανάγνωση του βαθύτερου πολιτικού υπόβαθρου της κάθε “πρότασης”. Για να το πετύχει αυτό, ο συγγραφέας επιχειρεί να εγγράψει κάθε πρόταση στα ιστορικά της συμφραζόμενα, που σημαίνει ότι ένας τρίτος βασικός στόχος είναι η σύνδεση του όλου προβληματισμού με την ιστορική μεταβολή και κυρίως με τις εξελίξεις της παγκοσμιοποίησης.

Τέλος, βασικός στόχος του βιβλίου είναι να αξιοποιήσει τη διεθνή και τοπική επιστημονική αναζήτηση, προκειμένου να κατατεθούν συγκεκριμένες προτάσεις για τη (γλωσσική) εκπαίδευση που ξεπερνούν τα επιμέρους παραδείγματα και κινούνται προς την κατεύθυνση της σύνθεσης. Για να γίνει αυτό πιο εύκολο αλλά και για να αναδειχθεί ο σημαντικός ρόλος της τοπικότητας, δίνεται ιδιαίτερη βαρύτητα στη σύνδεση κάθε λόγου με την ελληνική πραγματικότητα.

ΠΡΟΛΟΓΟΣ

Η συνεξέταση ελληνικών και διεθνών επιστημονικών αναζητήσεων δείχνει πολύ εύκολα ότι στην Ελλάδα ο επιστημονικός προβληματισμός σε ζητήματα γλωσσικής διδασκαλίας έχει διανύσει σημαντικά βήματα κατά τα τελευταία χρόνια. Σε αντίθεση με ό,τι συνέβαινε λίγες δεκαε- τίες πριν, όταν τα επιστημονικά συνέδρια και τα επιστημονικά κείμενα στον χώρο της εκπαιδευτικής γλωσσολογίας ήταν περιορισμένα, τώρα τα σχετικά συνέδρια αφθονούν, ενώ τα επιστημονικά κείμενα που δημοσιεύονται στην ελληνική είναι συχνά, από άποψη ποιότητας, εφάμιλλα με αυτά των διεθνών αναζητήσεων. Η κινητικότητα αυτή έχει αποδώσει γόνιμους καρπούς που επηρεάζουν επίσης την εκπαιδευτική πραγματικότητα, αφού στα πιο πρόσφατα Προγράμματα Σπουδών (Π.Σ.) της Ελλάδας και της Κύπρου αναπλαισιώνονται οι πιο σύγχρονες διεθνείς επιστημονικές αναζητήσεις. Έτσι, δεν είναι τυχαίο ότι όροι όπως επικοινωνιακή αντίληψη, δημιουργική γραφή, κειμενο- κεντρικές προσεγγίσεις, κριτικός γραμματισμός και πολυγραμματι- σμοί χρησιμοποιούνται ευρύτατα σε επιστημονικές δημοσιεύσεις, στα Π.Σ. αλλά και μεταξύ των εκπαιδευτικών. Ωστόσο, η μακροχρόνια συνεργασία μου με εκπαιδευτικούς αλλά και οι έρευνές μου δείχνουν ότι, παρά τις σημαντικές αυτές εξελίξεις, στην πράξη οι αλλαγές συχνά είναι μόνο επιφανειακές. Δεν πρόκειται βέβαια για ελληνική πρωτοτυπία, αφού ανάλογες τάσεις παρατηρού- νται στα περισσότερα εκπαιδευτικά συστήματα του κόσμου. Αυτό ερ- μηνεύεται εύκολα, πρωτίστως επειδή οι αλλαγές είναι ραγδαίες, οι θεωρίες και οι εξελίξεις καταιγιστικές, με αποτέλεσμα να είναι δύσκο- λο να τις παρακολουθήσουν ακόμη και οι ειδικοί, και ακόμη δυσκολό- τερο να τις αφομοιώσει η τρέχουσα εκπαιδευτική πραγματικότητα. Υπάρχει όμως και ένας ακόμη λόγος: η επιστήμη έχει πια εξειδικευτεί τόσο πολύ που σπάνια μπορεί κανείς να έχει μια συνολική εικόνα ή σπάνια καταβάλλονται προσπάθειες συνολικής σύλληψης και ερμη- νείας του τι πράγματι συμβαίνει και γιατί. Φαίνεται σαν η ίδια η επι- στήμη από τη μια να εμβαθύνει αρκετά στις επιμέρους αναλύσεις της, αλλά από την άλλη να μην ενδιαφέρεται να συγκροτήσει μια συνολική θεώρησή τους. Αυτή η «αποθέωση του μερικού» (Χριστίδης 1999) είναι δύσκολο να 0 PERIEHOMENA_10/7.indd 11 06/11/2017 10:29 ΓΛΩΣΣΙΚΗ ΔΙΔΑΣΚΑΛΙΑ. ΧΘΕΣ, ΣΗΜΕΡΑ, ΑΥΡΙΟ [ 12 ] κατανοηθεί εκτός της νέας παγκόσμιας πραγματικότητας, όπου επι- στήμονες και εκπαιδευτικοί δεν επιλέγουν απλώς θεωρίες, αλλά, μέσω των συγκεκριμένων κάθε φορά επιλογών, ενεργοποιούν συγκεκριμέ- νου τύπου ταυτότητες: «του σύγχρονου», «του εναλλακτικού», «του κριτικά σκεπτόμενου», «του ψαγμένου» κτλ. Αυτή η πραγματικότητα, που στη διεθνή βιβλιογραφία (βλ. Pavlenko 2014) αποκαλείται «σλο- γκανοποίηση», είναι γενικότερο σύμπτωμα μιας εποχής στην οποία η υπερπροσφορά και, επομένως, η καταναλωτική λογική (αγαθών αλλά και θεωριών) αποτελούν εγγενή χαρακτηριστικά της. Η διαφορά, βε- βαίως, βρίσκεται στο γεγονός ότι σε αρκετές άλλες χώρες, οι οποίες έχουν μεγαλύτερη εμπειρία από μεταρρυθμίσεις, οι αλλαγές μπορεί να μην επείγουν. Η Ελλάδα δεν έχει αυτή την πολυτέλεια, όχι μόνο επειδή η μεταρρύθμιση δεν έγινε ποτέ, όπως επισήμανε ο Αλέξης Δη- μαράς (1973), αλλά επειδή η ισχύουσα οικονομική και θεσμική κρίση στη χώρα επιβάλλει να σχεδιαστούν σημαντικές αλλαγές και στην εκ- παίδευση· για να πραγματοποιηθεί αυτό απαιτείται μια υπέρβαση αυτού που ο Bourdieu (2007: 237) αποκαλεί «ριζοσπαστισμό του συρ- μού» (radical chic), όψη του οποίου αποτελεί και η επιφανειακή αξιο- ποίηση θεωριών ή διδακτικών παραδόσεων. Θα μπορούσα να πω ότι αυτή είναι η αφετηρία και ο βασικός στόχος του παρόντος βιβλίου, να φανεί χρήσιμο ώστε να αρχίσει να αναπτύσσεται μια κατεύθυνση συνολικού (γλωσσο)εκπαιδευτικού σχεδιασμού με την αξιοποίηση θεω- ριών της εκπαιδευτικής γλωσσολογίας και, γενικότερα, των επιστημών του λόγου. Με άξονα τη γενικότερη αυτή αφετηρία, στο παρόν βιβλίο επιχει- ρείται να επιτευχθεί μια σειρά επιμέρους στόχων, οι οποίοι παρατίθε- νται επιγραμματικά στη συνέχεια. Πρώτος στόχος είναι να ομαδοποιηθούν οι κυριότερες επιστημονι- κές αναζητήσεις –στο παρόν βιβλίο ονομάζονται λόγοι – που σχετίζονται με τη γλωσσική διδασκαλία και να περιγραφούν αναλυτικά (βλ. κεφ. 2–6). Η απόπειρα αυτή δεν είναι ιδιαίτερα δύσκολη, αν ληφθεί υπόψη ότι υπάρχει πλούσια σχετική βιβλιογραφία, η οποία παρατίθε- ται στις αναλύσεις κάθε κεφαλαίου. Η δυσκολία έγκειται κυρίως στο επιστημολογικό πλαίσιο ανάγνωσης των ποικίλων γλωσσοδιδακτικών αναζητήσεων που υιοθετείται, επειδή η οργάνωση της επιστημονικής σκέψης δεν είναι ποτέ αθώα και ουδέτερη. Επιλέχθηκε μια συνειδητά πολιτική, με την αριστοτελική έννοια του όρου, προσέγγιση με την υιο- θέτηση ανάλογου θεωρητικού πλαισίου, η οποία εστιάζει επίσης στην ιστορική και κριτική ανάγνωση κάθε πρότασης/λόγου (βλ. κεφ. 1). Στην 0 PERIEHOMENA_10/7.indd 12 06/11/2017 10:37 Πρόλογος [ 13 ] κάλυψη του συγκεκριμένου στόχου δίνεται ιδιαίτερη βαρύτητα, επει- δή η αποτύπωση του επιστημονικού-πολιτικού στίγματος κάθε πρό- τασης αποτελεί βασική προτεραιότητα του βιβλίου. Δεύτερος στόχος είναι να συνδεθεί η πυκνή επιστημονική αναζήτη- ση των τελευταίων δεκαετιών με βαθύτερες αλλαγές στην οικονομία και στην κοινωνία. Η συγκεκριμένη επιλογή επιδιώκεται να καλυφθεί μέσω της αξιοποίησης του προβληματισμού που αναπτύσσουν επι- στημονικές αναζητήσεις οι οποίες επιχειρούν να εγγράψουν/κατανοή- σουν ζητήματα επικοινωνίας και λόγου σε ένα διεθνές, παγκοσμιοποιη- μένο περιβάλλον (βλ. κεφ. 1 και 7). Και η επιλογή αυτή, βέβαια, δεν ήταν εύκολη, επειδή ο επιστημονικός αυτός προβληματισμός δεν έχει επεκταθεί σημαντικά σε ζητήματα (γλωσσικής) εκπαίδευσης. Θεωρώ τον συγκεκριμένο στόχο εξίσου σημαντικό, επειδή συνεισφέρει ιδιαί- τερα στην ιστορική ανάγνωση, στην πολιτική αποτύπωση των γλωσ- σοδιδακτικών προσεγγίσεων, αλλά και προετοιμάζει σε μεγάλο βαθμό την κατάθεση συνολικών προτάσεων (βλ. κεφ. 7). Τρίτος στόχος του βιβλίου είναι να αναδειχθεί ο διάλογος ανάμεσα στις διεθνείς αναζητήσεις και στις ανάλογες που πραγματοποιούνται στη χώρα μας, γι’ αυτό και στο τέλος κάθε κεφαλαίου το ζήτημα αυτό συζητείται με ενδεικτικά παραδείγματα (βλ. κεφ. 2–6). Η διεθνής βι- βλιογραφία είναι ιδιαίτερα πλούσια, όταν επιχειρεί αναγνώσεις ως προς τη διάδοση των γλωσσοδιδακτικών λόγων σε διάφορα εκπαιδευ- τικά συστήματα, αλλά παραμένει ιδιαίτερα φτωχή στον δυναμικό διά- λογο ανάμεσα στο διεθνές και το τοπικό. Αυτός ο διάλογος, που στη διεθνή βιβλιογραφία αποτυπώνεται συνήθως με τους όρους παγκο- σμιοτοπικότητα (glocalization) (βλ. Koutsogiannis & Mitsikopoulou 2004) ή διατοπικότητα (translocalization) (βλ. Koutsogiannis 2015), κα- τανοεί τη συζήτηση ανάλογων θεμάτων στο πλαίσιο ειδικής βιβλιο- γραφίας που έχει αναδείξει σχετικά ζητήματα στην εποχή της παγκο- σμιοποίησης. Η συγκεκριμένη επιλογή κρίνεται άκρως απαραίτητη για το παρόν βιβλίο, προκειμένου να αναδειχθεί ότι η αναπλαισίωση (recontextualization) διεθνών θεωριών σε διαφορετικά επιστημονικά ή εκπαιδευτικά περιβάλλοντα είναι μια σύνθετη ιδεολογική διαδικασία και δεν συνίσταται απλώς σε μια μεταφορά επιστημονικής γνώσης. Τέλος, βασικός στόχος του βιβλίου είναι η προσπάθεια για συνδυα- στική ανάγνωση όλων των παραπάνω εξελίξεων με το πώς αυτές μπο- ρούν να μεταφραστούν σε συγκεκριμένες προτάσεις, τόσο για τη γλωσ- σική διδασκαλία όσο και για την ελληνική εκπαίδευση στο σύνολό της (βλ. κεφ. 7). Επιδιώκω συνειδητά τη μεταφορά αυτή του ενδιαφέροντος GLOSSIKH DIDASKALIA_BOOK.indb 13 23/10/2017 14:06 ΓΛΩΣΣΙΚΗ ΔΙΔΑΣΚΑΛΙΑ. ΧΘΕΣ, ΣΗΜΕΡΑ, ΑΥΡΙΟ [ 14 ] από το επιμέρους (γλωσσικό μάθημα) στο όλο (σχολείο), επειδή πι- στεύω ότι προς αυτή την κατεύθυνση οδηγούν οι πρόσφατες επιστη- μονικές αναζητήσεις αλλά και επειδή έτσι είναι εφικτό να αποτελέσει το παρόν εγχείρημα μια μικρή, έστω, συνεισφορά στη συζήτηση για ουσιαστική και σε βάθος μεταρρύθμιση του ελληνικού εκπαιδευτικού συστήματος. Το παρόν βιβλίο με απασχολεί για περισσότερα από είκοσι χρόνια, τόσο στα μαθήματά μου όσο και σε επιμέρους έρευνες. Μεγάλο μέρος του υλικού, επομένως, συγκεντρωνόταν καθ’ οδόν και στη διαμόρφω- σή του συνεισέφεραν σημαντικά οι συζητήσεις με τους κατά καιρούς φοιτητές μου και με εκπαιδευτικούς, τους οποίους ευχαριστώ. Το στοί- χημα, βέβαια, ήταν η σύνθεση όλων των στόχων που προαναφέρθηκαν και η προσπάθεια τα διάφορα αυτά επίπεδα να είναι μεν ορατά αλλά και παράλληλα να οργανωθούν σε ένα συνεκτικό όλο. Είμαι ευτυχής που το εγχείρημα αυτό ολοκληρώνεται με το παρόν βιβλίο, όχι γιατί νιώθω ότι δεν υπάρχει ανάγκη για περαιτέρω αναζή- τηση – κάθε άλλο μάλιστα –, αλλά επειδή πιστεύω ότι, μετά από τόσα χρόνια αναζητήσεων στο πεδίο αυτό, είναι τώρα καιρός για ανατρο- φοδότηση από την ευρύτερη εκπαιδευτική αλλά και την ειδική επι- στημονική κοινότητα. Πιστεύω, επίσης, ότι η αλλαγή προσανατολι- σμού σε ζητήματα εκπαιδευτικής πολιτικής της χώρας είναι δύσκολο να επιτευχθεί, αν δεν υπάρξει μια βασική προϋπόθεση: η ανάπτυξη επιστημονικής σκέψης που θα ωθεί προς μια επιστημονικά τεκμηριω- μένη κατεύθυνση μεταρρυθμίσεων, κάτι που συνειδητά επιδιώκεται με την παρούσα δημοσίευση. Τέλος, είμαι ιδιαίτερα ευτυχής που την έκδοση του βιβλίου ανέλα- βε το Ινστιτούτο Νεοελληνικών Σπουδών (Ίδρυμα Μανόλη Τριαντα- φυλλίδη) και ευχαριστώ το Διοικητικό του Συμβούλιο που έκανε δεκτό το σχετικό αίτημά μου. Η τεράστια εμπειρία του Ιδρύματος στην έκ- δοση επιστημονικών βιβλίων και ο επαγγελματισμός των στελεχών του συνεισέφεραν σημαντικά στη βελτίωση της ποιότητας του βιβλίου. Θα ήθελα να ευχαριστήσω ιδιαίτερα τον Γ. Παπαναστασίου, διευθυ- ντή του Ινστιτούτου, για τον χρόνο που αφιέρωσε και για τις διεισδυ- τικές του επισημάνσεις. Είναι προφανές ότι οι ενδεχόμενες αβλεψίες και παραλήψεις βαρύνουν αποκλειστικά εμένα. Δ.

Κουτσογιάννης Ιούλιος 2017

ΑΦΗΣΤΕ ΜΙΑ ΑΠΑΝΤΗΣΗ