(c) ellinikignomi.eu

-Προσπάθεια να δημιουργήσει κλίμα αισιοδοξίας για να τονώσει το φρόνημα των μελών και οπαδών του ΣΥΡΙΖΑ, κατέβαλε ο Πρωθυπουργός, επιχειρώντας να αντιστρέψει την αρνητική εικόνα του ιδίου και του κόμματός του από τις πολιτικές του τρίτου Μνημονίου.

Επιμέλεια: Ευθύμιος Χατζηϊωάννου.

Προσπάθεια να δημιουργήσει κλίμα αισιοδοξίας για να τονώσει το φρόνημα των μελών και οπαδών του ΣΥΡΙΖΑ, κατέβαλε ο Πρωθυπουργός, Αλέξης Τσίπρας, μιλώντας στο Δεύτερο Συνέδριο του ΣΥΡΙΖΑ, επιχειρώντας να αντιστρέψει την αρνητική εικόνα του ιδίου και του κόμματός του από τις πολιτικές του τρίτου Μνημονίου.
Το στοίχημα για την ηγεσία του ΣΥΡΙΖΑ είναι, μέσα από το Συνέδριο να προκύψει η μεγαλύτερη δυνατή συσπείρωση, μιας και η κοινωνική και πολιτική πραγματικότητα δεν είναι καθόλου ευνοϊκή για το κυβερνητικό επιτελείο. Μάλιστα, ο Πρωθυπουργός κάλεσε στην ομιλία του σε συστράτευση όλα τα στελέχη και τους οπαδούς του κόμματός του, σαν όπλο κατά της «μοιρολατρίας» και της υποχώρησης.
Όπως ανέφεραν, δε, πολλοί εκ των Υπουργών και των κυβερνητικών στελεχών, το ζητούμενο είναι «πως θα νικήσουμε και όχι πως θα πέσουμε», αφού, το να σχεδιάζει κάποιος, την παράδοση της εξουσίας, συνιστά ομολογία ήττας.Ο Πρωθυπουργός δεν παρέλειψε, επίσης, να αφήσει σαφείς αιχμές και αναφορικά με την λειτουργία των τάσεων μέσα στον ΣΥΡΙΖΑ, λέγοντας, χαρακτηριστικά, ότι φθάσαμε στο σημείο «η δημοκρατία να περιορίζεται εντός τάσεων και δυστυχώς πολλές φορές μηχανισμών».
Πάντως, στα πλαίσια των συζητήσεων του Συνεδρίου και των προβληματισμών γύρω από τα επίδικα θέματα, υπάρχουν θεματικές ενότητες, ενώ θα γίνει απολογισμός και θα εξετασθούν το παρόν και το μέλλον της Αριστεράς στον 21ο αιώνα, καθώς και ο ρόλος του Κόμματος. Θα ακολουθήσει συζήτηση γύρω από τις προγραμματικές αιχμές, και θα ακολουθήσει διαβούλευση για το κείμενο θέσεων, την πολιτική απόφαση και την τροποποίηση του καταστατικού.

Ο Πρωθυπουργός προανήγγειλε ανασχηματισμό της Κυβέρνησής του και δρομολόγησε την μετατροπή του ΣΥΡΙΖΑ σε ευρύτερη παράταξη της «Αριστεράς» και ουσιαστικά της Κεντροαριστεράς!

Ακόμη, ο Πρωθυπουργός προανήγγειλε ανασχηματισμό της Κυβέρνησής του, επιβεβαιώνοντας τις σχετικές πληροφορίες των τελευταίων ημερών, συνέδεσε την ολοκλήρωση της δεύτερης αξιολόγησης με μία συμφωνία για την ελάφρυνση του χρέους, ενώ δρομολόγησε την μετατροπή του ΣΥΡΙΖΑ σε ευρύτερη παράταξη της «Αριστεράς» μεν, αλλά ουσιαστικά της Κεντροαριστεράς. «Οι υπουργικές θέσεις δεν έχουν εκχωρηθεί, ούτε έχουν παραχωρηθεί σε κανέναν με κριτήρια μονιμότητας» ήταν το μήνυμα του Πρωθυπουργού στους Υπουργούς του, προαναγγέλλοντας ουσιαστικά ανασχηματισμό.
«Όλοι να κατανοήσουν, ότι είναι πιο σημαντικό για ένα μέλος του κόμματος να είναι εκλεγμένο μέλος της Πολιτικής Γραμματείας, δηλαδή της ηγεσίας, παρά να είναι Υπουργός» τόνισε ο Αλέξης Τσίπρας, που ανέφερε, μεταξύ άλλων, και τα εξής.
«Το κόμμα πρέπει να ελέγχει την Κυβέρνηση, αλλά και τα μέλη του κόμματος το ίδιο το κόμμα και την ηγεσία του.
Δεν μπορεί να χαράζεται στρατηγική για την κυβερνητική πολιτική κάπου έξω από το κόμμα, χωρίς το κόμμα. Όπως και δεν μπορεί να χαράζεται στρατηγική σε ορισμένα υπουργεία αγνοώντας τις επεξεργασίες των αντίστοιχων τμημάτων και των ΕΠΕΚΕ.
Το κόμμα χρειάζεται ένα ενιαίο πολιτικό κέντρο, μια Κεντρική Επιτροπή, που θα εκλεγεί στην βάση των πραγματικών αναγκών του κόμματος και μιας πολιτικής Γραμματείας, που θα είναι το μοναδικό πολιτικό κέντρο και θα λειτουργεί με αίσθηση ευθύνης και με πολιτική αλληλεγγύη.
Όλοι πρέπει να κατανοήσουν, ότι είναι πιο σημαντικό για ένα μέλος του κόμματος να είναι εκλεγμένο μέλος της Πολιτικής Γραμματείας, δηλαδή της ηγεσίας, παρά να είναι Υπουργός.

“Η Ιστορία θυμάται την Αριστερά στα δύσκολα για να προστατεύσει τους πιο αδύναμους και για να σταματήσει την καταστροφή. Αποδείξαμε, οτι η Αριστερά δεν φοβάται να μπει στην φωτιά, να μπει στον αγώνα για την προάσπιση των λαϊκών συμφερόντων”!

Οι υπουργικοί θώκοι δεν έχουν εκχωρηθεί ούτε παραχωρηθεί σε κανέναν με κριτήρια μονιμότητας.
Το κόμμα, όχι μόνον πρέπει να στηρίζει την Κυβέρνηση, αλλά και να κρίνει την Κυβέρνηση.
Να θέσουμε ξανά τις βάσεις για ένα μεγάλο άνοιγμα του κόμματος στον ελληνικό λαό. Και κυρίως στις κοινωνικές ομάδες, τα συμφέροντα των οποίων εκπροσωπούμε.
Δεν θέλουμε, απλώς και μόνον, ένα μαζικό κόμμα, αλλά ένα μαζικό κόμμα της Αριστεράς. Την συγκρότηση της μεγάλης παράταξης της Αριστεράς. Όπου τα μέλη και τα στελέχη της δεν θα αντλούν κύρος από τον ΣΥΡΙΖΑ, αλλά ο ΣΥΡΙΖΑ θα αντλεί κύρος από τα μέλη και τα στελέχη του» .
Για την συγκυρία διακυβέρνησης, ο κ. Τσίπρας επεσήμανε:
«Δεν υπάρχει αμφιβολία, ότι τη συγκυρία δεν την επιλέγεις εσύ. Αυτή σε επιλέγει. Και ο ΣΥΡΙΖΑ είναι σε μεγάλο βαθμό τέκνο της ανάγκης και της οργής για την απαξίωση του πολιτικού κατεστημένου στην χώρα μας αλλά και για την λεηλασία του εθνικού πλούτου, που οι επιλογές του επέφερε. Προφανώς, θα ήταν καλύτερα, αν η πρώτη φορά Αριστερά ερχόταν σε άλλη συγκυρία. Όχι χρεωκοπίας και ασφυξίας, αλλά υψηλών ρυθμών ανάπτυξης, τόσο της διεθνούς, όσο και της ελληνικής οικονομίας. Ωστόσο, δεν είναι τυχαίο, πως σχεδόν ποτέ η Ιστορία δε θυμάται την Αριστερά σε τέτοιες στιγμές. Την θυμάται στα δύσκολα για να προστατεύσει τους πιο αδύναμους για να σταματήσει την καταστροφή.
Αποδείξαμε, ότι εκτός από την Αριστερά του διαρκούς απολογισμού των αιτιών της ήττας, εκτός από την Αριστερά της απόδρασης και του εθνικού απομονωτισμού, υπάρχει και η Αριστερά, που δεν φοβάται να μπει στην ίδια την φωτιά, να μπει στον αγώνα για την προάσπιση των λαϊκών συμφερόντων.

“Τις συνέπειες μιας πιθανής εξόδου από το κοινό νόμισμα δεν θα την χρεωνόταν ούτε η Ευρώπη, ούτε οι Θεσμοί, ούτε το παλιό πολιτικό σύστημα της χώρας, αλλά η ίδια η Αριστερά και όχι μόνον η ελληνική. Και αυτό θα αποτελούσε ιστορικού χαρακτήρα στρατηγική ήττα”!

Η Αριστερά, που δεν διστάζει να αναλάβει το ιστορικό καθήκον, να σηκώσει στους ώμους της την ευθύνη για την έξοδο από την κρίση με την κοινωνία όρθια» .
Αναφορικά με το θέμα της εξόδου της Ελλάδας από το ευρώ, ο κ. Τσίπρας είπε:
«Η έξοδος της Ελλάδας από το ευρώ δεν ήταν και δεν είναι ένα προοδευτικό σχέδιο. Δεν υπάρχει αμφιβολία, ότι έχει βάση η κριτική, που και εμείς ασκήσαμε στην απόφαση εισόδου της Ελλάδας στο ευρώ. Η έξοδος, όμως, ιδιαίτερα μετά από πέντε χρόνια λεηλασίας του ενός τετάρτου του εθνικού μας πλούτου, με στόχο την παραμονή στο ευρώ, θα σήμαινε επιπρόσθετην ισόποση λεηλασία, και μάλιστα ακαριαία. Και ταυτόχρονα, θα σήμαινε και την απώλεια των καταθέσεων των λαϊκών στρωμάτων στις τράπεζες. Με αυτό το ενδεχόμενο βρεθήκαμε αντιμέτωποι. Και αυτό, σύντροφοι, παρά το γεγονός, ότι αποτελούσε επίμονη επιλογή μιας μειοψηφίας μέσα στο κόμμα μας, που λειτουργούσε ως κόμμα μέσα στο κόμμα, δεν ήταν αριστερό σχέδιο. Ούτε ριζοσπαστικό. Ήταν το Σχέδιο του Βόλφγκανγκ Σόϊμπλε, του Υπουργού Οικονομικών της Γερμανίας. Και μην έχετε καμία αμφιβολία. Τις συνέπειες μιας εθνικής αναδίπλωσης και της πιθανής εξόδου από το κοινό νόμισμα δεν θα την χρεωνόταν ούτε η Ευρώπη, ούτε οι Θεσμοί, ούτε το παλιό πολιτικό σύστημα της χώρας. Θα της χρεωνόταν η ίδια η Αριστερά και όχι μόνον η ελληνική. Και αυτό θα αποτελούσε ιστορικού χαρακτήρα στρατηγική ήττα».

“Η ελληνική κρίση πρέπει να επιτέλους να τελειώσει και να τελειώσει οριστικά. Η Ευρώπη δεν αντέχει άλλους κλυδωνισμούς και αναταράξεις και, μάλιστα, πριν από κρίσιμες εκλογικές αναμετρήσεις, στην Γαλλία, στην Ολλανδία, στην Γερμανία, και, πριν από το δημοψήφισμα, στην Ιταλία”

Σε ότι αφορά τα εργασιακά, ο Έλληνας Πρωθυπουργός τόνισε:
«Στην δεύτερη αξιολόγηση προσερχόμαστε με το ισχυρότερο και μη διαπραγματεύσιμο όπλο, που είναι το ίδιο το ευρωπαϊκό κεκτημένο. Αλλά προσερχόμαστε και με θετικές διεκδικήσεις. Για να υπερασπιστούμε τον θεσμό των συλλογικών διαπραγματεύσεων και να αγωνιστούμε για μέτρα προστασίας και ενίσχυσης της διαπραγματευτικής δύναμης των εργαζόμενων».
Ιδιαίτερη έμφαση έδωσε ο κ. Τσίπρας στην ομιλία του, σε ότι αφορά την Συμφωνία με τους δανειστές και τις σχέσεις της χώρας μας με τους εταίρους της, λέγοντας τα εξής:
«Η Συμφωνία του Ιούλη είναι σαφής. Και όπως εμείς την τηρούμε, αψηφώντας το κόστος, έτσι αναμένουμε και απαιτούμε να τηρηθεί και από τους εταίρους μας. Pacta sunt servanda, όπως θα έλεγαν και οι Γερμανοί φίλοι μας. Η καθυστέρηση της συγκεκριμενοποίησης των απαραίτητων μέτρων για την ελάφρυνση χρέους καθώς και της ένταξης και της Ελλάδας στην ποσοτική χαλάρωση, της χώρας, που το έχει ανάγκη περισσότερο από κάθε άλλη, δεν έχει καμιά δικαιολογία. Η ελληνική οικονομία βρίσκεται εδώ και λίγους μήνες σε τροχιά ανάκαμψης. Αρκεί ένα και μόνον νεύμα προς την διεθνή επενδυτική κοινότητα, ώστε αυτή η ανάκαμψη να μετατραπεί σε απογείωση. Και το νεύμα, που δίνεται από την διαρκή σύγκρουση και διαμάχη μεταξύ των θεσμών, είναι το ακριβώς αντίθετο από αυτό που χρειαζόμαστε. Και αυτό δε μπορεί να συνεχιστεί. Είναι άδικο να συνεχιστεί. Και όχι μόνον για την Ελλάδα. Η ελληνική κρίση πρέπει να επιτέλους να τελειώσει και να τελειώσει οριστικά. Η Ευρώπη δεν αντέχει άλλους κλυδωνισμούς και αναταράξεις και, μάλιστα, πριν από κρίσιμες εκλογικές αναμετρήσεις, στην Γαλλία, στην Ολλανδία, στην Γερμανία, και, πριν από το δημοψήφισμα, στην Ιταλία. Η Συμφωνία οφείλει να τηρηθεί από όλους. Ο ελληνικός λαός έχει υποφέρει. Δικαιούται ανταμοιβή και δικαίωση.

“Το αίτημά μας για υλοποίηση των συμφωνηθέντων και για άμεσα μέτρα για το χρέος, το συμμερίζονται πλέον οι περισσότεροι εκ των συνομιλητών μας, τόσο στην διεθνή κοινότητα, όσο και στην ευρωπαϊκή”!

Και θέλω να το καταστήσω σαφές: Η αόριστη προτροπή «κάντε εσείς τα μαθήματά σας και βλέπουμε..» δεν μπορεί να γίνει αποδεκτή. Εμείς τη Συμφωνία τη τηρήσαμε στο ακέραιο και θα συνεχίσουμε να την τηρούμε. Και η δεύτερη αξιολόγηση θα κλείσει στην ώρα της και θα είναι λιγότερο δύσκολη από την πρώτη. Αλλά, ταυτόχρονα, θα κλείσουν και τα μέτρα για την απομείωση του χρέους. Ταυτόχρονα, θα μπούμε στη ποσοτική χαλάρωση. Δεν υπάρχει θα δούμε. Ταυτόχρονα!».
Και θέλω να σας διαβεβαιώσω, ότι δεν αισθανόμαστε καθόλου απομονωμένοι σε αυτή μας την προσπάθεια. Άλλοι θα πρέπει να αισθάνονται απομονωμένοι. Το αίτημά μας για υλοποίηση των συμφωνηθέντων και για άμεσα μέτρα για το χρέος, το συμμερίζονται πλέον οι περισσότεροι εκ των συνομιλητών μας. Τόσο στην διεθνή κοινότητα, όσο και στην ευρωπαϊκή, αλλά, ακόμη και εντός του ίδιου του γερμανικού Κοινοβουλίου. Γιατί, ούτε στο Γερμανικό Κοινοβούλιο είναι σήμερα πλειοψηφικές οι δυνάμεις εκείνες, που θέλουν την παραπομπή του ελληνικού ζητήματος στις καλένδες. Αλλά, αντίθετα, είναι πλειοψηφικές οι δυνάμεις, που υποστηρίζουν την ανάγκη της άμεσης επίλυσης του προβλήματος. Οι δυνάμεις των Σοσιαλδημοκρατών, της Γερμανικής Αριστεράς και των Γερμανών “Πρασίνων”. Και αυτό πρέπει να γίνει άμεσα κατανοητό από την σημερινή Γερμανική Κυβέρνηση».

tsipras

ΑΦΗΣΤΕ ΜΙΑ ΑΠΑΝΤΗΣΗ