Του Μάξιμου Χαρακόπουλου.

«Δεύτε πόμα πίωμεν καινόν» ψάλλει ο παπάς στη μοναδική αναστάσιμη εξόδιο ακολουθία, και ο νους μου πάει στο αρμένικο κονιάκ «Αραράτ» που ήπιαμε ολοκληρώνοντας μια ενδιαφέρουσα συζήτηση στο λόφο του Φρουρίου, μια ανοιξιάτικη βραδιά πριν δυο χρόνια. Τη μια και μοναδική. Είχαμε πει ότι θα τα ξαναπούμε, αλλά ας όψεται η πολιτική που πολλές φορές μας κατατρύχει με μικρά και ασήμαντα και ο χρόνος κυλά χωρίς να το συνειδητοποιήσουμε. Το αντιλαμβανόμαστε τέτοιες στιγμές, όταν πια είναι αργά…

Παρακολουθώ από μια άκρη του ναού στο παλαιό κοιμητήριο το στερνό αντίο συγγενών και φίλων σε μια εμβληματική μορφή της πόλης. Γιατί ο Ονίκ Σιρινιάν, που όπως άκουσα τον ιερέα να τον μνημονεύει είχε άλλα δυο ονόματα, Ιωάννης και Ιππόλυτος, ήταν από αυτούς που λέμε σημεία αναφοράς της Λάρισας. Μπροστά από την εποχή του, με επιχειρηματικό δαιμόνιο, από αυτό που φημίζονται Αρμένιοι και Έλληνες. Άλλωστε, μπορεί να είμαστε έθνος ανάδελφο, όπως έχει ειπωθεί, σίγουρα όμως έχουμε… ξαδέρφια με τα οποία μοιραζόμαστε κοινές αξίες και πίστη. Ζήσαμε μαζί αιώνες στη χιλιόχρονη Βυζαντινή Αυτοκρατορία, όπως οι Φράγκοι επέβαλαν να ονομάζουμε τον 16ο αιώνα το Ανατολικό Ρωμαϊκό Κράτος, με πρωτεύουσα την Κωνσταντινούπολή. Ρώτησα κάποτε τον πατριάρχη των Αρμενίων στο Ερεβάν, όπου βρέθηκα ως παρατηρητής των εκλογών, πώς και έχουμε δογματικές διαφορές οι Ορθόδοξοι με τους Αρμένιους. Και πραγματικά με αφόπλισε με την απάντησή του. Ούτε λίγο ούτε πολύ, μου είπε ότι είχαν στην περιοχή τους πολεμικές συγκρούσεις και αναταραχή και δεν κατέστη δυνατό αντιπρόσωποί τους να λάβουν μέρος στην Οικουμενική Σύνοδο που είχε συγκληθεί για να αντιμετωπίσει το ζήτημα που διαιρούσε τότε την εκκλησία.

Ο Ονίκ Σιρινιάν με τη σοφία του αυτοδημιούργητου άφησε το δικό του αποτύπωμα στη νεότερη ιστορία της Λάρισας, με το μοντέρνο για την εποχή του, αναμφίβολα πρωτοποριακό, ομώνυμο πολυκατάστημα, που έγινε τόπος συνάντησης και των χωρικών που κατέβαιναν για ψώνια στην πόλη. Θα βρεθούμε στου Σιρινιάν…

Τον γνώρισα περί τας δυσμάς του βίου του, καταβεβλημένο σωματικά, αλλά με μοναδική αφηγηματική ικανότητα που καθήλωνε τον συνομιλητή του· άλλωστε, όπως, είπαμε ήταν κομμάτι της ιστορίας της πόλης. Μόλις είχαμε ολοκληρώσει τις ομιλίες μας στην εκδήλωση του Συλλόγου Ποντίων Λάρισας στο μέγαρο του Δικηγορικού Συλλόγου για τη γενοκτονία των Ποντίων. Ο πρόεδρος Χρήστος Τοπαλίδης με ευχαρίστησε γιατί έφερα μαζί μου και τον Αρμένη βουλευτή Αραγκάτς Αχογιάν, που μίλησε για τη γενοκτονία των Αρμενίων. Εδώ και χρόνια υποστηρίζω ότι η γενοκτονία ήταν μια, των Χριστιανών της Ανατολής, από τους Οθωμανούς αρχικά και τους Νεότουρκους εν συνεχεία. Αλλά το ελληνικό κράτος αντιμετωπίζει ακόμη και αυτά τα ζητήματα με επαρχιωτισμό, αναγνωρίζοντας άλλη ημερομηνία για τη γενοκτονία των Ποντίων, άλλη για τη γενοκτονία των Ελλήνων της Μικρασίας και άλλη για τη γενοκτονία των Αρμενίων…

Η βραδιά ήταν γλυκιά και είπαμε να ανέβουμε στον λόφο του Φρουρίου για ένα κρασί. Καθ’ όλη τη διαδρομή, όλοι κοιτούσαν με απορία τη μαύρη δερμάτινη τσάντα του Αρμένη βουλευτή, ογκωδέστερη αυτών που έχουν οι γιατροί για τις κατ’ οίκον επισκέψεις τους. Όταν τόλμησα, ξεκινώντας από την Αθήνα, να τον ρωτήσω τι κουβαλά, μου απάντησε με αινιγματικό χαμόγελο.

Στο Φρούριο μας ανέμενε μια ευχάριστη έκπληξη. Ο ξάδερφός μου, πρόεδρος του Μικρασιατικού Συλλόγου Βουναίνων, Ηλίας Αθαναηλίδης, μας έφερε στην παρέα τον Ονίκ Σιρινιάν. Ο Αρμένης βουλευτής, πράγματι εντυπωσιάσθηκε ακούγοντας αρμένικα στη Λάρισα. Η μεγαλύτερη, όμως, αποκάλυψη ήταν για μένα η συζήτηση με τον ξακουστό Αρμένη της πόλης μας. Και καθώς, ρωτώντας πας στην Πόλη, άρχισα τις ερωτήσεις, πού, πώς, πότε και γιατί. Ε, λοιπόν, με μοναδική μαεστρία, που κρατά το ενδιαφέρον του ακροατή, ο Ονίκ, που κάποιοι στην παρέα αρχικά από άγνοια αποκαλούσαν Νίκο, μας εξιστόρησε πως ήρθαν οι Αρμένηδες μαζί με τους Μικρασιάτες πρόσφυγες στη Λάρισα. Είχα ακούσει από τους παππούδες μου ότι παλιά ήταν περισσότεροι οι «Αρμεναίοι» της Λάρισας. Ιδού, πώς έμειναν λίγοι. Όπως μας είπε ο Ονίκ Σιρινιάν αρχικά εγκαταστάθηκαν στη Λάρισα περίπου 1.000 Αρμένιοι. Πολλοί από αυτούς το 1948, στο τέλος του εμφυλίου στην Ελλάδα, ανταποκρίθηκαν στην πρόσκληση να πάνε στην Αρμενία, που τότε ήταν ένα από τα Σοβιέτ της Σοβιετικής Ένωσης. Όσοι Αρμένιοι ήταν πιο ευκατάστατοι, αλλά και καχύποπτοι, έμειναν στη Λάρισα. Ζήτησαν, όμως, από τους συμπατριώτες τους που έφευγαν να τους στείλουν μήνυμα αν τα πράγματα εκεί είναι καλά για να τους ακολουθήσουν. Και καθώς οι άνθρωποι αυτοί είχαν αντιμετωπίσει γενοκτονία και διωγμούς, για να μη θέσουν κανέναν σε κίνδυνο, δεν ζήτησαν να τους γράψουν γράμμα με τα καθέκαστα. Αλλά να τους στείλουν μόνο μια φωτογραφία. Αν ήταν όρθιοι θα σήμαινε πως όλα είναι καλά στην πατρίδα και καλώς να ορίσουν και αυτοί. Αν ήταν καθιστοί θα σήμαινε πως τα πράγματα ήταν άσχημα και καλύτερα να μην ξεκινούσαν το ταξίδι της επιστροφής. «Στη φωτογραφία που μας έστειλαν Μάξιμε, ήταν όλοι ξαπλωμένοι στο χώμα. Μετά από αυτό κανείς δεν σκέφθηκε να φύγει», ήταν τα χαρακτηριστικά λόγια του Σιρινιάν. Δεν ξέρω αν μετά από αυτό ο Ονίκ ένοιωθε άνετα ξαπλωμένος στη γη. Τώρα, πάντως, μπορεί άφοβα να ξαποστάσει…

Η βραδιά έκλεισε, με την απορία όλων μας να λύνεται, όταν ο Αρμένης βουλευτής άνοιξε, επιτέλους, την μαύρη τσάντα και ανακαλύψαμε το περιεχόμενό της, καθώς έβγαλε ένα από τα έξι κονιάκ «Αραράτ» για να πιούμε στην ελληνο-αρμενική φιλία. Η τσάντα ήταν ειδική παραγγελία για να χωρά μια εξάδα Αραράτ. Καλό ταξίδι Ονίκ…

Ο Μάξιμος Χαρακόπουλος είναι βουλευτής Λαρίσης και συγγραφέας.

Λεζάντα: Τα απομεινάρια μιας μέρας… Ο Ονίκ Σιρινιάν (καθιστός δεξιά) με τον Αρμένη βουλευτή Αραγκάτς Αχογιάν (εξ αριστερών) και τον Μάξιμο Χαρακόπουλο (όρθιο).

ΑΦΗΣΤΕ ΜΙΑ ΑΠΑΝΤΗΣΗ