Συνέντευξη του συγγραφέα Ανδρέα Μήτσου στον Ελπιδοφόρο Ιντζέμπελη.

Ο Ανδρέας Μήτσου κατάγεται από την Αμφιλοχία. Έχει σπουδάσει αγγλική λογοτεχνία, ελληνική φιλολογία και είναι διδάκτωρ Φιλοσοφίας. Υπήρξε μέλος της συντακτικής επιτροπής και υπεύθυνος ύλης του εκπαιδευτικού περιοδικού “Νεοελληνική Παιδεία”, που εκδιδόταν υπό την αιγίδα του Υπουργείου Παιδείας, και μέλος της επιτροπής κρατικών βραβείων του Υπουργείου Πολιτισμού. Έχει δημοσιεύσει κείμενα δοκιμιακού λόγου καθώς και κριτική λογοτεχνίας στις εφημερίδες “Το Βήμα”, “Εξουσία”, “Καθημερινή” και στα περιοδικά “Αντί”, “Ίνδικτος”, “Διαβάζω”, “Ελίτροχος”. Είναι μέλος της Εταιρείας Συγγραφέων. Έχει εκδώσει επτά συλλογές διηγημάτων, τέσσερα μυθιστορήματα και μία νουβέλα. Το μυθιστόρημα του “Τα ανίσχυρα -ψεύδη” του Ορέστη Χαλκιόπουλου τιμήθηκε το 1996 με το Κρατικό Βραβείο Μυθιστορήματος. Η συλλογή διηγημάτων του “Σφήκες” απέσπασε το Βραβείο Γραμμάτων Κώστα Ουράνη της Ακαδημίας Αθηνών το 2002. Το 2007 η νουβέλα του “Ο κύριος Επισκοπάκης” τιμήθηκε με το Βραβείο Αναγνωστών (ΕΚΕΒΙ – ΕΡΤ), ενώ την επόμενη χρονιά διασκευάστηκε για το θέατρο από τον ίδιο τον συγγραφέα και ανέβηκε στο “104 Κέντρο Λόγου και Τέχνης” σε σκηνοθεσία του Στέλιου Μάινα. Έργα του έχουν ανθολογηθεί και μεταφραστεί σε διάφορες γλώσσες. mitsou

Ερ: Ποια ήταν η αφορμή για να εκδοθεί το βιβλίο «Η εξαίσια γυναίκα και τα ψάρια», εκδόσεις Καστανιώτη;

Απ: Η αφορμή; Μάλλον εξαίσιες γυναίκες που στοιχειώνουν τη ζωή μας και ψάρια που αναπηδούν στον ύπνο μας. Και ως γνωστόν, τα ψάρια στα όνειρα δηλώνουν λαχτάρα. Ό,τι επιχειρώ να προσδιορίσω, είναι αν η λαχτάρα αυτή αφορά στο μέλλον ή σχετίζεται με περασμένους καημούς.

Ερ: Για άλλη μια φορά γράφετε διηγήματα. Ποια είναι η συγγένεια του διηγήματος με το μυθιστόρημα;

Απ: Μια εικόνα ή ακόμα και μια λέξη διαστέλλεται. Αποκτά μια συγκεκρι-μένη έκταση. Συγκροτείται με μια πλοκή και νομοτέλεια ανάλογη. Οι «ειδικοί», ταξινομούν τα είδη. Ο συγγραφέας άλλες ταξινομήσεις διεκπεραι-ώνει. Άλλες ιστορίες μου φαίνονται σύντομες. Άλλες απλώνονται. Ό,τι «μετράει» είναι, ωστόσο, η πυκνότητα. Και αυτή την υπολογίζει κανείς με τους όρους της δικής του ικανότητας να ερμηνεύσει.

Ερ:Σε όλο τον κόσμο το διήγημα έχει ξεχωριστή σημασία. Στην χώρα μας γιατί οι αναγνώστες δεν το προτιμούν;

Απ: Ίσως δεν υπάρχει ανάλογη αναγνωριστική εμπειρία. Ίσως γιατί ως ιδιο-συγκρασία, θέλουμε «παραμύθια» που δεν τελειώνουν. Όμως το τέλος και την αρχή των πραγμάτων, τα ανακαλύπτει κανείς και τα διακρίνει σύμφωνα με τη συγκρότηση και διαθεσιμότητα του χρόνου που διαθέτει. Που του περισσεύει.

Ερ: Πώς νιώθουν οι εκδότες όταν κάποιος νέος συγγραφέας τους εμπιστεύεται τα διηγήματά του για να εκδοθούν σε βιβλίο;

Απ: Μάλλον θα δυσφορούν. Εξαρτάται από τον εκδότη

Ερ: Τα διηγήματα στο βιβλίο μιλούν για τα πάθη αλλά και για τις απώλειες. Ο έρωτας όμως δεν είναι τυφλός αλλά και εκρηκτικός ώστε να παρασύρει τους πάντες στο διάβα του;

Απ: Ο κάθε έρωτας είναι συγκεκριμένος. Και μοναδικός. Δεν υπάρχουν κοινοί έρωτες. Ο καθένας μας εισπράττει και βιώνει ό,τι αξίζει και ό,τι μπορεί να εισπράξει.

Ερ: Μου άρεσε το διήγημα άντρες ευάλωτοι το Πάσχα. Είναι αλήθεια ότι μερικές γυναίκες όταν βλέπουν έναν άνδρα να έχει ερωτικό πάθος για άλλη γυναίκα αναπτύσσουν μια ζήλεια και θέλουν να βρίσκονται στην θέση της ερωμένης έστω και για λίγο;

Απ: Η ζήλια για μένα είναι όρος αναγκαίος του έρωτα. Συνδέεται με την απώλεια. Όταν αγαπάς κάτι καθ’ υπερβολήν, έχεις τον ανάλογο φόβο της απώλειας. Αναπτύσσονται επομένως αισθήματα παράλογα και υπερβολικά. «Ο δέχων μέμηνεν». Όποιος ερωτεύεται παλαβώνει, λέει ο Σοφοκλής. Γιατί ο έρωτας είναι υπερβολή και βγάζει έξω από τα μέτρα των πραγμάτων. Ειδάλλως, δεν καταξιώνεται ως έρωτας. Τόσα ξέρω, τόσα μολογάω. Από κάθε έρωτα όμως, βγαίνουμε αλλιώτικοι. Άλλοι άνθρωποι, καινούργιοι.

Ερ: Στο διήγημα «Το θαύμα του έρωτα » αναφέρεστε και στον κόλπο του Αμβρακικού. Ποιες είναι οι μνήμες από το γενέθλιο τόπο που σας έκαναν να γράψετε το συγκεκριμένο διήγημα;

Απ: Για να συγκροτηθεί ένας μύθος, χρειάζεται ένας τόπος. «Δός μοι πα στω και ταν γάν κινάσσω», «Δώσε μου κάπου να σταθώ, και θα κινήσω όλο τον κόσμο», έλεγε ο σοφός. Κι εγώ μένω κολλημένος στον γενέθλιο τόπο και προσδοκώ τον μαΐστρο του Αμβρακικού να με δροσίσει.

Ερ: Μια από τις ιστορίες αναφέρεται στην απιστία. Ποιοι είναι οι πειρασμοί που σε οδηγούν στην απιστία;

Απ: Απιστία δεν υφίσταται. Μόνο πίστη. Η οποία χάνεται, οπότε επέρχεται η δυστυχία.

Ερ: Πέρα από την συγγραφή διδάσκετε και δημιουργική γραφή. Ποια είναι η εμπειρία σας από αυτή την ενασχόληση;

Απ: Πρόκειται για μία επικοινωνιακή διαδικασία, που με «πρόφαση» ή όχημα τη γραφή και τη λογοτεχνία, βαθαίνουμε στην ποιότητα της εμπειρίας μας και αναψηλαφούμε βιώματα και προσωπικά μυστικά. Απώτερος στόχος, η γραπτή έκφραση και η υποστασιοποίησή τους. Σε άλλους λειτουργεί, σε άλλους αυτό δεν επιτυγχάνεται. Εμένα με συναρπάζει ως δάσκαλο, σαράντα χρόνια τώρα, αυτή η «μάταια χειρονομία ανάμεσα στις μοναξιές».

Ερ: Πώς περνάει μια δημιουργική μέρα μέσα στο γραφείο σας;

Απ: Τη δημιουργική μέρα την αξιολογείς αργότερα, αφού παρέλθει. Το «κατάλληλο σημείο» είναι ο τόπος που φέρει μνήμες, που ξυπνάει σκέψεις και συναισθήματα. Και που ακόμα, διεγείρει την περιέργεια.

Ερ: Ποιο σημείο της Αθήνας είναι κατάλληλο για να εμπνεύσει ένα συγγραφέα;

Απ: Εξαρτάται από τον αναγνώστη. Πάντως θέλει ψυχραιμία και αυτάρκεια, για να μην ενδώσει ο συγγραφέας στην κολακεία. Εξάλλου, ο καθείς και η ερμηνεία του, όπως έλεγε ο Σεφέρης.

Ερ: Τι θα απευθύνατε στους αναγνώστες μας;

Απ: Την ευχή να είναι καλά και χαρούμενοι, σε συνάντηση με τον εαυτό τους, χωρίς δηλαδή τη «λήθη του εαυτού».

 

ΑΦΗΣΤΕ ΜΙΑ ΑΠΑΝΤΗΣΗ