(c)ellinikignomi
(c)ellinikignomi

Επιμέλεια: Ευθύμιος Χατζηϊωάννου.

Σε τρία σενάρια επικεντρώνεται σε άρθρο του ο ανταποκριτής των “Financial Times” Peter Spiegel, όσον αφορά την κατάληξη των διαπραγματεύσεων ανάμεσα στην Ελλάδα και τους εταίρους της, στην κρίσιμη σύνοδο του Eurogroup της 16ης Φεβρουαρίου. Ο δημοσιογράφος των “Financial Times” μάλιστα, διατυπώνει και την εκτίμησή του για την πιθανότητα υλοποίησης των τριών αυτών σεναρίων, επισημαίνοντας, ότι πιθανότερη έκβαση της διαπραγμάτευσης είναι η λήξη του υπάρχοντος προγράμματος και συζητήσεις για την επίτευξη νέας συμφωνίας μέχρι τον Μάρτιο.

(c)ellinikignomi
(c)ellinikignomi

Πρώτο σενάριο: Η παράταση

Η παράταση του ισχύοντος Μνημονίου για πολύ καιρό είναι η προτιμητέα επιλογή για τις Βρυξέλλες και το Βερολίνο. Και οι δύο καλούν την Αθήνα να δώσει «ανάσα» στον εαυτό της, ζητώντας έξι μήνες παράταση του υπάρχοντος Μνημονίου, που λήγει στις 28 Φεβρουαρίου και διαπραγματευόμενη τους όρους για την ολοκλήρωσή τους προκειμένου να εκταμιευθεί η τελική δόση των 7,2 δισεκατομμυρίων ευρώ. Σε αυτή την περίπτωση, υποστηρίζουν ευρωπαίοι αξιωματούχοι, θα μπορούσε να υπάρξει ένα νέο πρόγραμμα, που να είναι πιο αρεστό στην Αθήνα. Ο Peter Spiegel υποστηρίζει στο άρθρο του, ότι στην παρελθούσα, τελευταία, συνάντηση του Eurogroup η αίσθηση πολλών εκ των συμμετεχόντων ήταν, ότι ο Γιάννης Βαρουφάκης κινούνταν προς αυτή την κατεύθυνση, αλλά τελικά η πρόταση αυτή απερρίφθη, πείθοντας πολλούς, ότι η ρητορική του Αλέξη Τσίπρα να βάλει ένα τέλος στο Μνημόνιο ήταν η πραγματική «γραμμή» της Ελλάδας.
«Δεν μπορείς να ζητάς από μια νεοεκλεγείσα κυβέρνηση, που εκλέχθηκε για ένα νεό πρόγραμα να εφαρμόσει το προηγούμενο, ως προαπαιτούμενο για την συζήτηση», δήλωσε Έλληνας αξιωματούχος, προσθέτει ο δημοσιογράφος των “Financial Times”.
Σύμφωνα με τον ίδιο, οι πιθανότητες αυτού του σεναρίου βαίνουν μειούμενες, εξηγώντας, ότι μέχρι την περασμένη εβδομάδα οι περισσότεροι θεωρούσαν, ότι ήταν μόνο θέμα σημειολογίας και του ονόματος της επέκτασης. Επειδή τυχόν επέκταση πρέπει να εγκριθεί από το Κοινοβούλιο της Γερμανίας και άλλων χωρών, η Δευτέρα είναι η τελευταία στιγμή, που έχει η Ελλάδα για να καταθέσει σχετικό αίτημα.

Δεύτερο σενάριο: Η “γέφυρα”

Πρόκειται για την πρόταση του Υπουργού Οικονομικών Γιάννη Βαρουφάκη, ο οποίος υποστηρίζει, ότι υπάρχουν πηγές χρηματοδότησης, που θα μπορούσαν να αποτελέσουν ανάχωμα μέχρι την διαπραγμάτευση ενός νέου «συμβολαίου», έως τον Ιούνιο, οπότε και πρέπει να αποπληρωθούν ομόλογα ύψους 3,5 δισεκατομμυρίων ευρώ.
Κατά τους “Financial Times” η «γέφυρα» θα μπορούσε να προέλθει από τρεις πηγές:
– 10 δισεκατομμύρια ευρώ από βραχυπρόθεσμο δανεισμό μέσω εντόκων γραμματίων, η πλειονότητα εκ των οποίων πιθανότατα θα αγοραστεί από τις ελληνικές τράπεζες
– 1,8 δισεκατομμύρια ευρώ από κέρδη των ελληνικών ομολόγων, που διακρατεί η ΕΚΤ
– 10,9 δισεκατομμύρια ευρώ από τα χρήματα, που έχει στην διάθεσή του το Ταμείο Χρηματοπιστωτικής Σταθερότητας.
Ωστόσο, ο ένας μετά τον άλλο οι ευρωπαϊκοί θεσμοί έχουν απορρίψει αυτές τις επιλογές, γράφουν οι “Financial Times”. Ο αρθρογράφος επικαλείται την άρνηση της ΕΚΤ να δώσει την έγκριση για περαιτέρω αγορές εντόκων γραμματίων, την σύνδεση των 1,8 δισεκατομμυρίων ευρώ από τα κέρδη των ομολόγων με την ολοκλήρωση του τρέχοντος προγράμματος, όπως λένε ευρωπαίοι αξιωματούχοι, και το γεγονός, ότι τα 10,9 δισεκατομμύρια ευρώ από το ΤΧΣ είναι σε μορφή ομολόγων, που δεν θα ανήκουν πλέον στην Ελλάδα, αν το πρόγραμμα εκπνεύσει.
Ως εκ τούτου οι “Financial Times” εκτιμούν ως μηδενική την πιθανότητα υλοποίησης αυτού του προγράμματος, καθώς αν και η Αθήνα πιέζει γι’ αυτό, σχεδόν όλοι οι αξιωματούχοι της Ευρωζώνης, που εμπλέκονται, έχουν ξεκαθαρίσει, ότι καμία από τις τρεις πηγές, που περιλαμβάνονται σε αυτή την επιλογή δεν θα είναι προσβάσιμη, ειδικά χωρίς να υπάρχει κανένα προαπαιτούμενο γι’ αυτές.

Τρίτο σενάριο: Λήξη του προγράμματος και νέες συζητήσεις

Η εκτίμηση ορισμένων μελών της Τρόϊκα – χωρίς να ξεκαθαρίζεται από πού προέρχεται η εκτίμηση αυτή – είναι, ότι όσο οι διαπραγματεύσεις είναι σε εξέλιξη για ένα νέο πρόγραμμα, οι επενδυτές θα είναι πρόθυμοι να δώσουν στην Ευρωζώνη περισσότερο χρόνο για να βάλει σε τάξη τα της Ελλάδος, αν το υπάρχον Μνημόνιο εκπνεύσει σε δύο εβδομάδες.
«Δεν είναι κρίσιμο να υπάρξει επέκταση. Κάποιος θα μπορούσε να συμφωνήσει στην έναρξη διαπραγματεύσεων για ένα νέο πρόγραμμα. Αυτή είναι μια ευδιάκριτη πιθανότητα» υποστηρίζει ευρωπαίος αξιωματούχος.
Σύμφωνα με τους “Financial Times” , ακόμα και αν λήξει το ευρωπαϊκό σκέλος του προγράμματος, το παράλληλο πρόγραμμα του ΔΝΤ εκπνέει στο τέλος του 2016, αποτελώντας έτσι για την Αθήνα μια εναλλακτική επιλογή έκτακτης χρηματοδότησης, όσο θα συνεχίζονται οι συζητήσεις. Επιπρόσθετα γίνεται όλοένα και πιο ξεκάθαρο, ότι υπάρχει χώρος για τον συμβιβασμό επί ενός νέου προγράμματος. Μάλιστα, Γερμανοί αξιωματούχοι άφησαν να εννοηθεί, ότι προετοιμάζονται να δεχθούν την απαίτηση της Ελλάδας για χαλάρωση των περιορισμών στον προϋπολογισμό – μέσω της μείωσης του στόχου για πρωτογενές πλεόνασμα από το 4,5% για το 2016 και το 2017 σε κάτι πιο κοντινό στο 1,5%. Όσον αφορά την ελάφρυνση του χρέους, η Αθήνα έχει εγκαταλείψει το ενδεχόμενο οριστικής διαγραφής, ενώ το Βερολίνο εμφανίζεται πρόθυμο να προσφέρει επέκταση του χρονοδιαγράμματος αποπληρωμής για τα δάνεια.
Παρόλα αυτά, παραμένουν εμπόδια για μια τέτοια εκδοχή, σημειώνουν οι “Financial Times”, ειδικα εξαιτίας του γεγονότος, ότι η Ελλάδα ζητά να σταματήσει το ύψους 22,4 δισεκατομμυρίων ευρώ πρόγραμμα ιδιωτικοποιήσεων. Αλλά πολλοί πιστεύουν, ότι υπάρχει περισσότερο κοινό έδαφος για μια μακροπρόθεσμη, από ό,τι για μια βραχυπρόθεσμη χρηματοδότηση.
Για τους λόγους αυτούς η πιθανότητα υλοποίησης της λύσης αυτής εκτιμάται ότι είναι αυξάνουσα, καθώς, αν η Αθήνα παραμείνει σταθερή στο αίτημά της για επέκταση και οι ευρωπαίοι διαπραγματευτές είναι εξίσου απρόθυμοι να υπογράψουν μια «γέφυρα», αυτή μπορεί να είναι η καλύτερη υπαρκτή λύση.
Όσο για το πότε θα πρέπει να υπάρξει μια νέα συμφωνία για πρόγραμμα, οι “Financial Times” εκτιμούν, πως η Αθήνα επιμένει, ότι διαθέτει την ρευστότητα για να αντέξει για μήνες, αλλά οι ευρωπαίοι πιστεύουν, ότι η Ελλάδα θα μείνει χωρίς χρήματα μέχρι τον Μάρτιο. Αυτό σημαίνει, καταλήγει ο Peter Spiegel, ότι οι διαπραγματευτές έχουν τέσσερις με έξι εβδομάδες για να επιτύχουν μια νέα συμφωνία.

ΑΦΗΣΤΕ ΜΙΑ ΑΠΑΝΤΗΣΗ