http://fanarion.blogspot.com/2010/10/blog-post_31.html (c)

Η Πατριαρχική Απόδειξη για την εορτή των Χριστουγέννων.  

Ο επικείμενος εορτασμός του μεγάλου μυστηρίου της θείας Ενανθρωπήσεως σε έναν κόσμο ταραγμένο από ποικίλες απειλές και η αγωνία και ο αγώνας της Εκκλησίας για την προστασία του ανθρωπίνου προσώπου, της ελευθερίας και της δικαιοσύνης βρίσκονται στο επίκεντρο του Χριστουγεννιάτικου Μηνύματος του Οικουμενικού Πατριάρχη Βαρθολομαίου.

«Το «Χριστός γεννάται» ακούεται, δυστυχώς, και πάλιν εις ένα κόσμον πλήρη βιαιοτήτων, επικινδύνων ανταγωνισμών, κοινωνικής ανισότητος και καταπατήσεως των θεμελιωδών ανθρωπίνων δικαιωμάτων», επισημαίνει, μεταξύ άλλων, ο Οικουμενικός Πατριάρχης και προσθέτει: «Το 2018 συμπληρούνται εβδομήκοντα έτη από την ΟικουμενικήνΔιακήρυξιν των δικαιωμάτων του ανθρώπου, η οποία, μετά από ταςφοβεράς εμπειρίας και καταστροφάς του Β’ Παγκοσμίου Πολέμου, ανέδειξε τα κοινά υψηλά ιδανικά, τα οποία οφείλουν να σέβωνται απαρεγκλίτως όλοι οι λαοί και τα κράτη. Όμως, η αθέτησις της Διακηρύξεως αυτής συνεχίζεται, ποικίλαι δε καταχρήσεις και σκόπιμοι παρερμηνείαι των δικαιωμάτων του ανθρώπου υποσκάπτουν τον σεβασμόν και την πραγμάτωσίν των. Συνεχίζομεν να μη διδασκώμεθα από την ιστορίαν η να μη θέλωμεν να διδαχθώμεν. Ούτε αιτραγικαίεμπειρίαι βίας και η καταρράκωσις του ανθρωπίνου προσώπου, ούτε η διακήρυξις υψηλών ιδανικών, απέτρεψε την συνέχισιν της βίας και των πολέμων, την αποθέωσιν της ισχύος και την εκμετάλλευσιν του ανθρώπου από τον άνθρωπον. Ούτε, βεβαίως, η ισχύς των τεχνικών μέσων και αιεκπληκτικαί κατακτήσεις της επιστήμης, ούτε η οικονομική πρόοδος, έφερονκοινωνικήνδικαιοσύνην και την πολυπόθητονειρήνην. Τουναντίον, εις την εποχήν μας ο ευδαιμονισμός των κατεχόντων αυξάνεται και η παγκοσμιοποίησις καταστρέφει τους όρους της κοινωνικής συνοχής και ειρήνης».

«Η Εκκλησία», συνεχίζει ο Οικουμενικός Πατριάρχης, «είναι αδύνατον να αγνοήσηαυτάςταςαπειλάς κατά του ανθρωπίνου προσώπου. «Ουδέν γαρ όσον άνθρωπος ιερόν, ω και φύσεως εκοινώνησεν ο Θεός» . Αγωνιζόμεθαδιά τον άνθρωπον, διά την προστασίαν της ελευθερίας και της δικαιοσύνης, εν επιγνώσει ότι «η όντως ειρήνη παρά Θεού» , ότι το υπέρλογον μυστήριον της σαρκώσεως του Θεού Λόγου και της κατά χάριν θεώσεως του ανθρώπου αποκαλύπτει την αλήθειαν περί της ελευθερίας και του θείου προορισμού του ανθρώπου».

Σε άλλο σημείο της Πατριαρχικής Απόδειξης, όπως ονομάζεται το Πατριαρχικό Μήνυμα, επισημαίνεται ότι, «αυτή η αλήθεια της εν Χριστώ ζωής, της ελευθερίας ως αγάπης και της αγάπης ως ελευθερίας, είναι ο θεμέλιος λίθος και η εγγύησις διά το μέλλον της ανθρωπότητος. Στηριζόμενοι επ᾿ αυτού του ενθέου ήθους δυνάμεθα να αντιμετωπίσωμενταςμεγάλας προκλήσεις του παρόντος, αιοποίαι απειλούν όχι μόνον το ευ ζην, αλλά και αυτό τούτο το ζην της ανθρωπότητος».

 

Καταλήγοντας, ο Οικουμενικός Πατριάρχης εύχεται από την Ιερή Καθέδρα της Πρωτόθρονης Εκκλησίας της Κωνσταντινουπόλεως, «όπως ο σαρκωθείς και συγκαταβάς τω γένει των ανθρώπων Κύριος και Σωτήρ ημών, χαρίζηται εις όλους κατά τον νέον ενιαυτόν της χρηστότητος Αυτού, υγιείαν κατ᾿ άμφω, ειρήνην και την προς αλλήλους αγάπην, διαφυλάττη δε καλώς την Αγίαν Αυτού Εκκλησίαν και ευλογή τα έργα διακονίας αυτής, ίνα δοξάζηται το υπεράγιον και υπερύμνητον όνομα Αυτού».

Ακολουθεί το πλήρες κείμενο της Πατριαρχικής Αποδείξεως για την εορτή των Χριστουγέννων:

 

+ Β Α Ρ Θ Ο Λ Ο Μ Α Ι Ο Σ

ΕΛΕῼ ΘΕΟΥ ΑΡΧΙΕΠΙΣΚΟΠΟΣ ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΟΥΠΟΛΕΩΣ,

ΝΕΑΣ ΡΩΜΗΣ ΚΑΙ ΟΙΚΟΥΜΕΝΙΚΟΣ ΠΑΤΡΙΑΡΧΗΣ

ΠΑΝΤΙ Τῼ ΠΛΗΡΩΜΑΤΙ ΤΗΣ ΕΚΚΛΗΣΙΑΣ

ΧΑΡΙΝ, ΕΛΕΟΣ ΚΑΙ ΕΙΡΗΝΗΝ

ΠΑΡΑ ΤΟΥ ΕΝ ΒΗΘΛΕΕΜ ΓΕΝΝΗΘΕΝΤΟΣΣΩΤΗΡΟΣ ΧΡΙΣΤΟΥ

* * *

 

ἈγαπητοὶἐνΧριστῷἀδελφοὶκαὶπεφιλημένα τέκνα,

ΧάριτιΘεοῦἠξιώθημεννὰφθάσωμενκαὶ πάλιν εἰςτὴν μεγάλην ἑορτὴντῆςκατὰ σάρκα Γεννήσεως τοῦ Θείου Λόγου, τοῦἐλθόντοςεἰςτὸν κόσμονδιὰνὰμᾶςχαρίσῃτὸ «εὖεἶναι»[1], τὴνἀπαλλαγὴνἀπὸτὴνἁμαρτίαν, ἀπὸτὴνδουλείανεἰςτὰἔργατοῦ νόμου καὶἀπὸτὸν θάνατον, νὰμᾶςδωρήσῃδὲτὴν κατ᾿ ἀλήθειανζωὴνκαὶτὴνχαρὰντὴν μεγάλην, ἣν «οὐδεὶςαἴρειἀφ᾿ ἡμῶν»[2].

Ὑποδεχόμεθατὸν «παντέλειονΘεόν»[3], τὸνὁποῖον «ἀγάπηκεκόμικενεἰςτὴνγῆν»[4], ὁ ὁποῖος καθίσταται ἡμῖν «καὶἡμῶναὐτῶνσυγγενέστερος»[5]. Ὁ κενωθεὶςΘεὸς Λόγος συγκαταβαίνειεἰςτὸπλανηθὲν πλάσμα αὐτοῦ «συγκατάβασινἄφραστόν τε καὶἀκατάληπτον»[6]. Ὁ «ἀχώρητοςπαντὶ» χωρεῖταιἐντῇγαστρὶτῆς Παρθένου, ὁ μέγας ὑπάρχειἐνσμικροῖς. Τὸ μέγα τοῦτο κεφάλαιον τῆς πίστεώς μας, τὸπῶς ὁ ὑπερούσιοςΘεὸς «ὑπὲρἄνθρωπονγέγονενἄνθρωπος»[7], παραμένει «ἀνέκφαντον» μυστήριον. «Τὸ μέγα τῆς θείας Ἐνανθρωπήσεως μυστήριον, ἀεὶ μένει μυστήριον»[8].

Αὐτὸτὸ ξένον καὶ παράδοξον γεγονὸς «τὸἀποκεκρυμμένονἀπὸτῶναἰώνωνκαὶἀπὸτῶνγενεῶν»[9], εἶναιτὸ θεμέλιον τῆςκατὰ χάριν θεώσεωςτοῦἀνθρώπου. «Οὐκἔστινἐνἄλλῳοὐδενὶ ἡ σωτηρία∙ οὐδὲγὰρὄνομάἐστινἕτερονὑπὸτὸνοὐρανὸντὸ δεδομένον ἐνἀνθρώποιςἐν ᾧ δεῖσωθῆναιἡμᾶς»[10].

Αὐτὴεἶναι ἡ ὑψίστησωτηριώδηςἀλήθειαδιὰτὸνἄνθρωπον. Ἀνήκομενεἰςτὸν Χριστόν. Τὰ πάντα εἶναιἡνωμέναἐνΧριστῷ. ἘνΧριστῷἀναπλάθεται ἡ φθαρεῖσα φύσις μας, ἀποκαθίσταταιτὸ κατ᾿ εἰκόνακαὶἀνοίγεταιεἰςπάνταςτοὺςἀνθρώπους ἡ ὁδὸςτοῦ καθ᾿ ὁμοίωσιν. Διὰτῆς προσλήψεως ὑπὸτοῦ Θείου Λόγου τῆςἀνθρωπίνης φύσεως, διὰτοῦκοινοῦ θείου προορισμοῦκαὶτῆςκοινῆς σωτηρίας θεμελιοῦται ἡ ἑνότηςτοῦἀνθρωπίνου γένους. Δὲν σώζεται ὅμως μόνον ἡ ἀνθρωπότης, ἀλλὰσύμπασα ἡ κτῖσις. Ὡς ἡ πτῶσιςτῶν πρωτοπλάστων συμπαρασύρει ὅληντὴνπλᾶσιν, οὕτωκαὶ ἡ ἘνανθρώπησιςτοῦΥἱοῦκαὶ Λόγου τοῦΘεοῦἀφορᾷεἰςὁλόκληροντὴν δημιουργίαν. «Ἐλευθέραμὲν ἡ κτῖσις γνωρίζεται, υἱοὶδὲφωτὸςοἱπρὶνἐσκοτισμένοι»[11]. Ὁ Μέγας Βασίλειος μᾶςκαλεῖνὰἑορτάσωμεντὴνἁγίαντοῦΧριστοῦΓέννησινὡςτὴν «κοινὴνἑορτὴν πάσης τῆς κτίσεως», ὡς « τὰ σωτήρια τοῦ κόσμου, τήνγενέθλιονἡμέραντῆςἀνθρωπότητος»[12].

Τὸ «Χριστὸςγεννᾶται» ἀκούεται, δυστυχῶς, καὶ πάλιν εἰςἕνα κόσμον πλήρη βιαιοτήτων, ἐπικινδύνωνἀνταγωνισμῶν, κοινωνικῆςἀνισότητοςκαὶ καταπατήσεως τῶνθεμελιωδῶνἀνθρωπίνων δικαιωμάτων. Τὸ 2018 συμπληροῦνταιἑβδομήκονταἔτηἀπὸτὴνΟἰκουμενικὴνΔιακήρυξιντῶν δικαιωμάτων τοῦἀνθρώπου, ἡ ὁποία, μετὰἀπὸτὰςφοβερὰςἐμπειρίαςκαὶκαταστροφὰςτοῦ Β’ Παγκοσμίου Πολέμου, ἀνέδειξετὰκοινὰὑψηλὰἰδανικά, τὰὁποῖαὀφείλουννὰσέβωνταιἀπαρεγκλίτωςὅλοιοἱλαοὶκαὶτὰ κράτη. Ὅμως, ἡ ἀθέτησιςτῆς Διακηρύξεως αὐτῆς συνεχίζεται, ποικίλαιδὲ καταχρήσεις καὶ σκόπιμοι παρερμηνεῖαιτῶν δικαιωμάτων τοῦἀνθρώπουὑποσκάπτουντὸνσεβασμὸνκαὶτὴνπραγμάτωσίν των. Συνεχίζομεννὰμὴδιδασκώμεθαἀπὸτὴνἱστορίαν ἢ νὰμὴθέλωμεννὰδιδαχθῶμεν. Οὔτεαἱτραγικαὶἐμπειρίαι βίας καὶ ἡ καταρράκωσις τοῦἀνθρωπίνου προσώπου, οὔτε ἡ διακήρυξις ὑψηλῶνἰδανικῶν, ἀπέτρεψετὴνσυνέχισιντῆς βίας καὶτῶν πολέμων, τὴνἀποθέωσιντῆςἰσχύοςκαὶτὴνἐκμετάλλευσιντοῦἀνθρώπουἀπὸτὸνἄνθρωπον. Οὔτε, βεβαίως, ἡ ἰσχὺςτῶντεχνικῶν μέσων καὶαἱἐκπληκτικαὶ κατακτήσεις τῆςἐπιστήμης, οὔτε ἡ οἰκονομικὴ πρόοδος, ἔφερονκοινωνικὴνδικαιοσύνηνκαὶτὴνπολυπόθητονεἰρήνην. Τοὐναντίον, εἰςτὴνἐποχὴν μας ὁ εὐδαιμονισμὸςτῶν κατεχόντων αὐξάνεταικαὶ ἡ παγκοσμιοποίησις καταστρέφει τοὺςὅρουςτῆςκοινωνικῆςσυνοχῆςκαὶεἰρήνης.

Ἡ Ἐκκλησίαεἶναιἀδύνατοννὰἀγνοήσῃαὐτὰςτὰςἀπειλὰςκατὰτοῦἀνθρωπίνου προσώπου. «Οὐδὲνγὰρὅσονἄνθρωποςἱερόν, ᾧ καὶ φύσεως ἐκοινώνησεν ὁ Θεός»[13]. Ἀγωνιζόμεθαδιὰτὸνἄνθρωπον, διὰτὴνπροστασίαντῆςἐλευθερίαςκαὶτῆς δικαιοσύνης, ἐνἐπιγνώσειὅτι «ἡ ὄντωςεἰρήνηπαρὰΘεοῦ»[14], ὅτιτὸὑπέρλογον μυστήριον τῆςσαρκώσεωςτοῦΘεοῦ Λόγου καὶτῆςκατὰ χάριν θεώσεωςτοῦἀνθρώπουἀποκαλύπτειτὴνἀλήθειανπερὶτῆςἐλευθερίαςκαὶτοῦ θείου προορισμοῦτοῦἀνθρώπου.

ΖῶμενἐνἘκκλησίᾳτὴνἐλευθερίαν, ἐκΧριστοῦ, ἐνΧριστῷκαὶεἰς Χριστόν. Εἰςτὸνπυρῆνααὐτῆςτῆςἐλευθερίαςἀνήκει ἡ ἀγάπη, ἥτις «οὐζητεῖτὰἑαυτῆς»[15], ἡ ἀγάπη «ἐκκαθαρᾶς καρδίας»[16]. Ἐνῶ ὁ αὐτόνομος, ὁ αὐτογνώμωνκαὶαὐτάρκης, ὁ αὐτοθεούμενοςκαὶαὐτομακαριζόμενοςἄνθρωπος περιστρέφεται γύρω ἀπὸτὸνἑαυτὸν του καὶτὴνἀτομικὴν του αὐτάρεσκονεὐδαιμονίανκαὶ βλέπει τὸνσυνάνθρωπονὡςπεριορισμὸντῆςἐλευθερίας του, ἡ ἐνΧριστῷἐλευθερίαἔχεικατεύθυνσινπρὸςτὸνἀδελφὸν, κινεῖταιπρὸςτὸν πλησίον, ἀληθεύειἐνἀγάπῃ. Τὸ μέλημα τοῦπιστοῦδὲνεἶναι ἡ διεκδίκησις δικαιωμάτων, ἀλλὰτὸ «ποιεῖν τε καὶ πράττειν τὰ δικαιώματα Χριστοῦ»[17], ἐν ταπεινώσει καὶεὐχαριστίᾳ.

Αὐτὴ ἡ ἀλήθειατῆςἐνΧριστῷζωῆς, τῆςἐλευθερίαςὡςἀγάπηςκαὶτῆςἀγάπηςὡςἐλευθερίας, εἶναι ὁ θεμέλιος λίθος καί ἡ ἐγγύησιςδιὰτὸ μέλλον τῆςἀνθρωπότητος. Στηριζόμενοι ἐπ᾿ αὐτοῦτοῦἐνθέουἤθους δυνάμεθα νάἀντιμετωπίσωμεντὰςμεγάλας προκλήσεις τοῦ παρόντος, αἱὁποῖαιἀπειλοῦνὄχι μόνον τὸεὖζῆν, ἀλλὰκαὶαὐτὸτοῦτοτὸζῆντῆςἀνθρωπότητος.

Τὴνἀλήθειαντοῦ «Θεανθρώπου» ὡςἀπάντησινεἰςτὸνσύγχρονον «ἀνθρωπο-θεὸν» καὶπρὸςἀνάδειξιντοῦαἰωνίουπροορισμοῦτοῦἀνθρώπου, ἐξῇρεκαὶ ἡ Ἁγίακαὶ Μεγάλη Σύνοδος τῆςὈρθοδόξουἘκκλησίας (Κρήτη, 2016): «Ἡ ὈρθόδοξοςἘκκλησία, ἔναντιτοῦ συγχρόνου «ἀνθρωποθεοῦ», προβάλλει τόν «Θεάνθρωπον» ὡςἔσχατον μέτρον τῶν πάντων: «Οὐκἄνθρωπονἀποθεωθένταλέγομεν, ἀλλὰΘεὸνἐνανθρω-πήσαντα»[18]. Ἀναδεικνύειδὲτὴνσωτηριώδηἀλήθειαντοῦ Θεανθρώπου καὶτὸΣῶμα Του, τὴνἘκκλησίαν, ὡς τόπον καὶ τρόπον τῆςἐνἐλευθερίᾳζωῆς, ὡς “ἀληθεύεινἐνἀγάπῃ”[19]καὶὡςμετοχήν, ἤδηἐπὶτῆςγῆς, εἰςτὴνζωὴντοῦἀναστάντοςΧριστοῦ»[20].

Ἡ Σάρκωσις τοῦΘεοῦ Λόγου εἶναι ἡ βεβαίωσις καὶ ἡ βεβαιότης ὅτιτὴνἱστορίαν, ὡςπορείανπρόςτὴν Βασιλείαν τῶνἘσχάτων, κατευθύνει ὁ ἴδιος ὁ Χριστός. Βεβαίως, ἡ πορεία τῆςἘκκλησίαςπρὸςτὴν Βασιλείαν, ἡ ὁποίαδὲνσυντελεῖταιμακρὰν ἤ ἀνεξαρτήτωςτῆςἱστορικῆς πραγματικότητος, τῶνἀντιφάσεωνκαὶτῶνπεριπετειῶναὐτῆς, ποτὲδὲνὑπῆρξενἄνευδυσκολιῶν. Ἐνμέσῳαὐτῶν ἡ Ἐκκλησίαμαρτυρεῖπερὶτῆςἀληθείαςκαὶἐπιτελεῖτὸἁγιαστικὸν, ποιμαντικὸνκαὶμεταμορφωτικὸνἔργοναὐτῆς. «Ἡ γὰρἀλήθειάἐστιτῆςἘκκλησίαςκαὶστῦλοςκαὶἑδραίωμα…Στῦλόςἐστιτῆςοἰκουμένης ἡ Ἐκκλησία…καὶμυστήριόνἐστι, καὶ μέγα, καὶεὐσεβείας μυστήριον»[21].

 

Ἀδελφοὶκαὶ τέκνα ἐνΚυρίῳ,

 

Ἂςσυνεορτάσωμεν, εὐδοκίᾳτοῦσκηνώσαντοςἐνἡμῖν  Λόγου τοῦΘεοῦ, ἐνἀγαλλιάσεικαὶχαρᾷπεπληρωμένῃ, τὰςἑορτὰςτοῦἉγίου Δωδεκαημέρου. ΕὐχόμεθαἐκΦαναρίου, ὅπως ὁ σαρκωθεὶςκαὶσυγκαταβὰςτῷ γένει τῶνἀνθρώπων Κύριος καὶΣωτὴρἡμῶν, χαρίζηταιεἰςὅλουςκατὰτὸν νέον ἐνιαυτὸντῆςχρηστότητοςΑὐτοῦ, ὑγιείαν κατ᾿ ἄμφω, εἰρήνηνκαὶτὴνπρὸςἀλλήλουςἀγάπην, διαφυλάττῃδὲκαλῶςτὴνἉγίανΑὐτοῦἘκκλησίανκαὶεὐλογῇτὰἔργα διακονίας αὐτῆς, ἵναδοξάζηταιτὸὑπεράγιονκαὶὑπερύμνητονὄνομαΑὐτοῦ.

Χριστούγεννα ‚βιζ΄

† Ὁ Κωνσταντινουπόλεως

διάπυρος πρὸςΘεὸνεὐχέτης πάντων ὑμῶν

 

 

 

 

[1] Γρηγορίου τοῦ Θεολόγου, Λόγος ΛΗ´,εἰςτὰ Θεοφάνια, εἴτουντὰ Γενέθλια τοῦΣωτῆρος, Γ’, PG 36, 313.

[2]Ἰωάν. ι´, 18.

[3]ΔοξαστικὸνἈποστίχων Μεγάλου Ἑσπερινοῦ Χριστουγέννων.

[4] Νικολάου Καβάσιλα, ΠερὶτῆςἐνΧριστῷζωῆς, ΣΤ´, PG 150, 657.

[5] Ὅ. π. , ΣΤ´, PG 150, 660.

[6]ἸωάννουτοῦΔαμασκηνοῦ, Ἔκδοσιςἀκριβὴςτῆςὀρθοδόξου πίστεως, Γ´, α´ PG 94, 984.

[7] Μαξίμου τοῦὉμολογητοῦ, Κεφάλαια διάφορα Θεολογικά τε καὶΟἰκονομικὰπερὶἀρετῆςκαὶ κακίας, ἑκατοντὰς πρώτη, ιβ´, PG 90, 1184.

[8] Ὅ. π.

[9]Κολ. α´, 26.

[10]Πράξ. δ´,12

[11]ἸαμβικὴΚαταβασίατῶνΘεοφανείων, ὠδὴΗ´.

[12] Βασιλείου τοῦ Μεγάλου, ὉμιλίαεἰςτὴνἉγίαντοῦΧριστοῦΓέννησιν, PG 31, 1472-73.

[13] Νικολάου Καβάσιλα, ΠερὶτῆςἐνΧριστῷζωῆς, ΣΤ´, PG 150, 649.

[14]Ἰωάννουτοῦ Χρυσοστόμου, ΕἰςτὴνπρὸςΚορινθίους Α´, Ὁμιλία Α´, α´, PG 61, 14.

[15] Α´ Κορ. ιγ´, 5.

[16] Α´ Τιμ. α´, 5.

[17]ΘεοτοκίοντῶνἈποστίχωντῶνΑἴνων 12ηςὈκτωβρίου.

[18]ἸωάννουΔαμασκηνοῦ, «Ἔκδοσιςἀκριβὴςτῆςὀρθοδόξου πίστεως», Γ’, β’. PG 94, 988.

[19]πρβλ. Ἐφεσ. δ’, 15.

[20]ἘγκύκλιοςτῆςἉγίαςκαὶ Μεγάλης Συνόδου τῆςὈρθοδόξουἘκκλησίας, § 10.

[21]Ἰωάννουτοῦ Χρυσοστόμου, ΕἰςτὴνπρὸςΤιμόθεον Α´, ὉμιλίαΙΑ´, PG 62, 554.

Γραφείο Τύπου του Οικουμενικού Πατριαρχείου

ΑΦΗΣΤΕ ΜΙΑ ΑΠΑΝΤΗΣΗ