Γράφει ο Σπύρος Νεραϊδιώτης*.

Οι λαϊκοί οργανοπαίχτες αποτελούν αναπόσπαστο κεφάλαιο στο χώρο της λαϊκής μας παράδοσης, βάζοντας με το δικό τους ξεχωριστό τρόπο τη δική τους σφραγίδα, στη μουσική παράδοση της κάθε περιοχής, του κάθε τόπου.
Είναι οι απλοί και καθημερινοί άνθρωποι, του μόχθου και της βιοπάλης, που κυκλοφορούν ανάμεσά μας, αλλά στην πραγματικότητα είναι οι λαϊκοί καλλιτέχνες που κρατάνε γερά τη μουσική μας παράδοση, χωρίς ανθρώπινες δάφνες, για να τη μεταλαμπαδεύσουν και στις νεώτερες γενιές. neraidiotis1
Είναι αυτοί που με λίγα μουσικά όργανα συγκροτούν μια πλήρη ζυγιά, έχοντας σαν κυρίαρχο όργανο το κλαρίνο, που συνοδεύεται από το βιολί, το λαούτο, την κιθάρα, το ντέφι και το τελειότερο μουσικό όργανο που είναι η φωνή.
Είναι οι ακούραστοι άνθρωποι που πηγαίνουν σε κάθε γωνιά της Ελληνικής περιφέρειας, παίζοντας σε γάμους και πανηγύρια, γλεντώντας τον κόσμο, ανάβοντας τα μεράκια του και σβήνοντας τους καημούς του.
Πηγαίνουν στα πανηγύρια και εκεί ολόκληρα μερόνυχτα αντιμέτωποι με το ξενύχτι και την κούραση παίζουν ασταμάτητα, τραγούδια που αναφέρονται σε ό,τι έχει σχέση με τον απέραντο κύκλο της ζωής. Ο πανηγυριώτης, όταν έρχεται η σειρά του να χορέψει, πληρώνει τα όργανα παραγγέλλοντας το τραγούδι, είτε για να το ακούσει είτε για να το χορέψει.
Εκεί ο ερωτευμένος θα χορέψει τραγούδια ερωτικά, τραγούδια της αγάπης.
Της ξενιτιάς τραγούδια και του νόστου θα χορέψει ο ξενιτεμένος, ή αυτός που έχει αγαπημένο πρόσωπο στην ξενιτιά.
Τραγούδια που εκφράζουν πόνο και παράπονο, θα χορέψει ο πονεμένος και βασανισμένος από τη ζωή άνθρωπος.
Του σεβντά και του νταλκά τραγούδια, θα χορέψει αυτός που έχει ντέρτι στην καρδιά.
Της λεβεντιάς, του ηρωισμού και της παλικαριάς τραγούδια, θα χορέψει ο λεβέντης και υπερήφανος άνθρωπος.
Εκεί ο χορευταράς και μερακλής, πληρώνοντας τα όργανα αδρά, θα χορέψει τις πρώτες πρωινές ώρες, βγάζοντας το μεράκι του όλο, εκφράζοντας το λυρισμό της ψυχής του.
Οι οργανοπαίχτες ξέρουν τα πατήματα του καθενός στα τραγούδια που χορεύουν, γνωρίζουν τα γούστα τους και δεν είναι ανάγκη να τους πουν πως να παίξουν. Τόσα χρόνια σε τόσα πανηγύρια ξέρουν αυτοί, όλα τα χορευτικά τους χούγια, κυρίως αυτά των μερακλήδων.
Πολλές φορές οι ίδιοι οι οργανοπαίχτες σηκώνονται όρθιοι όταν χορεύουν μερακλήδες, εκφράζοντας με το δικό τους τρόπο τη συμμετοχή τους στο πανηγύρι, ζώντας το και οι ίδιοι, και τότε γίνονται όλοι ένα, χορευτές και οργανοπαίχτες. Συνεννοούνται μ’ έναν άγραφο κώδικα επικοινωνίας, που κοινό χαρακτηριστικό είναι, το μεράκι.
Υπάρχει ταύτιση επικοινωνίας μεταξύ ενός καλού χορευτή και ενός δεξιοτέχνη λαϊκού οργανοπαίχτη. Ο ένας συμπαρασύρει τον άλλον σε αυτό το υπέροχο και συναρπαστικό μεράκι, συνομιλώντας νοερά με τα μάτια της ψυχής και τη γλώσσα της καρδιάς. Γιατί μουσική και χορός, είναι δυο πράγματα αλληλένδετα, αναπόσπαστα μεταξύ τους και τα δυο μαζί συμφύονται, δημιουργώντας αυτό που λέμε μουσικοχορευτική πανδαισία, παραδοσιακή έκσταση, παραλήρημα ψυχικής ευφορίας.
Οι λαϊκοί οργανοπαίχτες έχουν την ικανότητα να αφουγκράζονται την ψυχή του μερακλή που χορεύει, να διαβάζουν την έκφρασή του, ενθουσιάζονται και οι ίδιοι με τον χορό, μερακλώνονται και πολλές φορές ο κλαριτζής, κατεβαίνει κάτω παίζοντας κλαρίνο, στο αυτί του μερακλή. Και αυτό το αναθεματισμένο το κλαρίνο, λες και βλέπει, ακούει και αφουγκράζεται, κάνει την έκφραση μελωδία ξυπνώντας μέσα του θύμησες και συναισθήματα.
Πλήθος συναισθημάτων του πλημμυρίζουν την καρδιά και την ψυχή και τον ανεβάζουν στους εφτά ουρανούς.
Η μουσικοχορευτική παράδοση είναι ένας ατελείωτος έρωτας με τη ζωή, με τους λαϊκούς οργανοπαίχτες να παίζουν και τους ανθρώπους να γλεντάνε καθώς ο χορός και το τραγούδι βγαίνουν μέσα από την ψυχή, γιατί οι Ηπειρώτες γλεντούν ακόμα και με τα μοιρολόγια τους που διασκεδάζουν κλαίγοντας.neraidiotis2
Στα περισσότερα τραγούδια διακρίνουμε τον ιαμβικό 15σύλλαβο στίχο που ο ρυθμός του ακολουθεί τους χτύπους της καρδιάς, ενώ η μελωδία των τραγουδιών θεωρείται βάλσαμο ψυχής.
Η Ήπειρος της 5τονίας σε χρησιμοποιεί και σε εκφράζει, σε ακολουθεί και τη βιώνεις, σε μαγεύει και σε γοητεύει, σε κατακλύζει με τη μελωδικότητα και το λυρισμό της και σε κάνει ψυχικά λεύτερο.
Η Άρτα και γενικότερα η Ήπειρος στο πέρασμα των χρόνων έχουν αναδείξει αξιόλογους λαϊκούς οργανοπαίχτες και στο χώρο αυτό τελευταία, μπαίνουν πολλά παιδιά, μαθαίνοντας παραδοσιακά μουσικά όργανα.
Στα ΤΕΙ της Άρτας, υπάρχει η σχολή, λαϊκής και παραδοσιακής μουσικής. Θα τολμήσω να τη χαρακτηρίσω σαν μια «μεγάλη του γένους σχολή» στο χώρο του λαϊκού πολιτισμού, που αναδεικνύει εξαίρετους νέους καλλιτέχνες οι οποίοι στο χώρο αυτό υπόσχονται πολλά.

*Ο  Σπύρος Νεραϊδιώτης είναι
χοροδιδάσκαλος, λαογράφος,
τηλεοπτικός παραγωγός,
τα κείμενα είναι από το βιβλίο του
ΑΝΑΤΟΛΙΚΑ ΤΩΝ ΤΖΟΥΜΕΡΚΩΝ

ΑΦΗΣΤΕ ΜΙΑ ΑΠΑΝΤΗΣΗ