Mε αφορμή την ταινία «Ενήλικοι στην αίθουσα» ο Κώστας Γαβράς παραχώρησε συνέντευξη στη DW. Μιλά για το πώς εμπνεύστηκε την ταινία, τον Γιάνη Βαρουφάκη, τον Βόλφανγκ Σόιμπλε και την ευρωκρίση ως κινηματογραφικό μοτίβο.Οι «Ενήλικοι στην αίθουσα» έκαναν μέσα στο Σαββατοκύριακο αισίως την πρεμιέρα τους και στην Ελλάδα. Άλλωστε η νέα ταινία του Κώστα Γαβρά αφορά για άλλη μια φορά την Ελλάδα και συγκεκριμένα την κρίσιμη διαπραγμάτευση στο Eurogroup το πρώτο εξάμηνο του 2015, η οποία οδήγησε στο ελληνικό δημοψήφισμα αλλά και τη συμφωνία για την ελληνική διάσωση. Η ταινία είναι βασισμένη στο ομώνυμο βιβλίο του Γιάνη Βαρουφάκη, που είναι και ο πρωταγωνιστής της ταινίας. Πρόκειται για ένα γρήγορο πολιτικό πολιτικό θρίλερ με κάποιες αστείες στιγμές που προσπαθεί να αποτυπώσει μια από τις χειρότερες οικονομικές κρίσεις στην Ευρώπη και τον κόσμο.

«Δεν υπάρχουν καλοί και κακοί στην ταινία»

Πώς όμως έφτασε στην ιδέα να κάνει μια ταινία βασισμένη στο βιβλίο του Βαρουφάκη; Ο Κώστας Γαβράς απαντά στη DW: «Το βιβλίο είχε έναν ισχυρό πρωταγωνιστή που μιλούσε για μια συγκεκριμένη περίοδο και για το τι συνέβη σε εκείνον. Ήταν χρήσιμο που ο Βαρουφάκης είχε κάνει πολλές ηχογραφήσεις και κρατούσε πολλές σημειώσεις. Έτσι είχα τη δυνατότητα να επαληθεύσω όλα όσα λέω στο βιβλίο διαβάζοντας τις ομιλίες του και ακούγοντας τι είχαν πει οι άλλοι». Όπως αναφέρει ο ίδιος για την ταινία του «υπάρχουν δύο βασικοί χαρακτήρες στην ταινία: η Ελλάδα και η Ευρώπη. Καθεμιά υποστηρίζει με σθένος την οπτική της. Επιθετικά και κατά την άποψή μου βίαια. Και υπό μια έννοια πιστεύω ότι όλοι έχουν δίκιο. Ακόμη και αυτοί που φαίνονται σαν τους κακούς της υπόθεσης, υποστηρίζουν κάτι πολύ σοβαρό (…) Aυτό είναι πολύ σημαντικό στην ταινία: Δεν υπάρχουν καλοί και κακοί».

Ο Κώστας Γαβράς στο σημείο αυτό φέρνει το παράδειγμα του πρώην Γερμανού υπ. Οικονομικών Βόλφγκανγκ Σόιμπλε, ο οποίος αν και είναι ο «κακός» στα μάτια των Ελλήνων, στην ουσία «υποστηρίζει την ευρωπαϊκή και τη γερμανική οικονομία». Επίσης, για τον Έλληνα σκηνοθέτη στην όλη υπόθεση δεν υπάρχουν καν νικητές και ηττημένοι. «Όλοι χάνουν κάτι» όπως λέει χαρακτηριστικά. «Αυτό που πραγματικά χάνουμε είναι μια ισχυρή Ευρώπη. Δεν μπορούμε να έχουμε μόνο μια Ευρώπη κατασκευασμένη από οικονομικά προβλήματα».

«Ο Γιάνης Βαρουφάκης δεν ήταν ήρωας»

Σε ερώτηση του δημοσιογράφου, αν θεωρεί τον Γιάνη Βαρουφάκη ήρωα, η απάντηση του Κώστα Γαβρά είναι σαφής: «Όχι. Δεν είναι για μένα ήρωας. Είναι κάποιος που μπορεί να μιλήσει για εκείνη την περίοδο και που γράφει πολύ καλά. Και έχει μεγάλη εμπειρία. Δεν αγγίζω την προσωπική του ζωή. Εκεί βρίσκεται για έναν και μοναδικό ρόλο: να υπερασπιστεί την Ελλάδα». Αλλά τι πιστεύει ο ίδιος για τη Γερμανία και την «πολιτική λιτότητας» που επέβαλε στην Ελλάδα; «Το 2010 οι Γερμανοί πούλησαν υποβρύχια στην Ελλάδα» αναφέρει ο Κώστας Γαβράς. «Και τι έκαναν για να μπορέσουν να τα πουλήσουν; Δωροδόκησαν τον υπουργό (…) Πιστεύω δηλαδή ότι και οι ευρωπαϊκές χώρες δεν συμπεριφέρθηκαν καλά. Και επίσης επειδή γνώριζαν ήδη από το 2005-2007 ότι το ελληνικό χρέος ήταν τόσο υψηλό έπρεπε να το ξεφορτωθούν. Αυτό δεν σημαίνει ότι θα πωλούσαν το χρέος αλλά έπρεπε να βρουν λύσεις. Άφησαν το θέμα να εξελίσσεται αλλά αργότερα ανακάλυψαν -όλοι οι Ευρωπαίοι, αλλά και ειδικά οι Γερμανοί- ότι έπρεπε να το σταματήσουν. Ήδη ήταν πολύ μεγάλο το χρέος».

Όσο για το μέλλον, ο ίδιος εκτιμά ότι «η ελληνική κυβέρνηση και οι ευρωπαϊκές κυβερνήσεις θα βρουν λύσεις για έξοδο από την φυλακή του χρέους. Αυτό το χρέος, όπως επαναλλαμβάνει και η Κριστίν Λαγκάρντ πολλές φορές στην ταινία, πολύ απλά δεν μπορεί να αποπληρωθεί: 'Δεν υπάρχουν αρκετά χρήματα στην Ελλάδα, εκτός αν πουληθούν τα πάντα… Δεν ξέρω πώς θα βρείτε λύση σε αυτό'. Κι αυτό γιατί αυξάνεται κάθε χρόνο».

Ο Κώστας Γαβράς θεωρεί ότι οι θεατές που θα δουν την ταινία «μπορούν να πάρουν από αυτή ό,τι θέλουν. Δεν θέλω να τους διδάξω κάτι. Στις ταινίες μου αφηγούμαι ιστορίες, όπως τις αφηγούμαι στους φίλους μου. Απλώς λέω την ιστορία, δεν τους λέω πότε πρέπει να γελάσουν. Αυτό κάνει ένας σκηνοθέτης. Θέτουμε ερωτήματα. Και αν τα ερωτήματα είναι καλά, ακόμη καλύτερα. Λύσεις δεν έχουμε».

Χανς Κρίστιαν φον Μποκ

Επιμέλεια: Δήμητρα Κυρανούδη

ΑΦΗΣΤΕ ΜΙΑ ΑΠΑΝΤΗΣΗ