(c)elliniki-gnomi.eu

«Χρειάζονται χαμηλότεροι φορολογικοί συντελεστές, μείωση του μη μισθολογικού κόστους, φορολογικά κίνητρα για ιδιωτικές επενδύσεις, καθολική χρήση των ηλεκτρονικών συναλλαγών για πάταξη της φοροδιαφυγής κα.»
-«Όσο αυτά δεν γίνονται, τόσο η οικονομία θα αργεί, οι επενδυτές δεν θα εμφανίζονται, η φοροδιαφυγή θα συντηρεί στην ζωή οριακά παραγωγικές επιχειρήσεις, και οι νέοι με υψηλές εργασιακές εξειδικεύσεις και προσόντα θα μεταναστεύουν στο εξωτερικό».

Επιμέλεια: Ευθύμιος Χατζηϊωάννου.

Όπως αναφέρεται σε σχετική μελέτη του Συνδέσμου Επιχειρήσεων και Βιομηχανιών (ΣΕΒ), που δημοσιεύεται στο εβδομαδιαίο ενημερωτικό του δελτίο για τις τρέχουσες οικονομικές εξελίξεις, το εισόδημα των νοικοκυριών στην χώρα μας διαμορφώνεται σε 153,2 δισεκατομμύρια ευρώ και το δηλωθέν φορολογητέο εισόδημα των νοικοκυριών σε 74 δισεκατομμύρια ευρώ, κάτι, που οδηγεί στο συμπέρασμα, ότι η φοροδιαφυγή στην Ελλάδα παραμένει τεράστια!
Η μεσαία τάξη στην Ελλάδα καταρρέει υπό το βάρος της υπερφορολόγησης, της συρρίκνωσης της αποταμίευσης και την περαιτέρω φτωχοποίησή της, που είναι βέβαιο, ότι θα προκαλέσουν οι προωθούμενες στρεβλωτικές πολιτικές αναδιανομής εισοδήματος με λάθος εργαλεία ανάλυσης και λάθος στόχευση, υπογραμμίζει ο ΣΕΒ στο εβδομαδιαίο του δελτίο.
Στην σημερινή Ελλάδα, σύμφωνα με τα ισχύοντα, 4 εργαζόμενοι πληρώνουν φόρους και εισφορές, ώστε να πληρώνονται οι συντάξεις 3 συνταξιούχων αλλά και να καλύπτονται οι ανάγκες σε παροχή δημόσιων υπηρεσιών υγείας, εκπαίδευσης, δικαιοσύνης, άμυνας κλπ. Το μοντέλο αυτό, προφανώς, δεν είναι βιώσιμο.

«Ενώ οι συντελεστές του φορολογικού και συνταξιοδοτικού συστήματος είναι από τους υψηλότερους στην Ευρώπη, η μέση φορολογική επιβάρυνση εξακολουθεί να είναι από τις μικρότερες στην Ευρώπη, γεγονός που υποδηλώνει την έκταση της υπάρχουσας φοροδιαφυγής»

Το μέσο ελληνικό νοικοκυριό στην διάρκεια της κρίσης (2009-2014) απώλεσε 4 ποσοστιαίες μονάδες του εισοδήματός του, -που μειώθηκε, λόγω της ύφεσης κατά 30%-, λόγω αύξησης της επιβάρυνσης σε φόρους εισοδήματος, πλούτου κλπ. και σε ασφαλιστικές εισφορές.
Αυτή η απώλεια είναι πολλαπλάσια εκείνης των νοικοκυριών σε άλλες ευρωπαϊκές χώρες. Όπως αναφέρει ο ΣΕΒ, ζούμε, μάλιστα, το παράδοξο, ενώ οι συντελεστές του φορολογικού και συνταξιοδοτικού συστήματος είναι από τους υψηλότερους στην Ευρώπη, η μέση φορολογική επιβάρυνση να εξακολουθεί να είναι από τις μικρότερες στην Ευρώπη, γεγονός που υποδηλώνει την έκταση της φοροδιαφυγής.ypourgeio Oikonomikon
Έτσι, με το εισόδημα των νοικοκυριών να διαμορφώνεται σε 153,2 δισεκατομμύρια ευρώ (χωρίς παροχές σε είδος) και το δηλωθέν φορολογητέο εισόδημα των νοικοκυριών σε 74 δισεκατομμύρια ευρώ περίπου, -στο οποίο πληρώνουν 8,7 δισεκατομμύρια ευρώ σε φόρο εισοδήματος και ειδική εισφορά αλληλεγγύης, ή 11,8% μέσο φορολογικό συντελεστή-, το συμπέρασμα, που προκύπτει, είναι, ότι η φοροδιαφυγή παραμένει τεράστια.

«Οι αυξήσεις φόρων θα εξωθήσουν, είτε στην παραοικονομία, είτε στην μετανάστευση και άλλων παραγωγικών τμημάτων της μεσαίας τάξης»

Συνεπώς, τονίζει ο ΣΕΒ, οι αυξήσεις φόρων θα εξωθήσουν, είτε στην παραοικονομία, είτε στην μετανάστευση και άλλων παραγωγικών τμημάτων της μεσαίας τάξης. Η ολοκλήρωση της πρώτης αξιολόγησης είναι αναγκαία, αλλά όχι ικανή συνθήκη για να οδηγηθεί η ελληνική οικονομία στην ανάκαμψη.
Χρειάζονται χαμηλότεροι φορολογικοί συντελεστές, μείωση του μη μισθολογικού κόστους, φορολογικά κίνητρα για ιδιωτικές επενδύσεις, καθολική χρήση των ηλεκτρονικών συναλλαγών για πάταξη της φοροδιαφυγής κ.ο.κ. Όσο αυτά δεν γίνονται, τόσο η οικονομία θα αργεί, οι επενδυτές δεν θα εμφανίζονται, η φοροδιαφυγή θα συντηρεί στην ζωή οριακά παραγωγικές επιχειρήσεις, και οι νέοι με υψηλές εργασιακές εξειδικεύσεις και προσόντα θα μεταναστεύουν στο εξωτερικό.

«Η αρνητική αποταμίευση (-6,6%) των ελληνικών νοικοκυριών είναι τεράστια και προοιωνίζεται μείωση του βιοτικού επιπέδου στο μέλλον, καθώς δεν μπορεί να συνεχισθεί η στήριξη της κατανάλωσης και των όποιων επενδύσεων κάνουν τα νοικοκυριά, από τα «έτοιμα», και με το τραπεζικό σύστημα να βρίσκεται σε φάση απομόχλευσης»

Ως ποσοστό του διαθέσιμου εισοδήματος, η τρέχουσα αποταμίευση των ελληνικών νοικοκυριών, από 7,5%, που ήταν το 2006, διαμορφώνεται πλέον σε -6,6% το 2015, με όλες τις άλλες χώρες της Ευρωζώνης να έχουν θετικό ποσοστό αποταμίευσης. Η Πορτογαλία και η Ιρλανδία έχουν ποσοστό αποταμίευσης 4,3% περίπου (που είναι κάτω από το 1/3 περίπου της αποταμίευσης του μέσου νοικοκυριού στην Ευρωζώνη), με τα νοικοκυριά στην Γερμανία και την Γαλλία να έχουν μεγαλύτερες αποταμιεύσεις από Ιταλία και Ισπανία, με τις τελευταίες να βρίσκονται κάτω του μέσου όρου στην Ευρωζώνη.
Η απόκλιση των ελληνικών νοικοκυριών είναι τεράστια και προοιωνίζεται μείωση του βιοτικού επιπέδου στο μέλλον, καθώς δεν μπορεί να συνεχισθεί η στήριξη της κατανάλωσης και των όποιων επενδύσεων κάνουν τα νοικοκυριά, από τα «έτοιμα», και με το τραπεζικό σύστημα να βρίσκεται σε φάση απομόχλευσης. Βεβαίως, η διέξοδος είναι η ανάπτυξη, αν και θα πάρει αρκετά χρόνια για να επιστρέψει η κανονικότητα στην οικονομία, καθώς τα νοικοκυριά θα προσπαθούν να αναπληρώσουν τις χαμένες αποταμιεύσεις τους, να αποπληρώσουν δάνεια, ληξιπρόθεσμες οφειλές κ.ο.κ.

«Η Ελλάδα, παρά την τεράστια αύξηση της φορο-εισφορο-επιβάρυνσης, απέχει ακόμη αρκετά από τον μέσον όρο της Ευρωπαϊκής Ένωσης»

Συγκριτικά, πάντως, με τις άλλες χώρες της Ευρωπαϊκής Ένωσης (ΕΕ των 28), η Ελλάδα, παρά την τεράστια αύξηση της φορο-εισφορο-επιβάρυνσης, απέχει ακόμη αρκετά από τον μέσον όρο της Ευρωπαϊκής Ένωσης (27,7%) και από τον συντελεστή επιβάρυνσης της Ιταλίας (26,2%) και της Ιρλανδίας (24,8%), ενώ είναι στο ίδιο επίπεδο με τον αντίστοιχο συντελεστή της Πορτογαλίας (23,2%).
Όταν ο συντελεστής επιβάρυνσης διαχωρίζεται σε φόρους και εισφορές κοινωνικής ασφάλισης, στην Ελλάδα το 2014 η φορολογική επιβάρυνση είναι 6% (9,7% στην Ευρωπαϊκή Ένωση, 13,6% στην Ιρλανδία και 7,6% στην Πορτογαλία) έναντι 5% το 2009 (9,1% στην Ευρωπαϊκή Ένωση, 10,8% στην Ιρλανδία και 5,2% στην Πορτογαλία). Αξίζει να σημειωθεί, ότι η Ιρλανδία και η Πορτογαλία ήσαν μεταξύ των χωρών στην Ευρωπαϊκή Ένωση, με την μεγαλύτερη αύξηση της συγκεκριμένης επιβάρυνσης από το 2009 έως το 2014.

«Υπάρχει ακόμη μεγάλη φοροδιαφυγή και παραοικονομία, όπου, εργαζόμενοι και επαγγελματίες απασχολούνται χωρίς να καταβάλλονται εισφορές και φόροι εισοδήματος»

Όσον αφορά στην επιβάρυνση του διαθεσίμου εισοδήματος από εισφορές κοινωνικής ασφάλισης, το 2014 στην Ελλάδα ο συντελεστής διαμορφώθηκε σε 17,5% (18% στην Ευρωπαϊκή Ένωση, 11,2% στην Ιρλανδία και 15,6% στην Πορτογαλία) έναντι 14,4% το 2009 (17,5% στην Ευρωπαϊκή Ένωση, 10,6% στην Ιρλανδία και 15,8% στην Πορτογαλία). Η διαφορά αυτή υποδηλώνει και την προσπάθεια, που πρέπει ακόμη να γίνει για την επέκταση της φορο-εισφορο-δοτικής βάσης με την πάταξη της φοροδιαφυγής/εισφοροδιαφυγής και την αύξηση των εσόδων από την αναπτυξιακή διαδικασία.
Όλοι οι υπολογισμοί γίνονται για το μέσο ελληνικό νοικοκυριό, που προφανώς αποτελεί μια στατιστική κατασκευή. Στην πραγματικότητα, υπάρχει ακόμη μεγάλη φοροδιαφυγή και παραοικονομία, όπου, εργαζόμενοι και επαγγελματίες απασχολούνται χωρίς να καταβάλλονται εισφορές και φόροι εισοδήματος. Έτσι, οι συνεπείς φορολογούμενοι επιβαρύνονται πολύ περισσότερο, ενώ συνταξιούχοι απολαμβάνουν συντάξεις, για τις οποίες συνεισφέρουν πολύ λιγότερα, απ’ αυτά που εισπράττουν. Το ζητούμενο δεν είναι μόνον να αυξηθεί ο μέσος όρος της επιβάρυνσης, αλλά ταυτόχρονα αυτό να γίνει με το να πληρώσουν αυτοί, που δεν πληρώνουν τα αναλογούντα σήμερα.

ΑΦΗΣΤΕ ΜΙΑ ΑΠΑΝΤΗΣΗ