Κατερίνας Σχισμένου – Εκδόσεις Πηγή, Οκτώβριος 2020.

 Γράφει ο Δημήτρης Βλαχοπάνος

Αυτό που συναντά και καταχωρίζει ο αναγνώστης στη γραφή της Κατερίνας Σχισμένου είναι η πρωτοτυπία της και η τόλμη της. Η Κατερίνα Σχισμένου ανήκει στην κατηγορία των πνευματικών ανθρώπων που ενσαρκώνουν την αυτονομία και την αυτοτέλεια του συγγραφέα. Από τη μια επιλέγουν συνειδητά να συνυπάρχουν με τους άλλους, όπως ορίζει κατ’ ανάγκη  η ζωή, αλλά ταυτοχρόνως να διαφοροποιούνται απ’ αυτούς και ν’ ακολουθουν το μοναχικό τους δρόμο· το δρόμο της περισυλλογής και της αθόρυβης ψηλάφησης των πραγμάτων. Αλλά η ψηλάφηση αυτή ανταποκρίνεται πρώτα στη δική τους επιθυμία να μοιραστούν με τους άλλους ό,τι διαταράσσει, ευχάριστα ή δυσάρεστα, τη δική τους καθημερινότητα. Και στο αίτημα, ύστερα, του κοινωνικού περιβάλλοντος, ή ενός τμήματός του, να λάβει μέρος στη διαδικασία της αφήγησης  και της γραφής.

Η Κατερίνα Σχισμένου βγαίνει στα γράμματα όχι με μια ποιητική συλλογή, όπως ήταν αναμενόμενο για όσους τη γνωρίζουν, αλλά και όπως συνηθίζεται από τα βασικά δεδομένα της λογοτεχνίας μας. Δε βγαίνει ούτε μ’ ένα μυθιστόρημα. Βγαίνει με μια συλλογή διηγημάτων. Το διήγημα είναι μια σοβαρή δοκιμασία: ο συγγραφέας οφείλει να εστιάσει σ’ ένα μόνο επεισόδιο μιας ολόκληρης ζωής και, πυκνώνοντας το λόγο του, να περιγράψει το καίριον: την εξαιρετική αυτή λεπτομέρεια, που κατά τη γνώμη του αξίζει να την ξεχωρίσει και να τη φωτίσει περισσότερο μέσα στο σύνολο, ρίχνοντάς της κάτι απ’ τα ίχνη της προσωπικής του μυθολογίας.

Αλλά το εγχείρημα γίνεται ακόμα πιο δύσκολο, όταν ο/η συγγραφέας επιλέγει να απομονώσει θέματα που έχουν όλα τους μια κοινή αφετηρία και βάση: όχι τόσο τη στοιχειωμένη Ήπειρο, καθώς είναι ο τίτλος του βιβλίου, αλλά τη στοιχειωμένη ψυχή των ανθρώπων. Γιατί η συγγραφέας γνωρίζει καλά πως δεν υπάρχουν στοιχειά και φαντάσματα στη φύση· στοιχειά και φαντάσματα κατοικούν στην ψυχή των ανθρώπων. Και γνωρίζει, επίσης, καλά πως τη φύση μπορείς να την εξερευνήσεις και να τη δαμάσεις· η ανθρώπινη, ωστόσο, ψυχή μένει εν πολλοίς ανεξερεύνητη και αδάμαστη. Και δεν είναι η ψυχή των ανθρώπων που ζουν μακριά μας ή έζησαν σ’ άλλα χρόνια. Είναι η ψυχή των ανθρώπων που ζουν δίπλα μας και αναπνέουν το ίδιο μ’ εμάς οξυγόνο.

Στα 18 αυτοτελή διηγήματα που περιλαμβάνονται στη συλλογή «Στοιχειωμένη Ήπειρος», η οποία κυκλοφόρησε πρόσφατα από τις εκδόσεις Πηγή,  η συγγραφέας διαχειρίζεται το υλικό της προτάσσοντας το ιδεολογικό της και συγγραφικό της εγώ. Και περιφέρεται στον πυθμένα και στην κοίτη της ιστορίας της με τη διαφάνεια που της υπαγορεύει η πρόθεσή της όχι μόνο να γράψει, αλλά και να επικοινωνήσει. Κυρίως αυτό. Σε κάθε περίπτωση ο συγγραφέας δεν μπορεί να ξεφύγει απ’ τα προσωπικά του βιώματα, έστω κι αν εισέρχεται στην ιστορία των άλλων, την οποία, ωστόσο, βιώνει ως προσωπική του ιστορία. Κι αυτό είναι κάτι που σπεύδει να το δηλώσει η ίδια η Κατερίνα Σχισμένου, σημειώνοντας στον πρόλογο του βιβλίου της: «Ο συγγραφέας, κάθε εποχής, έρχεται να τα αναπλάσει και να τα αναδιαμορφώσει με μια δική του ηθική χροιά και να διαχειριστεί μια αναπόδοτη δικαιοσύνη, αυτή της δικής του κρίσης».

Η ανθρωπογεωγραφία της απλώνεται σαν χάρτης πάνω από πρόσωπα και πράγματα που έχουν αναστατώσει τη δική της πρώτα ενδοχώρα και θεωρεί αναγκαίο, γι’ αυτό, να τραβήξει την κουρτίνα τους προς τα πάνω και να τα φτιάξει μικρές ιστορίες που τους αξίζουν να διαβαστούν και να γίνουν ιστορίες εντέλει των άλλων. Οι πρωταγωνιστές ανήκουν σε πολλές κοινωνικές ομάδες, αλλά εντάσσονται κυρίως σε δύο κατηγορίες ανθρώπων. Είναι οι άνθρωποι που ενσαρκώνουν τη μικροψυχία και την αδικία. Και γίνονται βάναυσοι και βάρβαροι. Θύματα όχι τόσο της εποχής τους όσο της εσωτερικής τους ροπής προς το κακό. Και είναι και οι άλλοι, εκείνοι που υφίστανται την αδικία και τη βαναυσότητα όχι μόνο της εποχής και της συγκυρίας, αλλά και της ομάδας μέσα στην οποία βρέθηκαν να ανήκουν και να ζουν. Το μέγα ζητούμενο είναι η άρση της αδικίας και η αποκατάσταση της δικαιοσύνης.

Η Κατερίνα Σχισμένου δεν ταλαντεύεται. Η επιλογή της είναι σαφής: στο ερώτημα με ποιους θα πάει και ποιους θ’ αφήσει απαντά πως έχει πάει ήδη με το μέρος των αδυνάτων. Των γυναικών, ιδίως, που υφίστανται διαμέσου των αιώνων την καταπίεση του ανδροκρατούμενου κοινωνικού οικοδομήματος. Και των γυναικών εκείνων, ακόμη περισσότερο, που δεν παραδίνονται στη μοίρα τους, αλλά μάχονται για την ανατροπή αυτού του απαράδεκτου και βέβηλου οικοδομήματος. Έστω κι αν το τίμημα που πληρώνουν  γι’ αυτό είναι βαρύ. Όμως αξίζει.

 

 

 

 

ΑΦΗΣΤΕ ΜΙΑ ΑΠΑΝΤΗΣΗ