Εurostat: Στο 1,8% έφθασε ο πληθωρισμός τον Ιανουάριο στην ευρωζώνη, καθώς ανατιμήθηκαν τα καύσιμα, τα τρόφιμα, τα βιομηχανικά είδη, τα αλκοολούχα ποτά και ο καπνός!
-Η ραγδαία αύξηση στον πληθωρισμό της ευρωζώνης θέτει σε κίνδυνο το πρόγραμμα ποσοτικής χαλάρωσης και την διατήρηση των χαμηλών επιτοκίων δανεισμού, που εφαρμόζει η ΕΚΤ!

Επιμέλεια: Ευθύμιος Χατζηϊωάννου

Σε «πονοκέφαλο» για τον επικεφαλής της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας, Μάριο Ντράγκι, εξελίσσεται ο αυξημένος πληθωρισμός στην ευρωζώνη, που κατέγραψε η Eurostat, γεγονός, που μπορεί να ανατρέψει τις προθέσεις και τα σχέδια του Προέδρου της ΕΚΤ για οικονομική ανάπτυξη στην ευρωζώνη!
Και αυτό, επειδή η λειτουργία του προγράμματος ποσοτικής χαλάρωσης στηρίζεται στο επιχείρημα, πως ο πληθωρισμός στην ευρωζώνη είναι υπερβολικά χαμηλός και έτσι πρέπει να πέσει χρήμα στην οικονομία, ώστε να τονωθεί η ανάπτυξη!
Η ραγδαία αύξηση στον πληθωρισμό της ευρωζώνης, τον Ιανουάριο του 2017, που κατέγραψε η Eurostat, συνίσταται στην αύξηση των τιμών κατά 1,8%, από 1,1%, που ήταν τον Δεκέμβριο του 2016, ποσοστό, που αποτελεί υψηλό τετραετίας!
Σύμφωνα με την Στατιστική Υπηρεσία της Ε.Ε., το κύριο αίτιο της ραγδαίας αυτής αύξησης είναι η τιμή των καυσίμων, η οποία είναι αυξημένη κατά 8,1% τον Ιανουάριο του 2017, από 2,6%, που ήταν τον Δεκέμβριο του 2016.
Παράλληλα, καταγράφηκε αύξηση των τιμών τροφίμων, καπνικών ειδών και αλκοόλ κατά 1,7%, από 1,2% τον Δεκέμβριο, όπως και στα βιομηχανικά προϊόντα, που δεν σχετίζονται με την ενέργεια, κατά 0,5%, από 0,3%, που ήταν τον Δεκέμβριο του 2016..

Η αύξηση του πληθωρισμού στο 1,8% αποτελεί ένα ηχηρό, προειδοποιητικό “καμπανάκι” στην νομισματική πολιτική της ΕΚΤ, καθώς, βάσει του καταστατικού της, πρέπει να τον διατηρεί κάτω από το όριο του 2%

Η αύξηση αυτή των τιμών έχει διαφορετικές προεκτάσεις.
Αρχικά, είναι προφανές, πως μια αύξηση της τιμής του πετρελαίου κατά 8,1% επηρεάζει άμεσα και αρνητικά την πραγματική οικονομία, αυξάνοντας το κόστος παραγωγής και μεταφοράς όλων των προϊόντων.
Συνεπώς, μειώνεται έτσι η πραγματική αγοραστική δύναμη του καταναλωτή, ιδιαίτερα στις χώρες της ευρωζώνης, που έχουν εξέλθει πρόσφατα -ή βιώνουν ακόμα, όπως στην περίπτωση της Ελλάδας- οικονομική κρίση.
Στην Ελλάδα, η μείωση αυτή της κατανάλωσης έχει ως συνέπεια και την μείωση των φορολογικών εσόδων, καθώς τα νοικοκυριά πασχίζουν να περικόψουν όλες τις δυνατές δαπάνες, έτσι ώστε να επιβιώσουν οικονομικά από την υπερφορολόγηση.
Η αύξηση του πληθωρισμού στο 1,8% αποτελεί ένα ηχηρό, προειδοποιητικό “καμπανάκι” στην νομισματική πολιτική της ΕΚΤ, καθώς, βάσει του καταστατικού της, η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα θέτει ως στόχο την διατήρηση του πληθωρισμού κάτω από το όριο του 2%.
Η ΕΚΤ τονίζει, πως η προσήλωση σε στόχο, χαμηλότερο του 2%, διευκολύνει την νομισματική πολιτική της και παράλληλα την ζωή των καταναλωτών και των επενδυτών, καθώς δημιουργεί συνθήκες σταθερότητας, αποφεύγοντας τα «τιμολογιακά σοκ».

Η Γερμανία θα εντείνει τις πιέσεις της, προκειμένου να υπάρξει αύξηση των επιτοκίων και άρση της ποσοτικής χαλάρωσης, την οποία ο Πρόεδρος της ΕΚΤ επέκτεινε έως το τέλος του έτους!

Υπάρχει, όμως, και μια άλλη επίπτωση. Πρόκειται γι’ αυτή, που αφορά στα επιτόκια δανεισμού της ΕΚΤ. Η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα, από το 2009 και έπειτα, έχει χαμηλώσει σημαντικά τα επιτόκια δανεισμού, σε μια προσπάθεια να αυξήσει την ρευστότητα στα κράτη-μέλη της ευρωζώνης και να δημιουργήσει συνθήκες ανάπτυξης.
Όμως, η Γερμανία ασκεί έντονη κριτική στην πολιτική αυτή του Μάριο Ντράγκι, πιέζοντας να υπάρξει αύξηση των επιτοκίων και άρση της ποσοτικής χαλάρωσης, την οποία ο Πρόεδρος της ΕΚΤ επέκτεινε από τον Μάρτιο του 2017 έως το τέλος του έτους.
Η άνοδος του πληθωρισμού, όμως, αποτελεί «βέλος στην φαρέτρα της Γερμανίας», η οποία είναι βέβαιο, πως τώρα θα εντείνει τις πιέσεις για μια πιο αυστηρή δημοσιονομική πολιτική, έχοντας πάντα στο πίσω μέρος του μυαλού της την καταστροφική περίοδο υπερπληθωρισμού της δεκαετίας του ’20.
Παράλληλα, σημειώνεται, πως η Eurostat ανακοίνωσε, επίσης, μείωση της ανεργίας σε χαμηλό επταετίας για την ευρωζώνη στο 9,6%, (με μόνη εξαίρεση την Ελλάδα) και απρόσμενη επιτάχυνση της οικονομικής ανάκαμψης από 0,4%, σε 0,5%.

ΑΦΗΣΤΕ ΜΙΑ ΑΠΑΝΤΗΣΗ