-“Η σκληρή στάση της γερμανικής Κυβέρνησης απέναντι στην Ελλάδα δεν είναι πλέον πειστική, ούτε για τις επανορθώσεις, ούτε για το κούρεμα του χρέους”.

Επιμέλεια: Ευθύμιος Χατζηϊωάννου.

«Η Γερμανία ξεχνά την ιστορική της ευθύνη», αναφέρει στην πρώτη σελίδα του ιστότοπού της η γερμανική εφημερίδα “Sueddeutsche Zeitung”.
Η γερμανική Κυβέρνηση στην περίπτωση της διαμάχης για την κρίση στην Ελλάδα ξεχνά την ίδια της την ιστορία, επισημαίνει η εφημερίδα. Και εξηγεί: “Το οικονομικό θαύμα της Γερμανίας κατέστη εφικτό, μόνον επειδή άλλες χώρες διέγραψαν τα χρέη της”.OLYMPUS DIGITAL CAMERA
Το πρωτοσέλιδο της γερμανικής εφημερίδας αναφέρει:
«Τους προηγούμενους μήνες η γερμανική Κυβέρνηση, και κυρίως ο Γερμανός Υπουργός Οικονομικών, Βόλφγκανγκ Σόϊμπλε, έχουν ξεκαθαρίσει επανειλημμένα, ότι θεωρούν τις οικονομικές απαιτήσεις της ελληνικής Κυβέρνησης παράλογες. Πώς μπορεί η Αθήνα να ζητεί κούρεμα του χρέους της; Η Γερμανία δεν πρόκειται να συμφωνήσει σε κάτι τέτοιο, υπογραμμίζει ο Σόϊμπλε. Δεν τίθεται θέμα, επισημαίνει η Γερμανίδα Καγκελάριος Άνγκελα Μέρκελ.
Και οι αποζημιώσεις για τα εγκλήματα που διέπραξαν οι ναζί στα ελληνικά χωριά κατά την διάρκεια του Β’ Παγκόσμιου Πολέμου; Ούτε αυτές θα δοθούν! Το θέμα έχει κλείσει πολιτικά και νομικά, ξεκαθάρισε ο Γερμανός Υπουργός Εξωτερικών Φρανκ-Βάλτερ Σταϊνμάϊερ.

“Σε αυτή την διαμάχη, όπως και σε άλλα ευρωπαϊκά ζητήματα, πρόκειται και για την ιστορική ευθύνη της Γερμανίας απέναντι στην Ευρώπη”

Η Μέρκελ, ο Σόϊμπλε και ο Σταϊνμάϊερ, επισημαίνει η “Sueddeutsche Zeitung”, συμπεριφέρνονται, σαν οι διαπραγματεύσεις για την Ελλάδα να αφορούν μόνον χρήματα, μόνο το παρόν, μόνον το ζήτημα, πόσο υψηλός πρέπει να είναι ο ΦΠΑ στα ελληνικά ξενοδοχεία. Στην πραγματικότητα, όμως, πρόκειται για ένα άλλο, μεγαλύτερο ζήτημα, και εδώ η Κυβέρνηση του Έλληνα Πρωθυπουργού Αλέξη Τσίπρα έχει χτυπήσει το σωστό νεύρο. Σε αυτή την διαμάχη, όπως και συχνά σε άλλα ευρωπαϊκά ζητήματα, πρόκειται και για την ιστορική ευθύνη της Γερμανίας απέναντι στην Ευρώπη.
Αυτή η ευθύνη προέρχεται από το Ολοκαύτωμα και τα εγκλήματα των ναζί, αλλά και από το γεγονός, ότι Αμερικανοί και Ευρωπαίοι μετά το τέλος του Β’ Παγκόσμιου Πολέμου πήγαν πολύ πολύ μακριά για να βοηθήσουν την νεαρή Γερμανική Δημοκρατία. Και κυρίως το 1953, όταν αποφασίστηκε στο Λονδίνο η διαγραφή μεγάλου μέρους του γερμανικού χρέους.
Αμερικανοί, Βρετανοί και Γάλλοι ήταν πεπεισμένοι, ότι χωρίς μια διαγραφή του χρέους της η Γερμανία δεν θα μπορούσε να ξανασταθεί οικονομικά στα πόδια της, ένα επιχείρημα το οποίο ισχύει και για την περίπτωση της Ελλάδας, σημειώνει η “Sueddeutsche Zeitung”.

“Η σκληρή στάση της γερμανικής Κυβέρνησης απέναντι στην Ελλάδα δεν είναι πλέον πειστική, ούτε για τις επανορθώσεις, ούτε για το κούρεμα του χρέους”

Η Μέρκελ και ο Σόϊμπλε (αλλά και άλλοι Ευρωπαίοι ηγέτες) το έχουν αποκλείσει τους τελευταίους μήνες. Όμως, χωρίς την διαγραφή του χρέους του 1953 δεν θα είχε υπάρξει το γερμανικό οικονομικό θαύμα και η έκρηξη των εξαγωγών τις δεκαετίες του 1950 και 1960.
Όμως το 1953 αποφασίστηκε και κάτι ακόμη: Το ερώτημα, αν η Γερμανία οφείλει πολεμικές αποζημιώσεις, θα έμενε στην άκρη, μέχρι να υπογραφεί επισήμως ειρηνευτική συνθήκη. Αυτή η συνθήκη δεν υπάρχει ακόμη και σήμερα, ενώ με την Συνθήκη “Δύο Συν Τέσσερα”, η οποία οδήγησε στην επανένωση της Γερμανίας πριν 25 χρόνια, το θέμα αποσιωπήθηκε συνειδητά.
Όταν σήμερα η Γερμανία λέει, ότι δεν υπάρχει νομική βάση στο αίτημα της Ελλάδας για πολεμικές αποζημιώσεις, βασίζεται πρώτον στην Συνθήκη “Δύο Συν Τέσσερα” και δεύτερον στην διαγραφή του χρέους του 1953.
Νομικά, λοιπόν, -εξηγεί η εφημερίδα-, θα μπορούσε κανείς να ισχυριστεί, ότι η σκληρή στάση της γερμανικής Κυβέρνησης δεν είναι πλέον πειστική. Ούτε για τις επανορθώσεις, ούτε για το κούρεμα του χρέους. Αντίθετα, -προσθέτει η “Sueddeutsche Zeitung”-, η Μέρκελ και ο Σόϊμπλε θα πρέπει αυτές τις ημέρες να θυμηθούν την στάση των πιστωτών της Γερμανίας πριν 62 χρόνια.
Ο Γερμανός τραπεζίτης Χέρμαν Γιόζεφ Αμπς, που εκπροσωπούσε την γερμανική Κυβέρνηση, είχε δηλώσει μετά την Συμφωνία του Λονδίνου: “Με την διευθέτηση του χρέους της η γερμανική Κυβέρνηση κέρδισε, όχι μόνον την οικονομική της αξιοπιστία, αλλά ο κόσμος άρχισε να εμπιστεύεται ξανά την χώρα αυτή”».

ΑΦΗΣΤΕ ΜΙΑ ΑΠΑΝΤΗΣΗ