Έλληνες παραγωγοί και έμποροι γαλακτοκομικών προϊόντων: “Ταφόπλακα στις προοπτικές της ελληνικής φέτας στο εξωτερικό βαζει η εμπορική συμφωνία Ε.Ε.-Καναδά”!

– “Η εξαίρεση της φέτας από το καθεστώς προστασίας, που διέπει τα προϊόντα ΠΟΠ, αφήνει απροστάτευτο ένα από τα πιο εμβληματικά ελληνικά προϊόντα στις φθηνές απομιμήσεις, που κατακλύζουν την διεθνή αγορά”!

-Δυσοίωνες είναι οι προβλέψεις για την πορεία της κατανάλωσής της, η οποία αναμένεται να υποχωρήσει περαιτέρω τόσο, λόγω της της μειωμένης αγοραστικής δύναμης του καταναλωτή, όσο και της πίεσης, που ασκείται από άλλα φθηνότερα τυριά”!

 

Επιμέλεια: Ευθύμιος Χατζηϊωάννου

 

Όπως αναφέρουν δημοσιεύματα του ελληνικού Τύπου, μεγάλη ανησυχία επικρατεί στους Έλληνες παραγωγούς και εμπόρους γαλακτοκομικών προϊόντων μετά την επικύρωση της εμπορικής συμφωνίας ανάμεσα στην Ευρωπαϊκή Ένωση και τον Καναδά, που, όπως εκτιμάται, βάζει ταφόπλακα στις προοπτικές της ελληνικής φέτας στο εξωτερικό!

Και αυτό συμβαίνει, επειδή η συμφωνία αυτή αφήνει απροστάτευτο το πιο εμβληματικό, ίσως, ελληνικό προϊόν στις φθηνές απομιμήσεις, που κατακλύζουν την διεθνή αγορά.

Η εξέλιξη αυτή ήρθε στην χειρότερη δυνατή στιγμή για τους Έλληνες παραγωγούς, οι οποίοι αγωνίζονται να τονώσουν τις εξαγωγές τους για να αντισταθμίσουν τις απώλειες από την παρατεταμένη κάμψη στο εσωτερικό της χώρας. Πολλοί είναι, πλέον, αυτοί, που φοβούνται, πως η εξαίρεση της φέτας από το καθεστώς προστασίας, που διέπει τα προϊόντα ΠΟΠ και με την βούλα του Ευρωκοινοβουλίου, θα ασκήσει ασφυκτικές πιέσεις στις πωλήσεις του ελληνικού προϊόντος, όχι μόνον στον Καναδά, αλλά και στις Τρίτες Χώρες, καθώς πλέον οι ανταγωνιστές θα μπορούν ελεύθερα και χωρίς κανένα νομικό κώλυμα να διαθέσουν τις φθηνές απομιμήσεις τους.

Ήδη, η κατάσταση έχει ξεφύγει από κάθε έλεγχο, καθώς έχει παρατηρηθεί, ότι ακόμη και οι Ευρωπαίοι παραγωγοί τυριών μετά την εξαγωγή, αλλάζουν την νόμιμη επισήμανση με νέες ετικέτες, που αναγράφουν τον όρο φέτα και έχουν σύμβολα ελληνικά σε χώρες, που δεν έχουν περιορισμούς στις χρήσεις των όρων.

 

“Υπάρχει μια σκανδαλώδης αδικία σε βάρος της χώρας μας

ενώ η εμπορική συμφωνία ανάμεσα στην Ευρωπαϊκή Ένωση και τον Καναδά θα ανοίξει τον «ασκό του Αιόλου» και θα κάνει ακόμη πιο χαώδη την κατάσταση σε βάρος των ελληνικών προϊόντων”!

 

Ανησυχία υπάρχει και για τις τιμές, οι οποίες είναι ήδη κατώτερες της πραγματικής αξίας και της ποιότητας της ελληνικής φέτας.

Μάλιστα, παράγοντες της γαλακτοβιομηχανίας επισημαίνουν, πως οι τιμές, τις οποίες απολαμβάνει σήμερα ο Έλληνας τυροκόμος, εξάγοντας την φέτα, είναι σημαντικά χαμηλότερες, ακόμη από αυτές της ελληνικής αγοράς, παρά το σαφώς μεγαλύτερο μεταφορικό κόστος. Υπολογίζεται, πως η μέση τιμή είναι στα 5,9 ευρώ/κιλό, ενώ σε πολλές περιπτώσεις υποχωρεί και κάτω των 5 ευρώ το κιλό! Ο λόγος, που η φέτα καταλήγει να πωλείται στην κυριολεξία όσο-όσο στο εξωτερικό, όπως λένε οι Έλληνες παραγωγοί, είναι, ότι οι εξαγωγές αποτελούν αναγκαστική διέξοδο στη συρρίκνωση της εγχώριας αγοράς.

Όπως δηλώνει ο Πρόεδρος του Συνδέσμου Ελληνικών Βιομηχανιών Γαλακτοκομικών Προϊόντων (ΣΕΒΓΑΠ), κ. Χρήστος Αποστολόπουλος, «περιμέναμε, ότι οι εμπορικές συμφωνίες της Ε.Ε. με τις Τρίτες Χώρες θα έθεταν κανόνες και θα δημιουργούσαν νέες προοπτικές για τα ελληνικά προϊόντα. Δυστυχώς, όμως, υπάρχει μια σκανδαλώδης αδικία σε βάρος της χώρας μας».

Ο ίδιος εκτιμά, πως αυτή η συμφωνία θα ανοίξει τον «ασκό του Αιόλου» και θα κάνει ακόμη πιο χαώδη την κατάσταση σε βάρος των ελληνικών προϊόντων.

 

“Αφού δεν μπορέσαμε τώρα να κατοχυρώσουμε την προστασία της ονομασίας της φέτας, αμφιβάλλω, εάν θα μπορέσουμε να το κάνουμε μετα από πέντε χρόνια. Δυστυχώς χάσαμε μια τεράστια ευκαιρία για ανάπτυξη”!

 

«Το γεγονός, πως οι ανταγωνιστές μας θα μπορούν να πωλούν φέτα και με την βούλα του Ευρωκοινοβουλίου, σε αγορές εκτός Ε.Ε., θα πλήξει την διαπραγματευτική μας δύναμη. Πλέον, θα εκβιαζόμαστε συνέχεια από τους λιανέμπορους για να μειώσουμε και άλλο τις τιμές μας, με το επιχείρημα, ότι μπορούν να αγοράσουν χωρίς πρόβλημα φθηνότερα προϊόντα, που θα φέρουν τον όρο φέτα», σημειώνει χαρακτηριστικά.

Ο κ. Αποστολόπουλος δεν κρύβει, επίσης, την δυσαρέσκειά του για την στάση της ελληνικής Κυβέρνησης στο θέμα αυτό, τονίζοντας, πως οι διαβεβαιώσεις, που έλαβε η ελληνική πλευρά περί επανεξέτασης της υπόθεσης ύστερα από πέντε χρόνια, είναι χωρίς αντίκρισμα, αφού δόθηκαν προφορικά.

«Αφού δεν μπορέσαμε τώρα να κατοχυρώσουμε την προστασία της φέτας, αμφιβάλλω, εάν θα μπορέσουμε να το κάνουμε εκείνη την στιγμή. Δυστυχώς χάσαμε μια τεράστια ευκαιρία για ανάπτυξη», υπογραμμίζει ο ίδιος.

Πικρία υπάρχει και για την στάση των ευρωβουλευτών, οι οποίοι άφησαν να συμβεί μια τέτοια μεγάλη αδικία και δεν αντιτάχθηκαν στην επιλεκτική χρήση του Κοινοτικού Δικαίου. «Κανείς δεν τόλμησε να εξαιρέσει το ροκφόρ και να το αφήσει απροστάτευτο. Η Γαλλία, σε μια τέτοια περίπτωση, θα έκανε πόλεμο», λέει με έμφαση ο κ. Αποστολόπουλος.

 

“Παρά την ολοένα και μεγαλύτερη αύξηση των εξαγωγών, η συνολική εμπορική αποτίμηση της φετας δεν είναι καθόλου καλή, καθώς η τιμή της θα υποχωρήσει περαιτέρω, τόσο, λόγω της της μειωμένης αγοραστικής δύναμης του καταναλωτή, όσο και της πίεσης, που ασκείται από άλλα φθηνότερα τυριά”!

 

Η ανησυχία, που υπάρχει στους κύκλους των Ελλήνων παραγωγών από την επικύρωση της συμφωνίας Ε.Ε. – Καναδά γίνεται πιο εύκολα κατανοητή, εάν δει κανείς την βαρύτητα, που έχουν χρόνο με τον χρόνο στις πωλήσεις τους.

Υπολογίζεται, πως σχεδόν η μισή ελληνική παραγωγή φέτας εξάγεται στο εξωτερικό και ειδικότερα στις χώρες της Ευρωπαϊκής Ένωσης, οι οποίες απορροφούν την «μερίδα του λέοντος» σε ποσοστό 87%, με διαρκώς ανοδικές τάσεις.

Ωστόσο, όπως λέει ο κ. Αποστολόπουλος παρά την ολοένα και μεγαλύτερη αύξηση των εξαγωγών, η συνολική εμπορική της αποτίμηση δεν είναι καθόλου καλή. «Οι εξαγωγές γίνονται πάντοτε, γιατί ένα προϊόν απολαμβάνει καλύτερες τιμές από την εγχώρια αγορά. Δυστυχώς, εδώ, όμως, δεν συμβαίνει αυτό.

Πρόκειται για “εξαναγκασμένες” εξαγωγές, επειδή η ζήτηση στην εγχώρια αγορά πέφτει συνέχεια», σημειώνει χαρακτηριστικά. Σύμφωνα με τον Πρόεδρο του ΣΕΒΓΑΠ δυσοίωνες είναι οι προβλέψεις για την πορεία της κατανάλωσης και φέτος, η οποία αναμένεται να υποχωρήσει περαιτέρω τόσο, λόγω της της μειωμένης αγοραστικής δύναμης του καταναλωτή, όσο και της πίεσης, που ασκείται από άλλα φθηνότερα τυριά. Πλέον, αρκετοί εκφράζουν φόβους, πως εφέτος, όπως και πέρυσι, θα υπάρξουν πολλά αποθέματα, τα οποία θα πωληθούν σε πολύ χαμηλές τιμές.

 

 

ΑΦΗΣΤΕ ΜΙΑ ΑΠΑΝΤΗΣΗ