(c) Ivanidi

Συνέντευξη στον συγγραφέα και ανταποκριτή της Ε.Γ. στη Φρανκφούρτη Αλέξανδρο Ιβανίδη

Ο Βαγγέλης Ηλιόπουλος είναι συγγραφέας λογοτεχνίας. Γράφει βιβλία κυρίως για παιδιά και εφήβους. Γεννήθηκε στην Αθήνα το 1964. Έχει κάνει θεολογικές και παιδαγωγικές σπουδές στο Πανεπιστήμιο Αθηνών. Από το 1984 έως σήμερα εργάζεται ως δάσκαλος στη Σχολή Ι.Μ.Παναγιωτόπουλου. Με την παιδική και εφηβική λογοτεχνία άρχισε να ασχολείται ενεργά από το 1995. Με το πρώτο του κιόλας βιβλίο κατάφερε να αποσπάσει έπαινο από το ελληνικό τμήμα της ΙΒΒΥ. Από τότε έχει γράψει πλήθος βιβλίων, ενώ έχει κάνει και πολλές μεταφράσεις. Έργα του έχουν βραβευτεί και ορισμένα έχουν διασκευαστεί για θέατρο, κουκλοθέατρο, κινηματογράφο. Έργα του με τον Τριγωνοψαρούλη έχουν μεταφραστεί και κυκλοφορούν στην Κίνα και στην Κορέα. Ο Βιβλιοπόντικας και ο Θέμος στην Γερμανία, στην Κορέα, στη Μαλαισία και στην Τουρκία. Τέλος, από το 2008 έως το 2015 ήταν πρόεδρος του Κύκλου Ελληνικού Παιδικού Βιβλίου (ΙΒΒΥ). Ήταν υποψήφιος για τα διεθνή βραβεία Astrid Lindgren Memorial Award και Hans Christian Andersen Award. Το Ελληνικό Τμήμα ΙΒΒΥ τουν ανακήρυξε Πρεσβευτή Ελληνικού Παιδικού Βιβλίου 2018. Πρόσφατα κέρδισε το κρατικό βραβείο εφηβικής λογοτεχνίας για το βιβλίο του ‘Ο Θωμάς Q-Bit’. Η συνέντευξη δόθηκε το 2019 κατά τη Διεθνή Έκθεση Βιβλίου της Φρανκφούρτης.

– Πόσα χρόνια γράφεται για τα παιδιά και ποια μηνύματα θέλετε να περάσετε στις ευαίσθητες αυτές ηλικίες;

“Το πρώτο μου βιβλίο κυκλοφόρησε το 1995, άρα γράφω 25 χρόνια περίπου. Πράγματι η τεχνολογία έχει αλλάξει τις γενιές του τότε με το τώρα. Τα παιδιά του τότε έγιναν γονείς – οι περισσότεροι – οπότε με ξανασυναντούν αλλά πλέον ως γονείς και ξαναδιαβάζουν τα βιβλία μου στα παιδιά τους και αυτό είναι υπέροχο. Δηλαδή καμιά φορά ο χρόνος δεν έχει μόνο αρνητικά έχει και πολλά θετικά. Το 1997 ήταν το κομβικό σημείο στη ζωή και την καριέρα μου που κυκλοφόρησε ο τριγωνοψαρούλης. Εκεί άλλαξαν όλα γιατί ο τριγωνοψαρούλης είναι ένας ήρωας από τους λίγους Έλληνες ήρωες που ξεχώρισαν χωρίς να γίνουν ταινία και χωρίς να μπούνε σε μια μεγάλη παραγωγή άλλων αντικειμένων. Μόνο στο βιβλίο. Έχει οκτώ περιπέτειες, έχει μια δική του δύναμη, τον αγαπάνε γενιές και γενιές και άλλαξε και τη δική μου ζωή αλλά και την παιδική λογοτεχνία. Έχει μια δική του δυναμική. Όποτε έχω να πω ή να σχολιάσω κάτι που αφορά την κοινωνία μας ή την εξέλιξη των πραγμάτων είναι ένα καινούργιο βιβλίο και δεν το έχω ποτέ προγραμματίσει έχοντας ένα πλάνο. Το πρώτο βιβλίο το 1997 πολύ νωρίς μίλησε για τη διαφορετικότητα. Η ελληνική κοινωνία τότε ήταν μονοδιάστατη, δεν υπήρχαν άλλες εθνότητες και ήταν μια μονοπολιτισμική κοινωνία και ήταν η φάση που ακριβώς γύρναγε σε πολυπολυτισμική και ήταν το βιβλίο που χρειαζόταν για να μπορέσουν τα σχολεία και τα παιδιά ν’ αποδεχτούν και τον άλλο. Τώρα, βέβαια, μετά από 25 χρόνια, φτάσαμε σε μία άλλη φάση. Ο άλλος, δηλαδή, είναι ο οποιοσδήποτε. Και εγώ είμαι ο άλλος. Βρεθήκαν και τα Ελληνάκια σ’ ένα άλλο περιβάλλον με την κρίση με τόσα παιδιά που έφυγαν από την Ελλάδα. Άρα εκεί ο τριγωνοψαρούλης χρειάστηκε να κάνει και το ανάποδο. Να πείσει και τον καθένα μας ότι είναι ο άλλος που οι υπόλοιποι οφείλουν να σεβαστούν. Κι έτσι τα τελευταία χρόνια δουλεύουμε πάνω σε αυτό το κομμάτι της ενσυναίσθησης, δηλαδή, να μπορώ εγώ να μπω στη θέση του άλλου και να τον καταλάβω. Είναι το σημαντικότερο κομμάτι. Αυτά είναι που θέλω να περάσω σε αυτές τις πολύ ευαίσθητες ηλικίες καλλιεργώντας την αποδοχή του άλλου όπως είναι και όχι όπως θες εσύ να είναι ή όπως είσαι εσύ. Ο καθένας μας είναι ένας άλλος”.

-Ποιες δυσκολίες και παγίδες καλείτε να προσπεράσει ένας συγγραφέας παιδικών βιβλίων;

“Η παγίδα που είναι πολύ μεγάλη είναι να προσπαθήσει να γράψει ένα βιβλίο καθαρά διδακτικό. Δηλαδή ένα βιβλίο που του κάνει μάθημα, γιατί θα είναι τόσο βαρετό όσο είναι και το μάθημα καμιά φορά. Αν λοιπόν εγώ αποφασίσω να γράψω ένα βιβλίο για να πλένουνε τα δόντια τους το βράδυ θα είναι πολύ βαρετό. Άρα θα πρέπει να γράφεις για πράγματα που σε καίνε, για θέματα που σ’ ενδιαφέρουν και όχι που είναι στη μόδα ή που είναι επίκαιρα. Τώρα είναι οι πρόσφυγες και γράφουμε όλοι για πρόσφυγες. Προηγουμένως ήταν το περιβάλλον και γράφαμε όλοι για το περιβάλλον. Εγώ αυτό προσπαθώ να το αποφύγω και γράφω μόνο γι’ αυτά που μ’ ενδιαφέρουν και με καίνε και επίσης δεν θα πρέπει να έχεις στο μυαλό σου ότι κάνεις μάθημα ή διδάσκεις. Πρέπει να γράφεις ένα έργο τέχνης και να κάνεις λογοτεχνία. Σίγουρα η λογοτεχνία έχει κάτι να πει έτσι όπως και κάθε έργο τέχνης π.χ. ένας πίνακας ζωγραφικής, μια μουσική συμφωνία ή και ένα τραγούδι έχουν κάτι να πουν. Δε σημαίνει ότι το μήνυμα πρέπει να είναι κραυγαλέο και πρέπει να διδάσκει. Μπορεί να είναι έτσι δοσμένο που το παιδί να το δέχεται όπως δεχόμαστε ότι δεν είναι ωραίο πράγμα ο πόλεμος όταν βλέπεις την Γκερνίκα. Σίγουρα νιώθεις αυτό που θέλει να γράψει ο συγγραφέας αλλά δεν είναι πρακτικές οδηγίες, δεν είναι έτοιμες λύσεις είναι λίγο στοχασμός. Άρα το βιβλίο πρέπει να σε βάζει να στοχάζεσαι. Αυτό το έχω ζήσει πάρα πολύ έντονα και με τον τριγωνοψαρούλη αλλά και με τ’ άλλα μου βιβλία και τώρα με τον Θωμά Q-Bit, διότι τα παιδιά δίνουν τις δικές τους ερμηνείες, που καμιά φορά με ξεπερνάνε, και αυτό που είναι σημαντικό είναι η δική τους άποψη για τα πράγματα. Δηλαδή, δεν έχει σημασία τι ήθελα εγώ να πω που δεν ήθελα στην ουσία τίποτα να πω. Εσύ τι κατάλαβες. Εγώ θέλω τα κείμενά μου να μιλάνε στα παιδιά, στη γλώσσα τους και στην αντιληπτική τους ικανότητα αλλά να επικοινωνούν ουσιαστικά και με το συναίσθημά τους”.

– Τι πιστεύετε ότι θα πρέπει να βελτιωθεί στο ελληνικό εκπαιδευτικό σύστημα;

“Όταν ξεκίνησα και ήμουν ένας νεαρός δάσκαλος είχα πάρα πολλές ελπίδες ότι πολλά πράγματα μπορούν ν’ αλλάξουν. Έχουν περάσει 33 χρόνια και δεν έχει αλλάξει σχεδόν τίποτα, έχει μπει η τεχνολογία που αλλού έχει μπει πολύ καλά και αλλού μας πήγε λίγο πίσω. Δεν έχω πολλές ελπίδες ότι μπορεί ν’ αλλάξουν τα πράγματα συνολικά. Νομίζω ότι αυτό που μπορεί ν’ αλλάξει πολλά πράγματα είναι αυτή η μοναδική σχέση δασκάλου, καθηγητή και παιδιού. Και ουσιαστικά να επηρεάσεις τον μαθητή σου από αυτό που είσαι. Το εκπαιδευτικό σύστημα λοιπόν είναι ωραία φτιαγμένο από τα υπουργεία, δομημένο, φτιαγμένο, ραμμένο. Το υλοποιεί όμως ένα άνθρωπος, αν αυτός ο άνθρωπος είναι εμπνευσμένος άνθρωπος μπορεί και να το υπηρετήσει και να το αναπτύξει και να το ανατρέψει και να το εμπλουτίσει. Εάν όμως διεκπεραιώνει μια δουλειά και είναι κουρασμένος τότε το σύστημα από μόνο του είναι μάλλον αποτυχημένο γιατί νομίζω δεν έχουμε προλάβει να πιάσουμε την τεχνολογία που είναι τόσο γρήγορη που τον ρυθμό και τις γνώσεις των σημερινών παιδιών δεν τις έχουμε πιάσει. Τα παιδιά πλέον έχουν γνώσεις. Δεν πάνε στο σχολείο για ν’ ακούσουν πράγματα που δεν έχουν ακούσει στο σπίτι. Καμιά φορά ξέρουν πιο πολλά στο σπίτι τους. Στους υπολογιστές τους και στα παιχνίδια τους. Τι θα σου μάθει λοιπόν το σχολείο; Είναι άχρηστο; Όχι. Γιατί το σχολείο θα σου μάθει να διαχειρίζεσαι πια αυτή τη γνώση, να τη βρίσκεις. Και θα σου μάθει να διαχειρίζεσαι το συναίσθημά σου και να είσαι σε ομάδα. Να δουλεύεις σε ομάδα και να είσαι κοινωνικός. Αυτά λοιπόν είναι καινούργια πράγματα. Παλιά λέγαμε πήγαινες σχολείο να μάθεις γράμματα, τώρα τα γράμματα τα μαθαίνεις και σπίτι. Πηγαίνεις, λοιπόν, σχολείο για να μάθεις να διαχειρίζεσαι αυτά που έχεις μάθει, γιατί καμιά φορά βλέπεις στον υπολογιστή σου πράγματα που δεν είναι έτσι, αλλά μαθαίνεις να διαχειρίζεσαι και το συναίσθημά σου γιατί το να βλέπω στην εικόνα μία μάχη είναι τόσο απομακρυσμένο και χωρίς συναίσθημα που μπορεί ο άλλος να γίνει τέρας. Το θέμα μας λοιπόν είναι να μην κάνουμε παιδιά τέρατα αλλά παιδιά με συναίσθημα. Άρα λοιπόν, συναίσθημα, ομάδα, διαχείριση της γνώσης. Αυτά νομίζω μπορούν να κάνουν το σχολείο του σήμερα”.

-Ποια είναι κατά τη γνώμη σας η σωστή ανατροφή και διαπαιδαγώγηση ενός παιδιού;

“Έχω δυο παιδιά και θεωρώ το να μεγαλώνεις παιδιά είναι ένα πάρα πολύ δύσκολο ‘επάγγελμα’. Πιο πάνω και από επάγγελμα, είναι full time job. Πρέπει να δεχτείς ότι θα κάνεις λάθη και δεν μπορείς να είσαι ο τέλειος γονιός, απλώς πρέπει να είναι πολύ έντονο το κομμάτι της αγάπης και της αποδοχής που αργότερα τα παιδιά σου θα σου συγχωρήσουν και τα λάθη σου και να μπορέσουν και εκείνοι να γίνουν καλύτεροι γονείς από σένα με τις δικές τους συνθήκες. Νομίζω ότι οι γονείς πρέπει να χαλαρώσουν, γιατί έχουν αυτό το άγχος να παρέχουν πάρα πολλά στο παιδί. Το παιδί λοιπόν δεν χρειάζεται πάρα πολλά υλικά, χρειάζεται γονείς, χρειάζεται ποιοτικό χρόνο και χρειάζεται συναισθηματική σχέση να πατήσει πάνω ώστε να μπορεί να είναι ένας αυτόνομος ενήλικας. Στόχος μας δεν είναι να κάνουμε ανασφαλή παιδιά. Όσο περισσότερο γονείς πάρεις μέσα σου μικρός, τόσο πιο ανεξάρτητος είσαι μεγάλος. Άρα, λοιπόν, μας χρειάζονται, ξέρω βέβαια ότι όλοι δουλεύουμε, τρέχουμε, λείπουμε αλλά δεν είναι πάντα το ποσοτικό κομμάτι. Είναι αυτή η σχέση, η εμπιστοσύνη και η αγάπη. Είναι όντως δύσκολο. Όσο περνάει ο καιρός οι σχέσεις αυτές δυσκολεύουν, ο χρόνος μας περιορίζεται, τα λεφτά λιγοστεύουν, η μητέρα που στις πιο πολλές γενιές είχε πιο πολύ χρόνο, πια είναι μια ισότιμη εργαζόμενη με τον πατέρα, άρα λοιπόν είτε μεγαλώνουν λίγο στον αυτόματο και την ώρα που έχουμε στη διάθεσή μας τους υπερπαρέχουμε πράγματα για να καλύψουμε τις τύψεις μας ή έχουν ελλείματα. Εγώ λοιπόν για να μην αγχώνονται, κυρίως οι νέοι γονείς που έχουν τώρα μικρά παιδιά, νομίζω ότι πρέπει να χτίσουν πάνω στις σχέσεις τους, ακόμα κι αν λείπεις κι αν είσαι μακριά και δουλεύεις, όταν έχεις χτίσει μια γερή σχέση αγάπης και αποδοχής νομίζω ότι αυτό λειτουργεί. Θα τσακωθείς και κάποτε γιατί στον έφηβο πρέπει να βάλεις και τα όρια. Ο ίδιος του σε δοκιμάζει πολλές φορές για να δει ποια είναι τα πλαίσια. Αν κυριαρχεί αυτή η αγάπη και αποδοχή βοηθάει στις σχέσεις γονιού – παιδιού γιατί αυτή η ραγδαία ανάπτυξη της τεχνολογίας έχει κάνει πολλούς γονείς πολύ σωστά ν’ ανησυχούν. Τι κάνει όταν κλείνεται στο δωμάτιό του και μάλιστα κλειδώνει την πόρτα και δεν ξέρει τι βλέπει στην οθόνη του υπολογιστή του και με ποιον συνομιλεί και τελικά όλο αυτό που εξελίσσεται στο διαδίκτυο. Άρα λοιπόν όσο πιο ειλικρινή σχέση χτίζεις και όσο πιο ουσιαστική είναι η αγάπη που έχεις να μοιραστείς με τα παιδιά σου τόσο πιο σταθερή θα είναι αυτή η σχέση. Τα παιδιά μας έχουν ανάγκη από σταθερές σχέσεις. Όταν οι ψυχούλα τους είναι γεμάτη αγάπη και ειλικρίνεια τότε θα βγούνε στην κοινωνία ως ισορροπημένοι άνθρωποι. Δεν έχουν ανάγκη από υπερκατανάλωση. Τα έχουν πλέον όλα”.

ΑΦΗΣΤΕ ΜΙΑ ΑΠΑΝΤΗΣΗ