Εν όψει της σημερινής (αύριο 22 Σεπ/ρίου) συζήτησης του νομοσχεδίου στις αρμόδιες επιτροπές της Βουλής για την ελληνόγλωσση εκπαίδευση στο εξωτερικό, η Ομοσπονδία Ελληνικών Κοινοτήτων Γερμανίας (ΟΕΚ) διαμαρτύρεται με αγανάκτηση και αξιώνει την αναμόρφωσή του. Παράλληλα καταγγέλλει τα όσα ανακριβή αναφέρει το Υπουργείο Παιδείας στην αιτιολογική έκθεση του νομοσχεδίου, το οποίο αν γίνει νόμος με τη σημερινή του μορφή, θα έχει ως αποτέλεσμα να στερήσει τα Ελληνόπουλα της Διασποράς από κάθε γλωσσικό και πολιτισμικό δεσμό με την Πατρίδα.
Οι συντάκτες του νομοσχεδίου επικαλούνται «επιστημονικές διαπιστώσεις και παραδοχές», χωρίς να τις αναφέρουν, επειδή ακριβώς δεν υπάρχουν. Δεν έλαβαν υπόψη καμία από τις προτάσεις που είχε επεξεργασθεί το ΙΠΟΔΕ (Ινστιτούτο Παιδείας Ομογενών και Διαπολιτισμικής Εκπαίδευσης), μέχρι την ουσιαστική κατάργησή του, ή οι καθηγητές Φθενάκης, Δαμανάκης και άλλοι ειδήμονες από τα Πανεπιστήμια Μονάχου, Κρήτης, Θεσσαλονίκης και άλλα. Αντιθέτως το νομοσχέδιο βρίσκεται σε κατάφορη αντίθεση με τις επιστημονικές διαπιστώσεις και παραδοχές.
Το Υπουργείο Παιδείας δεν έκανε κανένα ουσιαστικό διάλογο με τους φορείς των Γονέων και των Κοινοτήτων στη Γερμανία. Προκλητικά αγνόησε παντελώς τις εποικοδομητικές τους προτάσεις, δεν καταδέχτηκε να απαντήσει ούτε σε ένα τους έγγραφο και δεν ανταποκρίθηκε στην πρόσκληση σε ημερίδα για το θέμα. Η ΟΕΚ δεν παραμένει στείρα στις θέσεις της, επιμένει όμως να προταθεί της κατάργησης των υπαρχόντων σχολείων μια τουλάχιστον τριετής πιλοτική φάση της ελληνόγλωσσης εκπαίδευσης όπως την προβλέπει το νομοσχέδιο.
Ο Ελληνισμός της Γερμανίας γνωρίζει πολύ καλά ότι η εκπαίδευση των Ελληνοπαίδων του εξωτερικού δεν στηρίχθηκε σε «επιστημονικές διαπιστώσεις και παραδοχές», αλλά ήταν διαχρονικά απόρροια μόνο πολιτικών σκοπιμοτήτων. Στα μεταναστόπουλα δόθηκαν χαμηλής ποιότητας σχολεία με άγλωσσους ως προς την Γερμανική εκπαιδευτικούς, χωρίς σύγχρονο εκπαιδευτικό υλικό και αναλυτικά προγράμματα. Τώρα, αντί να βελτιώσει την ποιότητα των σχολείων αυτών, η ελληνική πολιτεία προχωρεί στην κατάργησή τους, χωρίς καμιά σοβαρή αντιπρόταση, επικαλούμενη την παγκοσμιοποίηση, η οποία «διαφοροποιεί ριζικά μεταξύ άλλων τις σχέσεις των ομιλουμένων γλωσσών» και επιτάσσει στην ελληνική παιδεία να απευθυνθεί μέσω του νομοσχεδίου αυτού «στους πολίτες του κόσμου με όρους προώθησης της ειρηνικής συμβίωσης και συνεργασίας ατόμων και ομάδων διαφορετικής προέλευσης».
Τι σημαίνουν αλήθεια αυτά; Δεν αξίζει τον κόπο να μαθαίνουμε πια Ελληνικά; Ή μήπως η παρεχόμενη ως τώρα ελληνόγλωσση εκπαίδευση στο εξωτερικό παρήγαγε μισαλλόδοξους και εχθρούς της ειρηνικής συμβίωσης;
Κόπτονται οι συντάκτες της αιτιολογικής έκθεσης μη τυχόν και χρειαστεί «να αντιμετωπιστεί το ενδεχόμενο της απομάκρυνσης επιστημονικού δυναμικού από την Ελλάδα», όταν το Υπουργείο Παιδείας επί δεκαετίες αρνήθηκε να προσλάβει για τις ανάγκες τις ελληνόγλωσσης εκπαίδευσης στο εξωτερικό μετανάστες εκπαιδευτικούς που σπούδασαν σε ξένα Πανεπιστήμια, όταν το επιστημονικό δυναμικό λόγω της ανεργίας που το μαστίζει, έρχεται σήμερα στη Γερμανία να πιάσει όποια δουλειά του προσφερθεί.
Η χρήση εύηχων διατυπώσεων περί «νέας ιεράρχησης στόχων», ανάγκης «συντονισμού με την σύγχρονη εκπαιδευτική, κοινωνική και οικονομική πραγματικότητα … υπό το πρίσμα επικαιροποιημένων και σύγχρονων παραδοχών» το μόνο που επιτυγχάνει είναι να πείσει κάθε απόδημο ότι με προκάλυμμα την «δύσκολη οικονομική συγκυρία» διακυβεύεται η πολιτισμική ταυτότητα των νέων αποδήμων.
Η ελληνική Διασπορά ντρέπεται για το κατάντημα αυτό. Με ελαχιστοποίηση των πόρων, αλλά αξιοποίηση και πολιτική στήριξη του δυναμισμού της οργανωμένης ελληνικής Ομογένειας σε συνεργασία με την Ορθόδοξη Εκκλησία στη Γερμανία μπορούν να γίνουν θαύματα στον τομέα της εκπαίδευσης των Ελληνοπαίδων, αντί αυτά να απομονώνονται και να περιθωριοποιούνται. Η ΟΕΚ έχει καταθέσει ανάλογες προτάσεις, αλλά αγνοήθηκαν.
Η χρεοκοπία την οποία συγκεκαλυμμένα επικαλείται το Υπουργείο Παιδείας για να δικαιολογήσει την πρόθεση να εγκαταλείψει και να εκχωρήσει ολόκληρη τη νέα γενιά των αποδήμων, δεν είναι οικονομική, είναι πνευματική, πολιτισμική, πολιτική. Οι φορείς των Γονέων και οι Κοινότητές τους θα σταθούν και μελλοντικά στο πλευρό των παιδιών τους και θα συνεχίσουν να αγωνίζονται για την Ελληνικότητά τους.
Βόννη, 21 Σεπτεμβρίου 2011