Στα Λιβάδια Περτουλίου και φέτος το 33ο Πανελλήνιο Αντάμωμα Σαρακατσαναίων.
Γράφει ο Ίταμος.
Αφιερωμένο στον Σαρακατσάνικο Γάμο (χαρά) είναι το φετινό 33ο Πανελλήνιο Αντάμωμα Σαρακατσαναίων, το οποίο θα πραγματοποιηθεί στα Λιβάδια Περτουλίου, το τριήμερο 28-29-30 Ιουνίου.
Το αντάμωμα διοργανώνεται από την Πανελλήνια Ομοσπονδία Σαρακατσαναίων και τελεί υπό την αιγίδα της Ιεράς Μητρόπολης Τρίκκης και Σταγών, της Περιφέρειας Θεσσαλίας, της Αντιπεριφέρειας Τρικάλων, του Δήμου Πύλης και του Συλλόγου Επαγγελματιών Ορεινού Όγκου Τρικάλων.
Πρόγραμμα
Την Παρασκευή 28 Ιουνίου, το πρόγραμμα περιλαμβάνει το 2o Πανελλήνιο Φεστιβάλ Σαρακατσάνικης Νεολαίας …για να θυμηθούν οι γεροντότεροι και να μάθουν οι νεότεροι… Ειδικότερα θα υπάρξει χαιρετισμός του Γενικού Γραμματέα της Π.Ο.Σ.Σ. Χρήστου Βασιλούδη, παρουσίαση της Ηλεκτρονικής Εφημερίδας και διαδικτυακού Ραδιοφώνου Π.Ο.Σ.Σ. όπως και το 2ο Φεστιβάλ Σαρακατσάνικου Τραγουδιού.
Το Σάββατο 29 Ιουνίου, έχουμε έναρξη Τουρνουά Ποδοσφαίρου από ομάδες Συλλόγων Ελλάδος και Βουλγαρίας. Ακολουθεί διοργάνωση Σαρακατσάνικων παιχνιδιών με τη συμμετοχή μικρών παιδιών και στη συνέχεια αναπαράσταση εθίμων Σαρακατσάνικης χαράς.
«Προξενιό και Συβάσματα », «Προζύμια », «Ράψιμο Φλάμπουρα », παρουσίαση Σαρακατσάνικων τραγουδιών -Σύλλογος Σαρακατσαναίων Φοιτητών Θεσσαλονίκης «Ο Λεπενιώτης». Και τέλος το παραδοσιακό Σαρακατσάνικο Γλέντι.
Η Κυριακή 30 Ιουνίου, ξεκινά με άφιξη Επισήμων και Επισκεπτών στον χώρο του Ανταμώματος. Ακολουθεί άφιξη Χορευτικών Συγκροτημάτων των Συλλόγων Σαρακατσαναίων Ελλάδας και Βουλγαρίας, προσευχή, προσφώνηση από τον Πρόεδρο της Πανελλήνιας Ομοσπονδίας Συλλόγων Σαρακατσαναίων κ. Γεώργιο Ν. Μουτσιάνα, χαιρετισμοί επισήμων, αναπαράσταση της Σαρακατσάνικης Χαράς, παραδοσιακοί Σαρακατσάνικοι χοροί από τα χορευτικά των Συλλόγων. Και ολοκληρώνεται με το χορό από τους Σαρακατσάνους γέροντες και το χορό επισήμων.
Σαρακατσάνικος Γάμος
Για τον Σαρακατσάνικο Γάμο αναφέρονται τα εξής:
«Ο Θεός να σας προκόψει…
Μόνο τυχαία δεν είναι, παρ’ ότι είναι ταυτισμένη με την Παράδοση, η επιλογή, ως κεντρικού θέματος, του Μυστηρίου του Γάμου, στο πρόγραμμα των εκδηλώσεων του φετινού Ανταμώματος, σε μια τοποθεσία που μας επιστρέφει νοερά και νοσταλγικά στις πηγές μας, ως κοινή ανάμνηση όλων των γενεών Σαρακατσαναίων!
Ο Σαρακατσάνικος Γάμος είναι αυθεντικό δείγμα παραδοσιακού γάμου, αλλά είναι, πρωτίστως, Χριστιανικός Γάμος! Είναι ευλογημένος γάμος! Γιατί ένας είναι ο γάμος: ο χριστιανικός!
Αυτός ο γάμος, ο Χριστιανικός, διέρχεται κρίση κλονισμού στις μέρες μας κι’ επειδή είναι το θεμέλιο λιθάρι του οικοδομήματος της ζωής μας, η ίδια η ζωή μας κλονίζεται! Η αμφισβήτηση ή η αφαίρεση και ελάχιστου ακόμη νοήματος από το Μυστήριο του Γάμου, είναι απόδειξη σοβαρής απόκλισης μας από την Παράδοση και από τα ιερά και τα όσια.
Ο Σαρακατσάνικος γάμος είναι ύμνος στην Οικογένεια και στην Αγάπη
Μόνον ο γάμος εγγυάται ότι δεν θα κινδυνεύσει με αφανισμό ένα έθνος. Με «συμβόλαια συμβίωσης» και …ευλογίες δημάρχων δεν έχουμε γάμους, αλλά τραύματα πάνω στο θεσμό και στο Μυστήριο του Γάμου, με σταθερή επιδίωξη των … μοντέρνων / δαιμονικών αντιλήψεων, ότι το άθροισμα των τραυμάτων θα επιφέρει το μοιραίο τέλος στο θεσμό.
Οι Σαρακατσαναίοι, όπως οι …πέστροφες, που ανεβαίνουν τα ορμητικά ποτάμια αντίθετα στο ρεύμα, επιμένουμε στην Παράδοση και πλεονεκτούμε χωρίς απώλεια δυνάμεων, επειδή και τους εαυτούς μας προστατεύουμε και κανένα άλλο δεν παρασύρουμε προς γλιστερές καταστάσεις.
Η στάση ζωής και η κοσμοαντίληψη μας αξίζει όχι μόνο να υμνηθούν και να λειτουργήσουν υποδειγματικά, αλλά να γίνουν άγρυπνοι φρουροί του Κάστρου της Οικουμένης που είναι η ένδοξη Πατρίδας μας».
Ιστορία
Από το site της Πανελλήνιας Ομοσπονδίας (Αγγελική Χατχημιχάλη, -Σαρακατσάνοι-, τ. Ι, 1957) αναφέρονται τα παρακάτω για τους Σαρακατσάνους:
“Νομάδες από πανάρχαια μήτρα κτηνοτρόφων, τσελιγκάδες, τσοπάνοι, προβαταραίοι, χωρίς δική τους γη και μόνιμη κατοικία, περπατάρηδες και κόσμος από λόγγα, αυτοί είναι οι Σαρακατσάνοι.
Υποταγμένοι από το επάγγελμα τους στο κλίμα, στη φύση και στις αντιθέσεις της που προκαλούν τον νομαδισμό, ζούνε στους κάμπους το χειμώνα και ανεβαίνουν στα βουνά το καλοκαίρι. Κάνουν πάντα την ίδια ζωή χάρις στα κοπάδια τους, τη μοναδική τους περιουσία. Σ’ αυτά χρωστάνε την ύπαρξη τους και αποζούν αποκλειστικά από τα προϊόντα των κοπαδιών τους.
Η ζωή τους είναι ταξίδι, αδιάκοπη μετακίνηση, προς τις κατάλληλες Βοσκές για τα ζώα που τρέφουν. Την άνοιξη, μόλις λιώσουν τα χιόνια, ανεβαίνουν με τα γυναικόπαιδα και τα κοπάδια τους, τη στάνη ολόκληρη, στα πιο ψηλά και κακοτράχαλα Βουνά, στα οροπέδια τους, στις λάκκες, στα ισιώματα, όπου τα πρό(Βα)τα, η γιδούρα, και τ’ αλογομούλαρα, το Βαλμαριό, βρίσκουν πλούσια χορτάρια για να καλοπεράσουν, να ξικαλουκιριάσ(ου)ν στο ξικαλουκιριό. Και το χ(ι)νάπ(ου)ρο, σαν αρχίσουν τα πρωτοβρόχια και το κρύο, που καταπονούν τα ζα και αφανίζουν το γάλα τους, κατεβαίνουν στους κάμπους, για να ξεχ(ει)μαόιάσ(ου)ν στα χ(ει)μαδιά και να καλοθρεφτούν τα πράματα.
Οι παλαιότεροι τους είχαν μόνο πρόβατα – συνήθως μαύρα λά(γ)ια, που είναι τα πιο καλογάλαρα – και ποτέ γίδια, ή το πολύ πολύ πέντε ως είκοσι. Αλλά και τώρα ακόμη οι πιο αντιπροσωπευτικοί απ’ αυτούς, οι Βέροι Σαρακατσάνοι, οι γεροί τσιουμπανοι, τρεφουνε πάντα πρόβατα και ελάχιστα γίδια. Ωστόσο, μ’ όλο που σήμερα αναγκάζονται ν’ αυξήσουν τα γίδια, τα έχουν πάντα σε μεγάλη καταφρόνια και συνήθως πάνω στα προ(Βα)τα μετρούν τον τσέλιγκα, δηλαδή την περιουσιακή κατάσταση της στάνης του.
Αποτελούν διάφορες πάτριες, παρέες, μπουλούκια, επαγγελματικούς σχηματισμούς, με ελεύθερα συνεταιρισμένες οικογένειες, τα τσελιγκάτα. Κάθε τσελιγκάτο ξεκινάει μονάχο του από τα χειμαδιά την άνοιξη, μετά του Άι-Γιώργου (6 Μαΐου) για τα Βουνά, που αυτά θεωρούν πατρίδα τους. Στα μέσα ή στα τέλη του Μάη φτάνει στα ψ(η)λώματα, όπου ξεκαλοκαιριάζει κι απ’ όπου ξεκινάει πάλι μονάχο του για τα χαμ(η)λώματα, πριν ή λίγο ύστερα από του Αι-Δημητρίου (26 Οκτωβρίου – 7 Νοεμβρίου).
Η γεωγραφική εξάπλωση των Σαρακατσάνων
Οι κλιματολογικοί όροι και η εδαφική διάπλαση της Βαλκανικής και της Ελληνικής χερσονήσου δημιούργησαν στην περιοχή τούτη τους νομαδικούς ποιμενικούς πληθυσμούς. (…) Ανάμεσα τους γνήσιοι νομάδες ποιμένες και γνήσιοι Έλληνες – περήφανοι μάλιστα γι’ αυτό – είναι οι Σαρακατσάνοι.
Οι χαρακτηριστικά ορεινοί όγκοι της Βαλκανικής χερσονήσου σχηματίζουν ένα τεράστιο πλοκάμι από Βουνά και κάμπους με λιβάδια κατάλληλα για καλοκαιρινές και χειμερινές βοσκές.
Μέσα στη μεγάλη αυτή γεωγραφική ενότητα και μέσα στο πλαίσιο των μεγάλων αρτηριών από τον Αίμο ως το Αιγαίο και από τον Αδρία ως την Πόλη και παραπέρα ως την ενδοχώρα γίνονταν από πολύ αρχαία χρόνια οι μετακινήσεις των διαφόρων φυλετικών ομάδων. Στον ίδιο αυτό χώρο, χάρις στις γεωμορφολογικές συνθήκες, με ορμητήριο και καταφύγιο τα Βουνά, εκινείτο ελεύθερα και ο νομαδισμός. Φυσικό λοιπόν ήταν να μη διακοπεί όταν σχηματίστηκαν τα μόνιμα κατά τόπους αστικά κέντρα, ούτε όταν επακολούθησε η ενιαία ρωμαϊκή επικράτηση, ούτε όταν οι χώρες μπήκαν κάτω από την ενιαία πολιτική εξουσία της Βυζαντινής ή της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας.
Ατέλειωτες ράχες, βουνοπλαγιές, πανύψηλες κορφές με χαρακτηριστικά διάσελα αποτελούν ένα τεράστιο ορεινό συγκρότημα, χωρισμένο από πυκνές και συνήθως στενές κοιλάδες που σπρώχνονται από τις θάλασσες του Ιονίου και του Αιγαίου και δεν αφήνουν τόπο για πλούσιους και απλόχωρους κάμπους. Τα Βουνά αυτά, γεμάτα από οροπέδια με πολλά και καλά λιβάδια, κατάλληλες καλοκαιρινές Βοσκές για μικρά είδη ζωντανών, δίνανε τη δυνατότητα στους Βαλκανικούς και ελληνικούς πληθυσμούς ν’ ασχοληθούν σε μεγάλη έκταση με τη μικρή κτηνοτροφία.
Η μορφολογία δηλαδή και η εδαφική σύσταση της Βαλκανικής χερσονήσου και της Ηπειρωτικής Ελλάδας με την ατελεύτητη αλυσίδα των βουνών, σε συνδυασμό με τις πυκνά εναλλασσόμενες ορεινές και πεδινές βοσκήσιμες ζώνες, η έλλειψη από μεγάλες και πλούσιες σε χορτάρι εκτάσεις, που διακόπτονται κάθε τόσο από ποτάμια και παραποτάμους, δε μπορούσε να είναι πρόσφορη στην ανάπτυξη κτηνοτροφίας για μεγάλα ζώα, παρά μονάχα για μικρά (πρόβατα, γίδια). Επόμενο λοιπόν ήταν οι Βοσκοί για τη διατήρηση των ζώων τους να κατεβαίνουν, μόλις πιάνουν τα κρύα, από τα ψηλά Βουνά, όπου τα χιόνια σκεπάζουν τις βοσκές, στις εύκρατες πεδινές ζώνες και να δημιουργηθεί από πανάρχαιους καιρούς, για να συνεχιστεί ως σήμερα, η νομαδική κτηνοτροφική ζωή.
Έτσι μια μερίδα των ελληνικών φυλών που, από τα προϊστορικά χρόνια, μπαίνσνε από το Δούναβη και τον Αίμο μέσα στη Βαλκανική, για να ξεχυθούν σιγά σιγά στους ορεινούς όγκους και στις κοιλάδες της ηπειρωτικής Ελλάδας (διάφορα φύλα Δωριέων π.χ.), φυσικό είναι να ήταν ή να έγιναν νομαδικές φάρες κτηνοτρόφων. Τέτοια είναι η νομαδική ποιμενική φυλή των Σαρακατσάνων, που κρατεί ακέρια την ελληνικής της καταγωγή και παρουσιάζει γνήσιες ενδείξεις αναγωγής της σε παλαιότερους χρόνους».
Αγγελική Χατχημιχάλη, -Σαρακατσάνοι-, τ. Ι, 1957