Νέο καμπανάκι για τη γερμανική οικονομία. Το πρώτο εξάμηνο του έτους σημειώθηκε ρεκόρ δεκαετίας σε πτωχεύσεις γερμανικών επιχειρήσεων από διάφορους κλάδους. Γιατί;Αρνητικά είναι τα νέα από τον χώρο του γερμανικού επιχειρείν σύμφωνα με στοιχεία που φέρνει στη δημοσιότητα η οικονομική εφημερίδα Handelsblatt και αναλύουν σήμερα τα γερμανικά ΜΜΕ. Συνολικά καταγράφηκαν περίπου 11.000 πτωχεύσεις εταιρειών το πρώτο εξάμηνο του 2024.
Ειδικότερα, πάνω από 160 εταιρείες με κύκλο εργασιών άνω των 10 εκατομμυρίων ευρώ κήρυξαν πτώχευση, μεταξύ αυτών ηχηρά ονόματα όπως τα ιστορικά γερμανικά πολυκαταστήματα Galeria Kaufhof, ο τουριστικός όμιλος FTI Touristik ή ακόμη ο γνωστός όμιλος ένδυσης Esprit.
Πρόκειται για μια ραγδαία αύξηση στις πτωχεύσεις κατά 40% σε σχέση με το προηγούμενο έτος και αρνητικό ρεκόρ δεκαετίας. Όπως παρατηρεί η Bild, από τις 279 εταιρείες που είχαν υποβληθεί σε καθεστώς εκκαθάρισης το 2023, μόλις το 35% μπόρεσε τελικά να διασωθεί μέσα στο πρώτο εξάμηνο του 2024.
Διαστάσεις συστημικού προβλήματος
Οι κλάδοι που αντιμετωπίζουν τις πλέον ισχυρές πιέσεις, με αποτέλεσμα πολλές εταιρείες να μην μπορούν να αντεπεξέλθουν στις τρέχουσες υποχρεώσεις τους, είναι ο κατασκευαστικός κλάδος, ο κλάδος πώλησης αυτοκινήτων και εξαρτημάτων όπως και ο τομέας της κατασκευής μηχανημάτων.
Όπως παρατηρεί το περιοδικό Focus, το γεγονός ότι οι πτωχεύσεις πλέον κατανέμονται σε ένα ευρύ πεδίο διαφορετικών κλάδων καταδεικνύει ότι πρόκειται για ένα συνολικό φαινόμενο της γερμανικής οικονομίας, το οποίο λαμβάνει συστημικές διαστάσεις.
Και μπορεί οι πτωχεύσεις ομίλων με ηχηρά ονόματα, όπως οι όμιλοι Galeria Kaufhoh ή Esprit, να τραβούν τα φώτα της δημοσιότητας, αυτό όμως που προβληματίζει περισσότερο τους ειδικούς είναι οι πτωχεύσεις επιχειρήσεων που σχετίζονται με τη βαριά γερμανική βιομηχανία: από την αυτοκινητοβιομηχανία μέχρι τη βιομηχανία πρώτων υλών και βέβαια τις κατασκευές και τα ακίνητα.
Συνδυασμός παραγόντων με μακροπρόθεσμο αντίκτυπο
Σύμφωνα με την ανάλυση της οικονομικής επιθέωρησης Handelsblatt, πολλές γερμανικές επιχειρήσεις δεν έχουν καταφέρει ακόμη να συνέλθουν από τις συνέπειες της πανδημίας, του υψηλού πληθωρισμού τα περασμένα χρόνια αλλά και της αύξησης των τιμών ενέργειας και πρώτων υλών.
Σε αυτά προστίθεται η γενικότερη κάμψη της ανταγωνιστικότητας της γερμανικής οικονομίας σε διεθνές επίπεδο, η συνεχιζόμενη έλλειψη εργατικού δυναμικού σε πολλούς κλάδους, αλλά και σοβαρά γραφειοκρατικά εμπόδια.
Επίσης, όπως επισημαίνουν οικονομολόγοι και άλλοι ειδικοί, στη Γερμανία περίπλοκο είναι πάντως και το νομικό πλαίσιο για την αναδιάρθρωση επιχειρήσεων μετά από εκκαθάριση ή για τη διάσωση θέσεων εργασίας. Ένας πρόσθετος παράγοντας δυσκολίας είναι η προσέλκυση επενδυτών που είναι πρόθυμοι να εξαγοράσουν πλήρως ή μερικώς αφερέγγυες ή προβληματικές επιχειρήσεις, παρά το πλαίσιο προστασίας που προσφέρει το γερμανικό δίκαιο.
Πάντως για την προσέλκυση επενδυτών δεν ευνοούν ούτε οι προβλέψεις των οικονομολόγων για την πορεία της ανάπτυξης στη Γερμανία, η οποία είναι ασθενική, κινείται λίγο πάνω από το 0% και έχει μείνει ήδη πίσω από άλλες χώρες της Ευρωζώνης.