Ο Ντόναλντ Τραμπ επισκέφθηκε τον συνοριακό σταθμό Ιγκλ Πας στον ποταμό Ρίο Γκράντε, συνοδευόμενος από τον Ρεπουμπλικανό κυβερνήτη του Τέξας Γκρεγκ Άμποτ. Η κοινή εμφάνιση ερμηνεύεται ως εμφατική στήριξη προς τον κυβερνήτη, ο οποίος από τον Ιανουάριο έχει ξεκινήσει έναν «πόλεμο αρμοδιοτήτων» με την ομοσπονδιακή κυβέρνηση, κατηγορώντας τον Λευκό Οίκο για αδράνεια και διεκδικώντας ενισχυμένες εξουσίες για την απέλαση μεταναστών.
Εμπρηστικοί τόνοι από Τραμπ
Το 2023 περισσότεροι από 2,4 εκατομμύρια μετανάστες εισήλθαν στις ΗΠΑμέσω Μεξικού. Οι περισσότεροι προέρχονται από την Κεντρική Αμερική και τη Βενεζουέλα. Κορυφαία προτεραιότητα για τον Ντόναλντ Τραμπ στη διάρκεια της πρώτης του θητείας (2017-2021) ήταν η κατασκευή ενός τεράστιου τείχους στα σύνορα με το Μεξικό. Στο Ιγκλ Πας ο Τραμπ επέκρινε για μία ακόμη φορά σε εμπρηστικούς τόνους την πολιτική Μπάιντεν. «Το έγκλημα της μετανάστευσης του Μπάιντεν κατακλύζει τις ΗΠΑ» λέει ο πρώην ένοικος του Λευκού Οίκου. «Είναι μία νέα μορφή ύπουλης παραβίασης των συνόρων μας. Είναι ένα έγκλημα του Μπάιντεν. Κάθε φορά που ακούτε για το 'έγκλημα της μετανάστευσης' θα ξέρετε τι σημαίνει αυτό, να επιτρέπεις σε χιλιάδες, για να μην πούμε σε εκατομμύρια ανθρώπους να έρχονται (στη χώρα σου)».
Ο κυβερνήτης και πρώην Γενικός Εισαγγελέας του Τέξας, Γκρεγκ Άμποτ, συμφωνεί και επαυξάνει: «Σήμερα είναι μία ημέρα έντονων αντιθέσεων», λέει. «Από τη μία πλευρά έχουμε τον πρόεδρο Τραμπ να έρχεται στο Τέξας, κυριολεκτικά πάνω στα σύνορα, σε χώρο που έχει επισκεφθεί πολλές φορές και να μιλάει για όλα όσα έκανε για την προστασία των συνόρων. Από την άλλη έχουμε τον πρόεδρο Μπάιντεν στο Μπράουνσβιλ του Τέξας, σε μία επίσκεψη την οποία βλέπει ως υποχρέωση. Ποτέ δεν έχει ξαναέρθει στα σύνορα. Κατά βάση αμφιβάλω, αν πράγματι έχει έρθει και τώρα…»
Μπάιντεν: «Ας συνεργαστούμε»
Ο Τζο Μπάιντεν επισκέφθηκε όντως στο Μπράουνσβιλ. Τον συνόδευε ο υπουργός Εσωτερικής Ασφάλειας Αλεχάντρο Μαγιόρκας, που αποτελεί κόκκινο πανί» για τους Ρεπουμπλικανούς, οι οποίοι μάλιστα προ ημερών είχαν επιχειρήσει να τον παραπέμψουν σε δίκη. Για «μικροκομματική και αντισυνταγματική ενέργεια» έκανε λόγο ο Αμερικανός πρόεδρος.
Στο Μπράουνσβιλ πάντως ο Τζο Μπάιντεν υιοθέτησε χαμηλούς τόνους και παραδέχθηκε ότι υπάρχουν προβλήματα, όπως για παράδειγμα το ότι «σήμερα η επεξεργασία μίας αίτησης ασύλου διαρκεί από πέντε έως επτά χρόνια. Ο κόσμος δεν το καταλαβαίνει αυτό, το χρονικό διάστημα είναι υπερβολικά μεγάλο…»
Ωστόσο, τονίζει ο Αμερικανός πρόεδρος, αν θέλουμε να επιλυθούν τα προβλήματα, Δημοκρατικοί και Ρεπουμπλικανοί δεν πρέπει να αλληλοκατηγορούνται, αλλά να αναζητούν κοινό έδαφος στο Κογκρέσο. «Αντί να παίζουμε πολιτικά παιχνίδια με αυτό το ζήτημα, γιατί να μην συνεργαστούμε και να βρούμε λύσεις; Ας αναλογιστούμε επιτέλους για ποιον δουλεύουμε όλοι μας, δουλεύουμε για τον αμερικανικό λαό και όχι για το Δημοκρατικό ή για το Ρεπουμπλικανικό κόμμα…» αναφέρει χαρακτηριστικά ο Τζο Μπάιντεν.
Ποιος κανόνισε πρώτος επίσκεψη στα σύνορα;
Η περαιτέρω ενίσχυση των συνόρων και η χρηματοδότησή της αποτελεί μόνιμη αιτία αντιπαραθέσεων στο Κογκρέσο, με τους Ρεπουμπλικανούς να μπλοκάρουν για λόγους τακτικής άλλα νομοσχέδια (όπως συνέβη πρόσφατα με την παροχή βοήθειας προς την Ουκρανία), ώστε να εκμαιεύσουν την εκταμίευση επιπλέον πόρων για το μεταναστευτικό.
Απομένει το ερώτημα, πώς έτυχε να βρεθούν στην πολιτεία του Τέξας την ίδια στιγμή οι Μπάιντεν και Τραμπ. Ή μήπως δεν «έτυχε»; Ο Μπάιντεν υποστηρίζει ότι δεν γνώριζε το πρόγραμμα του αντιπάλου του. Ο Τραμπ από την πλευρά του, μιλώντας λίγο αργότερα στο τηλεοπτικό δίκτυο Fox, ισχυρίζεται ότι o Μπάιντεν όχι μόνο γνώριζε τα πάντα, αλλά και επέλεξε να επισκεφθεί το Μπράουνσβιλ για να οικοιοποιηθεί το «έργο» που έχει επιτελέσει ο Ρεπουμπλικανός κυβερνήτης Γκρεγκ Άμποτ.
Κατά γενική ομολογία η μετανάστευση είναι ένα από τα θέματα που θα κρίνουν τις προεδρικές εκλογές του Νοεμβρίου και θεωρείται μάλλον το «αδύνατο σημείο» του Μπάιντεν. Σύμφωνα μάλιστα με τελευταία δημοσκόπηση του Ινστιτούτου Γκάλοπ το ζήτημα της μετανάστευσης θεωρείται πλέον το κορυφαίο του προεκλογικού αγώνα, καθώς προβληματίζει το 28% των ερωτηθέντων (έναντι 20% τον Ιανουάριο).
(AP, dpa, CNN)