Έχει πάρει μέρος στους πιο απίθανους αγώνες δρόμου παγκοσμίως, όπως στα, 220 χμ στην Κοιλάδα του Θανάτου (Death Valley) της πολιτείας της Καλιφόρνιας, με θερμοκρασίες άνω των 50 βαθμών Κελσίου, αλλά και στον Iditasport, που περιλαμβάνει 250 παγωμένα χιλιόμετρα στην Αλάσκα κατά τη διάρκεια του χειμώνα.

Του Αποστόλη Ζώη

Έχει κατακτήσει την υψηλότερη κορυφή του Έβερεστ, ενώ έχει πάρει μέρος στους πιο απίθανους αγώνες δρόμου παγκοσμίως, όπως στον Badwater Ultra marathon, 220 χμ στην Κοιλάδα του Θανάτου (Death Valley) της πολιτείας της Καλιφόρνιας, με θερμοκρασίες άνω των 50 βαθμών Κελσίου, αλλά και στον Iditasport, που περιλαμβάνει 250 παγωμένα χιλιόμετρα στην Αλάσκα κατά τη διάρκεια του χειμώνα.

Επίσης πήρε μέρος στον Annapurna Mandala Trail, διασχίζοντας 320 χιλιόμετρα στα Ιμαλάια σε υψόμετρα μέχρι και 5500 μέτρα, ενώ σε ηλικία 17 ετών συμμετείχε στον Ορειβατικό Μαραθώνιο Ολύμπου που περιλαμβάνει 38χμ στα μονοπάτια του Ολύμπου.

Όλα αυτά τα μοναδικά κατορθώματα ανήκουν στον ορειβάτη Μιχάλη Στύλλα, τον οποίο συναντήσαμε στο Καστράκι, στη διάρκεια της 23ης Πανελλήνιας Αναρριχητικής Συνάντησης. Ο Μιχάλης Στύλλας από μικρή ηλικία έχει αγαπήσει και κατακτήσει αρκετές φορές σε όλο τον κόσμο. Ο ίδιος σήμερα είναι διαχειριστής καταφυγίου Ολύμπου, Χρήστος Κάκκαλος.

Υπομονή και ειλικρίνια! Λόγω του μεγάλου υψομέτρου (8850μ) το Έβερεστ αποτελεί τον κρυφό πόθο του κάθε ορειβάτη. Αυτά δηλώνει, αναφερόμενος με ποια όπλα θα πρέπει να είναι εξοπλισμένος ένας ορειβάτης για να φτάσει μέχρι την υψηλότερη κορυφή του Έβερεστ.

Απλά, προσθέτει, στη σύγχρονη εποχή που έχουμε συνηθίσει να κατεβάζουμε τα πάντα στα μέτρα μας αντί να σηκωνόμαστε στο ύψος των περιστάσεων, το Everest έχει χάσει αρκετά από το κύρος που είχε σε προηγούμενες δεκαετίες, λόγω του μεγάλου αριθμού των εμπορικών αποστολών, δηλαδή αποστολών που πελάτες πληρώνουν οδηγούς και ντόπιους βαστάζους (Sherpas) για να τους ανεβάσουν με ασφάλεια στην κορυφή.

Εδώ χάνεται η ειλικρίνεια και εισέρχεται ο παράγοντας χρήμα…ακόμα και για μια ανάβαση στο Everest, δεν παραλείπει να τονίσει ο Έλληνας ορειβάτης.

Ωστόσο, μιλώντας για την πρώτη Ελληνική αποστολή Hellas Everest 2004 αυτή, επισημαίνει, είχε μια καθαρά διαφορετική και αγνή θα έλεγε προσέγγιση μιας που τα μέλη της ομάδας που απαρτίζανε την αποστολή είχαν ζυμωθεί σαν παρέα για τουλάχιστον 10 χρόνια με αναβάσεις στα Ελληνικά βουνά, στις Άλπεις και στα Ιμαλάια.

Αποτέλεσμα αυτού ήταν όλα να πάνε υπέροχα και 8 από τα 10 μέλη να ανέβουν στην κορυφή χωρίς να έχει χρησιμοποιηθεί μεγάλος αριθμός έμψυχου δυναμικού όπως συμβαίνει με τις εμπορικές αποστολές.

Πάντως η ενασχόληση του ίδιου με τις δραστηριότητες βουνού (πεζοπορία, αναρρίχηση, σκι) ξεκίνησε από σχεδόν βρεφική ηλικία λόγω του πάθους που είχαν οι γονείς του για τη φύση, όπως επισημαίνει ο Μιχάλης Στύλλας.

Πρώτη φορά βρέθηκε στις Άλπεις σε ηλικία 4 ετών, ενώ η πρώτη ανάβαση στην κορυφή του Ολύμπου, το Μύτικα ή Πάνθεον πραγματοποιήθηκε σε ηλικία 10 ετών. Έκτοτε τα βουνά αποτέλεσαν για τον ίδιο, όχι μόνο το μέσο έκφρασης όχι μόνο των αθλητικών δράσεων και προσωπικών ανησυχιών αλλά και το απόλυτο μέσο δοκιμασίας των πνευματικών και ψυχικών αποθεμάτων του.

Επίσης η αγάπη του για τα βουνά εκφράστηκε και μέσω των σπουδών του όταν στις τελευταίες τάξεις του Λυκείου γνώριζε πολύ καλά ότι ήθελε να ασχοληθεί με τη γεωλογία, ώστε να βρίσκεται πιο κοντά στα βουνά. Βέβαια με την πάροδο του χρόνου και την καλύτερη γνωριμία με το πολυδιάστατο αντικείμενο της γεωλογίας αποφάσισε, όπως τονίζει, να συνεχίσει τις μεταπτυχιακές του σπουδές στις ΗΠΑ, ειδικευόμενος στον τομέα της ωκεανογραφίας.

Η στροφή αυτή πήγαζε καθαρά από την ερευνητική του ανησυχία να μελετήσει συστήματα τα οποία μεταβάλλονται σε μικρές χρονικές κλίμακες (μήνες, χρόνια ή και αιώνες) όπως οι ακτές και τα ποτάμια και τα οποία είναι μετρήσιμα από όργανα και από ανθρώπινες παρατηρήσεις. Ακολουθώντας λοιπόν αυτήν την επιλογή πέρασε αρκετό καιρό, διευκρινίζει ο Μιχάλης Στύλλας, μελετώντας τη διάβρωση και τις επιπτώσεις των ανθρωπογενών παρεμβάσεων σε ακτές του Ειρηνικού ωκεανού, αλλά το μυαλό του ήταν πάντα στα βουνά.

Μετά από ενάμιση χρόνο στις ΗΠΑ και ολοκληρώνοντας τις μεταπτυχιακές του σπουδές ξαναγύρισε στα ψηλά βουνά της πολιτείας της Washington (πάνω από την πόλη του Seattle) για να εργαστεί για άλλον ένα χρόνο ως οδηγός βουνού στο Mount Rainier. Η ισορροπία μεταξύ βουνού και θάλασσας ακόμα με συνεπαίρνει μιας και το ένα φυσικό στοιχείο συμπληρώνει το άλλο, δεν παραλείπει να υπογραμμίσει.

Μιλώντας για ποια προσπάθεια ή εικόνα έχει μείνει χαραγμένη στο μυαλό του δυσκολεύεται να απαντήσει, λέγοντας πως είναι δύσκολη ερώτηση…

Τα 40 και βάλε λεπτά που περάσαμε, αναφέρει, στην κορυφή του Έβερεστ στις 16 Μάη του 2004 ήταν σίγουρα κάτι που δεν σβήνει από το μυαλό μου αλλά πίστεψε με υπήρχαν και δυνατότερες στιγμές. Αξέχαστες στιγμές έχει βιώσει σε βουνά άγνωστα στο ευρύ κοινό, αλλά με μεγάλες τεχνικές δυσκολίες και θρυλική φήμη για τους ορειβάτες. Έτσι, πάντα με σχοινοσυντρόφους μπορεί να θυμηθεί μαγικές και δυνατές στιγμές στις Γαλλικές Άλπεις, στη βόρεια ορθοπλαγιά του Eiger στην Ελβετία, στο Makalu (8463m) και το Cho Oyu (8201m) στα Ιμαλάια, καθώς και στις περισσότερες αναβάσεις σε Ελληνικά βουνά όταν ήταν αρχάριος!

Ο Μιχάλης Στύλλας δεν παραλείπει να αναφερθεί και στους υπερμαραθώνιους, στους οποίους έχει συμμετάσχει… Αυτοί, σημειώνει, αποτελούν μια έντονη σωματική δοκιμασία, πνευματική καταπόνηση στην αρχή και ψυσική ανάταση στο τέλος, αλλά σε σχέση με το βουνό έχουν το πλεονέκτημα ότι είναι ασφαλείς, μιας και σε οποιαδήποτε στιγμή ενός τέτοιου αγώνα έχεις την ιατροφαρμακευτική βοήθεια των διοργανωτών. Παρόλα αυτά είναι πολύ εντυπωσιακό κατά τη διάρκεια μιας τέτοιας πολύωρης προσπάθειας να βλέπεις τον εαυτό σου να βγαίνει έξω από το σώμα σου και αυτό με τη σειρά του να υπακούει στη βούληση του μυαλού!!!, καταλήγει ο Έλληνας ορειβάτης.

Τέλος ο Μιχάλης Στύλλας μιλά και την ορειβασία και τι αποτελεί αυτή για τον ίδιο.

Δεν θα έλεγα, αναφέρει, ότι η ορειβασία στην απλούστερη της έννοια, η οποία δεν είναι άλλη από την επαφή με τη φύση είναι περίεργη συνήθεια αλλά επιτακτική ανάγκη. Δεν θα έπαιρνε σαν παράδειγμα τον εαυτό του επειδή βιοπορίζεται από το βουνό (διαχειριστής καταφυγίου Ολύμπου, Χρήστος Κάκκαλος), αλλά πιστεύει ακράδαντα ότι η κάθε επαφή με τη φύση φέρνει τον καθένα λίγο πιο κοντά στον πραγματικό του εαυτό, ο οποίος μέσα από τα ανούσια κατά τον ίδιο προβλήματα της καθημερινότητας των μεγάλων αστικών κέντρων, ολοένα απομακρύνεται από τον εαυτό του και κατά συνέπεια από τους συνανθρώπους του. Σε καθαρά προσωπικό επίπεδο, διευκρινίζει, η ενασχόληση με την ορειβασία και το βουνό γενικότερα του έδειξε τον δρόμο να απολαμβάνει την κάθε στιγμή της ζωής του παραβλέποντας βιώματα, παραδόσεις και φοβίες που πηγάζουν όταν κάποιος σκέφτεται το παρελθόν και το μέλλον. Οι δύσκολές καταστάσεις που έχω βιώσει στα ψηλότερα βουνά του κόσμου του έδειξαν, καταλήγει, τον τρόπο να αντιμετωπίζει οποιοδήποτε πρόβλημα κοιτώντας το μέσα στα μάτια, αντί να το αποφεύγει…

ΑΦΗΣΤΕ ΜΙΑ ΑΠΑΝΤΗΣΗ