Της ΘΩΜΑΪΣ ΠΑΡΙΑΝΟΥ.

Στην Στοά Σπυρομήλιου, επί της οδού Βουκουρεστίου, την Τετάρτη 20 Οκτωβρίου το απόγευμα, το περιοδικό (δε)κατα, με την χορηγία της Mont Blanc παρουσίασε υπό την επωνυμία ‘Τhe Athens Prize for Literature’, την βράβευση μυθιστορημάτων, ενός Ελληνα και ενός ξένου συγγραφέα. Κεντρικός παρουσιαστής ήταν ο γνωστός από τα κρατικά κανάλια τηλεπαρουσιαστής ΠΡΟΚΟΠΗΣ ΔΟΥΚΑΣ.

Μεταξύ των οκτώ προτεινόμενων ξένων βιβλίων, βραβεύτηκε το βιβλίο «ΠΕΚΙΝΟ ΣΕ ΚΩΜΑ» του Κινέζου συγγραφέα Μα Γιαν, σε μετάφραση Μαριάννας Μπεμπετίδη, από τις Εκδόσεις Πάπυρος. Τα προτεινόμενα προς βράβευση Ελληνικά μυθιστορήματα ήταν επτά, μεταξύ αυτών και το γνωστό κατάπτυστο βιβλίο του Βασίλη Γκουρογιάννη «ΚΟΚΚΙΝΟ ΣΤΗΝ ΠΡΑΣΙΝΗ ΓΡΑΜΜΗ». Ευτυχώς όμως, το βραβείο το πήρε τελικά ένας νέος συγγραφέας, ο Δημήτρης Σωτάκης, με το βιβλίο του «ΤΟ ΘΑΥΜΑ ΤΗΣ ΑΝΑΠΝΟΗΣ », από τις Εκδόσεις Κέδρος.

Αυτό όμως που μας προβλημάτισε ιδιαίτερα ήταν το περιεχόμενο του ξένου βιβλίου που βραβεύτηκε, και του οποίου ο συγγραφέας Μα Γιαν είναι ένας Κινέζος αντικαθεστωτικός. Ως γνωστόν, στην Κίνα από τα χρόνια των αυτοκρατόρων, μετέπειτα του Μάο, και του κομμουνιστικού καπιταλισμού που έχει σήμερα, οι ηγέτες υπήρξαν πάντοτε πολύ σκληροί με τον λαό τους, αλλά και ο λαός τους είναι μαθημένος και να δέχεται και να δείχνει σκληρότητα σε αυτούς που θεωρεί κατώτερους. Και άνθρωποι αυτού του λαού, θα είναι τα αυριανά αφεντικά μας, όπως δείχνουν τα πράγματα την στιγμή που μας εξαγοράζουν τα πάντα. Νομίζω ότι τους έχουμε πάρει λίγο αψήφιστα, ως λαό. Tους έχουμε μέχρι τώρα γνωρίσει σαν λαθρέμπορους / λαθρομετανάστες που, πωλώντας πολύ φθηνά είδη αμφιβόλου ποιότητος, έχουν γίνει η αιτία να κλείσουν πάρα πολλά Ελληνικά μαγαζιά. Ίσως δεν τους θεωρούμε επικίνδυνους για την καταπάτηση των δικών μας ελευθεριών, όπως θεωρούμε τους ‘αγαπημένους μας γείτονες’ από Βορρά και Ανατολή. Μήπως θα πρέπει να το ξανασκεφθούμε? Το βραβευμένο βιβλίο του Κινέζου αντικαθεστωτικού συγγραφέα μας δίνει ένα ‘δείγμα γραφής’.των εν δυνάμει υποψηφίων αφεντικών μας.

Η υπόθεση του βιβλίου αναφέρεται στα γεγονότα της 4ης Ιουνίου 1989 στην Πλατεία Τιεν-Αν-Μέν (= Ουράνιας Γαλήνης), όπου ο κομμουνιστικός στρατός βγήκε με τα τανκς στην πλατεία και άνοιξε πυρ αδιακρίτως, εναντίον των συγκεντρωμένων φοιτητών. Οι διαδηλωτές, φοιτητές στην πλειονότητά τους, είχαν καταλάβει την πλατεία αρκετές εβδομάδες πριν, αρνούμενοι να απομακρυνθούν χωρίς να έχει ικανοποιηθεί το αίτημά τους για δημοκρατική μεταρρύθμιση του καθεστώτος. Ο ήρωας του μυθιστορήματος, φοιτητής της Βιολογίας, Τάι Γουέη, πυροβολείται στο κεφάλι και πέφτει σε κώμα. Τα καταλαβαίνει όλα, αλλά δεν μπορεί να επικοινωνήσει με το περιβάλλον του, είναι ένας ζωντανός – νεκρός, που ωστόσο θέλει να διατηρήσει ζωντανό το πνεύμα του. Ο Θεόδωρος Γρηγοριάδης, υπεύθυνος της επιτροπής για το ξένο μυθιστόρημα είπε (περιληπτικά) το σκεπτικό της βράβευσης αυτού του βιβλίου:

«Ένας φοιτητής της βιολογίας, ο Τάι Γουέι, αφού πυροβολείται, πέφτει σε βαθύ κώμα μετά τα γεγονότα της 4ης Ιουνίου 1989 στην Πλατεία Τιενανμέν. Έγκλειστος μέσα στο σώμα του αλλά και σε ένα διαμέρισμα, συντροφιά με τη μητέρα, του, αρχίζει να αποσυντίθεται οργανικά σε αντίθεση με το πνεύμα του που προσπαθεί να ανασυσταθεί.

Ο αφηγητής της ιστορίας θα πρέπει να καταχωρηθεί στους πιο πρωτότυπους αφηγητές της λογοτεχνίας: Είναι ένας πρωτοπρόσωπος αφηγητής σε κώμα, μία ακινητοποιημένη Σεχραζάτ που πρέπει συνεχώς να θυμάται και να αφηγείται για να επιβιώσει.

Εξ ίσου σημαντικό λοιπόν με το ιστορικό πλαίσιο αποδείχνεται το λογοτεχνικό επίτευγμα. Ωστόσο έτσι δεν αρκεί μόνο να έχουμε μια ντοκυμαντερίστικη καταγραφή της «Γενιάς της Τιενανμέν» αποδεχόμαστε μια μικροϊστορία, βγαλμένη από τα αποδιοργανωμένα κύτταρα ενός θύματος, ενός νέου αγωνιστή φοιτητή.

Ο φοιτητής Τάι Γουέι μπορεί να μην κατάφερε να συντονίσει τον αγώνα των συμφοιτητών του στην πλατεία, κατάφερε όμως να διασώσει την ιστορία της εξέγερσης, να την επαναφέρει στη μνήμη, κόντρα στις λογοκριμένες ή αποσιωπημένες ιστοριογραφίες. Πρόκειται για ένα βιβλίο ευαίσθητο, συγκινητικό, ποιητικό, γεμάτο μαύρο χιούμορ, βαθιά πολιτικό καθώς διατυπώνει το αίτημα για ελευθερία, αγάπη, αγώνα, για μια κανονική αδέσμευτη ζωή από μια γενιά που το πάλεψαν αλλά ίσως δεν το στήριξαν όπως έπρεπε».

Ο συγγραφέας Μα Γιαν απέστειλε στην Επιτροπή ευχαριστήρια επιστολή, που διάβασε η κ. Ειρήνη Πουρνάρα, υπεύθυνη των εκδόσεων ‘ΠΑΠΥΡΟΣ’, στην οποίαν έλεγε τα εξής :

«Η απονομή του Athens Prize for Literature είναι για μένα ύψιστη τιμή, και αισθάνομαι ευγνώμων διότι η τιμή αυτή προέρχεται από μία χώρα και έναν πολιτισμό για τους οποίους τρέφω μεγάλο σεβασμό. Όταν ήμουν νέος, η Κίνα ήταν για μένα το σκοτάδι, ο φόβος, ένα απροσπέλαστο κόκκινο τείχος, μια φυλακή του πνεύματος• και τότε έβλεπα την Ελλάδα σαν σύμβολο ελευθερίας και διαφάνειας, αντιπροσώπευε την ευγένεια της αδέσμευτης σκέψης, το φως. Με τα χρόνια, οι στίχοι των Ελλήνων ποιητών, από τον Όμηρο ως τον Οδυσσέα Ελύτη, στάθηκαν για μένα πηγή έμπνευσης και ύστερα από ένα ταξίδι μου στην Αθήνα και τους Παξούς πριν από λίγα χρόνια, οι εικόνες των σπουδαίων μνημείων, η θέα της γαλάζιας θάλασσας και ο ήχος της αύρας που περνά μέσα από τους αρχαίους ελαιώνες αποτυπώθηκαν ανεξίτηλα στη μνήμη μου.

Έγραψα το «Πεκίνο σε κώμα» στην προσπάθειά μου να αναμετρηθώ με τα προσωπικά μου βιώματα –καλά και άσχημα– από το αποτυχημένο κίνημα της Πλατείας Τιεν Αν Μεν. Αυτό το παρελθόν με καταδίωκε εδώ και είκοσι χρόνια, και όσο πιο ανελέητα προσπαθούσαν οι κινεζικές αρχές να σβήσουν τα γεγονότα του 1989 από τη συλλογική μνήμη τόσο πιο σημαντικό θεωρούσα εγώ το καθήκον να διατηρήσω ζωντανή την ανάμνησή τους.

Μέσω της λογοτεχνίας θέλησα να τιμήσω τον ιδεαλισμό και την αισιοδοξία της Γενιάς της Τιεν Αν Μεν, να αποτίσω φόρο τιμής στις χιλιάδες των νεκρών και των τραυματιών της Σφαγής και στους αναρίθμητους άλλους που μέχρι σήμερα διώκονται στην Κίνα επειδή αρνούνται να πουν ψέματα ή να ξεχάσουν».

Aκολούθως, ο λόγος δόθηκε στην μεταφράστια του έργου κ. Μαριάννα Μπεμπετίδη, η οποία μας έδωσε κάποιες επιπρόσθετες πληροφορίες για τον συγγραφέα και το βιβλίο του, λέγοντας τα εξής:

«Ο Μα Γιαν γεννήθηκε το 1953 στο Τσινγκτάο, το μεγαλύτερο λιμάνι των Ν.Α. ακτών της Κίνας. Εργάστηκε στο Πεκίνο, ως ζωγράφος προπαγανδιστικών αφισών και ως φωτορεπόρτερ κυβερνητικών περιοδικών. Ως πρόεδρος μία ομάδας αντιφρονούντων καλλιτεχνών, βρέθηκε στο στόχαστρο της εκστρατείας εναντίον της πνευματικής ελευθερίας, που ξεκίνησε η Κυβέρνηση. Για να διαφύγει την σύλληψη, ο Μ.Γ. εγκατέλειψε το Πεκίνο και άρχισε να ταξιδεύει στην Κίνα, με ψεύτικα ονόματα. Το ταξίδι κράτησε 3 χρόνια, κατά τα οποία αντιμετώπισε αντιξοότητες και γνώρισε τις συνθήκες ζωής, στα πιο απόμακρα μέρη της Κίνας. Το ταξίδι του τελείωσε στο Θιβέτ, όπου, όπως λέει ο ίδιος, είδε πόσο απεκτιμούν τον άνθρωπο, την ζωή και τις συνθήκες εξαθλίωσης. Οι ιθύνοντες του Θιβέτ δήλωσαν ότι υλικό για το βιβλίο «Stick out your tongue» [= Βγάλε (κοροϊδευτικά) την γλώσσα σου ], που εκδόθηκε το 1987, (μετά από το τέλος της εκστρατείας της Κίνας κατά του Θιβέτ) θεωρείται αισχρό, χυδαίο και συκοφαντικό για τους Θιβετιανούς. Απαγορεύτηκε και εν συνεχεία ο Μ.Γ. έφυγε για το Χονγκ Κονγκ, το οποίο ήταν ακόμη υπό την Βρετανική κυριαρχία. Επέστρεψε στο Πεκίνο το 1989 για να πάρει μέρος στα γεγονότα της Πλατείας Τιεν-αν –Μεν. Λίγο πριν από την αιματηρή καταστολή του κινήματος, ο Μ.Γ. πληροφορήθηκε ότι ο αδελφός του είχε πάθει ατύχημα στο Τσινγκτάο και είχε πέσει σε κώμα. Εγκατέλειψε το Πεκίνο για να βρεθεί κοντά στον αδελφό του και πληροφορήθηκε σχετικά με την σφαγή της Τιεν-Αν-Μεν στο Τσινγκτάο. Το 1997, την περίοδο της παράδοσης του Χονγκ Κονγκ από την Βρετανία στην Κίνα, ο Μ.Γ. ήταν εκεί και διοργάνωνε μία διαμαρτυρία καλλιτεχνών στο γραφείο του, ενάντια στην παράδοση αυτή. Εκεί έδωσε συνέντευξη στην Αγγλίδα δημοσιογράφο Flora Drew, η οποία είχε βρεθεί στο Χονγκ Κονγκ.. Όταν το Χ.Κ. πέρασε στα χέρια της Κίνας, ο Μ.Γ. το εγκατέλειψε. Έλειψε για ένα μεγάλο χρονικό διάστημα στην Γερμανία και αργότερα βρέθηκε στο Λονδίνο, όπου η Flora Drew είχε ήδη διαβάσει κείμενά του και είχε πεισθεί ότι έπρεπε να φθάσουν στο Αγγλόφωνο αναγνωστικό κοινό. Στο μεταξύ, ο Μ.Γ. είχε αρχίσει να καταγράφει τις εμπειρίες του από το τριετές ταξίδι του στην Κίνα, και σχεδόν 2 χρόνια συνεχίζει την συγγραφή. Η Φλ.Ντρ. μεταφράζει παράλληλα τα κείμενά του στα Αγγλικά και το βιβλίο κυκλοφορεί το 2002 με τον τίτλο «Red Dust» [= Κόκκινη Σκόνη] όπου του απονέμεται τιμητική διάκριση. Ακολουθεί ο «Μακαρονοποιός» και το «Πεκίνο σε κώμα».

Σήμερα, ο Μ.Γ. ζει στο Λονδίνο με την σύντροφο και μεταφράστριά του Φλ.Ντρ. και τα δύο παιδιά τους. Επισκέπτεται κατά καιρούς την Κίνα, αλλά εκεί του απαγορεύεται να εκθέτει τα έργα του, να κάνει δηλώσεις και να μιλάει σε ξένους δημοσιογράφους. Ο ίδιος ο Μα έχει δηλώσει ότι η ζωή του στην Αγγλία μοιάζει με ταξίδι σε πολυτελές κρουαζιερόπλοιο. «Ζω πολύ άνετα εδώ, αλλά δεν έχω κανέναν έλεγχο επάνω στο ΠΟΥ πηγαίνει το κρουαζιερόπλοιο και αυτό με κάνει να νοιώθω άβολα. Μόνο τότε πιστεύω στην Κίνα, νοιώθω ότι και τα δύο τα πόδια πατάνε στο έδαφος. Αναπόφευκτα, η Κίνα, το καθεστώς της και οι συνθήκες ζωής εκεί αποτελούν σταθερό θέμα στο βιβλιο – άγγιγμά μου». Ο ίδιος θεωρεί ότι, ως συγγραφέας έχει ευθύνη να παρουσιάσει την ζωή στην Κίνα, τώρα μάλιστα που η διαμονή του στην Αγγλία του παρέχει την απαραίτητη απόσταση να την δει πιο καθαρά.

Ειδικά για το «Πεκίνο σε κώμα» και τα γεγονότα της Τιεν-Αν-Μεν, έχει δηλώσει ότι θέλει να τα καρφώσει σαν πρόκες στο ξύλο, ώστε να μην μπορεί κανείς να τα ξεχάσει. Με την κρυστάλλινη, καθαρή και άμεση επαφή του, δημιουργεί τον Τάι Γουέη, ο οποίος του είναι και οικείος. Ο Τ.Γ. συμμετέχει στο φοιτητικό κίνημα, πυροβολείται στο κεφάλι και πέφτει σε κώμα Βρίσκεται εγκλωβισμένος στο σώμα του, φυλακισμένος στο διαμέρισμα της μητέρας του. Ανίκανος να μιλήσει ή να κινηθεί, αλλά ικανός να ακούει, να σκέπτεται, να θυμάται. Η εικόνα της Κίνας περικλείεται σε δύο κινήσεις που εναλλάσσονται. Αφ’ενός οι αναμνήσεις του Τ.Γ. από διάφορες σκηνές τού παρελθόντος του, και αφ’ετέρου οι πληροφορίες για το παρόν το δικό του και της χώρας του, που φθάνουν έως εκείνον από το ραδιόφωνο, από τις συζητήσεις της μητέρας του και από τις επισκέψεις των πρώην συμφοιτητών του. Ως αναγνώστες ερχόμαστε αντιμέτωποι με καταστάσεις πραγματικά αδιανόητες, για όποιον έχει συνηθίσει να θεωρεί την ελευθερία και την δημοκρατία, ως κάτι δεδομένο. Ταυτόχρονα, παρακολουθούμε την κατάσταση του Τ.Γ. να επιδεινώνεται και την Κίνα να αλλάζει. Οι πρώην συμφοιτητές του που επέζησαν γίνονται στελέχη επιχειρήσεων, κατόπιν αποκτούν τηλέφωνα και ηλεκτρονικούς υπολογιστές και πλουτίζουν. Στην Κίνα, κανείς πια δεν μιλάει για την Τιεν-Αν-Μεν. Το σχόλιο του Μάι προφανές. Ο Τ.Γ. είναι σε κώμα, αλλά η σκέψη του είναι ελεύθερη, σε αντίθεση με την σκέψη των συμπατριωτών του. Ο Μάι έχει δηλώσει „Οι Κινέζοι είναι ένας λαός που δεν κάνει ερωτήσεις, που δεν έχει παρελθόν. Ζουν σαν να βρίσκονται σε κώμα, τυφλωμένοι από τον φόβο και την πρόσφατη ευημερία τους. Η μνήμη όμως είναι απελευθερωτική. Μέσα στον Τ.Γ. υπάρχει ένας δυνατός άνθρωπος που θέλει να θυμάται. Και μόνο η μνήμη μπορεί να βοηθήσει τους ανθρώπους να ξανα -αποκτήσουν την λάμψη της ελευθερίας“.

Επιτρέψατέ μου να διαβάσω ένα μικρό απόσμασμα από το βιβλίο

Το πνιχτό κλάμα κάποιου μωρού σκίζει τον δύσοσμο αέρα. Ένα μικροσκοπικό γυμνό σώμα μοιάζει να τρέμει πάνω στο κρύο τσιμεντένιο δάπεδο. Είμαι εγώ. Έχω βγει ανάμεσα από τα πόδια της μητέρας μου. Το κεφάλι μου πάει να σπάσει από τον πόνο. Κτυπώ με την παλάμη μου την λιμνούλα του αίματος που σχηματίζεται γύρω μου. Η μητέρα μου θυμόταν συχνά πως, όταν είχε έρθει η ώρα να με γεννήσει, την είχαν υποχρεώσει να φοράει ένα πουκάμισο που είχε κεντημένες τις λέξεις « ΣΥΖΥΓΟΣ ΔΕΞΙΟΥ ».Ο εφημερεύων γιατρός δεν τολμούσε να βοηθήσει για να έλθει στον κόσμο ο γιος του «καπιταλιστή σκύλου». Ευτυχώς, η μητέρα μου λιποθύμησε όταν έσπασαν τα νερά και έτσι δεν πόνεσε, αφού λίγο έσπρωξε και βγήκα στον διάδρομο του νοσοκομείου. Και τώρα, τόσα χρόνια μετά, κείτομαι και εγώ αναίσθητος σε κάποιο νοσοκομείο. Μόνο ο περιστασιακός ήχος που κάνουν οι γυάλινες σακούλες των ενέσεων όταν τις ανοίγουν, μου θυμίζει ότι είμαι ακόμη ζωντανός. Ναι είμαι εδώ, ο μεγαλύτερος γιος της μητέρας μου. Τα μάτια κάποιου θαμμένου άνθρωπου περνάνε σαν αστραπή από το μυαλό μου. Είμαι ακόμη ζωντανός. Εγώ είμαι που τον παγίδεψα μέσα στο βάραθρο και τον έθαψα στην γη. Ο σκοτεινός διάδρομος έξω είναι πολύ μακρύς στο τέλος του βρίσκεται το χειρουργείο, όπου τα σώματα αντιμετωπίζονται ως απλοί σωροί από σάρκες. Και η κοπέλα που βλέπω τώρα, [πως την λένε? Αμ Μέην] περπατάει προς το τέλος του, μόνο μία λευκή σιλουέτα. Δεν έχει μυρουδιά, τα χείλη της τρέμουν. Είμαι ξαπλωμένος σε κάποιο κρεβάτι νοσοκομείου, ακριβώς όπως ήταν ο πατέρας μου πριν πεθάνει. Είμαι ο Τ.Γ., ο σπόρος που άφησε πίσω του. Άραγε, αρχίζω να θυμάμαι? Τότε, πρέπει να είμαι ζωντανός. Η μπορεί να σβήνω σιγά – σιγά. Και περνώ φευγαλέα, για μια τελευταία φορά από τα ρείθρα του παρελθόντος μου. Όχι, δεν μπορεί να έχω πεθάνει. Ακούω θορύβους. Ο θάνατος είναι σιωπηλός. «Απλά, κάνει τον πεθαμένο» μουρμουρίζει η μητέρα μου σε κάποιους. « Δεν τρώγεται αυτό το φαγητό, είναι γεμάτο άμμο». Για μένα μιλάει. Ακούω έναν θόρυβο κοντά στο αυτί μου. Που είναι το στόμα μου? Το πρόσωπό μου? Μπροστά στα μάτια μου πέφτει μία κίτρινη θαμπάδα, αλλά δεν μυρίζω τίποτα ακόμα. Κάπου μακριά ακούγεται κάποιο μωρό που κλαίει και κάποιο θερμός που, πότε – πότε, γεμίζει με ζεστό νερό. Το κιτρινωπό φως διαλύεται. Ίσως μόλις να διέσχισε τον ουρανό κάποιο πουλί. Αισθάνομαι ότι ξυπνάω από μακρύ ύπνο. Όλα μου φαίνονται καινούργια και άγνωστα. Τι μου συνέβη? Βλέπω την Τιαν Κι και εμένα πιασμένους χέρι – χέρι να τρέχουμε για να σωθούμε. Είναι κάποια ανάμνηση? Είναι στην πραγματικότητα? Παντού υπάρχουν φωτιές και ακούγονται ουρλιαχτά».

Κλείνοντας το θέμα ο παρουσιαστής Προκόπης Δούκας είπε τα εξής:

«Να κάνω μια σύνδεση με την επικαιρότητα? Πριν δύο μέρες, μία ομάδα Κινέζων υπέργηρων στελεχών του Κ.Κ.Κίνας, συνοδοιπόροι του ΜΑΟ, άρα, φαντάζεσθε ποιας ηλικίας, βγήκαν και έκαναν μία μοναδική δήλωση, ότι είναι απαράδεκτο στην Κίνα του 2000 να υπάρχει λογοκρισία». Και όμως … υπάρχει …

ΑΦΗΣΤΕ ΜΙΑ ΑΠΑΝΤΗΣΗ