Ο Γκοντάρ έφερε την επανάσταση στον κινηματογράφο. Μαζί του πέθανε ένας από τους σημαντικότερους εκπροσώπους της Nouvelle Vague, αφήνοντας πίσω του αριστουργήματα.Εκλεπτυσμένος και πειραματικός: κάποιοι αποκαλούσαν τον Ζαν-Λυκ Γκοντάρ θεό του διανοητικού κινηματογράφου, άλλοι τον χαρακτήριζαν ελεύθερο στοχαστή της σκοτεινής αίθουσας. Ο ίδιος θεωρούσε ότι αυτό που έκανε δεν ήταν να κινηματογράφει, αλλά να παράγει. Σε κάθε περίπτωση όμως, ο Ζαν-Λυκ Γκοντάρ, ο οποίος πέθανε την Τρίτη σε ηλικία 91 ετών, ήταν ένας από του πιο πρωτοπόρους και επιδραστικούς ανθρώπους του κινηματογράφου – η γαλλική Nouvelle Vague χάνει τώρα μαζί του και τον τελευταίο κορυφαίο σκηνοθέτη της.

Ο Γκοντάρ γύρισε πάνω από 60 ταινίες. Μεταξύ των πιο γνωστών είναι η «Αλφαβίλ», «ο Τρελός Πιερό» και βέβαια η ταινία «Με κομμένη την ανάσα», με την οποία έκανε το ντεμπούτο του στις ταινίες μεγάλου μήκους. Όταν γύρισε το 1959 το αστυνομικό δράμα με τον Ζαν-Πωλ Μπελμοντό, ήταν ακόμη άγνωστος στο κοινό. Η ταινία, της οποίας το σενάριο έγραψε ο Τρυφό, χαρακτηρίστηκε αριστούργημα και ο Γκοντάρ εν μια νυκτί ιδιοφυΐα. Αντί για τα συνηθισμένα για την εποχή γυρίσματα σε στούντιο, ο Γκοντάρ αποτύπωσε σκηνές που εκτυλίσσονται σε καφέ και στο δρόμο – με μία κάμερα χειρός. Αυτό έδωσε μία ελευθερία κινήσεων στον Μπελμοντό, ενώ οι σκηνές ενώνονται δίχως κανόνες ή ρυθμό μεταξύ τους.

Μία νέα εποχή πειραματισμού στον κινηματογράφο

Με την ταινία του «Με κομμένη την ανάσα» το 1960 ο Γκοντάρ έφερε την επανάσταση στον κινηματογράφο, εγκαινιάζοντας μία εποχή πειραματισμού, όχι μόνο με τη μορφή και το περιεχόμενο των ταινιών του, αλλά και τις συνήθειες του κοινού. Η ελευθερία ήταν πολύ σημαντική για τον ίδιο. Και κατάφερε να την αποκτήσει, δημιουργώντας… σύγχυση, προβοκάροντας κανόνες και μέχρι τότε συμβάσεις. Ο σκηνοθέτης ήταν ο πιο προκλητικός και καινοτόμος από όλους τους πρωταγωνιστές της Nouvelle Vague. Ο Φρανσουά Τρυφό, ο Κλοντ Σαμπρόλ, ο Ερίκ Ρομέρ και ο Ζακ Ριβέτ ήταν επίσης άξιοι εκπρόσωποι του γαλλικού νέου κύματος – μετέτρεψαν την κοσμοθεωρία τους και το προσωπικό στυλ τους, αλλά και τον πειραματισμό στον κινηματογράφο ως σήμα κατατεθέν τους. Όμως ο Γκοντάρ ήθελε κάτι παραπάνω από μία «ανανέωση του κινηματογράφου» – ήθελε να δοκιμάσει τα όριά του. Διαφώνησε με τον Τρυφό, τον οποίο θεωρούσε εξαιρετικά κομφορμιστή, ενώ σταδιακά απομακρύνθηκε όλο και περισσότερο από τη Nouvelle Vague.

Ο Γκοντάρ ασχολήθηκε μεταξύ άλλων με θέματα όπως ο πόλεμος και τα εγκλήματα πολέμου, ενώ μίλησε και για δολοφονίες του Ισλαμικού κράτους. Η διαφθορά, η σύγκρουση στη Μέση Ανατολή, ο πόλεμος του Βιετνάμ: ο Γκοντάρ ήταν πάντα ον πολιτικό, και στις ταινίες του.

Ανάμεσα σε Ελβετία και Γαλλία

Ο Γκοντάρ γεννήθηκε στις 3 Δεκεμβρίου 1930 στο Παρίσι σε μια προτεσταντική αστική οικογένεια, η οποία ζούσε στη Γαλλία και την Ελβετία. Αφού φοίτησε σε σχολείο της Ελβετίας, επέστρεψε μετά τον χωρισμό των γονιών του στο Παρίσι, όπου άρχισε να εκδίδει το περιοδικό κινηματογράφου “Cahiers du Cinéma” – μαζί με τους Τρυφό, Ριβέτ και Ρομέρ. Από τις αρχές της δεκαετίας του 1980 μετακόμισε στην Ελβετία, όπου ζούσε απομονωμένος στην πόλη Ρόλε, στης όχθες της λίμνης της Γενεύης.

Οι ταινίες του Γκοντάρ θεωρήθηκαν μανιφέστα ενός διανοητικού κινηματογράφου, μέσω του οποίου καλλιεργείται ο προβληματισμός σχετικά με την ιστορία, την αφήγηση, αλλά και την αμφισβήτηση της ίδιας της αφήγησης. Άλλωστε ο ίδιος ο Γκοντάρ απέρριψε την ιδέα, ότι γλώσσα και λέξεις μπορούν να αποδώσουν επαρκώς την πραγματικότητα. Από τις ταινίες του, λίγες έγιναν και εμπορικές επιτυχίες. Όμως αυτό δεν πτόησε τον Γκοντάρ, καθώς ο ίδιος δεν ενδιαφερόταν για τον εμπορικό κινηματογράφο – ταινίες όπως «Ο πόλεμος των άστρων» και το «Μάτριξ» ήταν για εκείνον «ηλίθιες και άσχημες».

Ζαμπίνε Γκλάουμπιτς, dpa

Επιμέλεια: Χρύσα Βαχτσεβάνου

ΑΦΗΣΤΕ ΜΙΑ ΑΠΑΝΤΗΣΗ