Η Γερμανία χρειάζεται επειγόντως ξένα εργατικά χέρια, γύρω στις 400.000 τον χρόνο. Αλλά πρέπει και να αναβαθμίσει το κανονιστικό πλαίσιο για τη γρήγορη ενσωμάτωσή τους.Η Γερμανία ανήκει στις χώρες που έχουν ανάγκη από ξένο εργατικό δυναμικό, αλλά υπάρχουν σημαντικές δυσκολίες για όσους επιχειρούν να κάνουν αυτό το βήμα. . Ας πάρουμε το παράδειγμα της Μάρας από τη Ρουμανία. Κατάφερε να βρει μια καλά αμειβόμενη θέση στον κλάδο της διαφήμισης στο Βερολίνο. Το πρώτο διάστημα ήταν κατενθουσιασμένη που κατάφερε να κάνει το όνειρό της πραγματικότητα, αλλά στη συνέχει η ευφορία έδωσε τη θέση της στην σκληρή πραγματικότητα.

Προβλήματα κοινωνικής ένταξης

«Στην περίπτωσή μου, τα κύρια προβλήματα στην αρχή ήταν γραφειοκρατικής φύσης. Αφορούσαν τα ραντεβού για την εγγραφή στο δήμο. Μια άλλη πρόκληση ήταν το άνοιγμα τραπεζικού λογαριασμού, που διήρκεσε 2 εβδομάδες. Ένα άλλο ήταν βεβαίωση φερεγγυότητας, που είναι απαραίτητη για ένα νέο διαμέρισμα. Αλλά η μεγαλύτερη πρόκληση ήταν να βρω σπίτι».Η Μάρα αισθάνεται μοναξιά, δεν κατάφερε να κάνει ανθρώπινες σχέσεις. Ένας λόγος είναι η γλώσσα. Έμαθε γερμανικά στο Βουκουρέστι, αλλά στη δουλειά της μιλά μόνο αγγλικά. «Καταλαβαίνω τί μου λένε, όταν μιλούν αργά, Μπορώ να παραγγείλω ένα καπουτσίνο, αλλά δεν μπορώ ακόμη να κάνω μια κανονική συζήτηση». Η Μάρα δεν είναι μοναδική περίπτωση. Σε έρευνα ανάμεσα σε 1900 ξένους του Ινστιτούτου Εφαρμοσμένων Οικονομικών Ερευνών του Τίμπινγκεν για λογαριασμό της Ομοσπονδιακής Υπηρεσίας Απασχόλησης, διατυπώθηκαν πολλά παράπονα για έλλειψη κοινωνικής ένταξης. Δύο στους τρεις εξειδικευμένους εργαζόμενους από μη ευρωπαϊκή χώρα δήλωσαν ότι έζησαν διακρίσεις στη Γερμανία λόγω της καταγωγής τους. Ότι δεν αναγνωρίστηκε η επαγγελματική τους κατάρτιση.

Για μετανάστες εκτός χώρου της ΕΕ μεγάλα προβλήματα προκαλεί το άκαμπτο δίκαιο παραμονής. Οι επιπτώσεις είναι σοβαρές, λέει η Νάικα Φουρουτάν, ερευνήτρια μετανάστευσης που διδάσκει στο Πανεπιστήμιο Χούμπολτ του Βερολίνου. «Στο μεταξύ αποτελεί στατιστική πραγματικότητα ότι οι ίδιες οι ομάδες που έρχονται ειδικά στη Γερμανία, μετά από λίγο καιρό δεν θέλουν να μείνουν. Θα πρέπει να αλλάξει το κλίμα. Χρειαζόμαστε μια κουλτούρα φιλοξενίας, αλλά το πιο βασικό είναι σαφείς κατευθυντήριες γραμμές κατά των διακρίσεων. Αποτελεί τμήμα του ρυθμιστικού πλαισίου που φτιάχνουμε»

«Η ενσωμάτωση δεν είναι μονόδρομος»

Με κριτήριο το εισόδημα, τη φορολογία, τις μελλοντικές προοπτικές, τις ευκαιρίες για τα μέλη της οικογένειας, το περιβάλλον δεξιοτήτων, την ποιότητα ζωής και τα δικαιώματα εισόδου και διαμονής, η Γερμανία κατατάσσεται σήμερα μόλις στη 15η θέση μεταξύ των 38 χωρών του ΟΟΣΑ. Το 2019, βρισκόταν ακόμη στη 12η θέση. Μια διαπίστωση που πρέπει να ανησυχήσει τους πολιτικούς, διότι στη Γερμανία έρχονται πολύ λιγότεροι μετανάστες για να εργαστούν από όσους χρειάζεται η χώρα. Σύμφωνα με την Ομοσπονδιακή Υπηρεσία Απασχόλησης, για να διατηρηθεί σταθερή η αγορά εργασίας θα έπρεπε να υπάρχουν 400.000 ξένοι εργαζόμενοι ετησίως. Το 2021, ωστόσο, καταγράφηκαν μόνο 40.000. Η γερμανική κοινωνία δυσκολεύεται να αντέξει αλλαγές. «Οι πολίτες πρέπει να συνειδητοποιήσουν ότι η ενσωμάτωση δεν είναι μονόδρομος», λέει η Φουρουτάν.«Δεν είναι ότι εμείς κάνουμε κάτι για τους ανθρώπους, αλλά στην πραγματικότητα αυτοί κάνουν κάτι για εμάς, όταν έρχονται εδώ. Αυτό είναι που πρέπει να βάλουμε στο μυαλό των ανθρώπων τώρα. Αλλά αλλαγή στο κεφάλι δεν έρχεται από μόνη της, χρειάζονται σαφείς κατευθυντήριες γραμμές κατά των διακρίσεων από τον νομοθέτη» συμπληρώνει.

Δυσκολίες παρατηρούνται και στη διαδικασία απόκτησης υπηκοότητας. Στην περίπτωση ανθρώπων που έρχονται πχ. από την Ερυθραία δεν είναι δυνατόν, γιατί στη χώρα τους δεν υπάρχουν πιστοποιητικά γέννησης. «Στην Αγγλία πολιτογραφούνται μετά από δύο χρόνια, εδώ δεν τους επιτρέπεται ούτε καν να παντρευτούν, νιώθουν σαν να τους διώχνουν» λέει οργισμένα η Κρίστα, μια πρώην δασκάλα. Έτσι δεν μένει παρά ο δρόμος της φυγής. Ούτε και η Μάρα μπορεί να φανταστεί πως θα μείνει στη Γερμανία μέχρι να πάρει σύνταξη. «Τώρα βλέπω τα πράγματα διαφορετικά. Ίσως μείνω ένα ή δύο χρόνια ακόμη, αλλά δεν βλέπω τον εαυτό μου εδώ για τα επόμενα πέντε με δέκα χρόνια».

Ζαμπίνε Κίνκαρτς

Επιμέλεια: Ειρήνη Αναστασοπούλου

ΑΦΗΣΤΕ ΜΙΑ ΑΠΑΝΤΗΣΗ