Συνέντευξη της Ιφιγένειας Μαστρογιάννη στον Ελπιδοφόρο Ιντζέμπελη.

 

Η Ιφιγένεια Μαστρογιάννη αφηγείται την ιστορία μιας ομάδας παιδιών που τελειώνουν το Λύκειο. Από τη μια πλευρά, η ανούσια καθημερινότητα του σχολείου που αναλώνεται σε αδιέξοδες τακτικές συμμόρφωσης και στο εξεταστικό σύστημα και από την άλλη, η παλλόμενη ζωή και ο εφηβικός έρωτας. Μέσα σε αυτή τη σύγκρουση όπου συνθλίβονται συναισθήματα και δοκιμάζονται ιδέες, η “γενιά των καταλήψεων και των συγκεχυμένων αιτημάτων” θα αναζητήσει τη διέξοδο και κάπου εκεί, στα δύσκολα περάσματά της θα συναντήσει την ομορφιά της αγάπης. Ένα δυνατό εφηβικό μυθιστόρημα γραμμένο από την συγγραφέα Ιφιγένεια Μαστρογιάννη.

Ερ:  Ποια ήταν η αφορμή για να γραφεί το μυθιστόρημα «Τα παιδιά του τελευταίου θρανίου» εκδόσεις Καλέντης;

Απ: Κύριε Ιντζέμπελη,  εκτός από συγγραφέας είστε και σχολικός σύμβουλος. Γνωρίζετε επομένως πολύ καλά ότι το ελληνικό σχολείο και ιδιαίτερα το Λύκειο έχει μετατραπεί τα τελευταία χρόνια σε εξεταστικό κέντρο, που έχει ως πρώτιστο σκοπό την εξέταση για την εισαγωγή στην τριτοβάθμια εκπαίδευση, θυσιάζοντας την ουσιαστική αγάπη για τη γνώση, αγνοώντας το ουσιώδες και προκρίνοντας το τυπικό εν ονόματι της επιτυχίας, του κέρδους δηλαδή. Συγχρόνως, ο τρόπος αξιολόγησης, μέσω του εξεταστικού συστήματος, αναπτύσσει μια βαθμοθηρική διάθεση και προκαλεί μεγάλο άγχος στους μαθητές αλλά και στους γονείς τους, επειδή η αξιολόγηση του μαθητή στηρίζεται μόνο στο βαθμό επίδοσής του σε συγκεκριμένα μαθήματα. Δεν περιλαμβάνει ευρύτερα στοιχεία της προσωπικότητάς του. Αυτό το άγχος αφυδατώνει την ψυχή των παιδιών και τα κάνει δυστυχισμένα, απομακρύνοντάς τα από το ανθρωποκεντρικό περιεχόμενο της μόρφωσης. Η δυστυχία αυτή που με προβλημάτιζε ως δασκάλα και ακόμη με προβληματίζει, στάθηκε η αφορμή για τη συγγραφή του βιβλίου.

Ερ:  Γιατί ο τίτλος αναφέρεται στα παιδιά του τελευταίου θρανίου;

Απ: Για πολλούς ανθρώπους, το σχολείο είναι ίδρυμα στο οποίο ο βασικός υπεύθυνος για την κατάσταση ενός «αδύνατου» ενός «προβληματικού» μαθητή είναι ο ίδιος ο μαθητής. Σπάνια, αν όχι ποτέ,  καταλογίζονται ευθύνες στον εκπαιδευτικό, στο πρόγραμμα, τα μέσα και τις μεθόδους διδασκαλίας ή στις αρχές που διέπουν το εκπαιδευτικό σύστημα. Ωστόσο, τα παιδιά του τελευταίου θρανίου δεν είναι μόνο οι χαμηλοί βαθμοί που παίρνουν στα μαθήματα. Είναι άνθρωποι με σάρκα και οστά, είναι όραμα και ελπίδα, είναι αναζήτηση και χαρά, είναι αγωνία και πόνος. Κοντά σε όλα αυτά, κρύβουν δεξιότητες που δεν έχουμε την ευκαιρία ή τη θέληση να διαπιστώσουμε. Τις δεξιότητες αυτές ο ζωντανός δάσκαλος, που δεν εφαρμόζει μόνο τους αφηρημένους κανονισμούς, μπορεί να τις αναδείξει. Με χιούμορ και ενθουσιασμό, με στοργή και πρωτοτυπία, μπορεί να κερδίσει τα παιδιά αυτά, να τους εμπνεύσει την απαραίτητη για την πρόοδο του ανθρώπου αυτοεκτίμηση, το θάρρος και τη θέληση να αγωνιστούν.

Ερ: Η αφιέρωση γίνεται «στους μαθητές των σιωπηλών χρόνων». Μπορείτε να μας εξηγήσετε τι εννοείτε;

Απ: Κάποτε, μια μαθήτριά μου της Τρίτης Λυκείου είχε γράψει στην Έκθεσή της πως τα χρόνια του Λυκείου είναι τα σιωπηλά χρόνια στη ζωή του ανθρώπου. Στο Λύκειο οι μαθητές δε μιλούν, υπομένουν μόνο .

Ερ: Στην αρχή του μυθιστορήματος, ξεκινάτε από την Πρέβεζα. Ποιος ο ρόλος του γενέθλιου τόπου και κατά πόσο προσδιορίζει το έργο ενός συγγραφέα;

 

Απ: Ο Νικηφόρος Βρεττάκος έχει μιλήσει πολύ αισθαντικά για το θέμα αυτό.

«Έτσι μου στάθηκε ο Ταΰγετος. Όσο να γεννηθούνε

τα δυο παιδιά του Θεού μέσα μου: η Ποίηση και η Αγάπη».

 

Ο γενέθλιος τόπος έχει τη δική του θέση, τη δική του φωνή στη λογοτεχνία μας. Η επίδραση που ασκεί στη σκέψη και στο συναίσθημα του συγγραφέα είναι μεγάλη. Εκεί  ο αφηγητής αναζητεί και βρίσκει τις αυθεντικές πρώτες ύλες των μύθων του. Η γενέθλια γη είναι ο νους και η καρδιά του, ταυτίζεται με τις ρίζες που τρέφει μέσα του, ανατέμνει φιλόστοργα τη μνήμη και διατηρεί αναλλοίωτη τη γοητεία της. Μια γοητεία που παρηγορεί στην άγρια μοναξιά του κόσμου. Όσο για μένα, η Πρέβεζα είναι έρωτας, μ’ ένα πένθιμο ίχνος στην ανάμνησή του.

 

Ερ: Στην Πρέβεζα, έβαλε τέλος στη ζωή του ο ποιητής Κώστας Καρυωτάκης. Από τα γραφόμενα του βιβλίου, φαίνεται ότι υπάρχει κάποια ενοχή για το ότι το γεγονός συνέβη στην Πρέβεζα. Ποια είναι η πραγματικότητα;

 

Απ: Η  ηρωίδα του βιβλίου, στο οποίο αναφερόμαστε, βλέποντας τη φυσική καλοσύνη της πατρίδας της, μυρίζοντας τους ανέμους της, λέει τα εξής:

Πώς θα ’θελα να είχαν φυσήξει μυρωμένοι οι άνεμοι κι εκείνη τη μέρα. Που ο ποιητής σήκωσε το κεφάλι ψηλά και του φάνηκε ο ουρανός άδειος. Πώς θα ’θελα να είχαν φυσήξει μυρωμένοι οι άνεμοι…δε θα θα’χε βγει νικητής ο θάνατος.

Για την έφηβη Μαρία, η ομορφιά της φύσης και ο ουρανός που δεν είναι άδειος μπορούν να νικήσουν το θάνατο…

Η Πρέβεζα βρέθηκε δυστυχώς στο τέλος της τραγικής διαδρομής του ποιητή, του σημαντικότερου ίσως που ανέδειξε η γενιά του ’20. Η αυτοκτονία του δεν ήταν διάβημα απονενοημένο. Ήταν απόλυτα συνειδητή ενέργεια, με την οποία ο Καρυωτάκης καταδίκασε την κοινωνία της υποκρισίας και της παρακμής, μέσα στην οποία διαμορφώθηκε και από την οποία πληγώθηκε έως θανάτου. Η κοφτερή ως ρομφαία  γλώσσα στα ποιήματά του ξεπερνά το πεσιμιστικό περίβλημα. Γίνεται κραυγή εναντίον της ανελευθερίας και της χαύνωσης μιας άρχουσας τάξης που δεν ανέχεται την αμφισβήτηση και εκδικείται. Δεν ήταν η Πρέβεζα που τον έσπρωξε στο θάνατο. Είναι, ωστόσο, αλήθεια ότι πνιγόταν στους λερούς ασήμαντους δρόμους της. Ήταν ο τόπος της εξορίας του…

 

Ερ: Γράφετε ότι όποιος δει στον τόπο μας ένα σχολείο είναι σαν να τα έχει δει όλα. Μπορείτε να σχολιάσετε τα λεγόμενά σας;

 

Απ: Σύμφωνα με μια έρευνα, το σχολείο που ονειρεύονται οι μαθητές, όχι με την έννοια του απραγματοποίητου αλλά με την έννοια του ιδανικού, πρέπει να είναι καθαρό, όμορφο, με πολύ πράσινο και υποδομή για άτομα με ειδικές ανάγκες. Τα παιδιά αντιλαμβάνονται τον κόσμο κατά κύριο λόγο με την όραση. Το ελληνικό σχολείο όμως αποπνέει την ίδια ομοιόμορφη μιζέρια. Η χρωματική ομοιομορφία, γκρίζα και άψυχη, παραπέμπει σε μια γνώση προκατασκευασμένη, ισοπεδωτική, που απεχθάνεται τη διαφορά και την πρωτοτυπία. Θέλουμε με κάθε τρόπο τα παιδιά μας να αγκαλιάσουν την εκπαιδευτική διαδικασία με ενθουσιασμό, όμως δεν αντιλαμβανόμαστε πως η πρώτη εικόνα που έχει ο έφηβος από το σχολικό περιβάλλον είναι αυτοί οι ψυχροί και συχνά αποκρουστικοί σχολικοί χώροι που δίνουν το μήνυμα ότι οι υπεύθυνοι αδιαφορούν. Γι’ αυτό και τα παιδιά, με τα συνθήματά τους, με τα γκράφιτι ή και με την αρνητική πολλές φορές συμπεριφορά τους, προσπαθούν να σπάσουν τα όρια της γκρίζας φυλακής τους. Ωστόσο, πίσω από το πλέγμα, υπάρχουν ευτυχώς άνθρωποι-μαθητές και δάσκαλοι-που αισθάνονται το βάρος της πραγματικότητας και παίρνουν δύναμη από την ελπίδα της αλλαγής της. Είναι ανάγκη η αισθητική του σχολικού χώρου να επαναπροσδιοριστεί, ώστε να δίνει μια ζεστή και φιλική εικόνα της εκπαίδευσης. Δεν είναι δύσκολο ούτε χρειάζονται πολλά χρήματα. Η εμπλοκή των ίδιων των παιδιών στη διαδικασία αυτή θα ενίσχυε την αντίληψη ότι το σχολείο τούς ανήκει.

 

Ερ: Μου άρεσε η περιγραφή των καθηγητών. Πολλοί από αυτούς ήταν αγαπητοί στα παιδιά. Ένα όμως δεν τον συμπαθούσαν και τον φώναζαν με παρατσούκλι. Δεν είναι αστείο;

 

Απ: Ναι, τα παιδιά κατά κανόνα κολλάνε στους καθηγητές τους κι από ένα παρατσούκλι κι έτσι τους φωνάζουν μεταξύ τους. Τα παρατσούκλια, ωστόσο, είναι απόρροια προσεκτικής παρατήρησης και καλοζυγισμένων κριτηρίων που έχουν σχέση με την ποιότητα των ανθρώπων. Το κριτήριο των παιδιών είναι αλάνθαστο.

 

Ερ: Με ένα αριστοτεχνικό τρόπο, μας μεταφέρετε τη σχολική ατμόσφαιρα και τα συναισθήματα των παιδιών. Ποιος ήταν ο τρόπος προσέγγισης, για να ακουμπήσετε την ψυχή των παιδιών;

 

Απ: Η εκπαίδευση είναι πράξη ευθύνης και πρέπει να συγκινεί τον άνθρωπο, στην πιο ωραία όσο και απαιτητική έκφανσή του, την παιδική. Δεν έχουμε άλλον τρόπο για να πλησιάσουμε το μαθητή μας, πέρα από την αναγνώριση και την παιδαγωγική αγάπη. Ο δάσκαλος που δε θωρακίζεται πίσω από το προκαθορισμένο του «κύρος» και έχει συνειδητοποιήσει με τρόπο θετικό πως το σχολείο υπάρχει για το παιδί και όχι το παιδί για το σχολείο, συμπορεύεται με το μαθητή του, αφυπνίζει τις δημιουργικές του δυνάμεις. Τον βοηθά να αποκτήσει ένα νόημα των πραγμάτων  πιο βαθύ, να αγαπήσει τη ζωή και τον άνθρωπο και να οξύνει την κριτική του σκέψη, με το διάλογο, την αμφισβήτηση και τη διαφωνία, που αποτελούν θεμελιώδη ερείσματα του δημοκρατικού ιδανικού.

 

Ερ: Ο Θάνος είναι ο τελευταίος μαθητής. Αν όμως προσέξουμε, είναι ο πιο ευαίσθητος και ετοιμόλογος. Γιατί η εκπαίδευση δεν κατάφερε να τον κερδίσει;

 

Απ: Πίσω από τους χαμηλούς βαθμούς και την παρορμητική συμπεριφορά του «κακού» Θάνου, κρύβεται, όπως βλέπουμε στο βιβλίο, ένα σπίτι προβληματικό, ανεπαρκές, χωρίς προσδοκίες κι ένας δάσκαλος προκατειλημμένος, χωρίς διάθεση να βοηθήσει και να διδάξει ένα δύσκολο μαθητή. Είναι εντελώς ανυποψίαστος ως προς το ότι οι μαθησιακές δυσκολίες και ο βαθιά ανταγωνιστικός χαρακτήρας του σχολείου συγκλονίζουν τον έφηβο στην ολότητά του και τον οδηγούν πολύ συχνά στην επίδειξη προκλητικής ή και διαταρακτικής συμπεριφοράς. Επιτρέψτε μου να αναφέρω πάλι-γιατί θεωρώ το θέμα πολύ σοβαρό-πως ο Θάνος έχει δεξιότητες και αρετές που το σχολείο αγνοεί ή δεν ενδιαφέρεται να γνωρίσει, αναιρώντας με τον τρόπο αυτό τον ανθρωποκεντρικό χαρακτήρα της εκπαίδευσης. Και όμως, είναι αυτονόητη η υποχρέωση του δασκάλου να ανακαλύψει και να στηριχθεί στις δεξιότητες αυτές, ώστε να πείσει το μαθητή του πως έχει αξία και  πως για το σχολείο του είναι μοναδικός και αναντικατάστατος, παρά τη χαμηλή του επίδοση στα μαθήματα. Είναι σίγουρο πως με τον τρόπο αυτό θα κερδίσει το παιδί και θα το ενθαρρύνει να παλέψει για την πρόοδό του.

 

Ερ: Υπάρχουν δραματικές σκηνές που απογειώνουν το μυθιστόρημα. Εκείνες τις στιγμές ζεις μαζί με τους μαθητές και συμπάσχεις. Αυτό όμως δεν είναι και το αποτέλεσμα που μας δίνει η καλή χρήση του λόγου;

 

Απ: Είναι αλήθεια πως η γλώσσα μας μπορεί να αποδώσει με ενάργεια και δύναμη το περιεχόμενο των σκέψεών μας. Διακρίνεται από αρτιότητα , θαυμαστή πλαστικότητα και έχει αποδώσει με μοναδική ευκρίνεια την ουσία όλων των δημιουργημάτων του ανθρώπινου στοχασμού.

 

Ερ:  Έχω διαβάσει τα βιβλία σας και έχω επισημάνει ότι σας αρέσει η ελληνική ιστορία, η παράδοση και η εκπαίδευση. Υπάρχουν και άλλοι τομείς που έχω ξεχάσει;

 

Απ: Έχετε δίκιο ως προς τις επισημάνσεις σας. Ο ζωντανός κόσμος της παράδοσής μας που περιλαμβάνει και την ιστορική αίσθηση και μας βοηθάει να κατανοήσουμε πως το παρελθόν είναι ταυτόχρονα και παρόν, με έχει βαθύτατα επηρεάσει. Η λογοτεχνική μας παράδοση με τη γλώσσα της κοινωνίας, τη συλλογική φαντασία, τους μύθους, τις κοινωνικές ανησυχίες και την αισθητική αντίληψη, μου έμαθε να διαβάζω τον εαυτό μου και τον κόσμο, μέσα στον οποίο ζω. Η παράδοση με βοήθησε να καταλάβω ότι αποτελώ αναπόσπαστο μέλος της κοινωνίας. Εδώ αγάπησα και την εκπαίδευση, όχι ως διαδικασία που έχει σχέση με το δογματισμό και τους αυταρχικούς τρόπους διδασκαλίας, αλλά ως λειτουργία που αποβλέπει στην ανάπτυξη των ικανοτήτων του νέου ανθρώπου και δεν είναι αποκομμένη από τον κοινωνικό περίγυρο.

 

Ερ: Σας θυμάμαι ως αρθρογράφο στην εφημερίδα «το Βήμα». Τα άρθρα σας για την εκπαίδευση ήταν περίφημα. Γιατί δε συνεχίσατε αυτή την όμορφη διαδρομή;

 

Απ:Δεν είμαι αρθρογράφος. Όταν κάποια προβλήματα που αντιμετωπίζαμε στο σχολείο με έπνιγαν, έγραφα, ελπίζοντας ότι θα βρεθεί μια λύση. Η εφημερίδα ευγενικά φιλοξενούσε τα κείμενα.

 

Ερ: Είστε ικανοποιημένη από την πορεία σας στα ελληνικά γράμματα;

 

Η προσφορά είναι ελάχιστη.

 

Ερ: Τι θα απευθύνατε στους νέους μας;

 

Οι νέοι μας, όπως οι νέοι όλων των εποχών, προτιμούν, σύμφωνα με τον Αριστοτέλη, να κάνουν ό,τι τους φαίνεται ωραίο παρά ό,τι τους συμφέρει, επειδή οι πράξεις τους υπαγορεύονται πιο πολύ από την καρδιά παρά από τον ψυχρό υπολογισμό…

Αν πρέπει να πω κάτι, θα ευχόμουν στους νέους μας  που δοκιμάζονται αυτή τη δύσκολη για την πατρίδα μας εποχή, να ακούν σε όλη τους τη ζωή τη φωνή της καρδιάς τους και να μην υποκύπτουν στον ψυχρό υπολογισμό που αλλοτριώνει τον άνθρωπο, μετατρέποντάς τον σε «νόσο της πόλης». Η φωνή της καρδιάς τους θα τους βοηθάει πάντα να ξεχωρίζουν το ευγενικό από το ταπεινό, το δίκαιο από το άδικο, την αλήθεια από το ψέμα. Η Αλήθεια ελευθερώνει, όπως διαβάζουμε στη Γραφή.

 

 

 

 

 

ΑΦΗΣΤΕ ΜΙΑ ΑΠΑΝΤΗΣΗ