Γράφει ο πανεπιστημιακός Ζήσης Παπαδημητρίου.

Φαίνεται πως εμείς, ο ελληνικός λαός, είμαστε ανεπίδεκτοι μαθήσεως. ‘Ισως γιατί από την ίδρυση του νεοελληνικού κράτους, αλλά και προηγούμενα, έχομε ενσωματωθεί πλήρως στη λογική του συστήματος των πελατειακών σχέσεων. Ακόμα και αν καταγγέλλουμε τη διαφθορά, διατηρούμε μέσα μας την ελπίδα ότι θα μας δοθεί και εμάς η ευκαιρία, κάποια των ημερών, να τα «πιάσουμε χοντρά», με αποτέλεσμα η αντιφατικότητα και η αμετροέπεια να αποτελεί χαρακτηριστικό γνώρισμα της κοινωνικής μας συμπεριφοράς γενικά και σε περιόδους κρίσης ειδικότερα.

Το σύστημα πελατειακών σχέσεων και η διαφθορά έχουν βαθιές ρίζες στην ιστορία του λαού μας και εντοπίζονται στην περίοδο της τουρκοκρατίας, όταν τη διαμεσολάβηση μεταξύ οθωμανικής εξουσίας και των ως επί το πλείστον αναλφάβητων Ελλήνων πολιτών είχαν αναλάβει, με το αζημίωτο βέβαια, τα τζάκια (οι πρόκριτοι, οι προύχοντες και οι κοτζαμπάσηδες), πρακτική η οποία και συνεχίστηκε και μετά την απελευθέρωση από τους Τούρκους με πρωταγωνιστές τα πολιτικά κόμματα και την καμαρίλα της δημόσιας διοίκησης. Με φόντο το διαφθαρμένο μέχρι το μεδούλι πολιτικό σύστημα, οι σχέσεις πολιτών-κράτους είναι σχέσεις δυσπιστίας και εχθρότητας. Οι δημόσιες υπηρεσίες δεν εμπιστεύονται το πολίτη, τον οποίο θεωρούν εκ των πραγμάτων δυνάμει απατεώνα, καθότι σοφίζεται παντός είδους τερτίπια για να εξαπατήσει τις υπηρεσίες, ενώ ο  πολίτης αντιμετωπίζει το κράτος ως δυνάστη, το οποίο, ωστόσο  επικαλείται, εκλιπαρώντας την ενίσχυσή του σε περιόδους  καταστροφών, πολλές από τις οποίες προκαλούμε εμείς οι ίδιοι οι πολίτες με τη βουλιμία μας και την αδιαφορία μας για κάθε τι το δημόσιο (μπάζωμα ρεμάτων, καταστροφή αναχωμάτων αποξήρανσης,  παράνομη δόμηση κλπ.).

Η οικονομική κρίση που ταλανίζει σήμερα την πλειονότητα το λαού μας (όχι βέβαια το σύνολο του λαού μας, όπως είθισται να λέγεται, κυρίως από τα πολιτικά και ιδεολογικά τηλεκατευθυνόμενα Μέσα Μαζικής Επικοινωνίας, γιατί υπάρχουν και εκείνοι που πλούτισαν και συνεχίζουν να πλουτίζουν σε βάρος των πολλών, εκμεταλλευόμενοι  την οικονομική δυσπραγία που συνεπάγεται η οικονομική κρίση) αποκάλυψε σε όλο της το μεγαλείο την ανικανότητα, τη διαφθορά και την υποκρισία των κομμάτων που άσκησαν εξουσία από τη Μεταπολίτευση και εντεύθεν. Εμείς οι πολίτες, με εξαιρέσεις βέβαια που επιβεβαιώνουν τον κανόνα, εθιστήκαμε επίσης στην «αρπαχτή», αναπτύξαμε ως κοινωνική συμπεριφορά τον άκρατο ατομικισμό,  αδιαφορώντας για το μέλλον ημών των ιδίων ως λαού, επικεντρώνοντας το ενδιαφέρον μας αποκλειστικά στην κατανάλωση και στο κιτς της κοινωνικής αυτοπροβολής. Σε αντίθεση με τους «αρχαίους ημών προγόνους» που είχαν στο επίκεντρο του ενδιαφέροντός τους το δημόσια συμφέρον, εμείς αναδείξαμε, παρασυρμένοι από το εκάστοτε οικονομικό, πολιτικό και εξουσιαστικό κατεστημένο, το ατομικό συμφέρον και το άρρωστο εγώ μας σε πεμπτουσία της κοινωνικής μας ύπαρξης.

Η Δικαιοσύνη, συνειδητά ή ασυνείδητα, λειτούργησε ως υποχείριο της εκάστοτε κυβέρνησης, υποσκάπτοντας το κύρος της στη συνείδηση του λαού και μαζί με αυτό την εμπιστοσύνη των πολιτών στο Νόμο. Αν και απεχθάνομαι τον Ουίνστον Τσόρτσιλ λόγω των δεινών που επέφερε στο λαό μας αμέσως μετά την απελευθέρωση της Ελλάδας από τους Γερμανούς, η άποψή του ωστόσο ότι «αν θέλεις να εξευτελίσεις έναν νόμο, δώσε τον στους Έλληνες να τον εφαρμόσουν» φαίνεται να επιβεβαιώνεται με τραγικό τρόπο. Είναι γνωστή η τύχη του νόμου για την απαγόρευση του καπνίσματος, της έκδοσης αποδείξεων, της φοροδιαφυγής κλπ.. Το ίδιο ισχύει και για την τιμωρία όλων εκείνων που καταχράστηκαν και συνεχίζουν να καταχρώνται δημόσιο χρήμα ή που βγάζουν ανεξέλεγκτα τα χρήματά τους σε τράπεζες του εξωτερικού, προκειμένου να αποφύγουν την όποια φορολόγησή τους. Η υπόθεση του πρώην υπουργού Εθνικής Άμυνας κ. Άκη Τσοχατζόπουλου και των συνεργατών του σε ό,τι αφορά τις μίζες και το ξέπλυμα  παράνομου χρήματος αποτελεί την  κορυφή του παγόβουνου της διαφθοράς του πολιτικού μας συστήματος που απειλεί, αν δεν αποκαλυφθεί στο σύνολό του, όχι μόνον οικονομικά αλλά και ηθικά την ελληνική κοινωνία, η οποία παρακολουθεί άναυδη τα τεκταινόμενα, ανήμπορη να αντιδράσει συλλογικά.

Κι ενώ θα περίμενε κανείς, οι πολιτικές δυνάμεις της χώρας μας να συνέλθουν και να κατανοήσουν το μέγεθος του κινδύνου που εγκυμονεί για τη χώρα μας η έλλειψη ειλικρίνειας, συνεχίζουν να ενδιαφέρονται σχεδόν αποκλειστικά και μόνον για την επιβίωσή τους. Ενόψει των επικείμενων εκλογών, οι εγκάθετοι της κομματικής νομενκλατούρας ανανεώνουν δήθεν τις λίστες των υποψηφίων με άσχετα πολιτικά και συχνά ανεγκέφαλα «λαμπερά» πρόσωπα από το χώρο της «τέχνης» και της διασκέδασης, ρίχνοντας έτσι στάχτη στα μάτια του εκλογικού σώματος, προκειμένου να εξασφαλίσουν και πάλι την επανεκλογή τους. Και το χειρότερο : Αυτοί που οδήγησαν τη χώρα στην καταστροφή, προβάλλουν τους εαυτούς τους ως σωτήρες της πατρίδας, λες και οι Έλληνες ψηφοφόροι είναι καταδικασμένοι να θρέφονται στο διηνεκές με κουτόχορτο….

Σύμφωνα με το μύθο, ο πέμπτος άθλος που επέβαλλε ο βασιλιάς των Μυκηνών Ευρυσθεύς στον Ηρακλή, ήταν να ξεπλύνει από την κόπρο τους Στάβλους του βασιλιά Αυγεία, κι εκείνος θα του χάριζε το ένα δέκατο των κοπαδιών του, άθλο τον οποίο και επιτέλεσε με επιτυχία, χρησιμοποιώντας τα νερά των ποταμών Αλφειού και Πηνειού. Καθώς στην εποχή μας η κοινωνική πραγματικότητα δεν καλλιεργεί πλέον αλλά ούτε και υπακούει στη λογική των μύθων, καλό θα ήταν να λειτουργήσουμε εμείς οι ίδιοι, τούτη τη φορά με την ψήφο, ως νέοι Ηρακλείδες στην υπηρεσία της σωτηρίας της πατρίδας μας.

 Ποιος είναι

Ο Ζήσης Παπαδημητρίου σπούδασε αρχικά ηλεκτρολόγος μηχανικός στο Τεχνικό Πανεπιστήμιο του Βερολίνου (Technische Universität) και στη συνέχεια Κοινωνιολογία στο Τμήμα Οικονομικών και Κοινωνικών Σπουδών του Πανεπιστημίου του Αμβούργου.
Αναγορεύτηκε διδάκτορας της Φιλοσοφίας (Dr.Phil.) του Πανεπιστημίου Johann Wolfgang von Goethe της Φρανκφούρτης του Μάϊν. Εξειδικεύτηκε σε θέματα Βιομηχανικής Κοινωνιολογίας και εργάστηκε για δώδεκα χρόνια (1974-1985) στο διεθνούς φήμης Ινστιτούτο Κοινωνικής Έρευνας στο Πανεπιστήμιο της Φρανκφούρτης, γνωστό και ως «Κριτική Σχολή της Φρανκφούρτης», ιδρυτές του οποίου υπήρξαν οι φιλόσοφοι Max Horkheimer, Theodor Adorno, Herbert Marcuse κ.ά..
Ως ερευνητής μελέτησε τη μετάβαση από τη συμβατική στην ηλεκτρονική τεχνολογία (ηλεκτρονικοί υπολογιστές, μηχανογράφηση, ρομποτική κλπ.) στη βιομηχανία και στον τομέα των υπηρεσιών της Γερμανίας, ενώ παράλληλα δίδαξε για δέκα χρόνια Βιομηχανική Κοινωνιολογία στο Τμήμα Κοινωνικών Επιστημών του Πανεπιστημίου της Φρανκφούρτης.
Από το χειμερινό εξάμηνο του 1985 μέχρι και τη συνταξιοδότησή του, το 2006, δίδαξε Γενική και Πολιτική Κοινωνιολογία καθώς και Πολιτική Επιστήμη στο πλαίσιο του μεταπτυχιακού προγράμματος σπουδών στο Τμήμα Νoμικής του Αριστοτελείου Πανεπιστημίου Θεσσαλονίκης.
Διετέλεσε επισκέπτης καθηγητής στο Πανεπιστήμιο TOHOKU της Ιαπωνίας, προσκεκλημένος από την Ιαπωνική Εταιρεία Προώθησης της Επιστήμης (Japan Society for the Promotion of Science), καθώς επίσης στο Πάντειο Πανεπιστήμιο της Αθήνας και στο Τμήμα Διεθνών Οικονομικών Σχέσεων και Ανάπτυξης (Δ.Ο.Σ.Α.) του Δημοκρίτειου Πανεπιστημίου Θράκης στην Κομοτηνή.
Έχει πλούσιο συγγραφικό έργο στα ελληνικά, γερμανικά και αγγλικά. Μεταφράσεις εργασιών του κυκλοφόρησαν επίσης στα ιταλικά και ιαπωνικά. Από το 1995 και εντεύθεν ασχολείται με θέματα ρατσισμού, ξενοφοβίας και κοινωνικού αποκλεισμού.

 

ΑΦΗΣΤΕ ΜΙΑ ΑΠΑΝΤΗΣΗ