Αντιδράσεις συνεχίζει να προκαλεί η απόφαση του γερμανικού Ομοσπονδιακού Συνταγματικού Δικαστηρίου για τις αρμοδιότητες της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας. Η Κομισιόν εξετάζει τώρα ακόμη και προσφυγή κατά της Γερμανίας.Η απόφαση δεν έχει ληφθεί ακόμη διευκρίνισε εκπρόσωπος της Ευρωπαϊκής Επιτροπής. Προς το παρόν οι νομικές υπηρεσίες συνεχίζουν να εξετάζουν την απόφαση του γερμανικού Ομοσπονδιακού Συνταγματικού Δικαστηρίου και στη συνέχεια η Επιτροπή θα αποφασίσει εάν η προσφυγή κατά της Γερμανίας είναι η ενδεδειγμένη λύση της διαμάχης. Η τελευταία προέκυψε μετά την απόφαση του ανώτατου γερμανικού Ομοσπονδιακού Συνταγματικού Δικαστηρίου για το πρόγραμμα αγορά ομολόγων, που ουσιαστικά αμφισβητεί την υπεροχή του Ευρωπαϊκού Δικαστηρίου. Η εξέταση ενδεχομένως να απαιτήσει αρκετό χρόνο, συμπλήρωσε ο εκπρόσωπος της Κομισιόν.

Προειδοποιητική βολή

Τα λεγόμενα αυτά φέρνουν μια λεκτική αποκλιμάκωση μετά το σοκ που προκάλεσε καταρχάς την Κυριακή η πρόεδρος της Κομισιόν Ούρζουλα φον ντερ Λάιεν παίρνοντας θέση επί της γερμανικής απόφασης. Και ανακοινώνοντας ότι η Επιτροπή θα εξετάσει τώρα τα επόμενα βήματα, συμπεριλαμβανομένης της πιθανότητας να κινήσει διαδικασία για παραβίαση των ευρωπαϊκών συνθηκών.

Επί τάπητος τίθενται τρεις βασικές αρχές: η νομισματική πολιτική είναι αποκλειστική αρμοδιότητα της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας, το ευρωπαϊκό δίκαιο υπερέχει του εθνικού δικαίου, ενώ οι αποφάσεις του Ευρωπαϊκού Δικαστηρίου είναι δεσμευτικές για όλα τα εθνικά δικαστήρια. Η επικεφαλής της Κομισιόν τόνισε μάλιστα με περισσή σαφήνεια ότι «το Λουξεμβούργο έχει τον τελευταίο λόγο όσον αφορά το ευρωπαϊκό δίκαιο. Κανείς άλλος». Σε κάθε περίπτωση όχι η Καρλσρούη (έδρα του Ομοσπ. Συνταγματικού Δικαστηρίου της Γερμανίας), όπως υπογράμμισε.

Η γερμανίδα πολιτικός τελεί υπό ασφυκτικές πιέσεις καλούμενη να αποδείξει κυρίως έναντι των Νοτιοευρωπαίων ότι είναι πολιτικά ανεξάρτητη. Συχνά κατηγορείται ότι ως γερμανίδα πρόεδρος της Κομισιόν υποκινείται από τη γερμανική κυβέρνηση. Την Κυριακή ωστόσο δεν άφησε κανένα περιθώριο αμφιβολιών τονίζοντας ότι θα ανταποκριθεί πλήρως στο ρόλο της ως θεματοφύλακας των συνθηκών χωρίς να λαμβάνει υπόψη εθνικά κίνητρα.

Το ερώτημα που τίθεται λοιπόν είναι εάν το Ομοσπονδιακό Συνταγματικό Δικαστήριο της Γερμανίας παραβιάζει το ευρωπαϊκό δίκαιο όταν κρίνει «μεθοδικά αβάσιμη» προηγούμενη απόφαση του Ευρωπαϊκού Δικαστηρίου από το 2018 για τις αρμοδιότητες της ΕΚΤ; Επίσης, μπορεί να βοηθήσει, εν προκειμένω, ενδεχόμενη διαδικασία κατά της Γερμανίας που ωστόσο δεν θα αναιρούσε, εν τέλει, την απόφαση του γερμανικού δικαστηρίου;

Πόλεμος των δικαστών;

Μια προσφυγή για παραβίαση των ευρωπαϊκών συνθηκών καταλήγει στο Ευρωπαϊκό Δικαστήριο όταν ο διάδικος εναντίον του οποίου στρέφεται η προσφυγή, εν προκειμένω η γερμανική κυβέρνηση, δεν μπορεί να αποδυναμώσει και να αντιμετωπίσει τις αιτιάσεις που τον βαρύνουν. Αυτό θα οδηγούσε στο εν μέρει παράδοξο σενάριο να πρέπει να αποφασίσουν εν τέλει οι δικαστές στο Λουξεμβούργο για τον εαυτό τους και την απόφαση που έλαβαν το 2018. Απέναντί τους θα είχαν τους γερμανούς δικαστές και το επιχείρημά τους ότι το Ευρωπαϊκό Δικαστήριο υπερέβη τις αρμοδιότητές του όταν έδωσε ουσιαστικά νομική λευκή επιταγή στην ΕΚΤ για το πρόγραμμα αγοράς ομολόγων.

Το Ευρωπαϊκό Δικαστήριο στο Λουξεμβούργο φαίνεται να παίρνει πάντως ήδη θέση μάχης. Σε μια μάλλον ασυνήθιστη στα χρονικά του ανακοίνωση της περασμένης Παρασκευής αναφέρεται ότι οι υπηρεσίες του δικαστηρίου «δεν σχολιάζουν αποφάσεις εθνικών δικαστηρίων». Για να το κάνουν στη συνέχεια, έστω και αρκετά γενικά: στην ανακοίνωση επισημαίνεται ότι αποφάσεις σαν και αυτές της Καρλσρούης θέτουν σε κίνδυνο την ενότητα του ευρωπαϊκού δικαίου και την ασφάλεια δικαίου στην ΕΕ. Αναφέρεται επίσης ότι μια προδικαστική απόφαση του Λουξεμβούργου, όπως στην προκειμένη περίπτωση, είναι δεσμευτική για τα εθνικά δικαστήρια και ότι μόνον το Ευρωπαϊκό Δικαστήριο μπορεί να διαπιστώνει εάν ευρωπαϊκό όργανο, όπως η ΕΚΤ, παραβίασε το ευρωπαϊκό δίκαιο.

Το πρόβλημα στην προκειμένη περίπτωση είναι ότι η υπεροχή του ευρωπαϊκού δικαίου έρχεται προφανώς σε σύγκρουση με το γερμανικό Σύνταγμα. Έτσι το αντιλαμβάνονται τουλάχιστον οι δικαστές του Συνταγματικού Δικαστηρίου. Μέχρι σήμερα το πρόβλημα αυτό λυνόταν μέσα από τον λεγόμενο διάλογο των ανώτατων δικαστών, όπου θέτουν επί τάπητος όλα τα επίμαχα σημεία μέχρι να βρεθεί κοινά αποδεκτή λύση.

Μετά την απόφαση της Καρλσρούης όμως η διαμάχη αυτή έχει τη δυναμική να εξελιχθεί σε έναν πόλεμο των ανώτατων δικαστών, που είναι ένα ιδιαίτερα απευκταίο πολιτικά σενάριο. Ήδη το περασμένο Σαββατοκύριακο ο πολωνός πρωθυπουργός Μοραβιέτσκι δεν έκρυψε τη χαρά του, κάνοντας λόγο για τη σημαντικότερη απόφαση στην ιστορία της ΕΕ. Εναντίον της κυβέρνησής του έχουν κατατεθεί ήδη τέσσερις προσφυγές για παραβίαση των συνθηκών. Κατά την δική του ανάγνωση της γερμανικής απόφασης, οι χώρες μέλη θα πρέπει να αποφασίζουν οι ίδιες για την εφαρμογή του ευρωπαϊκού δικαίου και όχι το ευρωπαϊκό δικαστήριο.

Σε δύσκολη θέση το Βερολίνο

Για τη γερμανική κυβέρνηση η ετυμηγορία του Συνταγματικού Δικαστηρίου ήταν μια λάθος απόφαση που ήρθε μάλιστα την πλέον ακατάλληλη χρονική στιγμή. Το Βερολίνο αναλαμβάνει την 1η Ιουλίου την εκ περιτροπής προεδρία της ΕΕ και θα κληθεί να συντονίσει τις επιχειρήσεις διάσωσης της οικονομίας μετά την κρίση της πανδημίας. Βασικά εργαλεία θα είναι τόσο ένα χρηματοδοτούμενο με κοινά χρέη ευρωπαϊκό ταμείο στήριξης όσο και το πρόγραμμα αγοράς ομολόγων της ΕΚΤ.

Η καγκελάριος βρίσκεται σε εξαιρετικά δεινή θέση. Αφενός δεσμεύεται από τις αποφάσεις του Ομοσπονδιακού Συνταγματικού Δικαστηρίου, αλλά αφετέρου δεν θέλει και δεν μπορεί να αμφισβητήσει την υπεροχή του ευρωπαϊκού δικαίου, στην οποία θεμελιώνεται η ασφάλεια του δικαίου στην ΕΕ. Η Μέρκελ δεν έχει όμως στη φαρέτρα της κάποιο πολιτικό ή νομικό όπλο για να σπάσει τον γόρδιο αυτό δεσμό. Απώτερη ελπίδα του Βερολίνου είναι να αποφύγει με κάποιον τρόπο τη διαφαινόμενη σύγκρουση.

Θα μπορούσε, ενδεχομένως, να υπάρξει μέσα στους επόμενους τρεις μήνες μια τοποθέτηση από πλευρά της ΕΚΤ ή ακόμη και της γερμανικής Bundesbank, προκειμένου να διαλυθούν οι αμφιβολίες του Ομοσπονδιακού Συνταγματικού Δικαστηρίου ως προς την αγορά ομολόγων; Με τον τρόπο αυτό θα μπορούσε να περιοριστεί η πολιτική ζημιά που έχει ήδη προκληθεί και να μεταφερθεί η διαμάχη Ευρωπαϊκού και γερμανικού Συνταγματικού Δικαστηρίου στις εξειδικευμένες νομικές δημοσιεύσεις και τα νομικά περιοδικά. Η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα έχει διαμηνύσει ήδη ότι θα συνεχίσει κανονικά το πρόγραμμα αγοράς ομολόγων. Η Γερμανίδα Ιζαμπέλ Σνάμπελ, μέλος της Εκτελεστικής Επιτροπής επισήμανε σε πρόσφατη συνέντευξή της ότι μόνον το Ευρωπαϊκό Δικαστήριο μπορεί να κρίνει νομικά την ΕΚΤ.

Οι θέσεις των δυο πλευρών είναι σαφείς. Είναι επίσης σαφές ότι και οι δυο βρίσκονται σε θέσεις μάχης. Η αποκλιμάκωση βρίσκεται τώρα στα χέρια των ειδικών.

Μπάρμπαρα Βέζελ

Επιμέλεια: Κώστας Συμεωνίδης

ΑΦΗΣΤΕ ΜΙΑ ΑΠΑΝΤΗΣΗ