Ο γερμανικός Τύπος για την πρόταση δυσπιστίας κατά της κυβέρνησης Μητσοτάκη, τη διαχείριση του μεταναστευτικού από την ΕΕ και την Μικρασιατική Καταστροφή.Η Tageszeitung σχολιάζει την πρόταση δυσπιστίας του ΣΥ.ΡΙΖ.Α. προς την ελληνική κυβέρνηση, εν μέσω των εξελίξεων γύρω από το σκάνδαλο των υποκλοπών. «Το σκάνδαλο των υποκλοπών επιφέρει τεράστια πολιτική εκρηκτικότητα. Ο πρωθυπουργός κ. Μητσοτάκης είχε θέσει την Ε.Υ.Π. υπό τον άμεσο έλεγχό του σε μια από τις πρώτες του πράξεις στην εξουσία. Ωστόσο, μέχρι σήμερα αρνείται ότι γνώριζε οτιδήποτε για τις υποκλοπές. Ο έλληνας πρωθυπουργός προφανώς δεν ενδιαφέρεται για διευκρινίσεις. Αντιθέτως: ο Μητσοτάκης και οι συν αυτώ μπλοκάρουν, καλύπτουν, σβήνουν (ψηφιακά) ίχνη. Αλλά ο Τσίπρας δεν το έβαλε κάτω και επισκέφθηκε τον πρόεδρο της ΑΔΑΕ, τον οποίο εμπόδισε η Νέα Δημοκρατία από το να ενημερώσει τη Βουλή για τα αποτελέσματα των ερευνών».

«Όπως και τον Ιανουάριο του 2022, είναι βέβαιο πως και αυτή τη φορά δεν θα συμπληρωθεί η απαιτούμενη πλειοψηφία στην πρόταση δυσπιστίας, παρ’ ότι και τα 5 κόμματα της αντιπολίτευσης θα ψηφίσουν ομοφώνως υπέρ. Ο υπολογισμός του Τσίπρα, ωστόσο, είναι να τραβήξει ακόμη περισσότερο την προσοχή στις "παρακρατικές μεθοδεύσεις" του Μητσοτάκη στην τελική ευθεία πριν από τις φετινές εκλογές», σχολιάζει η εφημερίδα του Βερολίνου. «Παρά τις πελατειακές σχέσεις που άνθισαν επί Μητσοτάκη, τον κλιμακούμενο νεποτισμό, τη διαφθορά, τον αυξανόμενο πλουτισμό των πολιτικών της Ν.Δ. και τον πληθωρισμό, η Ν.Δ. εξακολουθεί να προηγείται του ΣΥ.ΡΙΖ.Α. με πέντε και πλέον ποσοστιαίες μονάδες σύμφωνα με τις δημοσκοπήσεις». Τέλος, δεδομένης της απλής αναλογικής που θα ισχύσει στις επόμενες εκλογές, το γερμανικό μέσο καταλήγει πως «ο Μητσοτάκης ποντάρει περισσότερο σε μία δεύτερη ψηφοφορία, όπου θα ισχύσει και πάλι ένα μπόνους εντολής για τον πρώτο υποψήφιο, το οποίο θα μπορούσε να του επιτρέψει να συνεχίσει να κυβερνά μόνος του».

H EE αλλάζει τη διαχείριση του μεταναστευτικού

Στην πρόσφατη σύνοδο των Ευρωπαίων υπουργών Εσωτερικών, φάνηκε πως σχεδιάζονται αλλαγές στη διαχείριση των μεταναστευτικών ροών, με απώτερο σκοπό την αύξηση του αριθμού των επαναπατρισμών. «Υπάρχουν διαφορετικές απόψεις σχετικά με τη σωστή στρατηγική: ενώ κάποιοι επικεντρώνονται κυρίως στα κίνητρα για συνεργασία με τις χώρες προέλευσης, άλλοι θέλουν να αυξήσουν την πίεση», αναφέρει η Frankfurter Allgemeine Zeitung. «Η Προεδρία τάχθηκε υπέρ του να χρησιμοποιηθούν όλα τα διαθέσιμα εργαλεία, συμπεριλαμβανομένης της αναπτυξιακής και εμπορικής πολιτικής, όπως και της πολιτικής θεωρήσεων. Η Γερμανία κρίνει πως ο καλύτερος τρόπος είναι οι μεταναστευτικές συμφωνίες, όπως αυτή που σύνηψε η Γερμανία με την Ινδία. Προβλέπει όχι μόνο τον επαναπατρισμό των πολιτών, αλλά και τη νόμιμη μετανάστευση φοιτητών, ασκουμένων, επιστημόνων και ειδικευμένων εργαζόμενων».

Επί τάπητος τέθηκε και το αμφιλεγόμενο ζήτημα του κατά πόσον οι συνοριακές εγκαταστάσεις θα πρέπει να χρηματοδοτούνται στο μέλλον από τον προϋπολογισμό της Ε.Ε. «Περίπου τα μισά κράτη της Ε.Ε. τάσσονται υπέρ αυτού του σχεδίου. Από την άλλη, η Επίτροπος Ίλβα Γιόχανσον δήλωσε πως "δεν υπάρχουν χρήματα στον προϋπολογισμό της Ε.Ε. για φράχτες και τείχη". Πάντως, φαίνεται πως η Επιτροπή βρίσκεται στη διαδικασία να αμβλύνει την προηγούμενη κατηγορηματική απόρριψή της, ενώ και το Βερολίνο, επίσης, δεν αντιδρά πλέον τόσο αλλεργικά σε τέτοιου είδους σκέψεις, όπως συνέβαινε επί Μέρκελ. Όλα αυτά θα μπορούσαν να οδηγήσουν σε έναν συμβιβασμό στο επόμενο Ευρωπαϊκό Συμβούλιο, όπως ένα πιλοτικό πρόγραμμα στη Βουλγαρία που θα χρηματοδοτηθεί από την Ευρώπη», καταλήγει η εφημερίδα της Φρανκφούρτης.

Μικρασιατική Καταστροφή: Ιστορική αναδρομή

Τόσο η Zeit όσο και η Tageszeitung, δημοσιεύουν μία ιστορική αναδρομή στη Μικρασιατική Καταστροφή, καθώς και στις συνθήκες που συνάντησαν οι ξεριζωμένοι όταν έφτασαν στην Ελλάδα. «Με το τέλος του Α’ Παγκοσμίου Πολέμου, το ελληνικό όνειρο της Μεγάλης Ιδέας φάνηκε πολύ κοντά», σχολιάζει η Zeit. «Όταν όμως ο ελληνικός στρατός ηττήθηκε τελικά τον Αύγουστο του 1922 και αποσύρθηκε από τη Μικρά Ασία, ο τοπικός ελληνικός πληθυσμός έπρεπε να υπολογίσει σε τρομερά αντίποινα. Το τελευταίο κεφάλαιο των γεγονότων, γνωστό στην Ελλάδα ως Μικρασιατική Καταστροφή, έλαβε χώρα εκεί τον Σεπτέμβριο του 1922. Για μέρες, απελπισμένοι Έλληνες πρόσφυγες συνωστίζονταν στον παραλιακό δρόμο της Σμύρνης, στο έλεος των σφαγών των Τούρκων στρατιωτών – οι πρώην Σύμμαχοι, προσποιούμενοι την ουδετερότητα, έκαναν τα στραβά μάτια», αφηγείται η Tageszeitung.

Οι εκτοπισμένοι που έφτασαν στην Ελλάδα, δεν έτυχαν καλωσορίσματος. «Για μεγάλο χρονικό διάστημα, οι πρόσφυγες ένιωθαν σαν πολίτες δεύτερης κατηγορίας. Στην Τουρκία τους αποκαλούσαν "άπιστους", στην Ελλάδα τους απέρριπταν ως "Τούρκους"», αναφέρει η Zeit. «Από τη δεκαετία του 1950 και μετά, πολλοί Μικρασιάτες πρόσφυγες μετανάστευσαν σε άλλες ευρωπαϊκές χώρες, στη Βόρεια Αμερική και την Αυστραλία. Πολλοί από αυτούς παρέμειναν άστεγοι για το υπόλοιπο της ζωής τους. Η ασφάλεια και το υλικό εισόδημα δεν μπορούσαν να ικανοποιήσουν τη νοσταλγία τους για την πατρίδα». Όσο για τους διπλωμάτες της Λωζάννης, η γερμανική εφημερίδα καταλήγει πως «πίστευαν ότι είχαν βρει μια λύση με τη συνθήκη τους που θα εξασφάλιζε την ειρήνη, όμως οι συνέπειες ήταν πόλεμος, διώξεις και βία. Ειδικά στις δεξαμενές σκέψης του εθνικισμού, οι εθνικές και θρησκευτικές μειονότητες θεωρήθηκαν ως ιστορικές υποθήκες που διαταράσσουν τη σύγχρονη διαδικασία οικοδόμησης του έθνους και εκατό χρόνια αργότερα, η σκιά της Λωζάννης εξακολουθεί να βρίσκεται στις ελληνοτουρκικές σχέσεις».

Γιώργος Πασσάς

ΑΦΗΣΤΕ ΜΙΑ ΑΠΑΝΤΗΣΗ