Ματθ. 19:16-26

Υπό
Σεβασμιωτάτου Μητροπολίτου Αντινόης
κ.κ. ΠΑΝΤΕΛΕΗΜΟΝΟΣ

Ένα ερώτημα κυριάρχησε, κυριαρχεί και θα κυριαρχήσει στην καρδιά του ανθρώπου κάθε εποχής και μέχρι της συντέλειας των αιώνων. «Πως μπορώ να σωθώ»; Ένα ερώτημα που από αυτής της δημιουργίας του ανθρώπου υποβάλλεται από κάθε θρησκευόμενο και σκεπτόμενο άνθρωπο. Το ερώτημα για την σωτηρία του ανθρώπου είναι παντοτινό, γιατί αιώνιος είναι ο προορισμός του ανθρώπου.

Ο Θεός έπλασε το άνθρωπο με την δυνατότητα να μην αποθάνει. Είχε δηλαδή ο άνθρωπος έμφυτη την δυνατότητα να μην αποθάνει. Αυτή η έμφυτη δυνατότητα για αθανασία θα την αποκτούσε ο άνθρωπος, εάν θα τηρούσε την εντολή του Θεού. «Από παντός ξύλου του εν τω Παραδείσω βρώσει φαγή. Από δε του ξύλου του γινώσκειν καλόν και πονηρόν, ου μη φάγεσθε απ’ αυτού, η δ’ αν ημέραν φάγητε απ’ αυτού, θανάτω αποθανείσθε» (Γεν. 2:16-17). Στον άνθρωπο δόθηκε μία απλή εντολή δόθηκε, βάση της οποίας θα μπορούσε ο χοϊκός άνθρωπος με την σειρά του θα αποδείκνυε, εάν την τηρούσε, ότι ήταν άξιος της αγάπης του Θεού και όλων των δωρεών που του δόθηκαν.

Και όμως, από φθόνο του Διαβόλου, ο άνθρωπος ξέπεσε από την Χάρη του Θεού και παραβίασε την Εντολή, γευόμενος από τον απαγορευμένο καρπό. Έτσι, με την παρακοή όχι μόνον τον ίδιο ζημίωσε, αλλά και όλους τους απογόvους του. Έκτοτε ο άνθρωπος περιπλανάται έξω του Παραδείσου αντιμετωπίζοντας καθημερινά τον θάνατο σαν την πιο βέβαιη, ανεπιθύμητη, αλλά και τόσον ανα¬πόφευκτη πραγματικότητα. Αναζητεί χίλιους δύο τρόπους με τους οποίους θα μπορέσει να επανορθώσει την χαμένη εκείνη ευκαιρία για αιώνια ζωή. Το παντοτινό αυτό ερώτημα υποβάλλεται και στον Κύριό μας Ιησούν Χριστό από έναν πλούσιο νέο, που αναφέρεται στο Ευαγγέλιο του κατά Ματθαίου. «Κύριε, τι ποιήσω, ίνα αιώνιον ζωήν κληρονομήσω» (Ματθ. 19:16); Ο Κύριος απαντά, όπως θα απαντούσε στον καθένα από εμάς που αναρωτιόμαστε καθημερινά και μέσα από τα βάθη της καρδιάς μας υποβάλλομε την ίδια ερώτηση: «Κύριε, τι ποιήσω, ίνα αιώνιον ζωήν κληρονομήσω» (Ματθ. 19:16);

Την απάντηση σ’ αυτό το πρόβλημα, που μας απασχολεί όλους, την δίδει ο ίδιος ο Κύριος. «Τήρησον τας εντολάς» (Ματθ. 19:17)! Θέλεις να κληρονομήσεις την αιώνια Βασιλεία του Θεού; Δεν υπάρχει άλλος τρόπος παρά από του να τηρείς τις Εντολές του Θεού. Η παρακοή του Πρωτοπλάστου Αδάμ έφερε τον θάνατο. Η υπακοή στον Χριστό καρποφορεί αιώνια ζωή.

Ο Άγιος Απόστολος των Εθνών Παύλος μας διδάσκει λέγοντας, ότι «δια τούτο ώσπερ δ’ ενός ανθρώπου η αμαρτία εις τον κόσμον εισήλθε και διά της αμαρτίας ο θάνα¬τος διήλθεν, εφ’ ω πάντες ήμαρτον» (Ρωμ. 5:12). Η αμαρτία, επομένως, έγινε αιτία του θανάτου του ανθρώπου. «Τα γαρ οψώ¬νια της αμαρτίας θάνατος» (Ρωμ. 6:23).

Αμαρτία, κατά τους Πατέρας της Εκκλησίας μας είναι ο θάνατος της ψυχής, γιατί απομακρύνει την Ζωοποιό Χάρη του Παναγίου Πνεύματος. Η ψυχή χωρίς την Χάρη του Θεού ασθενεί, αδυνατεί και τέλος αποθνήσκει. Ο άνθρω¬πος πλέον σκλαβώνεται κάτω από την εξουσία και την τυραννία του μεγαλυτέρου τυράννου, που τυράννησε τον κόσμο και όλη την ανθρωπότητα, του ΘΑΝΑΤΟΥ.

Αλλά τι είναι Θάνατος; Ένα εξ ίσου σημαντικό ερώτημα, όπως το τι είναι Ζωή; Στα δύο αυτά ερωτήματα η επιστήμη της Ιατρικής, της Βιολογίας και των συναφών επιστημών, αδυνατούν να δώσουν συγκεκριμένη και πλήρη απά¬ντηση. Σύμφωνα με τη Διδασκαλία της Αγίας Γραφής. Ο θάνατος διακρίνεται σε τρεις μορφές:

α) Τον σωματικό ή βιολογικό θάνατο, που είναι ο χωρισμός της ψυχής από το σώμα του ανθρώπου, αποτέλεσμα του οποίου έχει την παύση των βιολογι¬κών λειτουργιών του σώματος.

β) Τον πνευματικό θάνατο, που επέρχεται εξ αιτίας της αμετανόητης θέλη¬σης του ανθρώπου, ο οποίος θεληματικά αρνείται να ζήσει μία ενάρετη και πνευματική ζωή. Αρνείται να πλησιάσει τον Θεό και να ζητήσει την συγχώρηση των σφαλμάτων του. Η αμετανοησία καταπιέζει την συνείδηση του ανθρώπου τόσο, ώστε παραλύει την ψυχή του και την καθιστά αδύνατη να αντιδράσει κατά των πυρακτωμένων βελών της αμαρτίας.

γ) Τον αιώνιο θάνατο, που είναι η μεταθανάτια αιωνία καταδίκη του ανθρώ¬που στον τέλειο αποχωρισμό του από την συμμετοχή του στην δόξα και την αγάπη του Τριαδικού Θεού.

Μεταξύ των τριών αυτών μορφών θανάτου ο τρίτος είναι η χειρότερα, διότι, εάν ο άνθρωπος αποθάνει αμετανόητος, ανεξομολόγητος, ακοινώνητος, χωρίς να έχει αισθανθεί την αμαρτωλότητα και μηδαμινότητά του, τότε γεύε¬ται από ανάγκη τον αιώνιο θάνατο. Η αμετανοησία εμποδίζει την αγάπη του Θεού να συγχωρήσει τον αμαρτωλό άνθρωπο.

Η παράβαση κάθε εντολής του Θεού αποτελεί αμαρτία. Μικρή ή μεγάλη, δεν έχει σημασία, όλες αποτελούν αμαρτήματα που σπιλώνουν το χιτώνα της ψυχής. Μία νύμφη δεν πηγαίνει στον γάμο της με λασπωμένο ή ξεσχισμένο νυμφικό ένδυμα. Αλλά, και κανένας προσκεκλημένος δεν εισέρχεται στην γαμήλια γιορτή χωρίς ένδυμα γάμου. Με παρόμοιο τρόπο, ο άνθρωπος δεν μπορεί να εισέλθει στην Βασιλεία του Θεού, εάν εκ των προτέρων δεν έχει καθαρισθεί απ’ όλα τα αμαρτήματα και τα πάθη που σπιλώνουν την ψυχή του.

Στο παντοτινό αυτό ερώτημα, που απασχολεί όλους μας, ο Κύριος και Σωτήρας μας Ιησούς Χριστός δίδει την απάντηση: «ΤΗΡΗΣΟΝ ΤΑΣ ΕΝΤΟΛΑΣ» (Ματθ. 19:17)! Ο Κύριος μας διαβεβαίωσε λέγοντας, ότι «εάν τις αγαπά με τον λόγον τηρήσει» (Ιωάν. 14:23). Έτσι, για κάθε πιστό που αγαπά τον Κύριο, τηρεί και τις εντολές. Ποίες εντολές; Το «ου φονερύσεις, ου μοιχεύσεις, ου κλέψεις, ου ψευδομαρτηρήσεις, τίμα τον πατέρα και την μνητέρα, και αγαπήσεις τον πλησίον σου ωε σεαυτόν» (Ματθ. 19:19).

Ο Πανάγαθος Θεός θέλει όλους τους ανθρώπους να σωθούν. Κανένα δεν θέλει να χαθεί. Δεν θέλει τον άνθρωπο να γευθεί τον αιώνιο θάνατο, αλλά να συμμετάσχουν στην αιώνια Ζωή. Θέλει το πλάσμα των χε¬ριών Του να περιβληθεί την αιώνια δόξα και μεγαλοπρέπεια, που προετοί¬μασε «από καταβολής κόσμου» (Ματθ. 25:34) γι’ αυτόν.

Η Βασιλεία του Τριαδικού Θεού αναμένει όλους μας. Η τήρηση των Εντο¬λών του Θεού είναι η μοναδική απάντηση στο παντοτινό αυτό ερώτημα, που απασχο¬λεί όλους μας, μικρούς και μεγάλους, πλούσιους και φτωχούς, μορφωμένους και αγράμματους. «Κύριε, τι ποιήσω, ίνα αιώνιον ζωήν κληρονομήσω» (Ματθ. 19:16);

Αυτός είναι ο δρόμος της σωτηρίας. Η εκλογή είναι δική μας. Η μεν άρνηση των Εντολών του Θεού επιφέρει τον θάνατο, η δε τήρηση αυτών προσφέρει Ζωήν αιώνιο. Ας τον βαδίσουμε με πίστη και ελπίδα. «Δριμύς ο χειμών, αλλά γλυκύς ο Παράδεισος».

ΑΦΗΣΤΕ ΜΙΑ ΑΠΑΝΤΗΣΗ