Το «Ουδέν νεώτερον από το Δυτικό Μέτωπο» είναι ίσως ένα από τα πιο διάσημα αντιπολεμικά έργα για τις τραυματικές εμπειρίες στα χαρακώματα του Α’ Παγκοσμίου Πολέμου και παραμένει μέχρι σήμερα επίκαιρο.Το κλασικό αντιπολεμικό μυθιστόρημα του Έριχ Μαρία Ρεμάρκ «Ουδέν νεώτερον από το Δυτικό Μέτωπο» έχει γράψει τη δική του ιστορία και μέχρι σήμερα έχει πουλήσει πάνω από 20 εκατομ. αντίτυπα παγκοσμίως. Είναι, θα έλεγε κανείς, το πορτραίτο μιας ολόκληρης γενιάς που εγκατέλειψε το σχολείο για να πολεμήσει στο μέτωπο του Α‘ Παγκόσμιου Πολέμου, μιας αιματηρής σύρραξης που καθόρισε τον 20ό αιώνα και προετοίμασε το έδαφος για τον Β‘ Παγκόσμιο Πόλεμο.
Ο Έριχ Μαρία Ρεμάρκ έζησε με τον πιο έντονο τρόπο την εποχή εκείνη. Μια περίοδος αναταραχής, ανακατατάξεων και αβεβαιότητας στη Γηραιά Ήπειρο και όλον τον κόσμο. Η τεχνική πρόοδος καθόριζε τον βηματισμό: βιομηχανία, αυτοκίνητα, τεχνολογικές ανακαλύψεις. Η παραδοσιακή πατριαρχική κοινωνία άρχιζε να εμφανίζει ρωγμές, το γυναικείο κίνημα να διεκδικεί δικαιώματα και να μάχεται κατά των στερεοτύπων και της ανδρικής υπεροχής. Το «παλιό» έφτασε στο τέλος του, ο δρόμος είχε ανοίξει για το «νέο». Πολλοί θεώρησαν τότε ότι οι πόλεμοι ήταν κάτι αναπόφευκτο, ώστε να οριστικοποιηθεί η απότομη μετάβαση στη «νέα εποχή». Όταν ξέσπασε ο Α´ Παγκόσμιους Πόλεμος το καλοκαίρι του 1914 πολλοί νέοι στρατολογήθηκαν σχεδόν με χαρά, πιστεύοντας ακράδαντα ότι θα επέστρεφαν στα σπίτια τους μέχρι τα Χριστούγεννα. Η πραγματικότητα τους διέψευσε παταγωδώς με τον πιο φρικτό τρόπο.
Η καθημερινή ζωή στα χαρακώματα
To «Ουδέν νεώτερον από το Δυτικό Μέτωπο» εστιάζει στη ζωή των στρατιωτών στα χαρακώματα, με μάχες, παγωμένες νύχτες, εικόνες βίας και βαθιάς οδύνης. Ο αφηγητής του μυθιστορήματος είναι ένας νεαρός στρατιώτης που βιώνει όλα αυτά επί τόπου. Ο Ρεμάρκ στρατολογήθηκε στον πόλεμο αναγκαστικά το 1916 αλλά δεν πολέμησε για μεγάλο χρονικό διάστημα στα χαρακώματα. Εκεί κατέγραψε ωστόσο τις ιστορίες τραυματιών και βάσει τον σημειώσεών του έγραψε στη συνέχεια το εμβληματικό μυθιστόρημα. Τότε ισχυρίστηκε βέβαια ότι είχε δει όλα όσα έγραφε για τον πόλεμο ιδίοις όμμασι – για λόγους διαφήμισης και προώθησης του βιβλίου. Το μυθιστόρημά του δημοσιεύθηκε το 1929. Αμέσως έγινε ένα από τα μεγαλύτερα γερμανικά λογοτεχνικά best-seller όλων των εποχών και ενέπνευσε ακόμη και το Χόλιγουντ, ενώ μπολιάζει μέχρι σήμερα την καλλιτεχνική δημιουργία.
Από την άλλη πλευρά οι δεξιοί κύκλοι στη Γερμανία θεώρησαν ότι ο Ρεμάρκ με αυτό το βιβλίο σπιλώνει τη μνήμη των θυμάτων του Πολέμου. Το 1933, όταν οι Εθνοσοοσιαλιστές κατέλαβαν την εξουσία, το βιβλίο του Ρεμάρκ κάηκε και απαγορεύτηκε. Ο συγγραφέας είχε ήδη προλάβει να μεταναστεύσει στην Ελβετία.
Ειρηνιστής για το κοινό, «απολιτικός» κατά τον ίδιο
Μέχρι τον θάνατό του ο Έριχ Μαρία Ρεμάρκ είχε τη φήμη του κατεξοχήν ειρηνιστή, χάρη στο αντιπολεμικό του αριστούργημα. Ωστόσο ο ίδιος θεωρούσε τον εαυτό του «μη πολιτικό ον».
Ο Έριχ Μαρία Ρεμάρκ γεννήθηκε στο Όσναμπρυκ το 1898, γόνος οικογένειας που είχε μεταναστεύσει στη γερμανική αυτή πόλη από τη Γαλλία. Το 1933 μετανάστευσε και ο ίδιος στην Ελβετία. Οι ναζί τον μίσησαν. Από το 1939 έζησε στις ΗΠΑ, και μετά τον Β´ Παγκόσμιο Πόλεμο έζησε μεταξύ ΗΠΑ και Ελβετίας. Πέθανε στο Λοκάρνο το 1970.
Αϊγκιούλ Τσισμεσίογλου
Επιμέλεια: Δήμητρα Κυρανούδη