Γράφει ο Χρίστος Αλεξόπουλος

Το 2023, ως εκλογική χρονιά, παρέχει την ευκαιρία οικοδόμησης ενός συστήματος πολιτικής επικοινωνίας, το οποίο έχει ουσιαστικό περιεχόμενο και δίνει απαντήσεις στα σύγχρονα ερωτήματα πολιτών, που λειτουργούν ως ατομικά ή συλλογικά υποκείμενα βασιζόμενοι στην ορθολογική προσέγγιση της πραγματικότητας στην δυναμική προβολή της στο μέλλον και όχι στην εικονική εκδοχή της, που παρουσιάζουν οι «πολιτικοί ανταγωνιστές», με στόχο την ενεργοποίηση φαντασιώσεων σε ψηφοφόρους ως προς την υλική τους ευημερία.

Για την πραγματοποίηση αυτής της ριζικής αλλαγής στο πλαίσιο της ελληνικής πολιτικής πραγματικότητας είναι βασική προϋπόθεση η ανάπτυξη ουσιαστικού διαλόγου μεταξύ της κοινωνίας πολιτών, της επιστημονικής κοινότητας και του πολιτικού συστήματος για το προγραμματικό φορτίο των κομματικών επαγγελιών σε σχέση με το μέλλον, χωρίς την εμπλοκή εξιδανικεύσεων και φαντασιώσεων για την ατομική ή κοινωνική πορεία στην προοπτική του χρόνου.

Οι απαντήσεις, που πρέπει να δοθούν στο πολιτικό πεδίο, εκτείνονται σε πολλούς τομείς, οι οποίοι δεν περιορίζονται μόνο στο επίπεδο των κοινωνικών συστημάτων και της λειτουργίας τους, αλλά άπτονται και των ποιοτικών χαρακτηριστικών της ανθρώπινης οντότητας στην προοπτική του χρόνου.

Συνήθως το πολιτικό σύστημα στις προγραμματικές του επαγγελίες δίνει ιδιαίτερο βάρος στον οικονομικό τομέα, χωρίς να καταθέτει λειτουργικά μακροπρόθεσμο σχεδιασμό, ούτε να γίνεται παρουσίαση των συγκεκριμένων και κοστολογημένων σταδίων της οικονομικής πορείας και των διεθνών παραμέτρων, που την οριοθετούν σε μεγάλο βαθμό. Αυτή η πρακτική πρέπει να αλλάξει. Πέφτει δε μεγάλο βάρος για την αλλαγή της στην συμβολή της κοινωνίας πολιτών και της επιστημονικής κοινότητας.

Ιδιαιτέρως στην σύγχρονη εποχή της μεγάλης ταχύτητας της δυναμικής της εξέλιξης με την αξιοποίηση της τεχνολογίας και ειδικότερα της ψηφιακής και της τεχνητής νοημοσύνης οι πολιτικές απαντήσεις επείγουν, διότι κυριαρχεί μεγάλη ρευστότητα στο εθνικό και στο διεθνές πεδίο, ενώ παράλληλα η αλληλεπίδραση και αλληλεξάρτηση των κοινωνιών σε συνθήκες παγκοσμιοποίησης είναι πολύ υψηλού βαθμού.

Ταυτοχρόνως είναι αναγκαία η συζήτηση για την οικονομική διαχείριση σε σχέση με τις ανισότητες τόσο στο εσωτερικό των κοινωνιών όσο και μεταξύ τους, διότι στην προοπτική του χρόνου φαινόμενα, όπως η κλιματική αλλαγή και οι μεγάλες διαφορές ως προς το επίπεδο ανάπτυξης, θα δρομολογήσουν αποσταθεροποιητικές τάσεις στις κοινωνίες, ακόμη και αν έχουν ικανοποιητικό δείκτη ευημερίας, επειδή θα υποστούν τις παρενέργειες της μαζικής μετακίνησης πληθυσμών.

Τέλος σε σχέση με την οικονομική δραστηριότητα πρέπει να απαντηθεί το ερώτημα, εάν η διαχείριση της θα στηρίζεται στην λογική του συστημικού πραγματισμού, στο πλαίσιο του οποίου βασικό κριτήριο για την λήψη αποφάσεων είναι η λειτουργικότητα και η οικονομική απόδοση του συστήματος με παράλληλη εργαλειοποίηση του ανθρώπινου παράγοντα ή θα λαμβάνεται υπόψη το ανθρώπινο και το κοινωνικό συμφέρον.

Σε ανάλογα ερωτήματα ως προς τα κριτήρια για την ισορροπία της ανθρώπινης οντότητας και της τεχνητής νοημοσύνης και γενικότερα της ψηφιακής τεχνολογίας πρέπει επίσης να δοθούν πολιτικές απαντήσεις, διότι ο τρόπος αξιοποίησης τους στους διάφορους τομείς δραστηριοποίησης ασκεί καταλυτική επιρροή στον τρόπο ζωής και στα ποιοτικά χαρακτηριστικά του σύγχρονου ανθρώπου. Αντιπροσωπευτικό παράδειγμα είναι η χρήση των κινητών τηλεφώνων και των ηλεκτρονικών υπολογιστών για την διαπροσωπική επικοινωνία στην εικονική της εκδοχή με την υψηλού βαθμού δυνατότητα σκηνοθετημένης αυτοπαρουσίασης ή αποτύπωσης της πραγματικότητας, όπως γίνεται στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης.  

Αν ληφθούν υπόψη και οι επιπτώσεις, που έχουν στον τρόπο ζωής και στην βίωση της πραγματικότητας στα σύγχρονα μεγάλα αστικά κέντρα με εκατομμύρια κατοίκους, οι οποίοι ζουν σε συνθήκες μαζοποίησης, ενώ παράλληλα είναι μεταξύ τους αποξενωμένοι, αν και κατοικούν στην ίδια πολυκατοικία, σε συνδυασμό και με τον προσανατολισμό τους με βάση τα μονοδιάστατα καταναλωτικά πρότυπα και όχι κοινωνικές αξίες, που είναι προϊόν των αναγκών, οι οποίες προκύπτουν από την συμβίωση τους στις τοπικές κοινωνίες, τότε η προοπτική για το μέλλον δεν θα είναι αποτέλεσμα κοινωνικών διεργασιών. Οπότε είναι από τώρα ερνηνεύσιμη η αναζήτηση νοήματος στην ζωή με εργαλείο την λογική της κοινωνίας του θεάματος (η εμφάνιση πάνω από όλα) ως μέσου για κοινωνική αποδοχή.  

Αν είναι αυτός ο πολιτικός προσανατολισμός, να κοινοποιηθεί στους πολίτες και να γίνει αντικείμενο συστηματικού διαλόγου μεταξύ του πολιτικού συστήματος, των δομών της κοινωνίας πολιτών και της επιστημονικής κοινότητας με στόχο την συνειδητοποίηση από τους πολίτες της κατεύθυνσης της ανθρώπινης και της κοινωνικής πορείας, την διαμόρφωση άποψης και την ανάληψη ευθύνης.

Πολιτική απάντηση πρέπει επίσης να δοθεί ως προς την διασφάλιση της δημόσιας υγείας στην προοπτική του χρόνου. Οι προειδοποιήσεις του Παγκόσμιου Οργανισμού Υγείας (World Health Organization, WHO) και της Επιτρόπου Υγείας της Ευρωπαϊκής Επιτροπής για την απειλή της ανθεκτικότητας των μικροβίων στα αντιβιοτικά σε συνδυασμό με την μαζοποίηση των κοινωνιών στα μεγάλα αστικά κέντρα και την διευκόλυνση της μεταδοτικότητας διαμορφώνουν συνθήκες υψηλής ρευστότητας και ανασφάλειας.

Παράλληλα δείχνουν εμφατικά, ότι επιβάλλεται να γίνει άμεσα μακροπρόθεσμος σχεδιασμός για την δημόσια υγεία από το πολιτικό σύστημα, ο οποίος θα πρέπει να εκτείνεται στο σύνολο των κοινωνικών συστημάτων, διότι θα επηρεασθούν σε μεγάλο βαθμό. Για παράδειγμα θα υπάρξουν παρενέργειες στον εργασιακό και στον οικονομικό τομέα, στο σύστημα υγείας, στην ποιότητα της παρεχόμενης εκπαίδευσης των «αυριανών» εργαζόμενων, στην κοινωνική ζωή, στην ψυχική ισορροπία των ανθρώπων, στην διεύρυνση των κοινωνικών ανισοτήτων και σε πολλούς άλλους τομείς.  

Ακόμη μια σημαντική ανισορροπία είναι η γήρανση της κοινωνίας και οι παρενέργειες στα συστήματα υγείας και κοινωνικής ασφάλισης. Εάν βασικό κριτήριο για την διαχείριση αυτής της εμβέλειας και ποιότητας προβλημάτων είναι η λογική του συστημικού πραγματισμού, τότε η κατάρρευση των παροχών των συστημάτων υγείας και κοινωνικής ασφάλισης στους πολίτες είναι δεδομένη.

Το πολιτικό σύστημα επιβάλλεται να καταθέσει προγραμματικές προτάσεις με λειτουργικά μακροπρόθεσμη οπτική, οι οποίες θα γίνουν αντικείμενο συζήτησης με την κοινωνία πολιτών και την επιστημονική κοινότητα.

Ιδιαίτερο βάρος πρέπει επίσης να δοθεί και στην κατάθεση προτάσεων για την προοπτική της Ευρωπαϊκής Ένωσης σε σχέση με την ολοκλήρωση του εγχειρήματος με την ευρωπαϊκή ενοποίηση, η οποία θα έχει πολύ θετικές επιπτώσεις σε πολλούς σημαντικούς τομείς, από την συρρίκνωση των ανισοτήτων μεταξύ των κρατών-μελών μέχρι τον γεωπολιτικό τους ρόλο και την επεξεργασία μιας διαφορετικής οπτικής και στρατηγικής για την προώθηση της ειρήνης με βάση τον διάλογο και την συνεργασία και όχι την στρατιωτική και την οικονομική ισχύ.

Με αυτό τον τρόπο θα εξοικονομηθούν και πόροι για την αντιμετώπιση της φτώχειας και της πείνας σε πολλές χώρες, οι οποίες οδηγούν στο θάνατο πολλούς ανθρώπους, ενώ ταυτοχρόνως ενισχύουν το κύμα μαζικής μετακίνησης πληθυσμών με παρενέργειες και στις χώρες υποδοχής τους, όπως είναι οι ευρωπαϊκές.

Οι εξοπλισμοί, οι οποίοι συνεχώς αυξάνονται ακόμη και σε περιόδους κρίσης σε πλανητικό επίπεδο τόσο στον τομέα της υγείας (πανδημία Covid-19) όσο και στο οικονομικό και ενεργειακό πεδίο, δεν συμβάλλουν στην επίλυση προβλημάτων ούτε και στην ευημερία των κοινωνιών. Η πραγματικότητα το επιβεβαιώνει.

Αντί για εξοπλισμούς θα ήταν πολύ πιο χρήσιμο να επενδυθούν χρήματα στην αντιμετώπιση των παγκόσμιας εμβέλειας ανισορροπιών, όπως είναι η κλιματική αλλαγή, η ενεργειακή κρίση, η μείωση των υδάτινων πόρων και η ανάπτυξη στο πλαίσιο των ορίων, που επιβάλλουν η βιωσιμότητα του ανθρώπου και της βιοποικιλότητας.

Για να καταστούν εφικτές οι αναγκαίες πολιτικές απαντήσεις, πρέπει να πληρούνται ορισμένες προϋποθέσεις. Είναι πολύ κρίσιμο να αντιμετωπισθεί με μεγάλη αποφασιστικότητα η διαφθορά, η οποία λειτουργεί ως δομικό στοιχείο στην ελληνική κοινωνία και όχι μόνο σε αυτήν. Έχει πλέον παγκόσμιες διαστάσεις.

Ιδιαιτέρως το πολιτικό σύστημα θα πρέπει άμεσα να απαλλαγεί από αυτή την «μάστιγα», η οποία εμποδίζει την ανάπτυξη λειτουργικής δυναμικής στην κοινωνία και τους θεσμούς, ενώ παράλληλα διαμορφώνει συνθήκες αποσταθεροποίησης και συρρίκνωσης της εμπιστοσύνης στον χώρο της πολιτικής.

Πολύ σημαντική προϋπόθεση είναι επίσης η λήψη πολιτικών αποφάσεων σε πραγματικό και λειτουργικό χρόνο. Μέχρι τώρα οι λαμβανόμενες αποφάσεις έπονται των εξελίξεων, με αποτέλεσμα να δημιουργούνται μεγαλύτερα προβλήματα και η πορεία προς το μέλλον να γίνεται ακόμη πιο δύσκολα διαχειρίσιμη.

Τέλος άμεσα επιβάλλεται η ολιστική πολιτική διαχείριση της δυναμικής της εξέλιξης σε λειτουργικά μακροπρόθεσμο ορίζοντα. Η πραγματικότητα και οι ανισορροπίες στους διάφορους τομείς δραστηριοποίησης των κοινωνιών είναι διαχειρίσιμες με πολυδιάστατες πολιτικές παρεμβάσεις, οι οποίες ισορροπούν τις επιμέρους ανάγκες του κοινωνικού γίγνεσθαι λαμβάνοντας υπόψη την μεταξύ τους αλληλεπίδραση και αλληλεξάρτηση.

Μπορεί το πολιτικό σύστημα να ανταποκριθεί σε αυτές τις ανάγκες της σύγχρονης πραγματικότητας; Είναι πολύ δύσκολο, διότι δεν πληροί τις ποιοτικές προϋποθέσεις και κινείται με πολύ αργή ταχύτητα. Ίσως θα έπρεπε να θεωρηθούν οι εκλογές του 2023 αφετηρία για την σταδιακή ανταπόκριση στην ανάγκη πολιτικών απαντήσεων στις μεγάλες ανισορροπίες, που βιώνουν οι κοινωνίες. Περιθώρια για καθυστερήσεις πάντως δεν υπάρχουν.   

ΑΦΗΣΤΕ ΜΙΑ ΑΠΑΝΤΗΣΗ