Παρουσίαση Μελέτης για την Πράσινη Μετάβαση και τις Ανανεώσιμες
Πηγές Ενέργειας στην Ελλάδα από την Αντιπροσωπεία του Ιδρύματος Konrad Adenauer για την Ελλάδα και την Κύπρο
Η Αντιπροσωπεία του Ιδρύματος Konrad Adenauer για την Ελλάδα και την Κύπρο,
παρουσίασε στις 11 Σεπτεμβρίου 2024 τη μελέτη με τίτλο «Αντιλήψεις για την
Πράσινη Μετάβαση και τις Ανανεώσιμες Πηγές Ενέργειας στην Ελλάδα». Η
εκδήλωση πραγματοποιήθηκε στο πλαίσιο της 88ης Διεθνούς Έκθεσης
Θεσσαλονίκης με τιμώμενη χώρα τη Γερμανία, στην Κεντρική Σκηνή του
Γερμανικού Περιπτέρου.
Χαιρετισμό απηύθυναν ο Διευθυντής της Αντιπροσωπείας του Ιδρύματος Konrad
Adenauer για την Ελλάδα και την Κύπρο Marian Wendt και ο Υπουργός
Περιβάλλοντος και Ενέργειας Θεόδωρος Σκυλακάκης, ο οποίος τόνισε την
κρισιμότητα της μετάβασης για το μέλλον της ελληνικής οικονομίας και του
περιβάλλοντος.
Η μελέτη εκπονήθηκε από το Ίδρυμα Οικονομικών και Βιομηχανικών Ερευνών
(ΙΟΒΕ) και την παρουσίαση της έκανε ο Γενικός Διευθυντής του ΙΟΒΕ και
Καθηγητής Οικονομικού Πανεπιστημίου Αθηνών Νίκος Βέττας, ενώ τα
αποτελέσματα σχολίασε ο πρώην Ομοσπονδιακός Υπουργός Οικονομίας και
Ενέργειας της Γερμανίας Peter Altmaier, ο οποίος μοιράστηκε επίσης εμπειρίες
από την πράσινη μετάβαση στη Γερμανία.
Σύμφωνα με τη μελέτη, η ανησυχία των πολιτών στην Ελλάδα για την κλιματική
αλλαγή είναι εξαιρετικά έντονη, με το 90,5% να εκφράζει μεγάλο ή πολύ μεγάλο
άγχος για τις επιπτώσεις της. Οι δασικές πυρκαγιές, η ξηρασία, οι πλημμύρες και οι
καύσωνες αναδεικνύονται ως τα κύρια προβλήματα, ιδιαίτερα στις αγροτικές
περιοχές και τα νησιά. Σε επίπεδο πολιτικών προτεραιοτήτων, οι πολίτες
κατατάσσουν την έγκαιρη προσαρμογή στις συνέπειες της κλιματικής αλλαγής στην
πρώτη θέση, ακολουθούμενη από την κοινωνική δικαιοσύνη, ενώ η πρόληψη της
υπερθέρμανσης του πλανήτη βρίσκεται τρίτη.
Ο κ. Βέττας σχολίασε, μεταξύ άλλων, πως η αποδοχή των Ανανεώσιμων Πηγών
Ενέργειας (ΑΠΕ) συνδέεται και με το επίπεδο εκπαίδευσης, καθώς οι κάτοχοι
ανώτερων τίτλων σπουδών εμφανίζονται πιο θετικοί στην εγκατάστασή τους. Η
έρευνα υπογραμμίζει την ανάγκη για αυξημένη ενημέρωση των πολιτών, με στόχο
την ενίσχυση του διαλόγου και της συνεργασίας με τις τοπικές κοινωνίες, ώστε να
βρεθούν κοινά αποδεκτές λύσεις για την καταπολέμηση της κλιματικής αλλαγής και
τη διευκόλυνση της πράσινης μετάβασης.
Τη συζήτηση συντόνισε ο Επισκέπτης Καθηγητής Περιβαλλοντικής Πολιτικής στο
ΕΜΠ κ. Άγις Δήγκας.
Βασικά ευρήματα
Ο σημαντικός ρόλος των ΑΠΕ στον περιορισμό της κλιματικής αλλαγής
αναγνωρίζεται από μεγάλη πλειονότητα των πολιτών της χώρας (85%). Ωστόσο,
σχετικά υψηλό μερίδιο των ερωτηθέντων (42%) εκφράζει την άποψη ότι οι ΑΠΕ
επιβαρύνουν το περιβάλλον.
Σύμφωνα με τη μελέτη του ΙΟΒΕ ο βαθμός αποδοχής των ΑΠΕ διαφέρει μεταξύ
των επιμέρους τεχνολογιών και την υψηλότερη αποδοχή έχουν οι φωτοβολταϊκές
μονάδες. Το 85% των πολιτών τα θεωρεί ως αρκετά ή απολύτως κατάλληλα για
χρήση στην Ελλάδα, το 60% συμφωνεί με την εγκατάστασή τους σε κοντινή
περιοχή και το 22% θεωρεί ότι δεν χρειάζεται αποζημίωση για να δεχθεί την
εγκατάστασή τους.
Αντίθετα, αρκετά χαμηλότερη είναι η αποδοχή των αιολικών πάρκων. Το 67%
των ερωτηθέντων θεωρεί τα αιολικά ως αρκετά ή απολύτως κατάλληλη τεχνολογία
για την παραγωγή ενέργειας στην Ελλάδα, αλλά μόλις το 27% αποδέχεται την
εγκατάστασή τους σε κοντινή περιοχή. Για το 64% των πολιτών, κανένα χρηματικό
ποσό δεν είναι αρκετό για να τους κάνει να συμφωνήσουν στην εγκατάσταση
αιολικών σε κοντινή περιοχή.
Αξίζει να σημειωθεί ότι η αποδοχή των συμβατικών μορφών παραγωγής
ηλεκτρικής ενέργειας με ορυκτά καύσιμα, καθώς και των νέων τεχνολογιών
πυρηνικής ενέργειας, είναι ακόμα χαμηλότερη σε σύγκριση και με τα αιολικά πάρκα.
Ειδικότερα, το 43% και το 26% των πολιτών θεωρεί ως αρκετά ή απολύτως
κατάλληλη για την Ελλάδα την παραγωγή ηλεκτρικής ενέργειας με φυσικό αέριο ή
καύση εγχώριου λιγνίτη αντίστοιχα, ενώ για τα πυρηνικά η αντίληψη
καταλληλότητας υποχωρεί στο 17% του δείγματος. Μόλις το 9,6% των πολιτών θα
συμφωνούσε στην εγκατάσταση σταθμού παραγωγής ηλεκτρικής ενέργειας με
ορυκτά καύσιμα και το 71% δεν θα συμφωνούσε με την εγκατάσταση του σταθμού
ανεξαρτήτως του ποσού αποζημίωσης.
Η αποδοχή των ΑΠΕ και ιδίως των αιολικών μονάδων τείνει να σχετίζεται με το
επίπεδο εκπαίδευσης. Την υψηλότερη αποδοχή για εγκατάσταση σε κοντινή
απόσταση απολαμβάνουν οι ΑΠΕ στους κατόχους μεταπτυχιακού ή διδακτορικού
διπλώματος (38% για τα αιολικά και 67% για τα φωτοβολταϊκά) και τη χαμηλότερη
σε άτομα που δεν αποφοίτησαν από το Δημοτικό (24% και 33% αντίστοιχα) και
στους αποφοίτους τεχνικής δευτεροβάθμιας εκπαίδευσης (23% και 45%).
Σημαντικό παράγοντα για τη χαμηλή αποδοχή των αιολικών μονάδων φαίνεται να
αποτελούν διαδεδομένες αντιλήψεις που προβληματίζουν τους πολίτες.
Ειδικότερα, το 57% των ερωτηθέντων συμφωνεί με την άποψη ότι οι
ανεμογεννήτριες είναι βιομηχανικές εγκαταστάσεις που «χαλάνε» τη θέα, ενώ
ακόμα υψηλότερο ποσοστό (73%) επιρρίπτει ευθύνες για τις δασικές πυρκαγιές
στην τοποθέτηση ανεμογεννητριών.
Η μελέτη έγινε στη βάση έρευνας στον πληθυσμό, που καλύπτει κριτήρια
γεωγραφικής, ηλικιακής και άλλης αντιπροσώπευσης, με τη συνεργασία της
DataPower.